ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Seretide Inhaler 25 μικρογραμμάρια /50 μικρογραμμάρια ανά καθορισμένη δόση
εναιωρήματος για εισπνοή υπό πίεση.
Seretide Inhaler 25 μικρογραμμάρια /125 μικρογραμμάρια ανά καθορισμένη δόση
εναιωρήματος για εισπνοή υπό πίεση.
Seretide Inhaler 25 μικρογραμμάρια /250 μικρογραμμάρια ανά καθορισμένη δόση
εναιωρήματος για εισπνοή υπό πίεση.
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ & ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε καθορισμένη δόση (εκ της βαλβίδας) περιέχει:
25 μικρογραμμάρια σαλμετερόλης (ως ζιναφοϊκή σαλμετερόλη) και 50, 125 ή
250 μικρογραμμάρια προπιονικής φλουτικαζόνης. Αυτό είναι ισοδύναμο με
χορηγούμενη δόση (εκ του ενεργοποιητή) 21 μικρογραμμαρίων σαλμετερόλης
και 44, 110 ή 220 μικρογραμμάρια προπιονικής φλουτικαζόνης.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων βλ. παράγραφο 6.1
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Εναιώρημα για εισπνοή υπό πίεση.
Το κάνιστρο περιέχει ένα λευκό έως υπόλευκο εναιώρημα.
Τα κάνιστρα εφαρμόζονται σε πλαστικούς μωβ ενεργοποιητές οι οποίοι έχουν
ενσωματωμένο επιστόμιο εκνέφωσης και πώμα για την κόνι.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το Seretide ενδείκνυται ως τακτική θεραπεία του βρογχικού άσθματος, όπου η
χρήση συνδυασμού (β
2
διεγέρτη μακράς δράσης και εισπνεόμενου
κορτικοστεροειδούς) είναι κατάλληλη.
- σε ασθενείς οι οποίοι δεν ελέγχονται επαρκώς με εισπνεόμενα
κορτικοστεροειδή και κατ' επίκληση χρήση εισπνεόμενων β
2
διεγερτών
βραχείας δράσης
ή
- σε ασθενείς οι οποίοι ήδη ελέγχονται με εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή
και β
2
διεγέρτες μακράς δράσης.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Οδός χορήγησης: Χρήση διά εισπνοής
1
Οι ασθενείς θα πρέπει να είναι ενήμεροι, ότι το Seretide inhaler πρέπει να
χρησιμοποιείται καθημερινά για μέγιστο όφελος, ακόμα και αν είναι
ασυμπτωματικοί.
Οι ασθενείς πρέπει να επανεξετάζονται τακτικά από τον ιατρό, έτσι ώστε η
δόση του Seretide που λαμβάνουν να παραμένει η καλύτερη δυνατή και να
αλλάζει μόνο μετά από ιατρική συμβουλή. Η δόση πρέπει να ρυθμίζεται
έτσι ώστε να χορηγείται η μικρότερη δόση που επιτυγχάνει έλεγχο
των συμπτωμάτων. Όταν επιτυγχάνεται ο έλεγχος των συμπτωμάτων
με τη μικρότερη περιεκτικότητα του συνδυασμού χορηγούμενη δύο
φορές την ημέρα, τότε το επόμενο βήμα μπορεί να περιλαμβάνει τη
χρήση μόνο του εισπνεόμενου κορτικοστεροειδούς. Εναλλακτικά, οι
ασθενείς που χρειάζονται ένα β
2
διεγέρτη μακράς δράσης, μπορούν να
ρυθμιστούν με Seretide μία φορά την ημέρα αν κατά τη γνώμη του γιατρού είναι
αρκετή για να διατηρήσει τον έλεγχο της νόσου. Στην περίπτωση χορήγησης
του φαρμάκου μία φορά την ημέρα σε ασθενείς με ιστορικό νυκτερινών
συμπτωμάτων, η δόση πρέπει να χορηγείται το βράδυ, ενώ αν ο ασθενής έχει
ιστορικό κυρίως ημερήσιων συμπτωμάτων, η δόση πρέπει να χορηγείται το
πρωί.
Οι ασθενείς θα πρέπει να λαμβάνουν την περιεκτικότητα του Seretide που
περιέχει την κατάλληλη δόση προπιονικής φλουτικαζόνης που αντιστοιχεί στη
βαρύτητα της νόσου τους.
Σημείωση: Το Seretide 25 μικρογραμμάρια /50 μικρογραμμάρια δεν είναι
κατάλληλο για ενήλικες και παιδιά με σοβαρό άσθμα. Σε περίπτωση που
κάποιος ασθενής χρειάζεται δοσολογικό σχήμα πέρα από το συνιστώμενο, θα
πρέπει να συνταγογραφηθούν οι κατάλληλες δόσεις β
2
αγωνιστών και/ή
κορτικοστεροειδούς.
Συνιστώμενες Δόσεις
Ενήλικες και έφηβοι ηλικίας 12 ετών και άνω:
Δύο εισπνοές 25 μικρογραμμαρίων σαλμετερόλης και 50 μικρογραμμαρίων
προπιονικής φλουτικαζόνης, δύο φορές την ημέρα
ή
Δύο εισπνοές 25 μικρογραμμαρίων σαλμετερόλης και 125 μικρογραμμαρίων
προπιονικής φλουτικαζόνης, δύο φορές την ημέρα
ή
Δύο εισπνοές 25 μικρογραμμαρίων σαλμετερόλης και 250 μικρογραμμαρίων
προπιονικής φλουτικαζόνης, δύο φορές την ημέρα
Σε ενήλικες ή έφηβους με μέτριο επίμονο άσθμα (οριζόμενο ως εμφάνιση
καθημερινών συμπτωμάτων, καθημερινή χρήση κατ’ επίκληση θεραπείας και
μέτρια έως σοβαρή απόφραξη των αεραγωγών), για τους οποίους η επίτευξη
γρήγορου ελέγχου του άσθματος θεωρείται ουσιώδης, μπορεί να εξετασθεί το
ενδεχόμενο δοκιμαστικής χορήγησης για μικρό διάστημα, Seretide ως αρχική
θεραπεία συντήρησης. Σε αυτές τις περιπτώσεις η συνιστώμενη αρχική δόση
είναι δύο εισπνοές 25 μικρογραμμαρίων σαλμετερόλης και 50
μικρογραμμαρίων προπιονικής φλουτικαζόνης δύο φορές την ημέρα. Μόλις
επιτευχθεί ο έλεγχος του άσθματος, η αγωγή θα πρέπει να επαναξιολογείται
και να εξετάζεται το ενδεχόμενο οι ασθενείς να περάσουν σε μονοθεραπεία με
εισπνεόμενο κορτικοστεροειδές. Η τακτική παρακολούθηση των ασθενών κατά
τη διάρκεια μείωσης της θεραπείας είναι σημαντική.
Δεν έχει δειχθεί σαφές όφελος έναντι της χορήγησης μόνο εισπνεόμενης
2
προπιονικής φλουτικαζόνης ως αρχική θεραπεία συντήρησης όταν λείπουν ένα
ή δύο από τα κριτήρια βαρύτητας. Γενικά, τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή
παραμένουν η πρώτη γραμμή θεραπείας για τους περισσότερους ασθενείς. Το
Seretide
δεν προορίζεται για αρχική θεραπεία συντήρησης στο ήπιο άσθμα. Το
Seretide
25 μικρογραμμάρια /50 μικρογραμμάρια δεν είναι κατάλληλο για
ενήλικες και παιδιά με σοβαρό άσθμα. Σε ασθενείς με σοβαρό άσθμα,
συνιστάται να επιβεβαιώνεται η κατάλληλη δοσολογία εισπνεόμενου
κορτικοστεροειδούς πριν χρησιμοποιηθεί οποιοσδήποτε σταθερός συνδυασμός
Παιδιατρικός πληθυσμός
Παιδιά 4 ετών και άνω:
Δύο εισπνοές των 25 μικρογραμμαρίων σαλμετερόλης και 50 μικρογραμμαρίων
προπιονικής φλουτικαζόνης, δύο φορές την ημέρα.
Η μέγιστη εγκεκριμένη δόση της προπιονικής φλουτικαζόνης που παρέχεται με
το
Seretide
inhaler
σε παιδιά είναι 100 μικρογραμμάρια δύο φορές την ημέρα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τη χρήση του Seretide inhaler σε παιδιά
κάτω των 4 ετών.
Παιδιά ηλικίας <12 ετών μπορεί να έχουν δυσκολίες στο συγχρονισμό της
ενεργοποίησης της συσκευής με την εισπνοή. Η χρήση ενός αεροθαλάμου με το
Seretide inhaler συνιστάται σε ασθενείς που έχουν ή ενδέχεται να έχουν δυσκολίες
στο συγχρονισμό εισπνοής και ενεργοποίησης της συσκευής. Μία πρόσφατη
κλινική δοκιμή έδειξε ότι παιδιατρικοί ασθενείς που χρησιμοποιούν
αεροθάλαμο, πέτυχαν έκθεση παρόμοια με αυτή ενηλίκων που δεν
χρησιμοποιούν αεροθάλαμο και παιδιατρικών ασθενών που χρησιμοποιούν
Diskus, επιβεβαιώνοντας ότι οι αεροθάλαμοι αντισταθμίζουν την ανεπαρκή
τεχνική του inhaler (βλέπε παράγραφο 5.2).
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε ο αεροθάλαμος Volumatic ή ο αεροθάλαμος
AeroChamber Plus (ανάλογα με τις εθνικές οδηγίες). Υπάρχουν περιορισμένα
διαθέσιμα στοιχεία που υποδεικνύουν αύξηση της συστηματικής έκθεσης όταν
χρησιμοποιείται ο αεροθάλαμος AeroChamber Plus συγκριτικά με τον αεροθάλαμο
Volumatic. (βλέπε παράγραφο 4.4).
