Κατά την αντιμετώπιση της διάβρωσης των δοντιών η οποία σχετίζεται με
συχνή κατανάλωση όξινων ποτών ή γαστρική παλινδρόμηση, υψηλές
συγκεντρώσεις τοπικών φθοριούχων παραγόντων θεωρούνται σημαντικές.
Το Duraphat είναι τουλάχιστον τόσο αποτελεσματικό στην in
vitro αναστολή
της διάβρωσης όσο και ένα διάλυμα φθοριούχου νατρίου 2%.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Μετά την από του στόματος χορήγηση, η απορρόφηση του φθορίου είναι
ταχεία και εκτεταμένη (90-100%), ενώ η μέγιστη συγκέντρωση φθορίου
στο πλάσμα επιτυγχάνεται μεταξύ 30 και 60 λεπτών από την κατάποση.
Το φθόριο κατανέμεται ευρέως σε όλο το σώμα και συγκεντρώνεται στα
οστά και τα δόντια. Περίπου 50% του φθορίου αποθηκεύεται. Η
απέκκριση λαμβάνει χώρα κατά πρώτον από τους νεφρούς, ενώ λιγότερο
από 10% απεκκρίνεται στα κόπρανα και λιγότερο από 1% στον ιδρώτα
και τον σίελο.
Το Duraphat καλύπτει τα δόντια με υμένιο εναιωρήματος, το οποίο
σκληραίνει και γίνεται ανθεκτικό με την παρουσία σιέλου και το οποίο
τις επόμενες ώρες μετά την εφαρμογή του έχει ως αποτέλεσμα τη
συσσώρευση φθορίου στην οδοντική αδαμαντίνη σε μετρήσιμο βάθος.
Λόγω της βραδείας αποδέσμευσης του φθορίου, το επίπεδο έκθεσης θα
είναι πολύ χαμηλότερο από το επίπεδο που θα μπορούσε να προκαλέσει
τοξικά σημεία και συμπτώματα στα παιδιά.
Οι δόσεις του φθορίου που συνδέονται με την οδοντική φθορίωση και τον
κίνδυνο καταγμάτων των οστών θα είναι αρκετά πάνω από το
αναμενόμενο επίπεδο έκθεσης στο Duraphat οδοντικό εναιώρημα.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Η εφαρμογή του προϊόντος γίνεται μόνο από τον οδοντίατρο και η
ποσότητα του φθορίου που λαμβάνει ο ασθενής εφάπαξ είναι εντός των
επιτρεπτών ορίων ασφάλειας. Οι συνιστώμενες δόσεις είναι έως 0,75 ml
για μόνιμη οδοντοστοιχία. Η θεραπεία συνιστάται κάθε 6 μήνες ή το πολύ
κάθε 3 μήνες. Για περιπτώσεις υπερευαισθησίας συνιστώνται 2-3
εφαρμογές εντός ολίγων ημερών. Τα επίπεδα φθορίου που επιτυγχάνονται
στην περίπτωση αυτή είναι επίσης εντός των επιτρεπτών ορίων
ασφάλειας.
Τα μη κλινικά δεδομένα δεν αποκαλύπτουν ιδιαίτερο κίνδυνο για τον
άνθρωπο με βάση συμβατικές μελέτες φαρμακολογικής ασφάλειας,
τοξικότητας επαναλαμβανόμενων δόσεων, ενδεχόμενης καρκινογόνου
δράσης και τοξικότητας στην αναπαραγωγή και την ανάπτυξη.
Τα αποτελέσματα των
in vitro
και
in vivo
μελετών γονοτοξικότητας είναι
ανάμικτα. Η σημασία αυτών των ευρημάτων για τον άνθρωπο είναι
ασαφής.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Αιθανόλη 96%
4