ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Prograf 5 mg/ml πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
1 ml πυκνού διαλύματος προς έγχυση περιέχει 5 mg tacrolimus
Έκδοχα με γνωστή δραση: 200 mg πολυοξυαιθυλένο κικέλαιο
υδρογονωμένο και 638 mg αλκοόλη αφυδατωμένη
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση
Το πυκνό διάλυμα είναι ένα άχρωμο διαυγές διάλυμα.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Προφύλαξη από την απόρριψη μοσχεύματος σε λήπτες
αλλομεταμοσχεύματος ήπατος, νεφρού ή καρδιάς.
Θεραπεία απόρριψης αλλομοσχεύματος ανθεκτικής στη θεραπεία με
άλλα ανοσοκατασταλτικά φαρμακευτικά προϊόντα.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Η θεραπεία με Prograf απαιτεί προσεκτική παρακολούθηση από επαρκώς
εκπαιδευμένο και εξοπλισμένο προσωπικό. Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν
πρέπει να συνταγογραφείται και οι αλλαγές στην ανοσοκατασταλτική
θεραπεία να γίνονται μόνο από ιατρούς με εμπειρία στην
ανοσοκατασταλτική θεραπεία καθώς και στη διαχείριση
μεταμοσχευθέντων ασθενών.
Γενικές εκτιμήσεις
Οι συνιστώμενες αρχικές δόσεις που αναφέροται παρακάτω έχουν σκοπό
να λειτουργήσουν μόνο ως κατευθυντήρια γραμμή. Η δοσολογία του
Prograf πρέπει κυρίως να βασίζεται στην κλινικές εκτιμήσεις της
πιθανότητας απόρριψης και της ανοχής του κάθε ασθενή εξατομικευμένα
υποστηριζόμενες από την παρακολούθηση των επιπέδων συγκέντρωσης
στο αίμα (βλέπε παρακάτω για τα συνιστώμενα κατώτερα επίπεδα στο
ολικό αίμα). Εάν εμφανισθούν κλινικά σημεία απόρριψης, πρέπει να
εξεταστεί το ενδεχόμενο τροποποίησης της ανοσοκατασταλτικής
αγωγής.
Το Prograf μπορεί να χορηγηθεί ενδοφλεβίως ή από του στόματος. Γενικά,
η χορήγηση μπορεί να αρχίσει από το στόμα, εάν χρειασθεί, χορηγώντας
το περιεχόμενο του καψακίου, διαλυμένο σε νερό, μέσω του
ρινογαστρικού σωλήνα.
Το Prograf χορηγείται συνήθως σε συνδυασμό με άλλους
ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες κατά την αρχική μετεγχειρητική
περίοδο. Η δόση του Prograf μπορεί να διαφέρει ανάλογα με την
ανοσοκατασταλτική αγωγή που έχει επιλεχθεί.
Τρόπος χορήγησης
To πυκνό διάλυμα πρέπει να χρησιμοποιείται για ενδοφλέβια έγχυση
μόνο μετά από αραίωση με κατάλληλο μέσο.
Η συγκέντρωση ενός διαλύματος για έγχυση θα πρέπει να είναι της
τάξεως των 0,004 - 0,100 mg/ml. Ο συνολικός όγκος της έγχυσης κατά τη
διάρκεια ενός εικοσιτετραώρου πρέπει να είναι της τάξεως των 20 – 500
ml.
Το διάλυμα δεν θα πρέπει να δίνεται σε bolus ένεση (βλέπε παράγραφο
6.6).
Διάρκεια χορήγησης
Η μετάβαση από την ενδοφλέβια στην από του στόματος χορήγηση πρέπει
να γίνει μόλις η κατάσταση του ασθενή το επιτρέψει. Η θεραπεία με
ενδοφλέβια έγχυση δεν πρέπει να συνεχίζεται για περισσότερο από 7
ημέρες.
Συνιστώμενη δοσολογία - Μεταμόσχευση ήπατος
Προφύλαξη από την απόρριψη μοσχεύματος – ενήλικες
Η θεραπεία με Prograf από το στόμα πρέπει να αρχίζει με δόση 0,10-0,20
mg/kg/ημέρα χορηγούμενη σε δύο διηρημένες δόσεις (π.χ. πρωί και
βράδυ). Η χορήγηση πρέπει να αρχίζει 12 ώρες περίπου μετά από την
ολοκλήρωση της εγχείρησης.
Εάν η δόση δεν μπορεί να χορηγηθεί από του στόματος ως αποτέλεσμα
της κλινικής κατάστασης του ασθενή, πρέπει να αρχίσει ενδοφλέβια
χορήγηση με δόση 0,01-0,05 mg/kg/ημέρα σε 24ωρη συνεχή έγχυση.
Προφύλαξη από την απόρριψη μοσχεύματος – παιδιατρικοί ασθενείς
Μία αρχική δόση 0,30 mg/kg/ημέρα από του στόματος πρέπει να
χορηγείται σε δύο διηρημένες δόσεις (π.χ. πρωί και βράδυ). Εάν η κλινική
κατάσταση του ασθενούς δεν επιτρέπει τη χορήγηση από του στόματος,
μία αρχική ενδοφλέβια δόση 0,05 mg/kg/ημέρα πρέπει να χορηγείται σε
24ωρη συνεχή έγχυση.
Προσαρμογή της δόσης κατά τη μεταμοσχευτική περίοδο σε ενήλικες και
παιδιατρικούς ασθενείς
Η δόση του Prograf συνήθως μειώνεται κατά τη μεταμοσχευτική περίοδο.
Σε μερικές περιπτώσεις είναι δυνατό να διακοπεί η συγχορηγούμενη
ανοσοκατασταλτική αγωγή καταλήγοντας σε μονοθεραπεία με το
Prograf .Μεταμοσχευτική βελτίωση της κατάστασης του ασθενή μπορεί να
τροποποιήσει τη φαρμακοκινητική της tacrolimus και να καταστήσει
απαραίτητες περαιτέρω προσαρμογές της δόσης.
Θεραπεία απόρριψης – ενήλικες και παιδιατρικοί ασθενείς
Αυξημένες δόσεις Prograf, συμπληρωματική θεραπεία με κορτικοστεροειδή
και εισαγωγή σύντομων κύκλων θεραπείας με μονο-/πολυκλωνικά
αντισώματα έχουν χρησιμοποιηθεί για τη διαχείριση επεισοδίων
απόρριψης. Εάν παρατηρηθούν σημεία τοξικότητας (π.χ. έντονες
ανεπιθύμητες ενέργειες – βλέπε παράγραφο 4.8) η δόση του Prograf
ενδέχεται να πρέπει να πρέπει να μειωθεί .
Για τη μετάβαση στο Prograf, η θεραπεία πρέπει να ξεκινά με την αρχική
από του στόματος δόση που συνιστάται για την πρωτογενή
ανοσοκαταστολή.
Για πληροφορίες σχετικά με τη μετάβαση της θεραπείας από
κυκλοσπορίνη σε Prograf, βλέπε παρακάτω την παράγραφο «Προσαρμογ
της δόσης σε ειδικούς πληθυσμούς».
Συνιστώμενη δοσολογία - Μεταμόσχευση νεφρού
Προφύλαξη από την απόρριψη μοσχεύματος – ενήλικες
Η θεραπεία με Prograf από το στόμα πρέπει να αρχίζει με από του
στόματος δόση 0,20 - 0,30 mg/kg/ημέρα χορηγούμενη σε δύο διηρημένες
δόσεις (π.χ. πρωί και βράδυ). Η χορήγηση πρέπει να αρχίσει εντός 24
ωρών από την ολοκλήρωση της εγχείρησης.
Εάν η δόση δεν μπορεί να χορηγηθεί από το στόμα ως αποτέλεσμα της
κλινικής κατάστασης του ασθενή, πρέπει να αρχίσει ενδοφλέβια
θεραπεία με δόση 0,05-0,10 mg/kg/ημέρα σε 24ωρη συνεχή έγχυση.
Προφύλαξη από την απόρριψη μοσχεύματος – παιδιατρικοί ασθενείς
Μια αρχική από του στόματος δόση 0,30 mg/kg/ημέρα πρέπει να
χορηγείται σε δύο διηρημένες δόσεις (π.χ. πρωί και βράδυ). Εάν η κλινική
κατάσταση του ασθενή δεν επιτρέπει τη χορήγηση από του στόματος, μία
αρχική ενδοφλέβια δόση 0,075-0,100 mg/kg/ημέρα πρέπει να χορηγείται
σε 24ωρη συνεχή έγχυση.
Προσαρμογή της δόσης κατά τη μεταμοσχευτική περίοδο σε ενήλικες και
παιδιατρικούς ασθενείς
Η δόση του Prograf συνήθως μειώνεται κατά τη μεταμοσχευτική περίοδο.
Σε μερικές περιπτώσεις είναι δυνατό να διακοπεί η συγχορηγούμενη
ανοσοκατασταλτική αγωγή, καταλήγοντας σε διπλή θεραπεία με το
Prograf.Μεταμοσχευτική βελτίωση της κατάστασης του ασθενή μπορεί να
τροποποιήσει τη φαρμακοκινητική της tacrolimus και να καταστήσει
απαραίτητες περαιτέρω προσαρμογές της δόσης.
Θεραπεία απόρριψης – ενήλικες και παιδιατρικοί ασθενείς
Αυξημένες δόσεις Prograf, συμπληρωματική θεραπεία με κορτικοστεροειδή
και εισαγωγή σύντομων κύκλων με μονο-/πολυκλωνικά αντισώματα
έχουν χρησιμοποιηθεί για τη διαχείριση επεισοδίων απόρριψης. Εάν
παρατηρηθούν σημεία τοξικότητας (π.χ. έντονες ανεπιθύμητες ενέργειες
– βλέπε παράγραφο 4.8), η δόση του Prograf ενδέχεται να πρέπει να
μειωθεί.
Για τη μετάβαση στο Prograf, η θεραπεία πρέπει να ξεκινά με την αρχική
από του στόματος δόση που συνιστάται για την πρωτογενή
ανοσοκαταστολή.
Για πληροφορίες για τη μετάβαση της θεραπείας από κυκλοσπορίνη σε
Prograf, βλέπε παρακάτω την παράγραφο «Προσαρμογές της δόσης σε
ειδικούς πληθυσμούς».
Συνιστώμενη δοσολογία - Μεταμόσχευση καρδιάς
Προφύλαξη από την απόρριψη μοσχεύματος – ενήλικες
Το Prograf μπορεί να χρησιμοποιηθεί με επαγωγή αντισωμάτων
(επιτρέποντας καθυστέρηση στην έναρξη της θεραπείας με Prograf) ή
εναλλακτικά σε κλινικά σταθερούς ασθενείς χωρίς επαγωγή
αντισωμάτων.