Οι ασθενείς πρέπει να εκπαιδευτούν στη σωστή χρήση και φροντίδα του inhaler
και του αεροθαλάμου και η τεχνική τους να ελέγχεται, ώστε να διασφαλιστεί η
βέλτιστη εναπόθεση του εισπνεόμενου φαρμάκου στους πνεύμονες. Οι
ασθενείς πρέπει να συνεχίσουν τη χρήση του ιδίου τύπου
αεροθαλάμου, καθώς η εναλλαγή μεταξύ διαφορετικών αεροθαλάμων
μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα μεταβολές στη μεταφερόμενη στους
πνεύμονες δόση (βλέπε παράγραφο 4.4).
Πρέπει πάντα να ακολουθεί επανατιτλοποίηση της χαμηλότερης
αποτελεσματικής δόσης μετά την εισαγωγή ή αλλαγή ενός αεροθαλάμου.
Ειδικές ομάδες ασθενών:
3
Δεν υπάρχει λόγος ρύθμισης της δοσολογίας σε ηλικιωμένους ασθενείς ή σε
ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία. Δεν υπάρχουν δεδομένα για τη χρήση του
Seretide σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία.
Οδηγίες χρήσης:
Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για την σωστή χρήση του inhaler (βλέπε
Φύλο Οδηγιών για τον Χρήστη).
Κατά τη διάρκεια της εισπνοής ο ασθενής θα πρέπει κατά προτίμηση να είναι
όρθιος ή να κάθεται. Το inhaler έχει σχεδιαστεί για χρήση σε κάθετη θέση.
Έλεγχος του inhaler
Πριν από την πρώτη χρήση, οι ασθενείς θα πρέπει να βγάλουν το κάλυμμα του
επιστομίου πιέζοντας ελαφρά τις πλευρές του, να ανακινήσουν καλά το inhaler,
να το κρατήσουν ανάμεσα στα δάκτυλα και τον αντίχειρα, με τον αντίχειρα
στη βάση κάτω από το επιστόμιο και να πατήσουν τη συσκευή στον αέρα μέχρι
ο μετρητής να δείξει 120, για να βεβαιωθούν ότι λειτουργεί. Το inhaler θα πρέπει
να ανακινείται αμέσως πριν το πάτημα για την απελευθέρωση της κάθε δόσης.
Εάν το inhaler δεν έχει χρησιμοποιηθεί για μία εβδομάδα ή περισσότερο, οι
ασθενείς θα πρέπει να βγάλουν το κάλυμμα του επιστομίου, να ανακινήσουν
καλά το inhaler και να απελευθερώσουν δύο δόσεις φαρμάκου στον αέρα. Κάθε
φορά που το inhaler ενεργοποιείται, ο αριθμός που δείχνει ο μετρητής μειώνεται
κατά ένα.
InhalerΧρήση του
1. Οι ασθενείς θα πρέπει να βγάλουν το κάλυμμα από το επιστόμιο πιέζοντας
απαλά τα πλάγια του καλύμματος.
2. Οι ασθενείς πρέπει να ελέγχουν εσωτερικά και εξωτερικά τη συσκευή και
το επιστόμιο για την παρουσία χαλαρών αντικειμένων
3. Οι ασθενείς θα πρέπει να ανακινήσουν καλά τη συσκευή ώστε να
διασφαλίσουν την απομάκρυνση κάθε χαλαρού αντικειμένου και την
ομοιόμορφη ανάμιξη του περιεχομένου της συσκευής.
4. Οι ασθενείς θα πρέπει να κρατούν τη συσκευή σε όρθια θέση μεταξύ των
δακτύλων και του αντίχειρα, με τον αντίχειρα στη βάση κάτω από το
επιστόμιο.
5. Οι ασθενείς θα πρέπει να εκπνεύσουν όσο μπορούν περισσότερο και στη
συνέχεια να τοποθετήσουν το επιστόμιο στο στόμα τους κλείνοντας τα
χείλη τους γύρω από αυτό. Θα πρέπει να δίδονται οδηγίες στους ασθενείς
να μην δαγκώνουν το επιστόμιο.
6. Αμέσως μετά την έναρξη της εισπνοής από το στόμα, οι ασθενείς πρέπει
να πιέσουν σταθερά την κορυφή της συσκευής για να απελευθερωθεί το
Seretide, ενώ συνεχίζουν να εισπνέουν σταθερά και βαθιά.
7. Κρατώντας την αναπνοή τους, οι ασθενείς θα πρέπει να βγάλουν τη
συσκευή από το στόμα τους και το δάκτυλό τους από την κορυφή της
συσκευής. Θα πρέπει να συνεχίσουν να κρατούν την αναπνοή τους όσο
μπορούν περισσότερο.
8. Για τη λήψη δεύτερης εισπνοής, οι ασθενείς θα πρέπει να κρατήσουν τη
συσκευή σε όρθια θέση και να περιμένουν περίπου μισό λεπτό πριν
επαναλάβουν τα βήματα 3 μέχρι 7.
9. Οι ασθενείς πρέπει αμέσως να επανατοποθετούν το κάλυμμα του
επιστομίου με τη σωστή φορά, πιέζοντας σταθερά το κάλυμμα στη θέση
του. Αυτό δεν απαιτεί ιδιαίτερη δύναμη, το κάλυμμα θα πρέπει να
“κουμπώσει” στη θέση του.
4
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ
Οι ασθενείς δεν θα πρέπει να κάνουν τα βήματα 5, 6 και 7 με βιασύνη. Είναι
σημαντικό να αρχίζουν να εισπνέουν όσο πιο αργά γίνεται πριν πιέσουν τη
συσκευή. Οι ασθενείς για τις πρώτες φορές θα πρέπει να εξασκηθούν μπροστά
σε έναν καθρέφτη. Εάν δουν ότι το φάρμακο διαφεύγει είτε από την κορυφή της
συσκευής είτε από τα πλάγια του στόματος, θα πρέπει να επαναλάβουν όλη τη
διαδικασία από το στάδιο 3.
Οι ασθενείς θα πρέπει να ξεπλένουν το στόμα τους με νερό και να το φτύνουν
και/ή να βουρτσίζουν τα δόντια τους μετά από κάθε δόση του φαρμάκου,
προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος εμφάνισης καντιντίασης του
στοματοφάρυγγα και βράγχος φωνής.
Οι ασθενείς θα πρέπει να σκεφθούν να προμηθευτούν νέα συσκευή όταν ο
μετρητής δείξει τον αριθμό 020. Ο μετρητής θα σταματήσει στο 000 όταν θα
έχουν χρησιμοποιηθεί όλες οι συνιστώμενες δόσεις. Η συσκευή θα πρέπει να
αντικατασταθεί όταν ο μετρητής δείξει 000.
Οι ασθενείς δεν θα πρέπει ποτέ να προσπαθήσουν να αλλάξουν τους αριθμούς
του μετρητή ή να αποσπάσουν τον μετρητή από το μεταλλικό κάνιστρο. Ο
μετρητής δεν μπορεί να επαναρυθμιστεί και είναι μόνιμα ενσωματωμένος στο
κάνιστρο.
Καθαρισμός (περιγράφεται επίσης λεπτομερώς στο φύλλο οδηγιών χρήσης για
τον ασθενή):
To inhaler πρέπει να καθαρίζεται τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα.
1. Βγάλτε το κάλυμμα του επιστομίου.
2. Μην αφαιρείτε το μεταλλικό δοχείο από την πλαστική θήκη.
3. Σκουπίστε το εσωτερικό και το εξωτερικό τμήμα του επιστομίου και της
πλαστικής θήκης με ένα στεγνό ύφασμα ή πανί.
4. Τοποθετείστε στη θέση του το κάλυμμα του επιστομίου με τη σωστή φορά.
Αυτό δεν απαιτεί ιδιαίτερη δύναμη, το κάλυμμα θα πρέπει να “κουμπώσει”
στη θέση του.
ΜΗΝ ΤΟΠΟΘΕΤΕΙΤΕ ΤΟ ΜΕΤΑΛΛΙΚΟ ΚΑΝΙΣΤΡΟ ΣΕ ΝΕΡΟ
4.3 Aντενδείξεις
Υπερευαισθησία σε οποιαδήποτε από τις δραστικές ουσίες ή σε κάποιο από τα
έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Το Seretide inhaler δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την ανακούφιση από τα
οξέα συμπτώματα του άσθματος, όπου απαιτείται ένα ταχείας και βραχείας
διάρκειας δράσης βρογχοδιασταλτικό. Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται
να έχουν πάντα μαζί τους το inhaler που χρησιμοποιούν για να τους ανακουφίσει
άμεσα από μία οξεία κρίση άσθματος.
Οι ασθενείς δεν θα πρέπει να αρχίζουν θεραπεία με Seretide κατά τη διάρκεια
ενός παροξυσμού ή αν παρουσιάζουν σημαντική επιδείνωση ή οξεία επιδείνωση
του άσθματος.
5
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με Seretide μπορεί να εμφανισθούν σοβαρές,
σχετιζόμενες με το άσθμα ανεπιθύμητες ενέργειες και παροξυσμοί. Οι ασθενείς
θα πρέπει να ενημερώνονται να συνεχίζουν τη θεραπεία, αλλά και να
αναζητούν ιατρική βοήθεια εάν τα ασθματικά συμπτώματα παραμένουν μη
ελεγχόμενα ή επιδεινώνονται μετά την έναρξη της θεραπείας με Seretide.
