έναν ελάχιστα υψηλότερο κίνδυνο παραμονής της κύησης με τη δόση των
200 mg.
Σε κυήσεις μέχρι και 63 ημερών αμηνόρροιας, συγκριτικές μελέτες
ανάμεσα σε 200 mg και 600 mg μιφεπριστόνης σε συνδυασμό με 1 mg
γεμεπρόστης ενδοκολπικά υποδηλώνουν ότι τα 200 mg μιφεπριστόνης
μπορούν να είναι εξίσου αποτελεσματικά με τα 600 mg μιφεπριστόνης.
Τα ποσοστά πλήρους άμβλωσης με 200 mg και 600 mg ήταν 93,8%
και 94,3%, αντίστοιχα, σε γυναίκες με < 57 ημέρες αμηνόρροιας
(n=777. WHO 1993), και 92,4% και 91,7%, αντίστοιχα, σε γυναίκες
με 57 έως 63 ημέρες αμηνόρροιας (n=896, WHO 2001).
Τα ποσοστά συνεχιζόμενων κυήσεων με 200 mg και 600 mg ήταν
0,5% και 0,3%, αντίστοιχα, σε γυναίκες με < 57 ημέρες
αμηνόρροιας , και 1,3% και 1,6%, αντίστοιχα, σε γυναίκες με 57
έως 63 ημέρες αμηνόρροιας.
Οι συνδυασμοί της μιφεπριστόνης με ανάλογα προσταγλανδίνης
διαφορετικά από τη μισοπροστόλη και γεμεπρόστη δεν έχουν μελετηθεί.
Κατά τη διακοπή κύησης λόγω ύπαρξης ιατρικής ένδειξης
πέραν του
πρώτου τριμήνου
, η μιφεπριστόνη χορηγείται σε δόση 600 mg, 36 έως 48
ώρες πριν την πρώτη χορήγηση προσταγλανδίνης, μειώνει το διάστημα
πρόκλησης αποβολής κι επίσης μειώνει τις δόσεις της προσταγλανδίνης
που απαιτούνται για την άμβλωση.
Όταν χρησιμοποιείται για την πρόκληση τοκετού σε περιπτώσεις
ενδομήτριου θανάτου του εμβρύου, η μιφεπριστόνη ως μονή θεραπεία
προκαλεί άμβλωση περίπου στο 60% των περιπτώσεων εντός 72 ωρών
μετά την πρώτη λήψη. Σε αυτήν την περίπτωση, η χορήγηση
προσταγλανδίνης ή ωκυτοκικών φαρμάκων δεν είναι απαραίτητη.
Η μιφεπριστόνη δεσμεύεται από τον υποδοχέα των γλυκοκορτικοειδών.
Στα πειραματόζωα, σε δόσεις που κυμαίνονται μεταξύ 10 έως 25 mg/kg
αναστέλλει τη δράση της δεξαμεθαζόνης. Στον άνθρωπο, η αντι-
γλυκοκορτικοειδής δράση εκδηλώνεται με δόση ίση ή μεγαλύτερη των 4,5
mg/kg με αντισταθμιστική άνοδο της ACTH και της κορτιζόλης. Η
γλυκοκορτικοειδής βιοδραστικότητα (GBA) μπορεί να κατασταλεί για
αρκετές ημέρες μετά από μια εφάπαξ χορήγηση 200 mg μιφεπριστόνης
για τη διακοπή της κύησης. Οι κλινικές συνέπειες αυτού δεν είναι
σαφείς, ωστόσο οι έμετοι και η ναυτία μπορεί να αυξηθούν σε επιρρεπείς
γυναίκες.
Η μιφεπριστόνη έχει ασθενή αντι-ανδρογονική δράση η οποία
εκδηλώνεται μόνο σε ζώα κατά τη διάρκεια παρατεταμένης χορήγησης
πολύ υψηλών δόσεων.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
EL 2015/03 13 / 16