L-καρνιτίνη παίζει σημαντικό ρόλο στο μεταβολισμό της καρδιάς, αφού η
οξείδωση των λιπαρών οξέων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την παρουσία
επαρκούς ποσότητας L-καρνιτίνης.
5. 2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες:
Όταν χορηγείται ενδοφλεβίως, η L-καρνιτίνη αποβάλλεται κυρίως από τους
νεφρούς.
Μεταβολισμός
Μεταβολίζεται σε αμελητέο βαθμό, εκτός από ένα αναστρέψιμο
βιομετασχηματισμό στους εστέρες της.
Αντίθετα, όταν χορηγείται από το στόμα, η L-καρνιτίνη αποδομείται, με τη δράση
της εντερικής χλωρίδας, σε τριμεθυλαμίνη (ΤΜΑ) και γ-βουτυροβεταΐνη.
Επειδή περίπου 10-20% της χορηγούμενης δόσης εισέρχεται στη γενική
κυκλοφορία σε μη μεταβολισμένη μορφή, πιστεύεται ότι ο μεταβολισμός στο
έντερο ευθύνεται για την αποβολή περίπου του 80-90% της δόσης L-καρνιτίνης
που χορηγείται από το στόμα.
Απορρόφηση
Και τα δύο προϊόντα μεταβολισμού στο έντερο, η γ-βουτυροβεταΐνη και η ΤΜΑ
απορροφούνται. Η γ-βουτυροβεταΐνη ανευρίσκεται αμετάβλητη στα ούρα, ενώ η
ΤΜΑ μεταβολίζεται στο ήπαρ σε ΤΜΑΟ (οξείδιο τριμεθυλαμίνης) και
ανευρίσκεται στα ούρα με μικρή ποσότητα αμετάβλητη ΤΜΑ.
Σε περίπτωση νεφρικής ανεπάρκειας τελικού σταδίου ή αιμοκάθαρσης, η χρόνια
από το στόμα χορήγηση L-καρνιτίνης μπορεί να έχει ώς αποτέλεσμα την αύξηση
της ποσότητας της ΤΜΑ και της ΤΜΑΟ στο αίμα και συνεπώς την αύξηση της
ποσότητας της τριμεθυλαμίνης στα ούρα. Στην περίπτωση αυτή, τα ούρα, η
αναπνοή και ο ιδρώτας αναδίδουν έντονη «οσμή ψαριού».
Η L-καρνιτίνη απορροφάται στο έντερο φθάνοντας στη μέγιστη
συγκέντρωση στο αίμα σε 4 ώρες μετά την κατάποση (ΑΒΡΙ). Επαρκή επίπεδα L-
καρνιτίνης διατηρούνται στο πλάσμα για 9 ώρες περίπου. Ανευρίσκεται τόσο στους
μύες, όσο και στο παρέγχυμα των οργάνων.
5. 3 Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια:
Είναι ένα φυσικό προϊόν σε ανθρώπους, φυτά και ζώα. Τα προϊόντα καρνιτίνης
χρησιμοποιούνται για να φέρουν τα επίπεδα της καρνιτίνης στο σώμα σε
φυσιολογικά επίπεδα. Προκλινικές μελέτες έδειξαν ότι δεν προκαλείται τοξικότητα
σε φυσιολογικά επίπεδα (ΑΒΡΙ).
Οξεία τοξικότητα
Μελέτες οξείας τοξικότητας για την LD
50
αρουραίων και ποντικών, για 7
συνεχείς ημέρες, έδειξαν ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν δόσεις υψηλότερες από
8000 mg/kg από το στόμα και από 4000 mg/kg ενδοφλέβια.
Χρόνια τοξικότητα
Σε μελέτες σε αρουραίους και σκύλους, στους οποίους χορηγήθηκε L-καρνιτίνη
από το στόμα και ενδοφλέβια για 365 συνεχείς ημέρες, δεν αναφέρθηκε θάνατος
ούτε σημαντικές αλλαγές στην ιστολογική υφή των κυριότερων οργάνων. Μελέτες
τερατογένεσης έδειξαν ότι η L-καρνιτίνη δεν επιδρά στην κύηση και στην
ανάπτυξη του εμβρύου.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:
6. 1 Κατάλογος των εκδόχων: