μηχανισμούς Τ-ανεξάρτητων κυττάρων και προκαλούν μειωμένες ή
ανεπαρκείς αντισωματικές απαντήσεις σε παιδιά ηλικίας < 2 ετών.
Τα αντισώματα μπορεί να ανιχνευτούν μέχρι την τρίτη εβδομάδα
μετά τον εμβολιασμό, αλλά μπορεί να μειωθούν σε 3 έως 5 χρόνια
μετά τον εμβολιασμό και σε κάποιες ομάδες (π.χ. παιδιά και
ηλικιωμένοι) μπορεί να εμφανιστεί μια πιο γρήγορη μείωση των
επιπέδων αντισωμάτων.
Οι ανοσολογικές απαντήσεις σε οκτώ πολυσακχαρίδια του
PNEUMOVAX
23 συγκρίθηκαν μετά την χορήγηση μιας εφάπαξ δόσης
εμβολίου ή εικονικού φαρμάκου. Τέσσερις ομάδες ατόμων
συμμετείχαν με κριτήριο την ηλικία (50-64 και > 65 ετών) και την
κατάσταση προηγούμενου εμβολιασμού (καθόλου αρχικός
εμβολιασμός ή 1 εμβολιασμός πριν 3-5 χρόνια).
● Πριν τον εμβολιασμό, τα επίπεδα αντισωμάτων ήταν
υψηλότερα στην ομάδα που επανεμβολιάστηκε σε σύγκριση με
την ομάδα με τον αρχικό εμβολιασμό.
● Στις ομάδες με αρχικό εμβολιασμό και με επανεμβολιασμό οι
μέσοι γεωμετρικοί τίτλοι αντισωματικών επιπέδων για κάθε
ένα ορότυπο αυξήθηκαν από την πριν στην μετά- εμβολιασμό
περίοδο.
● Οι αναλογίες των μέσων γεωμετρικών αντισωματικών
συγκεντρώσεων ανά ορότυπο την ημέρα 30 μεταξύ αυτών που
είχαν επανεμβολιαστεί και αυτών που είχαν αρχικά
εμβολιαστεί κυμαινόταν από 0,60-0,94 στην ομάδα ηλικίας ≥
65 ετών και από 0,62-0,97 στην ομάδα ηλικίας 50-64 ετών.
Η κλινική συσχέτιση της χαμηλής αντισωματικής απάντησης που
παρατηρήθηκε στον επανεμβολιασμό συγκριτικά με τον αρχικό
εμβολιασμό δεν είναι γνωστή.
Ταυτόχρονη χορήγηση
Σε μία διπλά-τυφλή, ελεγχόμενη κλινική μελέτη, 473 ενήλικες,
ηλικίας 60 ετών και άνω, τυχαιοποιήθηκαν για να λάβουν μια εφάπαξ
δόση του ZOSTAVAX είτε ταυτόχρονα (Ν=237), είτε όχι ταυτόχρονα,
με ένα 23-δύναμο πολυσακχαριδικό πνευμονιοκοκκικό εμβόλιο
(Ν=236). Τέσσερις εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό, οι VZV ειδικές
ανοσολογικές απαντήσεις μετά τη συγχορήγηση δεν ήταν παρόμοιες
με τις VZV ειδικές ανοσολογικές απαντήσεις μετά από τη μη
συγχορήγηση. Επομένως, θα πρέπει να εξετάζεται η χορήγηση των
δύο εμβολίων ξεχωριστά, με μεσοδιάστημα τουλάχιστον 4
εβδομάδων.
Αποτελεσματικότητα
Η αποτελεσματικότητα του πολυδύναμου πολυσακχαριδικού εμβολίου
πνευμονιόκοκκου τεκμηριώθηκε σε πνευμονία από πνευμονιόκοκκο
και βακτηριαιμία σε τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές σε νέους
εργαζόμενους σε ορυχεία χρυσού στη Νότια Αφρική. Η
αποτελεσματικότητα προστασίας έναντι πνευμονίας από
πνευμονιόκοκκο, αρχικό τελικό σημείο αυτών των μελετών, ήταν
76,1% με ένα εξαδύναμο εμβόλιο και 91,7% με ένα δωδεκαδύναμο
εμβόλιο. Σε δοκιμές που έγιναν σε πληθυσμούς για τους οποίους
ενδείκνυται το εμβόλιο (βλέπε λήμμα 4.1), αναφέρθηκε ότι η