Οι αυξανόμενες απαιτήσεις για χρήση ανακουφιστικών φαρμάκων
(βρογχοδιασταλτικά βραχείας δράσης), ή η μειωμένη ανταπόκριση σε
ανακουφιστικά φάρμακα υποδεικνύουν επιδείνωση του ελέγχου του άσθματος
και οι ασθενείς θα πρέπει να επανεξετάζονται από γιατρό.
Αιφνίδια και προοδευτική επιδείνωση του ελέγχου του άσθματος είναι
δυνητικά απειλητική για τη ζωή και ο ασθενής θα πρέπει να εξετασθεί άμεσα
από ιατρό. Θα πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο αύξησης της δόσης των
κορτικοστεροειδών.
Όταν ελεγχθούν τα ασθματικά συμπτώματα, μπορεί να εξετασθεί το
ενδεχόμενο σταδιακής μείωσης της δόσης του Seretide. Κατά τη διάρκεια της
μείωσης της δόσης είναι σημαντική η τακτική παρακολούθηση των ασθενών.
Πρέπει να χρησιμοποιείται η χαμηλότερη αποτελεσματική δόση του Seretide
(βλέπε παράγραφο 4.2).
Η θεραπεία με Seretide δεν θα πρέπει να διακόπτεται απότομα λόγω του
κινδύνου εμφάνισης παροξυσμού. Η θεραπεία θα πρέπει να μειώνεται σταδιακά
υπό ιατρική επίβλεψη.
Όπως και με όλα τα εισπνεόμενα φάρμακα που περιέχουν κορτικοστεροειδή, το
Seretide θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με ενεργή ή ανενεργή
πνευμονική φυματίωση και μυκητιασικές, ιογενείς ή άλλες λοιμώξεις των
αεραγωγών. Θα πρέπει να ξεκινά αμέσως κατάλληλη θεραπεία, εάν
ενδείκνυται.
Σπάνια, το Seretide μπορεί να προκαλέσει καρδιακές αρρυθμίες π.χ υπερκοιλιακή
ταχυκαρδία, εκτακτοσυστολές και κολπική μαρμαρυγή, καθώς και ήπια
παροδική μείωση του καλίου στον ορό, σε υψηλές θεραπευτικές δόσεις. Το
Seretide θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με σοβαρή
καρδιαγγειακή νόσο ή διαταραχές του καρδιακού ρυθμού και σε ασθενείς με
σακχαρώδη διαβήτη, θυρεοτoξίκωση, μη αντιμετωπισθείσα υποκαλιαιμία ή σε
ασθενείς με προδιάθεση για χαμηλά επίπεδα καλίου στον ορό.
Υπάρχουν πολύ σπάνιες αναφορές για αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης του
αίματος (βλέπε παράγραφο 4.8) και αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν
συνταγογραφείται σε ασθενείς με ιστορικό σακχαρώδους διαβήτη.
Όπως και με άλλα εισπνεόμενα φάρμακα, μπορεί να εμφανισθεί παράδοξος
βρογχόσπασμος με αιφνίδια αύξηση του συριγμού και λαχάνιασμα μετά από τη
χορήγηση της δόσης. Ο παράδοξος βρογχόσπασμος ανταποκρίνεται σε ταχείας
δράσης βρογχοδιασταλτικά και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται αμέσως. Το
Seretide inhaler θα πρέπει να διακοπεί αμέσως, να εκτιμηθεί η κατάσταση του
ασθενούς και αν χρειασθεί να χορηγηθεί εναλλακτική θεραπεία.
Φαρμακολογικές ανεπιθύμητες ενέργειες της θεραπείας με β
2
αγωνιστές, όπως
τρόμος, αίσθημα παλμών και κεφαλαλγία, έχουν αναφερθεί, αλλά τείνουν να
είναι παροδικές και ελαττώνονται με τη συνήθη θεραπεία.
6
Μπορεί να συμβούν συστηματικές επιδράσεις με οποιοδήποτε εισπνεόμενο
κορτικοστεροειδές, ιδιαίτερα αν λαμβάνεται σε υψηλές δόσεις για μεγάλα
διαστήματα. Αυτές οι επιδράσεις είναι πολύ λιγότερο πιθανό να συμβούν από
ότι με τα από του στόματος κορτικοστεροειδή. Πιθανές συστηματικές
επιδράσεις περιλαμβάνουν σύνδρομο Cushing, χαρακτηριστικά τύπου Cushing,
καταστολή των επινεφριδίων, μείωση της οστικής πυκνότητας, καταρράκτη και
γλαύκωμα και σπανιότερα, μία σειρά ψυχολογικών επιδράσεων ή επιδράσεων
συμπεριφοράς περιλαμβανομένης της ψυχοκινητικής υπερκινητικότητας,
διαταραχών του ύπνου, άγχους, κατάθλιψης ή επιθετικότητας (ιδιαίτερα στα
παιδιά) (βλέπε υποκεφαλίδα «Παιδιατρικός πληθυσμός» παρακάτω για
πληροφορίες αναφορικά με τις συστηματικές επιδράσεις των εισπνεόμενων
κορτικοστεροειδών σε παιδιά και εφήβους). Επομένως είναι σημαντικό ο
ασθενής να παρακολουθείται τακτικά και η δόση του εισπνεόμενου
κορτικοστεροειδούς να μειώνεται στη μικρότερη δόση που διατηρεί
τον έλεγχο του άσθματος.
Παρατεταμένη θεραπεία με υψηλές δόσεις εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών
μπορεί να οδηγήσει σε επινεφριδιακή καταστολή και οξεία επινεφριδιακή
κρίση. Πολύ σπάνια περιστατικά επινεφριδιακής καταστολής και οξείας
επινεφριδιακής κρίσης έχουν επίσης περιγραφεί με δόσεις προπιονικής
φλουτικαζόνης μεταξύ 500 και λιγότερο από 1000 μικρογραμμαρίων.
Καταστάσεις που μπορεί δυνητικά να πυροδοτήσουν οξεία επινεφριδιακή κρίση
περιλαμβάνουν τραύμα, χειρουργική επέμβαση, λοίμωξη ή οποιαδήποτε
απότομη μείωση της δοσολογίας. Τα πρόδρομα συμπτώματα είναι γενικά ασαφή
και μπορεί να περιλαμβάνουν ανορεξία, κοιλιακό άλγος, απώλεια βάρους,
κόπωση, κεφαλαλγία, ναυτία, έμετο, υπόταση, μειωμένο επίπεδο συνείδησης,
υπογλυκαιμία και σπασμούς. Θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο
προσθήκης συστηματικής θεραπείας με κορτικοστεροειδή κατά τις περιόδους
καταπόνησης (stress) ή προγραμματισμένων χειρουργικών επεμβάσεων.
Καθώς η συστηματική απορρόφηση της σαλμετερόλης και της προπιονικής
φλουτικαζόνης γίνεται κυρίως μέσω των πνευμόνων, η χρήση ενός
αεροθαλάμου και μιας δοσιμετρικής συσκευής εισπνοών μπορεί να αυξήσει την
εναπόθεση στους πνεύμονες. Πρέπει να σημειωθεί ότι δυνητικά αυτό μπορεί να
οδηγήσει σε αύξηση του κινδύνου συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών.
Φαρμακοκινητικά στοιχεία από εφάπαξ δόση έδειξαν ότι η συστηματική έκθεση
στην σαλμετερόλη και την προπιονική φλουτικαζόνη μπορεί να αυξηθεί μέχρι
και δύο φορές, όταν χρησιμοποιείται ο αεροθάλαμος AeroChamber Plus με Seretide
inhaler συγκριτικά με τον αεροθάλαμο Volumatic.
Τα οφέλη της θεραπείας με εισπνεόμενη προπιονική φλουτικαζόνη θα πρέπει να
ελαχιστοποιήσουν την ανάγκη για κορτικοστεροειδή από το στόμα, ωστόσο
ασθενείς που αλλάζουν από κορτικοστεροειδή από του στόματος, μπορεί να
κινδυνεύουν από ανεπάρκεια των επινεφριδίων για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ως εκ τούτου, αυτοί οι ασθενείς θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη
προσοχή και να παρακολουθείται τακτικά η επινεφριδιακή λειτουργία.
Ασθενείς οι οποίοι στο παρελθόν χρειάσθηκαν υψηλές δόσεις επείγουσας
θεραπείας με κορτικοστεροειδή, μπορεί επίσης να βρίσκονται σε κίνδυνο. Η
πιθανότητα υπολειπόμενης έκπτωσης της επινεφριδιακής λειτουργίας, θα
πρέπει πάντοτε να λαμβάνεται υπ’ όψη σε επείγουσες και προγραμματισμένες
καταστάσεις οι οποίες είναι δυνατόν να προκαλέσουν καταπόνηση (stress) και
θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο κατάλληλης θεραπείας με
κορτικοστεροειδή. Ο βαθμός της επινεφριδιακής ανεπάρκειας μπορεί να απαιτεί
συμβουλή από ειδικό, πριν από προγραμματισμένες επεμβάσεις.
7
Η ριτοναβίρη μπορεί να αυξήσει σημαντικά τις συγκεντρώσεις προπιονικής
φλουτικαζόνης στο πλάσμα. Επομένως η ταυτόχρονη χορήγηση θα πρέπει να
αποφεύγεται, εκτός αν το δυνητικό όφελος για τον ασθενή υπερτερεί του
κινδύνου συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών από τα κορτικοστεροειδή.
Υπάρχει επίσης αυξημένος κίνδυνος συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών
όταν συνδυάζεται η προπιονική φλουτικαζόνη με άλλους ισχυρούς αναστολείς
του CYP3A (βλέπε παράγραφο 4.5).