Μετά την επαγωγή αντισωμάτων, η από του στόματος θεραπεία με Prograf
πρέπει να αρχίζει με δόση 0,075 mg/kg/ημέρα χορηγούμενη σε δύο
διηρημένες δόσεις (π.χ. πρωί και βράδυ). Η χορήγηση πρέπει να αρχίζει
εντός 5 ημερών από την ολοκλήρωση της εγχείρησης μόλις
σταθεροποιηθεί η κλινική κατάσταση του ασθενή. Εάν η δόση δεν μπορεί
να χορηγηθεί από του στόματος ως αποτέλεσμα της κλινικής
κατάστασης του ασθενή, πρέπει να ξεκινήσει ενδοφλέβια θεραπεία με
δόση 0,01 έως 0,02 mg/kg/ημέρα ως συνεχής 24ωρη έγχυση.
Έχει δημοσιευθεί μια εναλλακτική στρατηγική όπου tacrolimus
χορηγήθηκε από του στόματος εντός 12 ωρών μετά τη μεταμόσχευση.
Αυτή η προσέγγιση προορίζονταν για ασθενείς χωρίς οργανική
δυσλειτουργία (π.χ. νεφρική δυσλειτουργία). Στην περίπτωση αυτή,
χρησιμοποιήθηκε μία αρχική από του στόματος δόση tacrolimus 2 έως 4
mg την ημέρα σε συνδυασμό με μυκοφαινολάτη μοφετίλ και
κορτικοστεροειδή ή σε συνδυασμό με σιρόλιμους και κορτικοστεροειδή.
Προφύλαξη από την απόρριψη μοσχεύματος – παιδιατρικοί ασθενείς
Το Prograf έχει χρησιμοποιηθεί με ή χωρίς επαγωγή αντισωμάτωνσε
παιδιατρική μεταμόσχευση καρδιάς. Σε ασθενείς χωρίς επαγωγή
αντισωμάτων, εάν η θεραπεία με Prograf αρχίσει ενδοφλεβίως, η
συνιστώμενη δόση έναρξης είναι 0,03-0,05 mg/kg/ημέρα σε 24ωρη
συνεχή έγχυση με στόχο την επίτευξη επιπέδων συγκέντρωσης της
tacrolimus στο ολικό αίμα 15 – 25 ng/ml. Οι ασθενείς πρέπει να
μεταβαίνουν στη θεραπεία από του στόματος μόλις αυτό είναι κλινικά
εφικτό. Η πρώτη δόση της θεραπείας από του στόματος πρέπει να είναι
0,30 mg/kg/ημέρα αρχίζοντας 8 έως 12 ώρες μετά τη διακοπή της
ενδοφλέβιας θεραπείας.
Μετά την επαγωγή αντισωμάτων, εάν η θεραπεία με Prograf αρχίζει από
του στόματος, η συνιστώμενη δόση έναρξης είναι 0,10 – 0,30
mg/kg/ημέρα χορηγούμενη σε δύο διηρημένες δόσεις (π.χ. πρωί και
βράδυ).
Προσαρμογή της δόσης κατά τη μεταμοσχευτική περίοδο σε ενήλικες και
παιδιατρικούς ασθενείς
Οι δόσεις του Prograf συνήθως μειώνονται κατά τη μεταμοσχευτική
περίοδο. Μεταμοσχευτική βελτίωση της κατάστασης του ασθενή μετά τη
μεταμόσχευση μπορεί να τροποποιήσει τη φαρμακοκινητική της
tacrolimus και να καταστήσει απαραίτητες περαιτέρω προσαρμογές της
δόσης.
Θεραπεία απόρριψης – ενήλικες και παιδιατρικοί ασθενείς
Αυξημένες δόσεις Prograf, συμπληρωματική θεραπεία με κορτικοστεροειδή
και εισαγωγή σύντομων κύκλων με μονο-/πολυκλωνικά αντισώματα
έχουν χρησιμοποιηθεί για τη διαχείριση επεισοδίων απόρριψης.
Σε ενήλικες ασθενείς που έχουν μεταβεί σε Prograf, πρέπει να χορηγηθεί
μια αρχική δόση από του στόματος 0,15 mg/kg/ημέρα χορηγούμενη σε
δύο διηρημένες δόσεις (π.χ. πρωί και βράδυ).
Σε παιδιατρικούς ασθενείς που έχουν μεταβεί σε Prograf, πρέπει να
χορηγηθεί μια αρχική δόση από του στόματος 0,20 – 0,30 mg/kg/ημέρα σε
δύο διηρημένες δόσεις (π.χ. πρωί και βράδυ).
Για πληροφορίες σχετικά με τη μετάβαση της θεραπείας από
κυκλοσπορίνη σε Prograf, βλέπε παρακάτω την παράγραφο «Προσαρμογές
της δόσης σε ειδικούς πληθυσμούς».
Συνιστώμενη δοσολογία - Θεραπεία απόρριψης, άλλα
αλλομοσχεύματα
Οι δοσολογικές συστάσεις για μεταμόσχευση πνεύμονα, παγκρέατος και
εντέρου βασίζονται σε περιορισμένα δεδομένα προοπτικών κλινικών
μελετών. Σε ασθενείς με μεταμόσχευση πνεύμονα, το Prograf έχει
χρησιμοποιηθεί σε αρχική από του στόματος δόση 0,10 – 0,15
mg/kg/ημέρα, σε ασθενείς με μεταμόσχευση παγκρέατος σε αρχική από
του στόματος δόση 0,2 mg/kg/ημέρα και με μεταμόσχευση εντέρου σε
αρχική από του στόματος δόση 0,3 mg/kg/ημέρα.
Προσαρμογές της δοσολογίας σε ειδικούς πληθυσμούς
Ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία
Ενδέχεται να είναι αναγκαία μείωση της δόσης σε ασθενείς με σοβαρή
ηπατική δυσλειτουργία ώστε να διατηρηθούν τα κατώτερα επίπεδα
συγκέντρωσης του αίματος εντός των συνιστώμενων ορίων.
Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
Δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης αφού η φαρμακοκινητική της
tacrolimus δεν επηρεάζεται από την νεφρική λειτουργία. Ωστόσο, λόγω
της πιθανής νεφροτοξικής δράσης της tacrolimus, συνιστάται προσεκτική
παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας (συμπεριλαμβανομένων
διαδοχικών μετρήσεων των συγκεντρώσεων της κρεατινίνης του ορού,
υπολογισμού της κάθαρσης της κρεατινίνης και παρακολούθησης της
παραγωγής των ούρων).
Παιδιατρικοί ασθενείς
Γενικά, οι παιδιατρικοί ασθενείς χρειάζονται δόσεις 1½ -2 φορές
υψηλότερες από τις δόσεις των ενηλίκων ώστε να επιτευχθούν παρόμοια
επίπεδα στο αίμα.
Ηλικιωμένοι
Δεν υπάρχουν επί του παρόντος διαθέσιμα στοιχεία που να υποδεικνύουν
ότι η δόση πρέπει να προσαρμόζεται στους ηλικιωμένους.
Μετάβαση από κυκλοσπορίνη
Πρέπει να δίδεται προσοχή σε περίπτωση μετάβασης ασθενών από
θεραπεία με βάση την κυκλοσπορίνη σε θεραπεία με βάση το Prograf
(βλέπε παραγράφους 4.4 και 4.5). Η θεραπεία με Prograf πρέπει να αρχίζει
αφού έχουν ληφθεί υπόψη οι συγκεντρώσεις κυκλοσπορίνης στο αίμα και
η κλινική κατάσταση του ασθενή. Η χορήγηση πρέπει να καθυστερεί όταν
τα επίπεδα της κυκλοσπορίνης στο αίμα είναι υψηλά. Στην πράξη, έχει
γίνει έναρξη θεραπείας με Prograf 12-24 ώρες μετά τη διακοπή της
κυκλοσπορίνης. Η παρακολούθηση των επιπέδων της κυκλοσπορίνης στο
αίμα πρέπει να συνεχίζεται και μετά τη μετάβαση επειδή η κάθαρση της
κυκλοσπορίνης μπορεί να επηρεασθεί.
Συνιστώμενα κατώτερα επίπεδα στo ολικό αίμα
Η δόση πρέπει κυρίως να βασίζεται σε κλινικές εκτιμήσεις της
πιθανότητας απόρριψης και της ανοχής του κάθε ασθενή
εξατομικευμένα.
Για την υποβοήθηση της βελτιστοποίησης της δόσης, υπάρχουν διάφορες
ανοσολογικές μέθοδοι για τον προσδιορισμό των συγκεντρώσεων
tacrolimus στο ολικό αίμα συμπεριλαμβανομένης μιας ημι-αυτόματης
ανοσολογικής μεθόδου μικροσωμικού ενζύμου (ΜΕΙΑ). Η σύγκριση των
συγκεντρώσεων που αναφέρονται στη δημοσιευμένη βιβλιογραφία και
των μεμονωμένων τιμών που παρατηρούνται στην κλινική πράξη πρέπει
να γίνει με προσοχή και γνώση των εφαρμοζόμενων μεθόδων
προσδιορισμού. Στη σύγχρονη κλινική πράξη, η παρακολούθηση των
επιπέδων συγκέντρωσης στο ολικό αίμα γίνεται με ανοσολογικές
μεθόδους.
Οι κατώτερες συγκεντρώσεις της tacrolimus στο αίμα πρέπει να
παρακολουθούνται κατά τη μεταμοσχευτική περίοδο. Σε από του
στόματος χορήγηση, τα κατώτερα επίπεδα συγκέντρωσης στο αίμα
πρέπει να μετρούνται 12 ώρες περίπου μετά τη χορήγηση, λίγο πριν την
επόμενη δόση. Η συχνότητα της παρακολούθησης των επιπέδων στο αίμα
πρέπει να βασίζεται στις κλινικές ανάγκες. Καθώς η tacrolimus είναι ουσία
με χαμηλή κάθαρση, ενδέχεται μετά από προσαρμογή στο θεραπευτικό
σχήμα του Prograf να απαιτηθούν αρκετές ημέρες μέχρι να γίνουν
εμφανείς οι αλλαγές στα επίπεδα του αίματος. Τα κατώτερα επίπεδα
συγκέντρωσης στο αίμα πρέπει να παρακολουθούνται περίπου δύο φορές
την εβδομάδα κατά το πρώιμο μεταμοσχευτικό στάδιο και έπειτα
περιοδικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας συντήρησης. Τα κατώτερα
επίπεδα συγκέντρωσης της tacrolimus στο αίμα πρέπει επίσης να
παρακολουθούνται μετά από προσαρμογή της δόσης, αλλαγές του
ανοσοκατασταλτικού σχήματος, ή συγχορήγηση ουσιών που μπορεί να
διαφοροποιήσουν τις συγκεντρώσεις της tacrolimus στο ολικό αίμα
(βλέπε παράγραφο 4.5).
Ανάλυση των αποτελεσμάτων κλινικών μελετών υποδεικνύει ότι η
πλειονότητα των ασθενών μπορεί να αντιμετωπισθεί επιτυχώς εάν τα
κατώτερα επίπεδα συγκέντρωσης της tacrolimus στο αίμα διατηρηθούν
κάτω από 20 ng/ml. Είναι απαραίτητο να λαμβάνεται υπόψη η κλινική
κατάσταση του ασθενή όταν ερμηνεύονται τα επίπεδα στο ολικό αίμα.
