Οι περισσότεροι ασθενείς μπορούν να μεταφερθούν επιτυχώς σε αγωγή με
εισπνεόμενα στεροειδή διατηρώντας καλή αναπνευστική λειτουργία, αλλά
απαιτείται ιδιαίτερη φροντίδα κατά τους πρώτους μήνες μετά την μεταφορά,
μέχρι να αποκατασταθεί επαρκώς το σύστημα υποθάλαμος – υπόφυση –
επινεφρίδια (ΥΥΕ) ώστε να επιτρέπει στον ασθενή να αντιμετωπίζει επείγουσες
καταστάσεις stress, όπως για παράδειγμα τραυματισμό, χειρουργική επέμβαση
ή σοβαρές λοιμώξεις. Οι ασθενείς πρέπει συνεπώς να φέρουν μία κάρτα η οποία
να προειδοποιεί ότι πιθανώς πρέπει να τους χορηγηθεί ταχέως αγωγή
συστηματικών στεροειδών κατά τις περιόδους stress ή στις περιπτώσεις εκείνες
που η απόφραξη των αεραγωγών ή η ύπαρξη βλέννης μειώνει σημαντικά την
ικανότητα λήψης του φαρμάκου από την αναπνευστική οδό με εισπνοές.
Επιπλέον, συνιστάται να έχουν οι ασθενείς αυτοί μαζί τους κορτικοστεροειδή
σε μορφή δισκίων προκειμένου να χρησιμοποιηθούν σε επείγουσες καταστάσεις.
Η δόση των εισπνεόμενων στεροειδών πρέπει να αυξάνεται κατά τη διάρκεια
αυτού του διαστήματος και κατόπιν να μειώνεται σταδιακά στο επίπεδο
συντήρησης μετά τη διακοπή των συστηματικών στεροειδών. Επειδή η
αποκατάσταση της βλάβης στη φλοιοεπινεφριδική λειτουργία που προκαλείται
από την παρατεταμένη αγωγή με στεροειδή είναι αργή, η φλοιοεπινεφριδική
λειτουργία πρέπει να παρακολουθείται τακτικά.
Οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνονται ότι πιθανά να αισθάνονται αδιαθεσία
κατά την διακοπή της χορήγησης των συστηματικών στεροειδών παρά τη
διατήρηση, ή ακόμα και τη βελτίωση της αναπνευστικής λειτουργίας. Οι
ασθενείς αυτοί θα πρέπει να ενθαρρύνονται να επιμείνουν στη χρήση της
συσκευής εισπνοών τους και να συνεχίσουν τη διακοπή των συστηματικών
στεροειδών, ακόμα και εάν αισθάνονται αδιαθεσία, εκτός εάν υπάρχουν
στοιχεία καταστολής του άξονα ΥΥΕ.
Η διακοπή χορήγησης των συστηματικών στεροειδών πιθανά να προκαλέσει την
επιδείνωση αλλεργικών νόσων όπως ατοπικό έκζεμα και ρινίτιδα. Αυτές πρέπει
να θεραπεύονται με τοπικά σκευάσματα, συμπεριλαμβανομένων
κορτικοστεροειδών ή/και αντιισταμινικών.
Η διπροπιονική βεκλομεθαζόνη, όπως τα άλλα εισπνεόμενα στεροειδή,
απορροφάται στην συστηματική κυκλοφορία μέσω των πνευμόνων. Η
διπροπιονική βεκλομεθαζόνη και οι μεταβολίτες της ενδεχομένως να προκαλούν
εμφανή καταστολή της επινεφριδικής λειτουργίας. Στο εύρος δόσεων μεταξύ
100 – 800 μικρογραμμαρίων την ημέρα, κλινικές μελέτες με Qvar έχουν δείξει
μέσες τιμές επινεφριδικής λειτουργίας και ανταπόκρισης εντός φυσιολογικών
ορίων. Ωστόσο τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή μπορεί να εμφανίσουν
συστηματικές επιδράσεις ιδιαιτέρως όταν χορηγούνται υψηλές δόσεις για
παρατεταμένες χρονικές περιόδους. Αυτές οι επιδράσεις είναι λιγότερο πιθανό
να επέλθουν από ότι κατά την αγωγή με από του στόματος χορηγούμενα
κορτικοστεροειδή. Οι πιθανές συστηματικές επιδράσεις περιλαμβάνουν
επινεφριδική καταστολή, αναστολή της σωματικής ανάπτυξης σε παιδιά και σε
έφηβους, ελάττωση της οστικής πυκνότητας, καταρράκτη, γλαύκωμα και πιο
σπάνια, μια σειρά ψυχολογικών ή συμπεριφορικών επιπτώσεων,
συμπεριλαμβανομένης της ψυχοκινητικής υπερκινητικότητας, των διαταραχών
του ύπνου, του άγχους, της κατάθλιψης ή της επιθετικότητας (ιδιαίτερα στα
παιδιά). Συνεπώς είναι σημαντικό να ρυθμίζεται η δόση των εισπνεόμενων
κορτικοστεροειδών στη χαμηλότερη δόση με την οποία διατηρείται
αποτελεσματικός έλεγχος του άσθματος.
Συνιστάται η τακτική παρακολούθηση του ύψους των παιδιών που λαμβάνουν
μακράς διάρκειας αγωγή με εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή. Εάν επιβραδυνθεί η