διαβήτης, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, μεταβολική οξέωση, σοβαρή
σήψη,και υπερωσμωτικό κώμα.
Νήπια και παιδιά ηλικίας κάτω των 2 ετών.
4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η ικανότητα αποβολής του λίπους πρέπει να ελέγχεται. Συνιστάται ο έλεγχος
να γίνεται μετρώντας τα τριγλυκερίδια ορού μετά από περίοδο μη λήψης
λίπους για 5-6 ώρες.
Η συγκέντρωση τριγλυκεριδίων στον ορό δεν πρέπει να ξεπερνά κατά τη
διάρκεια της έγχυσης τα 3mmol/l.
Το μέγεθος του σάκου, ιδιαίτερα ο όγκος και η ποσοτική σύσταση, πρέπει να
επιλέγονται προσεκτικά. Οι όγκοι αυτοί πρέπει να προσαρμόζονται σύμφωνα
με τη ενυδάτωση και τη διατροφική κατάσταση των παιδιών. Ο ανασυσταθής
σάκος είναι για μια μόνο χορήγηση.
Διαταραχές των ηλεκτρολυτών και του ισοζυγίου υγρών (π.χ. ασυνήθη υψηλά
ή χαμηλά επίπεδα των ηλεκτρολυτών στον ορό) πρέπει να επανέρχονται στα
φυσιολογικά πλαίσια πριν από την έναρξη της έγχυσης.
Απαιτείται ιδιαίτερος κλινικός έλεγχος στην αρχή οποιασδήποτε
ενδοφλέβιας έγχυσης.
Αν παρουσιαστεί οποιαδήποτε μη φυσιολογική ένδειξη, η έγχυση πρέπει να
διακόπτεται.
Επειδή αυξημένος κίνδυνος λοίμωξης συνδέεται με την χρήση οποιασδήποτε
κεντρικής φλέβας, πρέπει να λαμβάνονται αυστηρά άσηπτες προφυλάξεις για
την αποφυγή οποιασδήποτε επιμόλυνσης κατά την εισαγωγή και τον χειρισμό
του καθετήρα.
Το Kabiven πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε καταστάσεις ανεπάρκειας
μεταβολισμού των λιπιδίων, που μπορεί να εμφανίζεται σε ασθενείς με
νεφρική ανεπάρκεια, μη ρυθμιζόμενο σακχαρώδη διαβήτη, παγκρεατίτιδα,
ηπατική ανεπάρκεια, υποθυρεοειδισμό, (με υπερτριγλυκεριδαιμία) και σήψη.
Αν το Kabiven χορηγείται σε ασθενείς με αυτές τις καταστάσεις, είναι
επιβεβλημένος ο στενός έλεγχος των τριγλυκεριδίων στον ορό.
Πρέπει να ελέγχονται, η γλυκόζη ορού, οι ηλεκτρολύτες και η ωσμωτικότητα,
καθώς και το ισοζύγιο υγρών, η κατάσταση της οξεοβασικής ισορροπίας, και
οι δοκιμασίες των ηπατικών ενζύμων (αλκαλική φωσφατάση, ALT, AST).
Ο αριθμός των εμμόρφων στοιχείων του αίματος και η πηκτικότητα πρέπει να
ελέγχονται όταν το λίπος χορηγείται για μεγαλύτερη περίοδο.
Σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια η λήψη φωσφορικών και καλίου πρέπει
να ελέγχονται προσεκτικά για να αποφευχθεί η υπερφωσφαταιμία και η
υπερκαλιαιμία.
Το ποσό ενός εκάστου των ηλεκτρολυτών που πρέπει να προστεθεί,
καθορίζεται από την κλινική κατάσταση του ασθενή και από τον συχνό
έλεγχο των επιπέδων του στον ορό.
Το γαλάκτωμα είναι ελεύθερο βιταμινών και ιχνοστοιχείων.
Απαιτείται πάντοτε η προσθήκη ιχνοστοιχείων και βιταμινών.
σελίδα 5 από 13