Στην κλινική πράξη, τα κατώτερα επίπεδα στο ολικό αίμα εχουν
κυμανθεί γενικά από 5-20 ng/ml στους λήπτες ηπατικού μοσχεύματος και
10-20 ng/ml στους λήπτες νεφρικού και καρδιακού μοσχεύματος κατά το
πρώιμο μεταμοσχευτικό στάδιο. Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της
θεραπείας συντήρησης, οι συγκεντρώσεις στο αίμα εχουν βρεθεί γενικά
μεταξύ 5-15 ng/ml στους λήπτες ηπατικών, νεφρικών και καρδιακών
μοσχευμάτων.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στην tacrolimus ή σε άλλες μακρολίδες.
Υπερευαισθησία σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται στην
παράγραφο 6.1, συγκεκριμένα στο πολυοξυαιθυλένο κικέλαιο
υδρογονωμένο ή σε χημικώς συγγενείς ουσίες.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Στην αρχική μεταμοσχευτική περίοδο, οι ακόλουθες παράμετροι πρέπει
να παρακολουθούνται σε τακτική βάση: αρτηριακή πίεση, ΗΚΓ,
νευρολογική και οφθαλμολογική κατάσταση, επίπεδα της γλυκόζης στο
αίμα σε νηστεία, ηλεκτρολύτες (ιδιαίτερα το κάλιο), έλεγχοι ηπατικής
και νεφρικής λειτουργίας, αιματολογικές παράμετροι, τιμές
πηκτικότητας και προσδιορισμός των πρωτεϊνών του πλάσματος. Εάν
παρατηρηθούν κλινικά σημαντικές αλλαγές, θα πρέπει να εξεταστεί το
ενδεχόμενο προσαρμογών του ανοσοκατασταλτικού σχήματος.
Ουσίες με δυνατότητα αλληλεπίδρασης
Όταν ουσίες με δυνατότητα αλληλεπίδρασης (βλέπε παράγραφο 4.5) –
ιδιαίτερα ισχυροί αναστολείς του CYP3A4 (όπως τελαπρεβίρη,
μποσεπρεβίρη, ριτοναβίρη, κετοκοναζόλη, βορικοναζόλη, ιτρακοναζόλη,
τελιθρομυκίνη ή κλαριθρομυκίνη) ή επαγωγείς του CYP3A4 (όπως
ριφαμπικίνη, ριφαμπουτίνη) συνδυάζονται με την tacrolimus, τα επίπεδα
συγκέντρωσης της tacrolimus στο αίμα πρέπει να παρακολουθούνται
έτσι ώστε να προσαρμοστεί κατάλληλα η δόση της tacrolimus με σκοπό
να διατηρηθεί παρόμοια η έκθεση στην tacrolimus.
Τα σκευάσματα φυτικής προέλευσης που περιέχουν St. Johns wort
(Hypericum perforatum) ή άλλα σκευάσματα φυτικής προέλευσης πρέπει
να αποφεύγονται όταν λαμβάνεται το Prograf λόγω του κινδύνου
αλληλεπιδράσεων που οδηγούν είτε σε μείωση των συγκεντρώσεων της
tacrolimus στο αίμα και σε μειωμένο κλινικό αποτέλεσμα της tacrolimus,
ή σε αύξηση των συγκεντρώσεων της tacrolimus στο αίμα και του κινδύνου
τοξικότητας της tacrolimus (βλέπε παράγραφο 4.5).
Η συνδυασμένη χορήγηση κυκλοσπορίνης και tacrolimus πρέπει να
αποφεύγεται και πρέπει να δίδεται προσοχή όταν χορηγείται tacrolimus
σε ασθενείς που έχουν προηγουμένως λάβει κυκλοσπορίνη (βλέπε
παραγράφους 4.2 και 4.5).
Θα πρέπει να αποφεύγεται η υψηλή πρόσληψη καλίου ή τα
καλιοσυντηρητικά διουρητικά (βλέπε παράγραφο 4.5)
Ορισμένοι συνδυασμοί της tacrolimus με φάρμακα γνωστής νεφροτοξικής ή
νευροτοξικής δράσης τους μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο αυτών των
δράσεων (βλέπε παράγραφο 4.5).
Εμβολιασμός
Τα ανοσοκατασταλτικά μπορεί να επηρεάσουν την απόκριση σε
εμβολιασμό και οι εμβολιασμοί μπορεί να είναι λιγότερο
αποτελεσματικοί κατά τη διάρκεια της θεραπείας με tacrolimus . Η
χρήση ζώντων εξασθενημένων εμβολίων πρέπει να αποφεύγεται.
Διαταραχές του γαστρεντερικού
Έχει αναφερθεί διάτρηση του γαστρεντερικού σωλήνα σε ασθενείς που
λαμβάνουν θεραπεία με tacrolimus. Δεδομένου ότι η διάτρηση του
γαστρεντερικού σωλήνα είναι ένα ιατρικά σημαντικό σύμβαμα που
μπορεί να οδηγήσει σε μια απειλητική για τη ζωή ή σοβαρή κατάσταση,
πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο κατάλληλης θεραπείας αμέσως μετά
την εμφάνιση ύποπτων συμπτωμάτων ή σημείων.
Επειδή τα επίπεδα της tacrolimus στο αίμα μπορεί να μεταβληθούν
σημαντικά κατά τη διάρκεια επεισοδίων διάρροιας, συνιστάται επιπλέον
παρακολούθηση των συγκεντρώσεων της tacrolimus κατά τη διάρκεια
επεισοδίων διάρροιας.
Καρδιακές διαταραχές
Σε σπάνιες περιπτώσεις έχει παρατηρηθεί κοιλιακή υπερτροφία ή
υπερτροφία του διαφράγματος αναφερόμενες ως μυοκαρδιοπάθειες. Οι
περισσότερες περιπτώσεις ήταν αναστρέψιμες και παρατηρήθηκαν
κυρίως σε παιδιά με κατώτερες συγκεντρώσεις της tacrolimus στο αίμα
πολύ υψηλότερες από τα συνιστώμενα ανώτατα όρια. Άλλοι παράγοντες
που παρατηρήθηκε ότι αύξησαν τον κίνδυνο εμφάνισης αυτών των
κλινικών καταστάσεων περιλαμβάνουν προϋπάρχουσα καρδιοπάθεια,
χρήση κορτικοστεροειδών, υπέρταση, νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία,
λοιμώξεις, υπερφόρτωση με υγρά και οίδημα. Ως εκ τούτου, ασθενείς
υψηλού κινδύνου, ιδιαίτερα μικρά παιδιά και εκείνοι που υποβάλλονται
σε ισχυρή ανοσοκατασταλτική θεραπεία, πρέπει να παρακολουθούνται με
ηχοκαρδιογράφημα ή ΗΚΓ πριν και μετά τη μεταμόσχευση (π.χ. αρχικά
στους τρεις μήνες και μετά στους 9-12 μήνες). Αν εμφανισθούν
ανωμαλίες, θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο μείωσης της δόσης
του Prograf, ή αλλαγής της θεραπείας σε κάποιο άλλο ανοσοκατασταλτικό
παράγοντα. Η tacrolimus μπορεί να παρατείνει το διάστημα QT και
μπορεί να προκαλέσει κοιλιακή ταχυκαρδία δίκην ριπιδίου (
Torsades de
Pointes)
. Πρέπει να δίδεται προσοχή σε ασθενείς με παράγοντες
κινδύνου για παράταση του διαστήματος QT, συμπεριλαμβανομένων των
ασθενών με ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό παράτασης του
διαστήματος QT, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, βραδυαρρυθμίες και
διαταραχές των ηλεκτρολυτών. Πρέπει να δίδεται επίσης προσοχή σε
ασθενείς που έχουν διαγνωσθεί ή υπάρχει υποψία ότι έχουν Συγγενές
Σύνδρομο Μακρού QT ή επίκτητη παράταση του διαστήματος QT ή σε
ασθενείς που λαμβάνουν συγχορηγούμενες αγωγές που είναι γνωστό ότι
παρατείνουν το διάστημα QT, προκαλούν διαταραχές των ηλεκτρολυτών
ή είναι γνωστό ότι αυξάνουν την έκθεση στην tacrolimus (βλέπε
παράγραφο 4.5).
Λεμφοϋπερπλαστικές διαταραχές και κακοήθειες
Έχει αναφερθεί ότι ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία με Prograf
ανέπτυξαν λεμφοϋπερπλαστικές διαταραχές συσχετιζόμενες με τον ιό
Εpstein-Barr (EBV) (βλέπε παράγραφο 4.8). Οι ασθενείς που μετέβησαν σε
θεραπεία με Prograf δεν πρέπει να υποβάλλονται συγχρόνως σε αντι-
λεμφοκυτταρική θεραπεία. Πολύ μικρά παιδιά (<2 ετών) αρνητικά στο
αντιγόνο του ιού EBV-VCA- διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης
λεμφοβλαστικών διαταραχών. Επομένως, σε αυτή την κατηγορία
ασθενών,θα πρέπει να επιβεβαιώνεται ο ορολογικός έλεγχος ως προς τα
EBV-VCA αντισώματα πριν από την έναρξη της θεραπείας με Prograf .
Επίσης συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση με EBV-PCR κατά τη
διάρκεια της θεραπείας. Οι θετικοί έλεγχοι EBV-PCR ενδέχεται να
εμμείνουν για μήνες και δεν αποτελούν καθαυτού ένδειξη
λεμφοβλαστικής νόσου ή λεμφώματος.
Όπως και με άλλους ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες, λόγω του
δυνητικού κινδύνου κακοήθων δερματικών αλλοιώσεων, η έκθεση στο
ηλιακό φως και στην υπεριώδη ακτινοβολία πρέπει να περιορίζεται με
χρήση προστατευτικών ρούχων και αντιηλιακού με υψηλό δείκτη
προστασίας.
Όπως και με άλλες ισχυρές ανοσοκατασταλτικες ουσίες, ο κίνδυνος
δευτεροπαθούς καρκίνου είναι άγνωστος (βλέπε παράγραφο 4.8).
Σύνδρομο αναστρέψιμης οπίσθιας εγκεφαλοπάθειας (PRES)
Έχει αναφερθεί ότι ασθενείς που λάμβαναν θεραπεία με tacrolimus
ανέπτυξαν σύνδρομο αναστρέψιμης οπίσθιας εγκεφαλοπάθειας (PRES).
Εάν ασθενείς που λαμβάνουν tacrolimus παρουσιάσουν συμπτώματα που
υποδεικνύουν PRES όπως κεφαλαλγία, αλλαγές στη διανοητική
κατάσταση, επιληπτικές κρίσεις και διαταραχές της όρασης, θα πρέπει
να πραγματοποιηθεί ακτινολογική εξέταση (π.χ MRI). Εφόσον διαγνωσθεί
το PRES, συνιστάται επαρκής έλεγχος της αρτηριακής πίεσης και άμεση
διακοπή της συστημικής tacrolimus. Οι περισσότεροι ασθενείς
ανακάμπτουν πλήρως μετά από τη λήψη κατάλληλων μέτρων.
Ευκαιριακές λοιμώξεις
Ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με ανοσοκατασταλτικά,
συπεριλαμβανομένου του Prograf διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο
ανάπτυξης ευκαιριακών λοιμώξεων (βακτηριακών, μυκητιασικών,
ιογενών και πρωτοζωικών). Μεταξύ αυτών των καταστάσεων είναι και η
νεφροπάθεια που συσχετίζεται με τον ιό ΒΚ και η προοδευτική
πολυεστιακή λευκοεγκεφαλοπάθεια (PML) που συσχετίζεται με τον ιό JC.
Αυτές οι λοιμώξεις συχνά σχετίζονται με υψηλό ολικό
ανοσοκατασταλτικό φορτίο και μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρές ή
θανατηφόρες καταστάσεις τις οποίες οι ιατροί θα πρέπει να λάβουν
υπόψη σε ασθενείς με επιδεινούμενη νεφρική λειτουργία ή νευρολογικά
συμπτώματα.
Αμιγής ερυθροκυτταρική απλασία
Σε ασθενείς που λάμβαναν θεραπεία με tacrolimus, έχουν αναφερθεί
περιπτώσεις αμιγούς ερυθροκυτταρικής απλασίας (PRCA). Όλοι οι
ασθενείς ανέφεραν παράγοντες κινδύνου για την PRCA όπως λοίμωξη
από παρβοϊό Β19, υποκείμενη νόσο ή συγχορηγούμενες φαρμακευτικές
αγωγές που συσχετίζονται με την PRCA .
Εάν από λάθος, το ανασυσταθέν Prograf 5 mg/ml, πυκνό διάλυμα για
παρασκευή διαλύματος προς έγχυση χορηγηθεί είτε ενδοαρτηριακώς ή
περιαγγειακώς, μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό στο σημείο της ένεσης.
Έκδοχα
Το Prograf 5 mg/ml πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς
έγχυση περιέχει
Πολυοξυαιθυλένο κικέλαιο υδρογονωμένο, το οποίο έχει αναφερθεί ότι
προκαλεί αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις. Γι’ αυτό απαιτείται προσοχή σε
ασθενείς που ήδη έχουν λάβει σκευάσματα που περιέχουν παράγωγα του
Πολυοξυαιθυλένο κικελαίου είτε μέσω ενδοφλέβιας ένεσης ή έγχυσης,
καθώς και σε ασθενείς με αλλεργική προδιάθεση. Ο κίνδυνος εμφάνισης
αναφυλαξίας μπορεί να μειωθεί με αργή έγχυση του ανασυσταθέντος
Prograf 5 mg/ml πυκνού διαλύματος για παρασκευή διαλύματος προς
έγχυση ή με προηγούμενη χορήγηση ενός αντιϊσταμινικού φαρμάκου. Οι
ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται στενά κατά τη διάρκεια των 30
πρώτων λεπτών της έγχυσης για πιθανή αναφυλακτοειδή αντίδραση.
Πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν το περιεχόμενο σε αιθανόλη (638 mg ανά
ml) του Prograf 5 mg/ml. πυκνού διαλύματος για παρασκευή διαλύματος
προς έγχυση.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και
άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Μεταβολικές αλληλεπιδράσεις
Η συστηματικά διαθέσιμη tacrolimus μεταβολίζεται μέσω του ηπατικού
CYΡ3Α4. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις μεταβολισμού στο γαστρεντερικό
σύστημα μέσω του CYΡ3Α4 του εντερικού τοιχώματος. Η ταυτόχρονη
χρήση φαρμακευτικών προϊόντων ή φαρμάκων φυτικής προέλευσης που
είναι γνωστό ότι αναστέλλουν ή επάγουν το CYP3A4 μπορεί να
επηρεάσει το μεταβολισμό της tacrolimus και συνακόλουθα να αυξήσει ή
να μειώσει τα επίπεδα της tacrolimus στο αίμα.
Γι’ αυτό συνιστάται έντονα στενή παρακολούθηση των επιπέδων
συγκέντρωσης της tacrolimus στο αίμα καθώς και της παράτασης του
διαστήματος QT (ΗΚΓ), της νεφρικής λειτουργίας και άλλων
ανεπιθύμητων ενεργειών, όταν χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα ουσίες που
μπορούν να τροποποιήσουν τον μεταβολισμό μέσω του CYP3A4 καθώς
και διακοπή ή προσαρμογή της δόσης της tacrolimus όπως απαιτείται,
προκειμένου να διατηρηθεί παρόμοια έκθεση στην tacrolimus (βλέπε
παραγράφους 4.2 και 4.4).
Αναστολείς του μεταβολισμού
Κλινικά έχει αποδειχθεί ότι οι ακόλουθες ουσίες αυξάνουν τα επίπεδα
συγκέντρωσης της tacrolimus στο αίμα:
Έχουν παρατηρηθεί ισχυρές αλληλεπιδράσεις με αντιμυκητιασικούς
παράγοντες όπως κετοκοναζόλη, φλουκοναζόλη, ιτρακοναζόλη και
βορικοναζόλη, το μακρολιδικό αντιβιοτικό ερυθρομυκίνη, αναστολείς της
HIV πρωτεάσης (π.χ. ριτοναβίρη νελφιναβίρη, σακουιναβίρη) ή
αναστολείς της ΗCV πρωτεάσης (π.χ τελαπρεβίρη, μποσεπρεβίρη). Η
ταυτόχρονη χρήση των ουσιών αυτών μπορεί να απαιτήσει μειωμένη
δόση tacrolimus σε όλους σχεδόν τους ασθενείς.
Ασθενέστερες αλληλεπιδράσεις έχουν παρατηρηθεί με την κλοτριμαζόλη,
την κλαριθρομυκίνη, την ιοσαμυκίνη, τη νιφεδιπίνη, τη νικαρδιπίνη, τη
διλτιαζέμη, τη βεραπαμίλη, την αμιωδαρόνη, τη δαναζόλη, την
αιθυνυλοιστραδιόλη, την ομεπραζόλη, τη νεφαζοδόνη και θεραπείες με
(κινέζικα) βότανα που περιέχουν εκχυλίσματα από Schisandra
sphenanthera.
In
vitro έχει δειχθεί ότι οι ακόλουθες ουσίες είναι πιθανοί αναστολείς του
μεταβολισμού της tacrolimus: βρωμοκρυπτίνη, κορτιζόνη, δαψόνη,
εργοταμίνη, γεστοδένη, λιδοκαΐνη, μεφαινυτοΐνη, μικοναζόλη,
μιδαζολάμη, νιλβαδιπίνη, νορεθιστερόνη, κινιδίνη, ταμοξιφαίνη,
τρολεανδομυκίνη.
Ο χυμός γκρέιπφρουτ έχει αναφερθεί ότι αυξάνει τα επίπεδα της
tacrolimus στο αίμα και γι’ αυτό πρέπει να αποφεύγεται.
Η λανσοπραζόλη και η κυκλοσπορίνη μπορούν δυνητικά να αναστείλουν
το μεταβολισμό της tacrolimus μέσω του CYP3A4 και επομένως να
αυξάνουν τις ολικές συγκεντρώσεις της tacrolimus στο ολικό αίμα.
Άλλες αλληλεπιδράσεις που οδηγούν δυνητικά σε αύξηση των επιπέδων
tacrolimus στο αίμα
Η tacrolimus συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις πρωτεΐνες του
πλάσματος. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν πιθανές αλληλεπιδράσεις με
άλλες δραστικές ουσίες που είναι γνωστό ότι έχουν υψηλή συγγένεια με
τις πρωτεΐνες του πλάσματος (π.χ. ΜΣΑΦ, από του στόματος
αντιπηκτικά, ή από του στόματος αντιδιαβητικά).
Άλλες πιθανές αλληλεπιδράσεις που ενδέχεται να αυξήσουν τη
συστηματική έκθεση στην tacrolimus περιλαμβάνουν τον προκινητικό
παράγοντα μετοκλοπραμίδη,τη σιμετιδίνη και το υδροξείδιο μαγνησίου-
αλουμινίου.
Επαγωγείς του μεταβολισμού
Κλινικά οι ακόλουθες ουσίες έχει δειχθεί ότι μειώνουν τα επίπεδα
συγκέντρωσης της tacrolimus στο αίμα:
Ισχυρές αλληλεπιδράσεις έχουν παρατηρηθεί με τη ριφαμπικίνη, τη
φαινυτοΐνη ή το St. Johns Wort (Hypericum perforatum) οι οποίες μπορεί να
απαιτήσουν αυξημένη δοσολογία tacrolimus σε όλους σχεδόν τους
ασθενείς. Κλινικά σημαντικές αλληλεπιδράσεις έχουν επίσης
παρατηρηθεί με τη φαινοβαρβιτάλη. Οι δόσεις συντήρησης
κορτικοστεροειδών έχει δειχθεί ότι μειώνουν τα επίπεδα της tacrolimus
στο αίμα.
Υψηλή δόση πρεδνιζολόνης ή μεθυλπρεδνιζολόνης χορηγούμενη για τη
θεραπεία της οξείας απόρριψης μπορεί δυνητικά να αυξήσει ή να μειώσει
τα επίπεδα της tacrolimus στο αίμα.
Η καρβαμαζεπίνη, η μεταμιζόλη και η ισονιαζίδη μπορούν δυνητικά να
μειώσουν τις συγκεντρώσεις της tacrolimus.
Επίδραση της tacrolimus στο μεταβολισμό άλλων φαρμακευτικών
προϊόντων
Η tacrolimus είναι γνωστός αναστολέας του CYP3A4. Γι’ αυτό η
ταυτόχρονη χρήση tacrolimus με φαρμακευτικά προϊόντα που είναι
γνωστό ότι μεταβολίζονται μέσω του CYP3A4 μπορεί να επηρεάσει το
μεταβολισμό τέτοιων φαρμακευτικών προϊόντων.
Ο χρόνος ημιζωής της κυκλοσπορίνης παρατείνεται όταν χορηγείται
ταυτόχρονα με tacrolimus. Επιπρόσθετα, μπορεί να παρουσιάσουν
συνεργικές/αθροιστικές νεφροτοξικές δράσεις. Γι’ αυτούς τους λόγους
δεν συνιστάται η συνδυασμένη χορήγηση κυκλοσπορίνης και tacrolimus
και πρέπει να δίδεται προσοχή όταν χορηγείται tacrolimus σε ασθενείς
που έχουν λάβει προηγουμένως κυκλοσπορίνη (βλέπε παραγράφους 4.2
και 4.4).
Η tacrolimus έχει δειχθεί ότι αυξάνει τα επίπεδα της φαινυτοΐνης στο
αίμα.
Επειδή η tacrolimus ενδέχεται να μειώσει την κάθαρση των στεροειδών
αντισυλληπτικών οδηγώντας σε αυξημένη έκθεση στις ορμόνες, πρέπει
να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή όταν αποφασίζονται αντισυλληπτικά
μέτρα.
Υπάρχει περιορισμένη γνώση για τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ της
tacrolimus και των στατινών. Κλινικά δεδομένα υποδεικνύουνότι η
φαρμακοκινητική των στατινών παραμένει σε μεγάλο βαθμό
ανεπηρέαστη από τη συγχορήγηση tacrolimus.
Δεδομένα από μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι η tacrolimus μπορεί
δυνητικά να μειώσει την κάθαρση και να αυξήσει το χρόνο ημιζωής της
πεντοβαρβιτάλης και της φεναζόνης.
Άλλες αλληλεπιδράσεις που έχουν οδηγήσει σε κλινικά επιβλαβείς
επιδράσεις
Η ταυτόχρονη χρήση της tacrolimus με φαρμακευτικά προϊόντα που είναι
γνωστό ότι έχουν νεφροτοξικές ή νευροτοξικές δράσεις ενδέχεται να
αυξήσει τις δράσεις αυτές (π.χ. αμινογλυκοσίδες, αναστολείς της
γυράσης, βανκομυκίνη, σουλφαμεθοξαζόλη + τριμεθοπρίμη, ΜΣΑΦ,
γανκυκλοβίρη ή ακυκλοβίρη).
Έχει παρατηρηθεί αυξημένη νεφροτοξικότητα μετά από χορήγηση
αμφοτερικίνης Β και ιβουπροφαίνης σε συνδυασμό με tacrolimus.
Επειδή η θεραπεία με tacrolimus ενδέχεται να συσχετίζεται με
υπερκαλιαιμία ή μπορεί να επιτείνει προϋπάρχουσα υπερκαλιαιμία,
πρέπει να αποφεύγεται η πρόσληψη υψηλών ποσοτήτων καλίου και η
λήψη καλιοσυντηρητικών διουρητικών (π.χ. αμιλορίδη, τριαμτερένη ή
σπειρονολακτόνη) (βλέπε παράγραφο 4.4).
Τα ανοσοκατασταλτικά μπορεί να επηρεάσουν την απόκριση σε
εμβολιασμό και οι εμβολιασμοί μπορεί να είναι λιγότερο
αποτελεσματικοί κατά τη διάρκεια της θεραπείας με tacrolimus . Η
χρήση ζώντων εξασθενημένων εμβολίων πρέπει να αποφεύγεται (βλέπε
παράγραφο 4.4).
4.6 Γονιμότητα κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη
Δεδομένα στον άνθρωπο δείχνουν ότι η tacrolimus μπορεί να διαπερνά
τον πλακούντα.
Περιορισμένα δεδομένα από λήπτες μεταμοσχευμένων οργάνων δεν
δείχνουν αυξημένο κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών για την εξέλιξη και
το αποτέλεσματης κύησης υπό θεραπεία με tacrolimus σε σύγκριση με
άλλα ανοσοκατασταλτικά φαρμακευτικά προϊόντα. Ωστόσο, έχουν
αναφερθεί περιπτώσεις αυθόρμητων αποβολών. Έως σήμερα, δεν
υπάρχουν διαθέσιμα άλλα σχετικά επιδημιολογικά δεδομένα. Λόγω της
ανάγκης για θεραπεία, η tacrolimus μπορεί να εξεταστεί σε έγκυες
γυναίκες όταν δεν υπάρχει ασφαλέστερη εναλλακτική θεραπεία και όταν
το αναμενόμενο όφελος δικαιολογεί τον πιθανό κίνδυνο για το έμβρυο.
Σε περίπτωση in
utero
έκθεσης, συνιστάται παρακολούθηση του
νεογέννητου για πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες της tacrolimus
(ιδιαίτερα επιδράσεις στους νεφρούς). Υπάρχει κίνδυνος πρόωρου
τοκετού (<37
η
εβδομάδα) καθώς επίσης και υπερκαλιαιμίας στο
νεογέννητο, η οποία, ωστόσο, αποκαθίσταται αυτόματα.
Σε αρουραίους και κουνέλια, η tacrolimus προκάλεσε εμβρυϊκή
τοξικότητα σε δόσεις που επέδειξαν μητρική τοξικότητα (βλέπε
παράγραφο 5.3).
Θηλασμός
Δεδομένα στον άνθρωπο δείχνουν ότι η tacrolimus απεκκρίνεται στο
μητρικό γάλα. Επειδή δεν μπορούν να αποκλεισθούν επιβλαβείς δράσεις
στο νεογέννητο, οι γυναίκες δεν πρέπει να θηλάζουν ενώ λαμβάνουν
Prograf.
Γονιμότητα
Έχει παρατηρηθεί σε αρουραίους αρνητική επίδραση της tacrolimus στην
γονιμότητα των αρσενικών με τη μορφή μειωμένου αριθμού
σπερματοζωαρίων και κινητικότητας (βλ.παράγραφο 5.3).
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών
Δεν εφαρμόζεται.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Το προφίλ των ανεπιθύμητων ενεργειών που συσχετίζονται με
ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες, είναι συχνά δύσκολο να τεκμηριωθεί
λόγω της υποκείμενης νόσου και της σύγχρονης χρήσης πολλών
φαρμακευτικών προϊόντων.
Πολλές από τις κατωτέρω αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι
αναστρέψιμες και/ή ανταποκρίνονται στη μείωση της δόσης. Η χορήγηση
από το στόμα φαίνεται ότι συνδέεται με μικρότερη συχνότητα εμφάνισης
ανεπιθύμητων ενεργειών συγκρινόμενη με την ενδοφλέβια χορήγηση. Οι
ανεπιθύμητες ενέργειες αναφέρονται παρακάτω με φθίνουσα σειρά
συχνότητας εμφάνισης: πολύ συχνές (≥1/10), συχνές (≥1/100 έως
<1/10), όχι συχνές (≥1/1.000 έως <1/100), σπάνιες (≥1/10.000 έως
<1/1.000), πολύ σπάνιες (<1/10.000), μη γνωστές (δεν μπορούν να
εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα)).
Λοιμώξεις και παρασιτώσεις
Όπως είναι ευρέως γνωστό και για άλλους ισχυρούς
ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες, ασθενείς που λαμβάνουν tacrolimus
διατρέχουν συχνά αυξημένο κίνδυνο λοιμώξεων (ιογενών, βακτηριακών,
μυκητιασικών και πρωτοζωικών). Προϋπάρχουσες λοιμώξεις μπορεί να
επιδεινωθούν. Μπορεί να εμφανισθούν τόσο γενικευμένες όσο και
τοπικές λοιμώξεις.
Σε ασθενείς που λάμβαναν θεραπεία με ανοσοκατασταλτικά,
συμπεριλαμβανομένου του Prograf έχουν αναφερθεί περιπτώσεις
νεφροπάθειας συσχετιζόμενης με τον ιό ΒΚ, καθώς και περιπτώσεις
προοδευτικής πολυεστιακής λευκοεγκεφαλοπάθειας (PML)
συσχετιζόμενης με τον ιό JC.
Νεοπλάσματα καλοήθη, κακοήθη και μη καθορισμένα (περιλαμβάνονται
κύστεις και πολύποδες)
Οι ασθενείς που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτική αγωγή διατρέχουν
αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης νεοπλασιών. Σε συσχέτιση με την αγωγή με
tacrolimus έχουν αναφερθείκαλοήθη όπως επίσης και κακοήθη
νεοπλάσματα συμπεριλαμβανομένων λεμφοϋπερπλαστικών διαταραχών
σχετιζόμενων με τον EBV καθώς και κακοηθειών του δέρματος.
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος
συχνές: αναιμία, λευκοπενία, θρομβοπενία, λευκοκυττάρωση, μη
φυσιολογικές αναλύσεις των ερυθροκυττάρων
όχι συχνές: διαταραχές της πήξης, μη φυσιολογικές αναλύσεις για την
πήξη και ροή του αίματος, πανκυτταροπενία, ουδετεροπενία
σπάνιες: θρομβωτική θρομβοπενική πορφύρα, υποπροθρομβιναιμία
μη γνωστές: αμιγής ερυθροκυτταρική απλασία, ακοκκιοκυττάρρωση,
αιμολυτική αναιμία
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Έχουν παρατηρηθεί αλλεργικές και αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις σε
ασθενείς που λάμβαναν tacrolimus (βλέπε παράγραφο 4.4).