Υπήρξε αυξημένη αναφορά λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού (ιδιαίτερα
πνευμονίας και βρογχίτιδας) σε μία μελέτη διάρκειας 3 ετών σε ασθενείς με
Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) που έλαβαν σαλμετερόλη και
προπιονική φλουτικαζόνη ως συνδυασμό σταθερών δόσεων χορηγούμενο μέσω
του Diskus/Accuhaler, συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο (βλέπε παράγραφο 4.8).
Στην διάρκειας 3 ετών μελέτη στη ΧΑΠ, οι μεγαλύτερης ηλικίας ασθενείς, οι
ασθενείς με μικρότερο δείκτη μάζας σώματος (<25kg/m
2
) και οι ασθενείς με
πολύ σοβαρή νόσο (FEV <30% της αναμενόμενης τιμής) ήταν σε μεγαλύτερο
κίνδυνο ανάπτυξης πνευμονίας, ανεξάρτητα από τη θεραπεία. Οι γιατροί πρέπει
να παραμένουν σε εγρήγορση για πιθανή ανάπτυξη πνευμονίας και άλλων
λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού σε ασθενείς με ΧΑΠ επειδή τα
κλινικά χαρακτηριστικά τέτοιων λοιμώξεων και παροξυσμών συχνά
αλληλεπικαλύπτονται. Εάν ένας ασθενής με σοβαρή ΧΑΠ παρουσιάσει
πνευμονία, η θεραπεία με Seretide θα πρέπει να επαναξιολογηθεί. Η ασφάλεια
και η αποτελεσματικότητα του Seretide Inhaler δεν έχουν τεκμηριωθεί σε ασθενείς
με ΧΑΠ και, ως εκ τούτου, το Seretide Inhaler δεν ενδείκνυται για χρήση στην
αντιμετώπιση ασθενών με ΧΑΠ.
Στοιχεία από μία μεγάλη κλινική μελέτη (Salmeterol Multi-Center Asthma Research
Trial, SMART) κατέδειξαν ότι οι Αφροαμερικανοί ασθενείς είχαν αυξημένο
κίνδυνο σοβαρών επεισοδίων ή θανάτων σχετιζόμενων με το αναπνευστικό,
όταν χρησιμοποιούσαν σαλμετερόλη συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο (βλέπε
παράγραφο 5.1). Δεν είναι γνωστό αν αυτό οφείλεται σε φαρμακογενετικούς ή
άλλους παράγοντες. Επομένως, οι μαύροι ασθενείς που κατάγονται από την
Αφρική ή την Καραϊβική, θα πρέπει να συνεχίζουν τη θεραπεία αλλά και να
αναζητούν ιατρική βοήθεια εάν τα ασθματικά συμπτώματα παραμένουν μη
ελεγχόμενα ή επιδεινώνονται ενώ λαμβάνουν το Seretide.
Η ταυτόχρονη χρήση κετοκοναζόλης χορηγούμενης συστηματικά, αυξάνει την
έκθεση στη σαλμετερόλη. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της συχνότητας
εμφάνισης συστηματικών δράσεων (π.χ επιμήκυνση του διαστήματος QTc και
αίσθημα παλμών). Επομένως, η ταυτόχρονη θεραπεία με κετοκοναζόλη ή
άλλους ισχυρούς αναστολείς του CYP3A4 θα πρέπει να αποφεύγεται, εκτός εάν
τα οφέλη αντισταθμίζουν τον δυνητικά αυξημένο κίνδυνο συστηματικών
ανεπιθύμητων ενεργειών από την σαλμετερόλη, (βλέπε παράγραφο 4.5).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Παιδιά και έφηβοι <16 ετών που λαμβάνουν υψηλές δόσεις προπιονικής
φλουτικαζόνης (τυπικά 1000 μικρογραμμάρια/ημέρα) μπορεί να βρίσκονται σε
ιδιαίτερο κίνδυνο. Μπορεί να εμφανισθούν συστηματικές δράσεις, ιδιαίτερα σε
υψηλές δόσεις που χορηγούνται για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Πιθανές
συστηματικές δράσεις περιλαμβάνουν σύνδρομο Cushing, χαρακτηριστικά τύπου
Cushing, καταστολή των επινεφριδίων, οξεία επινεφριδιακή κρίση και αναστολή
της ανάπτυξης σε παιδιά και εφήβους και σπανιότερα, μία σειρά ψυχολογικών
επιδράσεων ή επιδράσεων συμπεριφοράς περιλαμβανομένης της ψυχοκινητικής
υπερκινητικότητας, διαταραχών του ύπνου, άγχους, κατάθλιψης ή
8
επιθετικότητας. Πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο παραπομπής του παιδιού ή
του εφήβου σε παιδίατρο με ειδίκευση στο αναπνευστικό.
Συνιστάται το ύψος των παιδιών που λαμβάνουν παρατεταμένη θεραπεία με
εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή να παρακολουθείται τακτικά. Η δόση του
εισπνεόμενου κορτικοστεροειδούς θα πρέπει να μειωθεί στη
χαμηλότερη δυνατή δόση που είναι αποτελεσματική για τη διατήρηση
του ελέγχου του άσθματος.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Οι β αδρενεργικοί αναστολείς μπορεί να εξασθενίσουν ή να ανταγωνιστούν τη
δράση της σαλμετερόλης. Σε ασθενείς με άσθμα, θα πρέπει να αποφεύγεται η
χορήγηση μη εκλεκτικών και εκλεκτικών β αναστολέων, εκτός αν άλλοι λόγοι
επιβάλλουν τη χρήση τους. Μπορεί να προκληθεί δυνητικά σοβαρή
υποκαλιαιμία από τη θεραπεία με β
2
αγωνιστή. Συνιστάται ιδιαίτερη προσοχή
σε οξύ σοβαρό άσθμα καθώς αυτή η επίδραση μπορεί να ενισχυθεί από την
ταυτόχρονη θεραπεία με παράγωγα της ξανθίνης, στεροειδή και διουρητικά.
Η συγχορήγηση άλλων φαρμάκων που περιέχουν άλλους β αδρενεργικούς
διεγέρτες, μπορεί να έχει δυνητικά αθροιστική δράση.
Προπιονική φλουτικαζόνη
Κάτω από κανονικές συνθήκες, μετά από χορήγηση εισπνοών προπιονικής
φλουτικαζόνης επιτυγχάνονται χαμηλές συγκεντρώσεις στο πλάσμα, λόγω του
αυξημένου μεταβολισμού πρώτης διόδου και της υψηλής συστηματικής
κάθαρσης που επιτυγχάνεται από το κυτόχρωμα P450 3A4 στο έντερο και το
ήπαρ. Επομένως, κλινικά σημαντικές φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις με την
προπιονική φλουτικαζόνη είναι απίθανο να εμφανισθούν.
Σε μία μελέτη φαρμακευτικών αλληλεπιδράσεων σε υγιή άτομα με ενδορρινική
προπιονική φλουτικαζόνη, η ριτοναβίρη (ένας εξαιρετικά ισχυρός αναστολέας
του κυτοχρώματος P450 3A4) σε δόση 100 mg δύο φορές την ημέρα αύξησε τις
συγκεντρώσεις της προπιονικής φλουτικαζόνης στο πλάσμα αρκετές
εκατοντάδες φορές, με αποτέλεσμα σημαντικά μειωμένες συγκεντρώσεις
κορτιζόλης στον ορό. Πληροφορίες σχετικά με αυτή την αλληλεπίδραση για την
εισπνεόμενη προπιονική φλουτικαζόνη δεν υπάρχουν, αλλά αναμένεται
σημαντική αύξηση στα επίπεδα της προπιονικής φλουτικαζόνης στο πλάσμα.
Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις συνδρόμου Cushing και επινεφριδιακής
καταστολής. Ο συνδυασμός αυτός θα πρέπει να αποφεύγεται, εκτός αν το
όφελος υπερτερεί του αυξημένου κινδύνου συστηματικών παρενεργειών από τα
κορτικοστεροειδή.
Σε μία μικρή μελέτη σε υγιείς εθελοντές, ο ελαφρά λιγότερο ισχυρός
αναστολέας του CYP3A, η κετοκοναζόλη αύξησε την έκθεση σε προπιονική
φλουτικαζόνη μετά από μία εισπνοή κατά 150%. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα
μεγαλύτερη μείωση της κορτιζόλης στο πλάσμα συγκριτικά με τη μεμονωμένη
χορήγηση προπιονικής φλουτικαζόνης. Η συγχορήγηση με άλλους ισχυρούς
αναστολείς του CYP3A, όπως η ιτρακοναζόλη και με μέτριους αναστολείς του
CYP3A, όπως η ερυθρομυκίνη, αναμένεται επίσης να αυξήσει την συστηματική
έκθεση σε προπιονική φλουτικαζόνη και τον κίνδυνο συστηματικών
ανεπιθύμητων ενεργειών. Συνιστάται προσοχή και εάν είναι δυνατόν να
αποφεύγεται η μακροχρόνια θεραπεία με τέτοια φάρμακα.
9
Σαλμετερόλη
Ισχυροί αναστολείς του
CYP
3
A
4
Η συγχορήγηση κετοκοναζόλης (400 mg από το στόμα άπαξ ημερησίως) και
σαλμετερόλης (50 μικρογραμμάρια εισπνεόμενη δύο φορές την ημέρα) σε 15
υγιή άτομα για 7 ημέρες είχε ως αποτέλεσμα σημαντική αύξηση στην έκθεση
σαλμετερόλης στο πλάσμα (1.4 φορές στο Cmax και 15 φορές στην AUC). Αυτό
μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της συχνότητας εμφάνισης άλλων
συστηματικών δράσεων από την θεραπεία με σαλμετερόλη (π.χ. επιμήκυνση του
διαστήματος QTc και αίσθημα παλμών) συγκριτικά με την χορήγηση μόνο
σαλμετερόλης ή κετοκοναζόλης (βλέπε παράγραφο 4.4).
Δεν παρατηρήθηκαν κλινικά σημαντικές επιδράσεις στην αρτηριακή πίεση, τον
καρδιακό ρυθμό, την γλυκόζη στο αίμα και τα επίπεδα καλίου στο αίμα. Η
συγχορήγηση με κετοκοναζόλη δεν αύξησε την ημιπερίοοδο απέκκρισης της
σαλμετερόλης, ούτε αύξησε την εναπόθεση σαλμετερόλης με
επαναλαμβανόμενη χορήγηση.
Η ταυτόχρονη χορήγηση κετοκοναζόλης θα πρέπει να αποφεύγεται, εκτός εάν
τα οφέλη αντισταθμίζουν τον δυνητικά αυξημένο κίνδυνο συστηματικών
ανεπιθύμητων ενεργειών από την σαλμετερόλη. Είναι πιθανόν να υπάρχει
παρόμοιος κίνδυνος αλληλεπίδρασης με άλλους ισχυρούς αναστολείς του
CYP3A4 (π.χ. ιτρακοναζόλη, τελιθρομυκίνη, ριτοναβίρη).
Μέτριοι αναστολείς του
CYP
3
A
4
Η συγχορήγηση ερυθρομυκίνης (500mg από το στόμα τρεις φορές την ημέρα) και
σαλμετερόλης (50 μικρογραμμάρια εισπνεόμενη δύο φορές την ημέρα) σε 15
υγιή άτομα για 6 ημέρες είχε ως αποτέλεσμα μικρή αλλά όχι στατιστικά
σημαντική αύξηση στην έκθεση σαλμετερόλης (1.4 φορές στο Cmax και 1.2
φορές στην AUC). Η συγχορήγηση με ερυθρομυκίνη δεν συσχετίσθηκε με
κάποιες σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Γονιμότητα
Δεν υπάρχουν δεδομένα σε ανθρώπους. Ωστόσο, μελέτες σε ζώα δεν έδειξαν
επίδραση της σαλμετερόλης ή της προπιονικής φλουτικαζόνης στη γονιμότητα.
Εγκυμοσύνη
Ένας μέτριος αριθμός δεδομένων σε έγκυες γυναίκες (μεταξύ 300 έως1000
εκβάσεων εγκυμοσύνης) δεν υποδεικνύουν δυσμορφική ή περι/νεογνική
τοξικότητα για την σαλμετερόλη και την προπιονική φλουτικαζόνη. Μελέτες σε
ζώα έχουν δείξει τοξικότητα στην αναπαραγωγική ικανότητα μετά τη χορήγηση
β
2
αγωνιστών και γλυκοκορτικοστεροειδών (βλέπε παράγραφο 5.3).
Η χορήγηση του Seretide σε εγκύους θα πρέπει να αποφασίζεται μόνο αν το
αναμενόμενο όφελος για τη μητέρα είναι μεγαλύτερο από οποιονδήποτε πιθανό
κίνδυνο για το έμβρυο.
Για τη θεραπεία εγκύων γυναικών θα πρέπει να χορηγείται η μικρότερη
αποτελεσματική δόση προπιονικής φλουτικαζόνης που απαιτείται για να
διατηρηθεί επαρκής έλεγχος του άσθματος.
10
Θηλασμός
Είναι άγνωστο εάν οι μεταβολίτες της σαλμετερόλης και της προπιονικής
φλουτικαζόνης εκκρίνονται στο μητρικό γάλα.
Μελέτες έχουν δείξει ότι η σαλμετερόλη και η προπιονική φλουτικαζόνη και οι
μεταβολίτες τους εκκρίνονται στο γάλα αρουραίων που θηλάζουν.
Ο κίνδυνος για τα νεογέννητα βρέφη που θηλάζουν δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Πρέπει να ληφθεί απόφαση σχετικά με το εάν πρέπει να διακοπεί ο θηλασμός ή
η θεραπεία με Seretide, λαμβάνοντας υπόψη το όφελος του θηλασμού για το παιδί
και το όφελος της θεραπείας για τη γυναίκα.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Το Seretide Inhaler δεν έχει καμία ή έχει ασήμαντη επίδραση στην ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανών.
4.8 A μ νεπιθύ ητες ενέργειες
Επειδή το Seretide περιέχει σαλμετερόλη και προπιονική φλουτικαζόνη, μπορεί
να αναμένεται, το είδος και η σοβαρότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών που
σχετίζεται με το κάθε συστατικό. Δεν υπάρχει επίπτωση επιπρόσθετων
ανεπιθύμητων ενεργειών κατά την ταυτόχρονη χορήγηση των δύο φαρμάκων.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που συνδέονται με τη σαλμετερόλη/προπιονική
φλουτικαζόνη αναφέρονται παρακάτω ανά οργανικό σύστημα και συχνότητα.
Οι συχνότητες ορίζονται ως: πολύ συχνές (≥1/10), συχνές (≥1/100 έως <1/10),
όχι συχνές (≥1/1.000 έως <1/100), σπάνιες (≥1/10.000 έως 1/1.000) και μη
γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν από τα διαθέσιμα δεδομένα). Οι
συχνότητες προέκυψαν από στοιχεία κλινικών δοκιμών. Η συχνότητα
εμφάνισης στο εικονικό φάρμακο δεν λήφθηκε υπόψη.
Οργανικό
σύστημα
Ανεπιθύμητη ενέργεια Συχνότητα
Μολύνσεις και
λοιμώξεις
Μονιλίαση στο στόμα και το φάρυγγα.
Πνευμονία
Βρογχίτιδα
Καντιντίαση του οισοφάγου
Συχνές
Συχνές
1,3
Συχνές
1,3
Σπάνιες
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού
συστήματος
Αντιδράσεις υπερευαισθησίας:με τις
ακόλουθες εκδηλώσεις
Δερματικές αντιδράσεις υπερευαισθησίας.
Αγγειοοίδημα (κυρίως οίδημα προσώπου
και στοματοφάρυγγα)
Αναπνευστικά συμπτώματα (δύσπνοια)
Αναπνευστικά συμπτώματα
(βρογχόσπασμος)
Όχι συχνές
Σπάνιες
Όχι συχνές
Σπάνιες
Σπάνιες
11
Αναφυλακτικές αντιδράσεις
περιλαμβανομένου του αναφυλακτικού
σοκ
Διαταραχές του
ενδοκρινικού
συστήματος
Σύνδρομο Cushing, χαρακτηριστικά τύπου
Cushing, Επινεφριδιακή καταστολή,
Καθυστέρηση της ανάπτυξης σε παιδιά
και εφήβους. Μείωση της οστικής
πυκνότητας
Σπάνιες
4
Διαταραχές του
μεταβολισμού
και της θρέψης
Υποκαλιαιμία
Υπεργλυκαιμία
Συχνές
3
Σπάνιες
4
Ψυχιατρικές
διαταραχές
Άγχος
Διαταραχές του ύπνου
Μεταβολές στη συμπεριφορά,
συμπεριλαμβανομένης της ψυχοκινητικής
υπερδραστικότητας και της
ευερεθιστότητας (κυρίως σε παιδιά)
Κατάθλιψη, επιθετικότητα (κυρίως σε
παιδιά)
Όχι συχνές
Όχι συχνές
Σπάνιες
Μη γνωστές
Διαταραχές του
νευρικού
συστήματος
Κεφαλαλγία
Τρόμος
Πολύ
συχνές
1
Όχι συχνές
Οφθαλμικές
διαταραχές
Καταρράκτης
Γλαύκωμα
Όχι συχνές
Σπάνιες
4
Καρδιακές
διαταραχές
Αίσθημα παλμών
Ταχυκαρδία
Καρδιακές αρρυθμίες (περιλαμβανομένης
της υπερκοιλιακής ταχυκαρδίας και των
έκτακτων συστολών).
Κολπική μαρμαρυγή
Στηθάγχη
Όχι συχνές
Όχι συχνές
Σπάνιες
Όχι συχνές
Όχι συχνές
Διαταραχές του
αναπνευστικού
συστήματος, του
θώρακα και του
μεσοθωρακίου
Ρινοφαρυγγίτιδα
Ερεθισμός του στοματοφάρυγγα
Βράγχος φωνής/δυσφωνία
Παραρρινοκολπίτιδα
Παράδοξος βρογχόσπασμος
Πολύ
συχνές
2,3
Συχνές
Συχνές
Συχνές
1,3
Σπάνιες
4
12
Διαταραχές του
δέρματος και
του υποδόριου
ιστού
Μώλωπες Συχνές
1,3
Διαταραχές του
μυοσκελετικού
συστήματος και
του συνδετικού
ιστού
Επώδυνες μυϊκές συσπάσεις
Μετατραυματικά κατάγματα
Αρθραλγίες
Μυαλγίες
Συχνές
Συχνές
1,3
Συχνές
Συχνές
1 Αναφέρθηκαν συχνά με το εικονικό φάρμακο
2 Αναφέρθηκαν πολύ συχνά με το εικονικό φάρμακο
3 Αναφέρθηκαν στη διάρκεια 3 ετών σε μία μελέτη στη ΧΑΠ
4 Βλέπε παράγραφο 4.4
Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών
Οι φαρμακολογικές ανεπιθύμητες ενέργειες των β
2
αγωνιστών, όπως τρόμος,
αίσθημα παλμών και κεφαλαλγία, έχουν αναφερθεί αλλά τείνουν να είναι
παροδικές και να μειώνονται με τη συνέχιση της θεραπείας.
Όπως και με άλλες εισπνεόμενες θεραπείες, ενδέχεται να εμφανιστεί
παράδοξος βρογχόσπασμος με άμεση αύξηση του συριγμού και λαχάνιασμα
μετά τη χορήγηση της δόσης. Ο παράδοξος βρογχόσπασμος ανταποκρίνεται σε
βρογχοδιασταλτικά ταχείας δράσης και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται αμέσως.
Το Seretide Inhaler θα πρέπει να διακόπτεται άμεσα, ο ασθενής θα πρέπει να
αξιολογείται και, αν κριθεί απαραίτητο, θα πρέπει να ξεκινά εναλλακτική
θεραπεία.
Λόγω της προπιονικής φλουτικαζόνης σε ορισμένους ασθενείς μπορεί να
εμφανισθεί βράγχος φωνής και μονιλίαση (άφθες) στο στόμα και το φάρυγγα.
Τόσο ο βράγχος φωνής όσο και η συχνότητα εμφάνισης της μονιλίασης μπορεί
να υποχωρήσουν με ξέπλυμα του στόματος με νερό και/ή με βούρτσισμα των
δοντιών, μετά τη χρήση του προϊόντος. Η συμπτωματική μονιλίαση
θεραπεύεται με τοπικά αντιμυκητιασικά χωρίς να διακόπτεται η θεραπεία με το
Seretide Inhaler.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Στις πιθανές συστηματικές επιδράσεις περιλαμβάνονται σύνδρομο Cushing,
χαρακτηριστικά τύπου Cushing, καταστολή των επινεφριδίων και καθυστέρηση
της ανάπτυξης των παιδιών και εφήβων (βλέπε παράγραφο 4.4). Τα παιδιά
μπορεί επίσης να εμφανίσουν διαταραχές ύπνου και μεταβολές της
συμπεριφοράς, περιλαμβανομένης της υπερδραστικότητας και της
ευερεθιστότητας.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος.
13
Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να
αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες στον
Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός, Αθήνα,
Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος:
http :// www . eof . gr).
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν υπάρχουν δεδομένα υπερδοσολογίας με το Seretide, από τις κλινικές
δοκιμές, ωστόσο παρακάτω αναφέρονται δεδομένα υπερδοσολογίας και από τα
δύο φάρμακα.
Τα σημεία και συμπτώματα υπερδοσολογίας με σαλμετερόλη είναι ζάλη,
αυξήσεις της συστολικής αρτηριακής πίεσης, τρόμος, κεφαλαλγία και
ταχυκαρδία. Σε περίπτωση που η θεραπεία με Seretide πρέπει να διακοπεί λόγω
υπερδοσολογίας του β αγωνιστή, του φαρμάκου, θα πρέπει να εξετασθεί η
εξασφάλιση κατάλληλης θεραπείας υποκατάστασης με κορτικοστεροειδές.
Επιπροσθέτως, μπορεί να εμφανισθεί υποκαλιαιμία και, ως εκ τούτου, θα
πρέπει να παρακολουθούνται τα επίπεδα καλίου στον ορό. Θα πρέπει να
εξετασθεί η χορήγηση συμπληρωμάτων καλίου.
Οξεία: Οξεία εισπνοή προπιονικής φλουτικαζόνης σε υπερβολικές δόσεις
συγκριτικά με τις συνιστώμενες, μπορεί να οδηγήσει σε προσωρινή καταστολή
της επινεφριδιακής λειτουργίας. Στην περίπτωση αυτή δεν χρειάζεται να γίνει
καμία επείγουσα ενέργεια, επειδή η επινεφριδιακή λειτουργία θα επανέλθει σε
μερικές ημέρες, όπως επιβεβαιώνεται από μετρήσεις της κορτιζόλης στο
πλάσμα.
Χρόνια υπερδοσολογία με εισπεόμενη προπιονική φλουτικαζόνη: Θα πρέπει να
παρακολουθείται η επινεφριδιακή επάρκεια και μπορεί να απαιτείται θεραπεία
με συστηματικό κορτικοστεροειδές. Μετά τη σταθεροποίηση, η θεραπεία θα
πρέπει να συνεχίζεται με εισπνεόμενο κορτικοστεροειδές στη συνιστώμενη
δόση. Ανατρέξτε στην παράγραφο 4.4: κίνδυνος για καταστολή των
επινεφριδίων.
Σε περιπτώσεις οξείας και χρόνιας υπερδοσολογίας από τη προπιονική
φλουτικαζόνη η θεραπεία με το Seretide θα πρέπει να συνεχισθεί σε κατάλληλη
δοσολογία για τον έλεγχο των συμπτωμάτων.
5. ΔΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 μ μ Φαρ ακοδυνα ικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αδρενεργικά σε συνδυασμό με
κορτικοστεροειδή ή άλλα φάρμακα, εξαιρουμένων των αντιχολινεργικών.
Κωδικός ATC: R03AK06
Μηχανισμός δράσης και φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
:
Το Seretide περιέχει σαλμετερόλη και προπιονική φλουτικαζόνη, οι οποίες έχουν
διαφορετικούς μηχανισμούς δράσης.
Οι αντίστοιχοι μηχανισμοί δράσης και των δύο φαρμάκων παρατίθενται
παρακάτω:
14
Σαλμετερόλη:
Η σαλμετερόλη είναι ένας εκλεκτικός παρατεταμένης δράσης (12 ώρες) β
2
αδρενεργικός διεγέρτης, που διαθέτει μία μακριά πλευρική άλυσο, η οποία
συνδέεται με το ειδικό τμήμα του υποδοχέα.
Η σαλμετερόλη προκαλεί μία μεγαλύτερης διάρκειας βρογχοδιαστολή η οποία
διαρκεί τουλάχιστον 12 ώρες, συγκρινόμενη με τις συνιστώμενες δόσεις των
συμβατικών β
2
διεγερτών βραχείας διάρκειας δράσης.
Προπιονική φλουτικαζόνη:
Η προπιονική φλουτικαζόνη χορηγούμενη σε εισπνοές στις συνιστώμενες
δόσεις, έχει γλυκοκορτικοειδική αντιφλεγμονώδη δράση στους πνεύμονες, με
αποτέλεσμα την μείωση των συμπτωμάτων και των εξάρσεων του άσθματος, με
λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες συγκριτικά με τη συστηματική χορήγηση
κορτικοστεροειδών.
Κλινική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια
K λινικές μελέτες του Seretide σε άσθμα
Μία μελέτη διάρκειας 12 μηνών (Επιτυγχάνοντας τον βέλτιστο έλεγχο του
άσθματος - Gaining Optimal Asthma ControL, GOAL), σε 3416 ενήλικες και εφήβους
ασθενείς με επίμονο άσθμα, σύγκρινε την ασφάλεια και την
αποτελεσματικότητα του Seretide έναντι της μονοθεραπείας με εισπνεόμενο
κορτικοστεροειδές (Προπιονική Φλουτικαζόνη) με σκοπό να διερευνήσει εάν οι
στόχοι της αντιμετώπισης του άσθματος είναι εφικτοί. Η θεραπεία αυξανόταν
σταδιακά κάθε 12 εβδομάδες μέχρι να επιτευχθεί
ο πλήρης έλεγχος
** ή μέχρι
να χορηγηθεί η μεγαλύτερη δόση του υπό μελέτη φαρμάκου. Η μελέτη GOAL
έδειξε ότι περισσότεροι ασθενείς που έλαβαν Seretide πέτυχαν έλεγχο του
άσθματος συγκριτικά με τους ασθενείς που έλαβαν μονοθεραπεία με
εισπνεόμενο κορτικοστεροειδές και αυτός ο έλεγχος επιτεύχθηκε με
χαμηλότερη δόση κορτικοστεροειδούς.
*
Καλά ελεγχόμενο
άσθμα επιτεύχθηκε γρηγορότερα με το Seretide από ότι μόνο
με εισπνεόμενο κορτικοστεροειδές. Ο χρόνος θεραπείας για την επίτευξη της
πρώτης ατομικής
καλά ελεγχόμενης
εβδομάδας για το 50% των ασθενών ήταν
16 ημέρες για το Seretide συγκριτικά με 37 ημέρες για την ομάδα του
εισπνεόμενου κορτικοστεροειδούς. Στην υποομάδα των ασθματικών που δεν
είχαν ξαναπάρει στεροειδή ο χρόνος για μία ατομική
καλά ελεγχόμενη
εβδομάδα ήταν 16 ημέρες με θεραπεία Seretide συγκριτικά με 23 ημέρες μετά από
θεραπεία με εισπνεόμενο κορτικοστεροειδές.
Τα συνολικά αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν:
Ποσοστό Ασθενών που πέτυχαν *Επαρκώς ελεγχόμενο (ΕΕ) και
**Πλήρως ελεγχόμενο (ΠΕ) Άσθμα σε διάστημα 12 μηνών
μ Θεραπεία πριν τη ελέτη
μ / Σαλ ετερόλη
Προπιονική
Φλουτικαζόνη
Προπιονική
Φλουτικαζόνη
ΕΕ ΠΕ ΕΕ ΠΕ
Χωρίς εισπνεόμενο
κορτικοστεροειδές (μόνο
SABA)
78% 50% 70% 40%
15
Χαμηλή δόση εισπνεόμενου
κορτικοστεροειδούς ( ≤500
μικρογραμμάρια BDP ή
ισοδύναμο/ημέρα)
75% 44% 60% 28%
Μέτρια δόση εισπνεόμενου
κορτικοστεροειδούς (>500
έως1000 μικρογραμμάρια BDP ή
ισοδύναμο/ημέρα)
62% 29% 47% 16%
Συνολικά αποτελέσματα για
τις 3 ομάδες θεραπείας
71% 41% 59% 28%
*Επαρκώς ελεγχόμενο άσθμα: λιγότερο από ή ίσο με 2 ημέρες με βαθμολογία
συμπτωμάτων μεγαλύτερη του 1 ( η βαθμολογία συμπτωμάτων 1 ορίζεται ως
«συμπτώματα για μικρή περίοδο κατά τη διάρκεια της ημέρας»). Η χρήση β
2
-
διεγερτών βραχείας δράσης (SABA) για 2 ή λιγότερες ημέρες και 4
φορές/εβδομάδα ή λιγότερο, πρωινή μέγιστη εκπνευστική ροή μεγαλύτερη ή ίση
του 80% της προβλεπόμενης, χωρίς νυχτερινές αφυπνίσεις, χωρίς παροξυσμούς
και χωρίς ανεπιθύμητες ενέργειες που να οδηγούν σε αλλαγή της θεραπευτικής
αγωγής.
