επιμένουσα αμφοτερόπλευρη πρωτοπαθή μασχαλιαία υπεριδρωσία,
καθοριζόμενη ως έχουσα ως τιμή έναρξης με βάση σταθμιστική μέτρηση,
την αυτόματη παραγωγή 50mg τουλάχιστον ιδρώτα, σε κάθε μασχάλη,
για πάνω από 5 λεπτά, σε θερμοκρασία δωματίου, σε ηρεμία. Τριακόσιοι
είκοσι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν είτε 50 Μονάδες BOTOX
(n=242) είτε placebo (n=78). Ως ανταποκρινόμενοι στη θεραπεία
ορίστηκαν οι ασθενείς που έδειξαν 50% τουλάχιστον μείωση της
μασχαλιαίας εφίδρωσης από την τιμή έναρξης. Στο κύριο σημείο
μέτρησης, την 4
η
εβδομάδα μετά την έγχυση, το ποσοστό απόκρισης στην
ομάδα του BOTOX ήταν 93,8% συγκρινόμενο με 35,9% στην ομάδα του
placebo (p<0.001). Το ποσοστό των αποκρινόμενων στη θεραπεία με
BOTOX ασθενών, μεταξύ των ασθενών που αντιμετωπίστηκαν με BOTOX
εξακολούθησε να είναι σημαντικά υψηλότερο (p<0.001) από τους
ασθενείς σε θεραπεία με placebo σε όλα τα μετά τη θεραπευτική αγωγή
σημεία μέτρησης, για έως και 16 εβδομάδες.
Σε μια επακόλουθη ανοικτή μελέτη, συμμετείχαν 207 επιλεγμένοι
ασθενείς, οι οποίοι έλαβαν μέχρι 3 θεραπευτικές αγωγές με BOTOX.
Συνολικά, 174 ασθενείς ολοκλήρωσαν πλήρως τις δύο συνδυασμένες
μελέτες 16-μηνης διάρκειας (4-μηνη διπλή-τυφλή και σε συνέχεια 12-
μηνη ανοικτή). Η συχνότητα της κλινικής απόκρισης την 16
η
εβδομάδα
μετά την πρώτη (n=287), τη δεύτερη (n=123) και την τρίτη (n=30)
θεραπευτική αγωγή ήταν 85,0%, 86,2% και 80% αντίστοιχα. Η μέση
διάρκεια του αποτελέσματος βασιζόμενη στο συνδυασμό της εφ΄ άπαξ
δόσης και της συνεχιζόμενης ανοικτής μελέτης ήταν 7,5 μήνες μετά την
πρώτη θεραπευτική αγωγή, ωστόσο στο 27,5% των ασθενών η διάρκεια
του αποτελέσματος ήταν 1 έτος ή μεγαλύτερη.
Υπάρχει περιορισμένη εμπειρία κλινικών δοκιμών από τη χρήση του
BOTOX στην πρωτοπαθή μασχαλιαία υπεριδρωσία σε παιδιά ηλικίας 12
έως 18 ετών. Μια απλή, διάρκειας ενός έτους, τυχαιοποιημένη,
επαναλαμβανόμενης δόσης μελέτη ασφάλειας, πραγματοποιήθηκε σε
Αμερικανούς παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας 12 έως 17 ετών (n=144) με
σοβαρή πρωτοπαθή μασχαλιαία υπεριδρωσία. Οι συμμετέχοντες ήταν
κυρίως θήλεις (86.1%) και Καυκάσιοι (82.6%). Στους συμμετέχοντες
χορηγήθηκε δόση 50 Μονάδων ανά μασχάλη, με συνολική δόση 100
Μονάδες ανά ασθενή ανά θεραπεία. Ωστόσο καμία μελέτη εύρεσης δόσης
δεν έχει διεξαχθεί σε εφήβους, επομένως δεν μπορεί να γίνει σύσταση
για τη δοσολογία. Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια BOTOX σε
αυτή την ομάδα δεν έχει τελικά τεκμηριωθεί.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Γενικά χαρακτηριστικά της δραστικής ουσίας:
Μελέτες κατανομής σε αρουραίους υποδεικνύουν βραδεία διάχυση του
συμπλόκου της νευροτοξίνης
125
I-botulinum A στο γαστροκνήμιο μυ μετά
την ένεση, η οποία ακολουθείται από ταχύ συστηματικό μεταβολισμό και
αποβολή από τα ούρα. Το ποσό του ραδιοσημασμένου υλικού στο μυ
μειώθηκε κατά ημίσεια ζωή περίπου 10 ωρών. Στο σημείο της ένεσης, η
ραδιενέργεια ήταν δεσμευμένη σε μεγάλα μόρια πρωτεΐνης, ενώ στο
πλάσμα δεσμεύτηκε σε μικρά μόρια, γεγονός που υποδεικνύει ταχύ
συστηματικό μεταβολισμό του υποστρώματος. Μέσα σε 24 ώρες από τη
χορήγηση, το 60% της ραδιενέργειας αποβλήθηκε από τα ούρα. Η τοξίνη
πιθανώς μεταβολίζεται από πρωτεάσες και τα μοριακά προϊόντα