Διαταραχές του ενδοκρινικού συστήματος
σπάνιες: υπερτρίχωση
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης
πολύ συχνές: υπεργλυκαιμικές καταστάσεις, σακχαρώδης διαβήτης,
υπερκαλιαιμία
συχνές: υπομαγνησιαιμία, υποφωσφαταιμία, υποκαλιαμία,
υπασβεστιαιμία, υπονατριαιμία, υπερφόρτωση με υγρά,
υπερουριχαιμία, μειωμένη όρεξη, μεταβολική οξέωση,
υπερλιπιδαιμία, υπερχοληστερολαιμία,
υπερτριγλυκεριδαιμία, άλλες διαταραχές των ηλεκτρολυτών
όχι συχνές: αφυδάτωση, υποπρωτεϊναιμία, υπερφωσφαταιμία,
υπογλυκαιμία
Ψυχιατρικές διαταραχές
πολύ συχνές: αϋπνία
συχνές: συμπτώματα άγχους, σύγχυση και αποπροσανατολισμός,
κατάθλιψη, καταθλιπτική διάθεση, διαταραχές και
ενοχλήσεις της διάθεσης, εφιάλτης, παραίσθηση, ψυχικές
διαταραχές
όχι συχνές: ψυχωσική διαταραχή
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
πολύ συχνές: τρόμος, κεφαλαλγία
συχνές: επιληπτικές κρίσεις, διαταραχές της συνείδησης,
παραισθησία και δυσαισθησία, περιφερική
νευροπάθεια, ζάλη, μειωμένη ικανότητα στη γραφή,
διαταραχές του νευρικού συστήματος
όχι συχνές: κώμα, αιμορραγία του κεντρικού νευρικού συστήματος και
αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, παράλυση και πάρεση,
εγκεφαλοπάθεια, διαταραχές του λόγου και της ομιλίας,
αμνησία
σπάνιες: υπερτονία
πολύ σπάνιες: μυασθένεια
Οφθαλμικές διαταραχές
συχνές: θαμπή όραση, φωτοφοβία, οφθαλμικές διαταραχές
όχι συχνές: καταρράκτης
σπάνιες: τύφλωση
Διαταραχές του ωτός και λαβυρίνθου
συχνές: εμβοές
όχι συχνές: υποακοϊα
σπάνιες: νευροαισθητήριος κώφωση
πολύ σπάνιες: έκπτωση της ακουστικής οξύτητας
Καρδιακές διαταραχές
συχνές: ισχαιμικές διαταραχές της στεφανιαίας αρτηρίας,
ταχυκαρδία
όχι συχνές: κοιλιακές αρρυθμίες και καρδιακή ανακοπή, καρδιακή
ανεπάρκεια, καρδιομυοπάθειες, κοιλιακή υπερτροφία,
υπερκοιλιακές αρρυθμίες, αίσθημα παλμών
σπάνιες: περικαρδιακή συλλογή
πολύ σπάνιες: κοιλιακή ταχυκαρδία δίκην ριπιδίου (Torsades
de
Pointes
)
Αγγειακές διαταραχές
πολύ συχνές: υπέρταση
συχνές: αιμορραγία, θρομβοεμβολικά και ισχαιμικά συμβάματα,
περιφερικές αγγειακές διαταραχές, αγγειακές υποτασικές
διαταραχές
όχι συχνές: έμφραγμα, εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση άκρου,
καταπληξία
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του
μεσοθωράκιου
συχνές: δύσπνοια, διαταραχές του πνευμονικού παρεγχύματος,
εξιδρωματική πλευρίτιδα, φαρυγγίτιδα, βήχας, ρινική
συμφόρηση και φλεγμονή
όχι συχνές: αναπνευστική ανεπάρκεια, διαταραχές του αναπνευστικού
συστήματος, άσθμα
σπάνιες: οξύ σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας
Διαταραχές του γαστρεντερικού
πολύ συχνές: διάρροια, ναυτία
συχνές: γαστρεντερικές φλεγμονώδεις καταστάσεις, γαστρεντερικό
έλκος και διάτρηση, γαστρεντερικές αιμορραγίες,
στοματίτιδα και έλκη, ασκίτης, έμετος, γαστρεντερικά και
κοιλιακά άλγη, δυσπεπτικά σημεία και συμπτώματα,
δυσκοιλιότητα, μετεωρισμός, εντερικά αέρια και διάταση,
χαλαρά κόπρανα, σημεία και συμπτώματα του
γαστρεντερικού
όχι συχνές: παραλυτικός ειλεός, οξεία και χρόνια παγκρεατίτιδα,
γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, μειωμένη γαστρική
κένωση
σπάνιες: ατελής ειλεός, ψευδοκύστη του παγκρέατος
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
συχνές: χολόσταση και ίκτερος, ηπατοκυτταρική βλάβη και
ηπατίτιδα, χολαγγειΐτιδα
σπάνιες: θρόμβωση ηπατικής αρτηρίας, φλεβοαποφρακτική
ηπατοπάθεια
πολύ σπάνιες: ηπατική ανεπάρκεια, στένωση του χοληφόρου πόρου
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
συχνές: κνησμός, εξάνθημα, αλωπεκία, ακμή, αυξημένη εφίδρωση
όχι συχνές: δερματίτιδα, φωτοευαισθησία
σπάνιες: τοξική επιδερμική νεκρόλυση (σύνδρομο Lyell)
πολύ σπάνιες: σύνδρομο Stevens-Johnson
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού
συχνές: αρθραλγία, μυϊκοί σπασμοί, άλγος στα άκρα, οσφυαλγία
όχι συχνές: αρθροπάθειες
σπάνιες: μειωμένη κινητικότητα
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών
πολύ συχνές: νεφρική δυσλειτουργία
συχνές: νεφρική ανεπάρκεια, οξεία νεφρική ανεπάρκεια, ολιγουρία,
σωληναριακή νέκρωση, τοξική νεφροπάθεια, διαταραχές
της διούρησης, συμπτώματα της ουροδόχου κύστης και της
ουρήθρας
όχι συχνές: ανουρία, αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο
πολύ σπάνιες: νεφροπάθεια, αιμορραγική κυστίτιδα
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και του μαστού
όχι συχνές: δυσμηνόρροια και αιμορραγία της μήτρας
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
συχνές: ασθενικές καταστάσεις, πυρετικές διαταραχές, οίδημα,
άλγος και δυσφορία, διαταραχή της αίσθησης της
θερμοκρασίας σώματος
όχι συχνές: πολυοργανική ανεπάρκεια, γριπώδης συνδρομή, δυσανεξία
στη θερμοκρασία, αίσθηση πίεσης στο θώρακα, αίσθηση
εκνευρισμού, μη φυσιολογική αίσθηση,
σπάνιες: δίψα, πτώση, αίσθημα σύσφιξης στο θώρακα, έλκος
πολύ σπάνιες: αυξημένος λιπώδης ιστός
Παρακλινικές εξετάσεις
συχνές: δοκιμασίες ηπατικής λειτουργίας μη φυσιολογικές,
αυξημένη αλκαλική φωσφατάση αίματος, αυξημένο
σωματικό βάρος
όχι συχνές: αυξημένη αμυλάση αίματος, μη φυσιολογικό ΗΚΓ, μη
φυσιολογικός καρδιακός ρυθμός και σφυγμός, μειωμένο
σωματικό βάρος, αυξημένη γαλακτική αφυδρογονάση
αίματος
πολύ σπάνιες: μη φυσιολογικό ηχοκαρδιογράφημα, παρατεταμένο
διάστημα QT στο ηλεκτροκαρδιογράφημα
Κακώσεις, δηλητηριάσεις και επιπλοκές θεραπευτικών χειρισμών
συχνές: δυσλειτουργία πρωτογενούς μοσχεύματος
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους
επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του
εθνικού συστήματος αναφοράς: Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων,
Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός, Αθήνα. Τηλ: +30 213
2040380/337, Φαξ: +30 210 6549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr
4.9 Υπερδοσολογία
Η εμπειρία αναφορικά με την υπερδοσολογία είναι περιορισμένη. Έχουν
αναφερθεί αρκετές περιπτώσεις τυχαίας υπερδοσολογίας. Τα
συμπτώματα περιλάμβαναν τρόμο, κεφαλαλγία, ναυτία και έμετο,
λοιμώξεις, κνίδωση, λήθαργος, αυξήσεις στα επίπεδα συγκέντρωσης του
αζώτου ουρίας του αίματος, της κρεατινίνης ορού και της
αμινοτρανσφεράσης της αλανίνης.
Δεν υπάρχει διαθέσιμο ειδικό αντίδοτο για τη θεραπεία με Prograf. Σε
περίπτωση υπερδοσολογίας πρέπει να ληφθούν γενικά υποστηρικτικά
μέτρα και να ακολουθηθεί συμπτωματική θεραπεία.
Λόγω του μεγάλου μοριακού βάρους της, τη μικρή της διαλυτότητα στο
νερό και την εκτεταμένη σύνδεση με τα ερυθρά αιμοσφαίρια και τις
πρωτεΐνες του πλάσματος, αναμένεται ότι η tacrolimus δεν
απομακρύνεται με αιμοκάθαρση. Σε μεμονωμένους ασθενείς με πολύ
υψηλά επίπεδα στο αίμα, η αιμοδιήθηση ή αιμοδιαδιήθηση ήταν
αποτελεσματικές στη μείωση των τοξικών συγκεντρώσεων. Σε
περιπτώσεις δηλητηρίασης από το στόμα, η γαστρική πλύση και/ή η
χρήση προσροφητικών ουσιών (όπως ο ενεργός άνθρακας) μπορεί να
βοηθήσει εάν χρησιμοποιηθούν σύντομα μετά την πρόσληψη.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αναστολείς της καλσινευρίνης,
Κωδικός ATC: L04AD02
Μηχανισμός δράσης και φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Σε μοριακό επίπεδο, οι δράσεις της tacrolimus φαίνεται ότι
επιτυγχάνονται μέσω σύνδεσης με μία κυτταροπλασματική πρωτεΐνη
(FKBP12) η οποία ευθύνεται για την ενδοκυτταρική συσσώρευση της
ουσίας . Το σύμπλεγμα FKBP12-tacrolimus συνδέεται ειδικά και
ανταγωνιστικά στην καλσινευρίνη και την αναστέλλει οδηγώντας έτσι
σε ασβεστιο-εξαρτώμενη αναστολή των μονοπατιών μεταγωγής σήματος
στα Τ κύτταρα και εμποδίζοντας συνακόλουθα τη μεταγραφή μιας
διακριτής ομάδας γονιδίων λεμφοκινών.
Η tacrolimus είναι ένας εξαιρετικά ισχυρός ανοσοκατασταλτικός
παράγοντας με αποδεδειγμένη δράση τόσο σε
in vitro
όσο και σε
in vivo
πειράματα.
Συγκεκριμένα, η tacrolimus αναστέλλει τη δημιουργία κυτταροτοξικών
λεμφοκυττάρων τα οποία κυρίως ευθύνονται για την απόρριψη του
μοσχεύματος. Η tacrolimus καταστέλλει την ενεργοποίηση των Τ-
κυττάρων και τον εξαρτώμενο από τα Τ-βοηθητικά κύτταρα
πολλαπλασιασμό των Β-κυττάρων καθώς επίσης και τον σχηματισμό
λεμφοκινών (όπως ιντερλευκινών-2, -3 και γ-ιντερφερόνης) και την
έκφραση του υποδοχέα της ιντερλευκίνης-2.
Αποτελέσματα από δημοσιευμένα στοιχεία σε άλλη πρωτογενή
μεταμόσχευση οργάνου
Το Prograf έχει εξελιχθεί σε μία αποδεκτή θεραπεία ως κύριο
ανοσοκατασταλτικό φαρμακευτικό προϊόν μετά από μεταμόσχευση
παγκρέατος, πνεύμονα και εντέρου. Σε προοπτικές μελέτες η tacrolimus
χορηγούμενη από του στόματος ερευνήθηκε ως κύριο
ανασοκατασταλτικό σε περίπου 175 ασθενείς μετά από μεταμόσχευση
πνεύμονα, 475 ασθενείς μετά από μεταμόσχευση παγκρέατος και 630
ασθενείς μετά από μεταμόσχευση εντέρου. Συνολικά, το προφίλ
ασφάλειας της tacrolimus απο του στόματος σε αυτές τις δημοσιευμένες
μελέτες εμφανίστηκε παρόμοιο με ό,τι έχει αναφερθεί στις μεγάλες
μελέτες, όπου η tacrolimus χρησιμοποιήθηκε ως κύρια θεραπεία σε
μεταμόσχευση ήπατος, νεφρού και καρδιάς. Τα αποτελέσματα των
μεγαλύτερων μελετών σχετικά με την αποτελεσματικότητα για κάθε
ένδειξη αναφέρονται περιληπτικά παρακάτω.
Μεταμόσχευση πνεύμονα
Η ενδιάμεση ανάλυση μιας πρόσφατης πολυκεντρικής μελέτης
αναφέρθηκε στις περιπτώσεις 110 ασθενών οι οποίοι τυχαιοποιήθηκαν
1:1 στην tacrolimus ή στην κυκλοσπορίνη. Η αγωγή με tacrolimus άρχισε
με συνεχή ενδοφλέβια έγχυση σε δόση 0,01 έως 0,03 mg/kg/ημέρα και η
από του στόματος tacrolimus χορηγήθηκε σε δόση 0,05 έως 0,3
mg/kg/ημέρα. Εντός του πρώτου χρόνου μετά τη μεταμόσχευση
αναφέρθηκε χαμηλότερη συχνότητα εμφάνισης επεισοδίων οξείας
απόρριψης για την tacrolimus – έναντι των ασθενών που υπεβλήθησαν σε
θεραπεία με κυκλοσπορίνη (11,5% έναντι 22,6%) και χαμηλότερη
συχνότητα εμφάνισης χρόνιας απόρριψης, του συνδρόμου αποφρακτικής
βρογχιολίτιδας (2,86% έναντι 8,57. Το ποσοστό επιβίωσης των ασθενών
στον 1-χρόνο ήταν 80,8% στην ομάδα της tacrolimus και 83% στην
ομάδα της κυκλοσπορίνης (Treede et al., 3
rd
ICI San Diego, US, 2004; Abstract
22).
Μια άλλη τυχαιοποιημένη μελέτη συμπεριέλαβε 66 ασθενείς στους
οποίους χορηγήθηκε tacrolimus έναντι 67 ασθενών στους οποίους
χορηγήθηκε κυκλοσπορίνη. Η αγωγή με tacrolimus άρχισε με συνεχή
ενδοφλέβια έγχυση σε δόση 0,025 mg/kg/ημέρα και η από του στόματος
tacrolimus χορηγήθηκε σε δόση 0,15 mg/kg/ημέρα με επακόλουθες
προσαρμογές της δόσης με στόχο κατώτερα επίπεδα συγκέντρωσης 10
έως 20 ng/ml. Το ποσοστό επιβίωσης των ασθενών στον 1-χρόνο ήταν
83% για την ομάδα της tacrolimus και 71% για την ομάδα της
κυκλοσπορίνης, το ποσοστό επιβίωσης στα 2-χρόνια ήταν 76% και 66%
αντίστοιχα. Τα επεισόδια οξείας απόρριψης ανά 100 ασθενοημέρες ήταν
αριθμητικά λιγότερα στην tacrolimus (0,85 επεισόδια) από ότι στην
ομάδα της κυκλοσπορίνης (1,09 επεισόδια). Αποφρακτική βρογχιολίτιδα
αναπτύχθηκε σε 21,7% των ασθενών της ομάδας της tacrolimus σε
σύγκριση με το 38,0% των ασθενών της ομάδας της κυκλοσπορίνης (p =
0,025). Σημαντικά περισσότεροι ασθενείς σε αγωγή με κυκλοσπορίνη (n
= 13) χρειάσθηκε να μεταβούν σε αγωγή με tacrolimus από εκείνους που
ήταν σε αγωγή με tacrolimus και χρειάσθηκε να μεταβούν σε αγωγή με
κυκλοσπορίνη (n = 2) ( p = 0,02) (Keenan et al., Ann Thoracic Surg
1995;60:580).
Σε μία επιπλεόν μελέτη δύο κέντρων, 26 ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν στην
ομάδα της tacrolimus έναντι 24 ασθενών στην ομάδα της
κυκλοσπορίνης. Η αγωγή με tacrolimus άρχισε με συνεχή ενδοφλέβια
έγχυση σε δόση 0,05 mg/kg/ημέρα και η από του στόματος tacrolimus
χορηγήθηκε σε δόση 0,1 έως 0,3 mg/kg/ημέρα με επακόλουθες
προσαρμογές της δόσης με στόχο κατώτερα επίπεδα συγκέντρωσης 12
έως 15 ng/ml. Το ποσοστό επιβίωσης στον 1-χρόνο ήταν 73,1% στην
ομάδα της tacrolimus έναντι 79,2% στην ομάδας της κυκλοσπορίνης. Η
απουσία οξείας απόρριψης ήταν υψηλότερη στην ομάδα της tacrolimus
στους 6 μήνες (57,7% έναντι 45,8%) και στον 1 χρόνο μετά από
μεταμόσχευση πνεύμονα (50% έναντι 33,3%) (Treede et al., J Heart Lung
Transplant 2001;20:511).
Οι τρεις μελέτες έδειξαν παρόμοια ποσοστά επιβίωσης. Η συχνότητα
εμφάνισης οξείας απόρριψης ήταν αριθμητικά μικρότερη με την
tacrolimus και στις τρεις μελέτες ενώ μία από τις μελέτες ανέφερε
σημαντικά χαμηλότερη συχνότητα εμφάνισης συνδρόμου αποφρακτικής
βρογχιολίτιδας με την tacrolimus.
Μεταμόσχευση παγκρέατος
Μια πολυκεντρική μελέτη περιέλαβε 205 ασθενείς που υπεβλήθησαν σε
ταυτόχρονη μεταμόσχευση παγκρέατος-νεφρού οι οποίοι
τυχαιοποιήθηκαν στην tacrolimus (n=103) ή στην κυκλοσπορίνη (n=102).
Η αρχική από του στόματος δόση tacrolimus κατά το πρωτόκολλο ήταν
0,2 mg/kg/ημέρα με επακόλουθες προσαρμογές της δόσης με στόχο
κατώτερα επίπεδα συγκέντρωσης 8 έως 15 ng/ml μέχρι την Ημέρα 5 και 5
έως 10 ng/ml μετά το Μήνα 6. Η επιβίωση του παγκρέατος στον ένα χρόνο
ήταν σημαντικά ανώτερη με την tacrolimus: 91,3% έναντι 74,5% με την
κυκλοσπορίνη (p < 0.0005), ενώ η επιβίωση του νεφρικού μοσχεύματος
ήταν παρόμοια και στις δύο ομάδες. Συνολικά, 34 ασθενείς άλλαξαν
θεραπεία από κυκλοσπορίνη σε tacrolimus,ενώ μόνο 6 ασθενείς της
ομάδας της tacrolimus χρειάσθηκαν εναλλακτική θεραπεία (Bechstein et al.,
Transplantation 2004;77:1221).
Μεταμόσχευση εντέρου
Δημοσιευμένη κλινική εμπειρία από ένα κέντρο για τη χρήση της
tacrolimus ως κύρια θεραπεία μετά από μεταμόσχευση εντέρου έδειξε ότι
το αναλογιστικό ποσοστό επιβίωσης 155 ασθενών (65 με μεταμόσχευση
εντέρου μόνο, 75 με μεταμόσχευση ήπατος και εντέρου, και 25 με
πολυσπλαχνική μεταμόσχευση) που έλαβαν tacrolimus και πρεδνιζόνη
ήταν 75% στον ένα χρόνο, 54% στα 5 χρόνια και 42% στα 10 χρόνια. Στα
πρώτα χρόνια η αρχική δόση tacrolimus από του στόματος ήταν 0,3
mg/kg/ημέρα. Τα αποτελέσματα συνεχώς βελτιώνονταν με την
αυξανόμενη εμπειρία στη διάρκεια 11 χρόνων. Μια ποικιλία καινοτομιών
όπως οι τεχνικές για την έγκαιρη ανίχνευση λοιμώξεων από τον ιό
Epstein-Barr (EBV) και από τον CMV, ο εμπλουτισμός μυελού των οστών, η
συμπληρωματική χρήση του ανταγωνιστή της ιντερλευκίνης-2
δακλιζουμάμπης, οι μικρότερες αρχικές δόσεις tacrolimus με στόχο
κατώτερα επίπεδα συγκέντρωσης 10 έως 15 ng/ml, και πλέον πρόσφατα η
ακτινοβόληση των αλλομοσχευμάτων θεωρήθηκαν ότι έχουν συνεισφέρει
στη βελτίωση των αποτελεσμάτων στην ένδειξη αυτή με την πάροδο του
χρόνου(Abu-Elmagd et al., Ann Surg 2001;234:404).
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Στον άνθρωπο έχει δειχθεί ότι η tacrolimus μπορεί να απορροφάται σε
όλη την έκταση του γαστρεντερικού σωλήνα. Μετά τη χορήγηση από το
στόμα καψακίων Prograf οι μέγιστες συγκεντρώσεις (C
max
) της tacrolimus
στο αίμα επιτυγχάνονται περίπου μέσα σε 1-3 ώρες. Σε μερικούς
ασθενείς η tacrolimus φαίνεται ότι απορροφάται συνεχώς για μεγάλο
χρονικό διάστημα δίδοντας ένα σχετικά επίπεδο προφίλ απορρόφησης. Η
μέση βιοδιαθεσιμότητα της από του στόματος tacrolimus κυμαίνεται από
20% - 25%.
Μετά τη χορήγηση από του στόματος (0,30 mg/kg/ημέρα) σε ασθενείς με
μεταμόσχευση ήπατος, επίπεδα σταθεροποιημένης κατάστασης του Prograf
επιτεύχθηκαν μέσα σε 3 ημέρες στην πλειονότητα των ασθενών.
Σε υγιείς ανθρώπους, τα Prograf 0,5 mg, Prograf 1 mg και Prograf 5 mg
Καψάκια, σκληρά αποδείχθηκαν βιοϊσοδύναμα, όταν χορηγήθηκαν σε
ισοδύναμες δόσεις.
Ο ρυθμός και η έκταση της απορρόφησης της tacrolimus είναι
μεγαλύτερα σε νηστεία. Η παρουσία τροφής μειώνει τόσο το ρυθμό όσο
και την έκταση της απορρόφησης της tacrolimus και η επίδραση είναι
περισσότερο έκδηλη μετά από ένα γεύμα υψηλής περιεκτικότητας σε
λιπαρά. Η επίδραση ενός γεύματος υψηλής περιεκτικότητας σε
υδατάνθρακες είναι λιγότερο έκδηλη.
Σε λήπτες ηπατικών μοσχευμάτων, που βρίσκονται σε σταθεροποιημένη
κατάσταση, η βιοδιαθεσιμότητα του Prograf, χορηγούμενου από του
στόματος, μειώθηκε όταν το φάρμακο χορηγήθηκε μετά από γεύμα
μέτριας περιεκτικότητας σε λιπαρά (34% των θερμίδων). Παρατηρήθηκαν
μειώσεις στις τιμές της ΑUC (27%) και του C
max
(50%) και μία αύξηση
στο t
max
(173%) στο ολικό αίμα.
Σε μία μελέτη σε λήπτες νεφρικών μοσχευμάτων σε σταθεροποιημένη
κατάσταση στους οποίους χορηγήθηκε Prograf αμέσως μετά από ένα
συμβατικό ελαφρύ πρόγευμα, η επίδραση στην βιοδιαθεσιμότητα όταν
χορηγήθηκε από το στόμα ήταν λιγότερο έκδηλη. Παρατηρήθηκαν
μειώσεις στις τιμές της ΑUC (2 έως 12%) και C
max
(15 έως 38%), και μία
αύξηση στο t
max
(38 έως 80%) στο ολικό αίμα.
Η ροή της χολής δεν επηρεάζει την απορρόφηση του Prograf .
Υπάρχει ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της AUC και των κατώτερων επιπέδων
συγκέντρωσης στο ολικό αίμα στη σταθεροποιημένη κατάσταση. Η
παρακολούθηση των κατώτερων επιπέδων στο ολικό αίμα παρέχει ως εκ
τούτου μία καλή εκτίμηση της συστηματικής έκθεσης.