**Πλήρης έλεγχος του άσθματος: χωρίς συμπτώματα, χωρίς χρήση SABA,
πρωινή μέγιστη εκπνευστική ροή μεγαλύτερη ή ίση με το 80% της
προβλεπόμενης, χωρίς νυχτερινές αφυπνίσεις, χωρίς παροξυσμούς και χωρίς
ανεπιθύμητες ενέργειες που να οδηγούν σε αλλαγή της θεραπευτικής αγωγής.
Τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής δείχνουν ότι σε ασθενείς με μέτριο
επίμονο άσθμα για τους οποίους ο γρήγορος έλεγχος του άσθματος θεωρείται
ουσιώδης, μπορεί να εξετασθεί το ενδεχόμενο χορήγησης Seretide 50/100
μικρογραμμάρια δύο φορές την ημέρα, ως αρχική θεραπεία συντήρησης (βλέπε
παράγραφο 4.2).
Μία διπλή τυφλή, τυχαιοποιημένη, παράλληλων ομάδων μελέτη σε 318
ασθενείς με επίμονο άσθμα ηλικίας ≥18 ετών αξιολόγησε την ασφάλεια και
την ανεκτικότητα της χορήγησης δύο εισπνοών δύο φορές την ημέρα (διπλάσια
δόση) Seretide για δύο εβδομάδες. Η μελέτη έδειξε ότι ο διπλασιασμός των
εισπνοών κάθε περιεκτικότητας του Seretide μέχρι και 14 ημέρες είχε ως
αποτέλεσμα μια μικρή αύξηση των ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με
τους β αγωνιστές (τρόμος: 1 ασθενής [1%] έναντι 0, αίσθημα παλμών: 6 [3%]
έναντι 1 [<1%], μυϊκές κράμπες: 6 [3%] έναντι 1 [<1%]) και μία παρόμοια
αύξηση των ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με τα εισπνεόμενα
κορτικοστεροειδή, (π.χ στοματική καντιντίαση, 6 [6%] έναντι 16 [8%],
βραχνάδα, 2 [2%] έναντι 4 [2%]), συγκριτικά με μία εισπνοή δύο φορές την
ημέρα. Η μικρή αύξηση των ανεπιθύμητων ενεργειών σχετιζόμενων με τους β
αγωνιστές θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη εάν ο γιατρός εξετάζει το
ενδεχόμενο διπλασιασμού της δόσης του Seretide σε ενήλικες ασθενείς που
χρειάζονται επιπρόσθετη βραχυχρόνια (μέχρι 14 ημέρες) εισπνεόμενη θεραπεία
με κορτικοστεροειδή.
SMART (Salmeterol Multi-center Asthma Research Trial)Μελέτη
Η SMART ήταν μία πολυκεντρική, τυχαιοποιημένη, διπλά τυφλή, ελεγχόμενη με
εικονικό φάρμακο, μελέτη παράλληλων ομάδων στις ΗΠΑ, διάρκειας 28-
εβδομάδων, στην οποία τυχαιοποιήθηκαν 13.176 ασθενείς σε σαλμετερόλη
(50 μικρογραμμάρια δύο φορές την ημέρα) και 13.179 ασθενείς σε εικονικό
φάρμακο επιπρόσθετα της συνήθους αντιασθματικής αγωγής που ελάμβαναν.
Στη μελέτη συμμετείχαν ασθενείς ηλικίας ≥12 ετών με άσθμα, οι οποίοι
ελάμβαναν κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή αντιασθματική θεραπεία (εκτός
από β
2
διεγέρτες μακράς δράσης). Η αρχική χρήση εισπνεόμενων
16
κορτικοστεροειδών κατά την ένταξη στη μελέτη καταγράφηκε, δεν ήταν όμως
απαραίτητη κατά τη διάρκεια της μελέτης. Το πρωτεύον τελικό σημείο στη
SMART ήταν ο συνδυασμένος αριθμός θανάτων σχετιζόμενων με το
αναπνευστικό και απειλητικών για τη ζωή καταστάσεων σχετιζόμενων με το
αναπνευστικό.
Κύρια ευρήματα από τη SMART: πρωτεύον τελικό σημείο
μ Ο άδα ασθενών Αριθμός επεισοδίων
πρωτεύοντος τελικού
σημείου /αριθμός
ασθενών
Σχετικός
κίνδυνος
(95%
μ διαστή ατα
μ )ε πιστοσύνης
μσαλ ετερό
λη
εικονικό
μφάρ ακο
Σύνολο ασθενών 50/13.176 36/13.179 1,40 (0,91,
2,14)
Ασθενείς που ελάμβαναν
εισπνεόμενα στεροειδή
23/6.127 19/6.138 1,21 (0,66,
2,23)
Ασθενείς που δεν
ελάμβαναν εισπνεόμενα
στεροειδή
27/7.049 17/7.041 1,60 (0,87,
2,93)
Αφροαμερικανοί
Αφροαμερικανοί
ασθενείς
ασθενείς
20/2.366
20/2.366
5/2.319
5/2.319
4,10 (1,54,
4,10 (1,54,
10,90)
10,90)
(Ο κίνδυνος που αναγράφεται με έντονα γράμματα είναι στατιστικά
σημαντικός σε επίπεδο 95%.)
Κύρια ευρήματα από τη SMART ανάλογα με τη χρήση εισπνεόμενων
κορτικοστεροειδών κατά την έναρξη της μελέτης: δευτερεύοντα τελικά σημεία
Αριθμός επεισοδίων
δευτερεύοντος
τελικού σημείου
/αριθμός ασθενών
Σχετικός
κίνδυνος
(95% μ διαστή ατα
μ )ε πιστοσύνης
μσαλ ετερό
λη
εικονικό
μφάρ ακο
Θάνατοι σχετιζόμενοι με το αναπνευστικό
Ασθενείς που ελάμβαναν
εισπνεόμενα
κορτικοστεροειδή
10/6.127 5/6.138 2,01 (0,69, 5,86)
Ασθενείς που δεν ελάμβαναν
εισπνεόμενα
κορτικοστεροειδή
14/7.049 6/7.041 2,28 (0,88, 5,94)
Συνδυασμένος αριθμός θανάτων ή απειλητικών για τη ζωή καταστάσεων
σχετιζόμενων με το άσθμα
Ασθενείς που ελάμβαναν
εισπνεόμενα
κορτικοστεροειδή
16/6.127 13/6.138 1,24 (0,60, 2,58)
Ασθενείς που δεν
Ασθενείς που δεν
ελάμβαναν εισπνεόμενα
ελάμβαναν εισπνεόμενα
κορτικοστεροειδή
κορτικοστεροειδή
21/7.049
21/7.049
9/7.041
9/7.041
2
2
,
,
39 (1
39 (1
,
,
10, 5
10, 5
,
,
22)
22)
Θάνατοι σχετιζόμενοι με το άσθμα
Ασθενείς που ελάμβαναν
εισπνεόμενα
κορτικοστεροειδή
4/6.127 3/6.138
1,35 (0,30, 6,04)
Ασθενείς που δεν ελάμβαναν
εισπνεόμενα
9/7.049 0/7.041 *
17
κορτικοστεροειδή
(*=δεν μπορούσε να υπολογισθεί επειδή δεν υπήρξαν επεισόδια στην ομάδα του
εικονικού φαρμάκου. Ο κίνδυνος που αναγράφεται με έντονα γράμματα είναι
στατιστικά σημαντικός σε επίπεδο 95%. Τα δευτερεύοντα τελικά σημεία στον
ανωτέρω πίνακα έφθασαν σε στατιστική σημαντικότητα στο σύνολο του
πληθυσμού). Τα δευτερεύοντα τελικά σημεία του συνδυασμένου αριθμού
θανάτων από όλες τις αιτίες ή των απειλητικών για τη ζωή καταστάσεων, των
θανάτων από όλες τις αιτίες ή των εισαγωγών στο νοσοκομείο από όλες τις
αιτίες δεν έφθασαν σε στατιστική σημαντικότητα στο σύνολο του πληθυσμού.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Στη μελέτη SAM101667, σε 158 παιδιά ηλικίας 6 έως 16 ετών με
συμπτωματικό άσθμα, ο συνδυασμός σαλμετερόλης/προπιονικής
φλουτικαζόνης είναι εξίσου αποτελεσματικός με το διπλασιασμό της δόσης της
προπιονικής φλουτικαζόνης αναφορικά με τον έλεγχο των συμπτωμάτων και
της πνευμονικής λειτουργίας. Αυτή η μελέτη δεν σχεδιάστηκε για τη
διερεύνηση της επίδρασης στους παροξυσμούς.
Σε μία μελέτη στην οποία τυχαιοποιήθηκαν παιδιά ηλικίας 4 έως 11 ετών
[n=428], το DISKUS σαλμετερόλη/προπιονική φλουτικαζόνη
(50/100 μικρογραμμάρια, μία εισπνοή, δύο φορές την ημέρα) συγκρίθηκε με το
MDI σαλμετερόλη/προπιονική φλουτικαζόνη (25/50 μικρογραμμάρια, δύο
εισπνοές, δύο φορές την ημέρα) για περίοδο θεραπείας διάρκειας
12 εβδομάδων. Η προσαρμοσμένη μέση μεταβολή από την έναρξη της μελέτης
της μέσης πρωινής μέγιστης εκπνευστικής ροή για τις Εβδομάδες 1-12 ήταν
37,7L/min στην ομάδα του DISKUS και 38,6L/min στην ομάδα του MDI.
Βελτιώσεις ως προς τις ημέρες και τις νύχτες χωρίς χρήση φαρμάκου διάσωσης
και τα συμπτώματα παρατηρήθηκαν επίσης και στις δύο ομάδες θεραπείας.
5.2 μ Φαρ ακοκινητικές ιδιότητες
Όταν η σαλμετερόλη και η προπιονική φλουτικαζόνη χορηγήθηκαν σε
συνδυασμό δια εισπνοής, η φαρμακοκινητική του κάθε συστατικού ήταν
παρόμοια με εκείνη που παρατηρήθηκε όταν τα φάρμακα χορηγήθηκαν
ξεχωριστά. Συνεπώς από φαρμακοκινητικής άποψης κάθε συστατικό μπορεί να
εξετασθεί ξεχωριστά.
Σαλμετερόλη:
Η σαλμετερόλη δρα τοπικά στους πνεύμονες και επομένως τα επίπεδα της στο
πλάσμα δεν είναι ενδεικτικά της θεραπευτικής της δράσης. Επιπλέον τα
υπάρχοντα στοιχεία φαρμακοκινητικής της σαλμετερόλης είναι περιορισμένα
λόγω τεχνικών δυσκολιών του προσδιορισμού της στο πλάσμα εξ αιτίας των
χαμηλών συγκεντρώσεων της στο πλάσμα μετά από εισπνοές σε θεραπευτικές
δόσεις (περίπου 200 picograms/mL ή λιγότερο).
Προπιονική φλουτικαζόνη:
Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα μιας εφάπαξ δόσης εισπνεόμενης προπιονικής
φλουτικαζόνης σε υγιή άτομα ποικίλει μεταξύ περίπου 5 έως 11% της
αναγραφόμενης δόσης ανάλογα με τη συσκευή εισπνοών που χρησιμοποιείται.
Σε ασθενείς με άσθμα έχει παρατηρηθεί μικρότερος βαθμός συστηματικής
έκθεσης σε εισπνεόμενη προπιονική φλουτικαζόνη.
18
Η συστηματική απορρόφηση λαμβάνει χώρα κυρίως μέσω των πνευμόνων και
είναι αρχικά ταχεία και στη συνέχεια παρατεταμένη. Το υπόλοιπο της
εισπνεόμενης δόσης μπορεί να καταπίνεται, αλλά συνεισφέρει ελάχιστα στη
συστηματική έκθεση λόγω χαμηλής υδατοδιαλυτότητας και προσυστηματικού
μεταβολισμού, με αποτέλεσμα βιοδιαθεσιμότητα από του στόματος μικρότερη
από 1%. Υπάρχει γραμμική αύξηση στη συστηματική έκθεση με την αύξηση της
εισπνεόμενης δόσης.
Η κατανομή της προπιονικής φλουτικαζόνης χαρακτηρίζεται από υψηλή
κάθαρση πλάσματος (1150mL/min), μεγάλο όγκο κατανομής σε σταθεροποιημένη
κατάσταση (περίπου 300 L) και τελική ημιπερίοδο ζωής περίπου 8 ώρες.
Η σύνδεση με τις πρωτεΐνες του πλάσματος είναι 91%.
Η προπιονική φλουτικαζόνη αποβάλλεται πολύ γρήγορα από τη συστηματική
κυκλοφορία. H κύρια οδός αποβολής είναι ο μεταβολισμός σε ένα αδρανή
μεταβολίτη του καρβοξυλικού οξέος από το ενζυμικό σύστημα CYP3A4 του
κυττοχρώματος P450. Άλλοι μη ταυτοποιημένοι μεταβολίτες βρέθηκαν επίσης
στα κόπρανα.
Η νεφρική κάθαρση της προπιονικής φλουτικαζόνης είναι αμελητέα. Λιγότερο
από 5% της δόσης απεκκρίνεται στα ούρα, κυρίως σαν μεταβολίτες. Το κύριο
μέρος της δόσης εκκρίνεται με τα κόπρανα σαν μεταβολίτες και αμετάβλητο
φάρμακο.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η επίδραση θεραπείας 21 ημερών με Seretide Inhaler 25/50 μικρογραμμάρια
(2 εισπνοές δύο φορές την ημέρα με ή χωρίς αεροθάλαμο) ή Seretide Diskus 50/100
μικρογραμμάρια (1 εισπνοή δύο φορές την ημέρα) αξιολογήθηκε σε 31 παιδιά
ηλικίας 4 έως 11 ετών με ήπιο άσθμα. Η συστηματική έκθεση στη προπιονική
φλουτικαζόνη ήταν παρόμοια για το Seretide Inhaler με αεροθάλαμο (107pg hr/mL
[95% CI: 45,7, 252,2]) και το Seretide Diskus (138pg hr/mL [95% CI: 69,3, 273,2]),
αλλά χαμηλότερη για το Seretide Inhaler (24pg hr/mL [95% CI: 9,6, 60,2]). Η
συστηματική έκθεση στη σαλμετερόλη ήταν παρόμοια για το Seretide Inhaler,
Seretide Inhaler με αεροθάλαμο και Seretide Diskus (126 pg hr/mL [95% CI: 70, 225],
103 pg hr/mL [95% CI: 54, 200] και 110 pg hr/mL [95% CI: 55, 219] αντίστοιχα).
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα μόνα ζητήματα ασφάλειας για ανθρώπινη χρήση τα οποία απορρέουν από
μελέτες σε ζώα με ξεχωριστή χορήγηση σαλμετερόλης και προπιονικής
φλουτικαζόνης, ήταν επιδράσεις που συνδέονταν με μεγιστοποίηση των
φαρμακολογικών δράσεων.
Σε μελέτες αναπαραγωγής στα ζώα, τα γλυκοκορτικοστεροειδή απεδείχθη ότι
προκαλούν διαμαρτίες της διάπλασης (υπερωϊοσχιστία, διαμαρτίες της
σκελετικής διάπλασης). Παρόλα αυτά, τα αποτελέσματα των πειραμάτων στα
ζώα δεν φαίνεται να σχετίζονται με τον άνθρωπο, στις συνιστώμενες δόσεις.
Σε μελέτες σε ζώα με σαλμετερόλη παρατηρήθηκε εμβρυοτοξικότητα μόνο σε
υψηλά επίπεδα έκθεσης. Μετά από συγχορήγηση, βρέθηκε αυξημένη συχνότητα
μετατόπισης της ομφαλικής αρτηρίας και ατελής οστεοποίηση του ινιακού
οστού, σε αρουραίους, σε δόσεις που σχετίζονται με γνωστές διαμαρτίες της
διάπλασης που προκαλούνται από τα γλυκοκορτικοστεροειδή.
19
Το προωθητικό norflurane δεν περιέχει CFC και έχει αποδειχθεί ότι δεν έχει
τοξική δράση σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις ατμών, κατά πολύ υψηλότερες
από αυτές που αναμένεται να χρησιμοποιούν οι ασθενείς, σε ένα μεγάλο εύρος
πειραματόζωων τα οποία εκτέθηκαν καθημερινά για περίοδο δύο ετών.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Προωθητικό αέριο: norqurane (HFA 134a).
6.2 Aσυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Χρόνος ζωής
24 μήνες.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Να μη φυλάσσεται σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25C.
Το κάνιστρο περιέχει υγρό υπό πίεση. Να μην εκτίθεται σε θερμοκρασίες
μεγαλύτερες των 50C, να προστατεύεται από την άμεση έκθεση στο ηλιακό
φώς. Το κάνιστρο δεν πρέπει να τρυπηθεί ή να καεί, ακόμα και αν είναι άδειο.
Όπως με τα περισσότερα εισπνεόμενα φαρμακευτικά προϊόντα σε κάνιστρα υπό
πίεση, η θεραπευτική δράση αυτού του φαρμακευτικού προϊόντος μπορεί να
μειωθεί όταν το κάνιστρο είναι κρύο.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Το εναιώρημα περιέχεται σε ένα εσωτερικά βερνικωμένο κάνιστρο των 8mL υπό
πίεση από κράμα αλουμινίου, σφραγισμένο με μία δοσομετρική βαλβίδα. Τα
κάνιστρα τοποθετούνται σε μωβ πλαστικές θήκες που περιέχουν ατομικό
στόμιο το οποίο κλείνει με κάλυμμα. Το κάνιστρο έχει ενσωματωμένο
δοσομετρητή, ο οποίος δείχνει πόσες δόσεις φαρμάκου έχουν απομείνει. Ο
αριθμός φαίνεται μέσω ενός παραθύρου στο πίσω μέρος της πλαστικής
συσκευής. Κάθε κάνιστρο υπό πίεση αποδίδει 120 εισπνοές.
Οι συσκευές διατίθενται σε χάρτινη συσκευασία που περιέχει
1 inhaler x 120 δόσεις
ή 3 inhaler x 120 δόσεις
ή 10 inhalers x 120 δόσεις – μόνο για νοσοκομειακή/φαρμακευτική χρήση
(για λόγους διανομής)
Μπορεί να μη κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλων χειρισμών
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να
απορρίπτεται σύμφωνα με τις τοπικές απαιτήσεις.
7. KATOXOΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
20
GlaxoSmithkline α.ε.β.ε
Λεωφ. Κηφισίας 266
152 32 Χαλάνδρι
Τηλ. 210 6882100
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
15-1-2001
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ (ΜΕΡΙΚΗΣ) ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
21