Κατανομή και απέκκριση
Στον άνθρωπο, η κατανομή της tacrolimus μετά από ενδοφλέβια έγχυση
μπορεί να περιγραφεί ως διφασική.
Στη συστηματική κυκλοφορία, η tacrolimus συνδέεται ισχυρά με τα
ερυθρά αιμοσφαίρια με αποτέλεσμα λόγο κατανομής των συγκεντρώσεων
στο ολικό αίμα/πλάσμα 20:1. Στο πλάσμα, η tacrolimus συνδέεται σε
πολύ μεγάλο βαθμό (98.8%) με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, κυρίως με
την λευκωματίνη ορού και α-1-όξινη γλυκοπρωτεΐνη.
Η tacrolimus κατανέμεται ευρέως στο σώμα. Ο όγκος κατανομής σε
σταθεροποιημένη κατάσταση με βάση τις συγκεντρώσεις του πλάσματος
είναι περίπου 1300 l (σε υγιή άτομα). Αντίστοιχα δεδομένα με βάση το
ολικό αίμα έδωσαν κατά μέσο όρο σε 47,6 l.
Η tacrolimus είναι μία ουσία με χαμηλή κάθαρση. Σε υγιή άτομα, η μέση
ολική κάθαρση (TBC) από το σώμα όπως εκτιμήθηκε από τις
συγκεντρώσεις σε ολικό αίμα ήταν 2,25 l/h. Σε ενήλικες λήπτες
ηπατικών, νεφρικών και καρδιακών μοσχευμάτων παρατηρήθηκαν τιμές
4,1 l/h, 6,7 l/h και 3,9 l/h αντίστοιχα. Παιδιά-λήπτες ηπατικών
μοσχευμάτων εμφανίζουν TBC περίπου δύο φορές μεγαλύτερη από εκείνη
των ενηλίκων ληπτών ηπατικών μοσχευμάτων. Παράγοντες όπως
χαμηλός αιματοκρίτης και επίπεδα πρωτεΐνών ,που επιφέρουν αύξηση
του ασύνδετου κλάσματος της tacrolimus ή αυξημένος μεταβολισμός
επαγόμενος από κορτικοστεροειδή θεωρούνται ως υπεύθυνοι για τους
υψηλότερους ρυθμούς κάθαρσης που παρατηρούνται μετά τη
μεταμόσχευση.
Ο χρόνος ημιζωής της tacrolimus είναι μεγάλος και ποικίλλει. Σε υγιή
άτομα ο μέσος χρόνος ημιζωής στο ολικό αίμα είναι περίπου 43 ώρες. Σε
ενήλικες και παιδιά λήπτες ηπατικών μοσχευμάτων υπολογίσθηκε κατά
μέσο όρο σε 11,7 ώρες και 12,4 ώρες αντίστοιχα, συγκρινόμενος με 15,6
ώρες σε ενήλικες λήπτες νεφρικών μοσχευμάτων. Ο αυξημένος ρυθμός
κάθαρσης επιφέρει μικρότερο χρόνο ημιζωής σε λήπτες μοσχευμάτων.
Μεταβολισμός και βιομετατροπή
Η tacrolimus μεταβολίζεται ευρέως στο ήπαρ, κυρίως μέσω του
κυτοχρώματος P450-3A4. Η tacrolimus μεταβολίζεται επίσης σε
σημαντικό βαθμό στο εντερικό τοίχωμα. Έχουν ταυτοποιηθεί αρκετοί
μεταβολίτες που έχουν προσδιορισθεί. I
n vitro
μόνο ένας από αυτούς έχει
επιδείξει ανοσοκατασταλτική δράση παρόμοια με εκείνη της tacrolimus.
Οι άλλοι μεταβολίτες έχουν μόνο ασθενή ή δεν έχουν καμία
ανοσοκατασταλτική δράση. Στη συστηματική κυκλοφορία ανευρίσκεται
μόνο ένας από τους αδρανείς μεταβολίτες σε χαμηλές συγκεντρώσεις.
Επομένως, οι μεταβολίτες δεν συμβάλλουν στη φαρμακολογική δράση
της tacrolimus.
Απέκκριση
Μετά από ενδοφλέβια και από του στόματος χορήγηση επισημασμένης με
14
C tacrolimus, το μεγαλύτερο ποσοστό ραδιενέργειας αποβλήθηκε στα
κόπρανα. Περίπου 2% της ραδιενέργειας αποβλήθηκε στα ούρα. Λιγότερο
από 1% αμετάβλητης tacrolimus ανιχνεύθηκε στα ούρα και στα κόπρανα
αποδεικνύοντας έτσι ότι η tacrolimus μεταβολίζεται σχεδόν
ολοκληρωτικά πριν την αποβολή: η κύρια οδός απέκκρισης είναι μέσω
της χολής.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Οι νεφροί και το πάγκρεας ήταν τα κύρια όργανα που επηρεάστηκαν σε
μελέτες τοξικότητας που διενεργήθηκαν σε αρουραίους και βαβουΐνους.
Σε αρουραίους, η tacrolimus προκάλεσε τοξικές δράσεις στο νευρικό
σύστημα και στους οφθαλμούς. Παρατηρήθηκαν αναστρέψιμες
καρδιοτοξικές δράσεις σε κουνέλια μετά από ενδοφλέβια χορήγηση
tacrolimus.
Όταν η tacrolimus χορηγείται ενδοφλεβίως ως ένεση ταχείας
έγχυσης/δόσης εφόδου (bolus) σε δόση 0,1 έως 1,0 mg/kg, έχει
παρατηρηθεί παράταση του διαστήματος QTc σε ορισμένα είδη ζώων. Οι
μέγιστες συγκεντρώσεις στο αίμα που επιτεύχθηκαν με αυτές τις δόσεις
ήταν πάνω από 150 ng/mL, οι οποίες είναι περισσότερο από 6 φορές
υψηλότερες από τις μέσες μέγιστες συγκεντρώσεις που παρατηρήθηκαν
με το Prograf σε κλινική μεταμόσχευση.
Εμβρυοτοξικότητα παρατηρήθηκε σε αρουραίους και κουνέλια και
περιορίστηκε σε δόσεις που προκάλεσαν σημαντική τοξικότητα στις
μητέρες. Σε αρουραίους, η αναπαραγωγική λειτουργία των θηλυκών
συμπεριλαμβανομένης της γέννησης επηρεάστηκε αρνητικά σε τοξικές
δόσεις και οι απόγονοι εμφάνισαν μειωμένο βάρος κατά τη γέννηση ,
μειωμένη βιωσιμότητα και μειωμένη ανάπτυξη.
Σε αρουραίους παρατηρήθηκε μία αρνητική επίδραση της tacrolimus στη
γονιμότητα των αρσενικών με τη μορφή μειωμένου αριθμού και
κινητικότητας των σπερματοζωαρίων.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Πολυοξυαιθυλένο κικέλαιο υδρογονωμένο
Αλκοόλη αφυδατωμένη
6.2 Ασυμβατότητες
Κατά τη διάλυση, αυτό το φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να
αναμιγνύεται με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα εκτός αυτών που
αναφέρονται στην παράραφο 6.6.
Η tacrolimus απορροφάται από τα πλαστικά υλικά από PVC. Συσκευές
εγχύσεως, σύριγγες και όποιο άλλο υλικό χρησιμοποιηθεί για την
προετοιμασία και χορήγηση του Prograf 5 mg/ml πυκνού διαλύματος για
παρασκευή διαλύματος προς έγχυση δεν πρέπει να περιέχει PVC.
Η tacrolimus είναι ασταθής σε αλκαλικό περιβάλλον. Πρέπει να
αποφεύγεται ο συνδυασμός του ανασυσταθέντος Prograf 5 mg/ml
διαλύματος προς έγχυση με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα που
δημιουργούν αλκαλικό περιβάλλον (π.χ. ακυκλοβίρη και γανκυκλοβίρη).
6.3 Διάρκεια ζωής
2 χρόνια
Χημική και φυσική κατά τη χρήση σταθερότητα έχει επιδειχθεί για 24
ώρες σε 25°C.
Από μικροβιολογικής άποψης, το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιείται
απευθείας. Εάν δεν χρησιμοποιηθεί άμεσα, ο χρόνος και οι συνθήκες
φύλαξης πριν από τη χρήση είναι ευθύνη του χρήστη και υπό
φυσιολογικές συνθήκες δεν θα πρέπει να ξεπερνούν τις 24 ώρες σε 2 to
C, εκτός εάν η διάλυση έχει πραγματοποιηθεί σε ελεγχόμενες και
επικυρωμένες άσηπτες συνθήκες.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του
προϊόντος
Φυλάσσετε τη φύσιγγα στην αρχική συσκευασία για να προστατεύεται
από το φως.
Μην φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25C .
Για τις συνθήκες φύλαξης μετά την αραίωση του φαρμακευτικού
προϊόντος, βλέπε παράγραφο 6.3.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Γυάλινα, 1 ml πυκνού διαλύματος για παρασκευή διαλύματος προς
έγχυση σε 2 ml, τύπου I Ph. Eur. διαυγείς, άχρωμες φύσιγγες.
Κάθε κουτί περιέχει 10 φύσιγγες (BT x 10 Amps)
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και χειρισμού
To Prograf 5 mg/ml πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση
δεν πρέπει να ενίεται αδιάλυτο.
Το Prograf 5 mg/ml πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς
έγχυση πρέπει να διαλύεται σε 5% w/v διάλυμα γλυκόζης ή σε
φυσιολογικό ορό σε φιάλες από πολυαιθυλένιο, πολυπροπυλένιο ή από
γυαλί, αλλά όχι σε περιέκτες από PVC (βλέπε παράγραφο 6.2). Μόνο
διαυγή και άχρωμα διαλύματα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται.
Η συγκέντρωση του διαλύματος για έγχυση πρέπει να είναι της τάξεως
του 0,004-0,100 mg/ml. Ο συνολικός όγκος της έγχυσης κατά τη διάρκεια
ενός εικοσιτετραώρου πρέπει να είναι της τάξεως των 20-500 ml.
Το διάλυμα δεν πρέπει να δίδεται σε bolus ένεση.
Κάθε αχρησιμοποίητο διάλυμα Prograf που βρίσκεται σε ανοιγμένη
φύσιγγα ή αχρησιμοποίητο ανασυσταθέν διάλυμα Prograf πρέπει να
απορρίπτονται αμέσως σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές
διατάξεις για να αποφευχθεί η πιθανότητα μόλυνσης.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Astellas Pharmaceuticals AEBE
Θουκυδίδου 1
14565 Άγ. Στέφανος
Αθήνα - Ελλάδα
Τηλ. 210 8189900
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ
ΑΔΕΙΑΣ
Ημερομηνία Πρώτης Έγκρισης:
Ημερομηνία Ανανέωσης της Άδειας:
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Ιούνιος 2015