μελέτες, όπου η tacrolimus χρησιμοποιήθηκε ως κύρια θεραπεία σε
μεταμόσχευση ήπατος, νεφρού και καρδιάς. Τα αποτελέσματα των
μεγαλύτερων μελετών σχετικά με την αποτελεσματικότητα για κάθε
ένδειξη αναφέρονται περιληπτικά παρακάτω.
Μεταμόσχευση πνεύμονα
Η ενδιάμεση ανάλυση μιας πρόσφατης πολυκεντρικής μελέτης
αναφέρθηκε στις περιπτώσεις 110 ασθενών οι οποίοι τυχαιοποιήθηκαν
1:1 στην tacrolimus ή στην κυκλοσπορίνη. Η αγωγή με tacrolimus άρχισε
με συνεχή ενδοφλέβια έγχυση σε δόση 0,01 έως 0,03 mg/kg/ημέρα και η
από του στόματος tacrolimus χορηγήθηκε σε δόση 0,05 έως 0,3
mg/kg/ημέρα. Εντός του πρώτου χρόνου μετά τη μεταμόσχευση
αναφέρθηκε χαμηλότερη συχνότητα εμφάνισης επεισοδίων οξείας
απόρριψης για την tacrolimus – έναντι των ασθενών που υπεβλήθησαν σε
θεραπεία με κυκλοσπορίνη (11,5% έναντι 22,6%) και χαμηλότερη
συχνότητα εμφάνισης χρόνιας απόρριψης, του συνδρόμου αποφρακτικής
βρογχιολίτιδας (2,86% έναντι 8,57. Το ποσοστό επιβίωσης των ασθενών
στον 1-χρόνο ήταν 80,8% στην ομάδα της tacrolimus και 83% στην
ομάδα της κυκλοσπορίνης (Treede et al., 3
rd
ICI San Diego, US, 2004; Abstract
22).
Μια άλλη τυχαιοποιημένη μελέτη συμπεριέλαβε 66 ασθενείς στους
οποίους χορηγήθηκε tacrolimus έναντι 67 ασθενών στους οποίους
χορηγήθηκε κυκλοσπορίνη. Η αγωγή με tacrolimus άρχισε με συνεχή
ενδοφλέβια έγχυση σε δόση 0,025 mg/kg/ημέρα και η από του στόματος
tacrolimus χορηγήθηκε σε δόση 0,15 mg/kg/ημέρα με επακόλουθες
προσαρμογές της δόσης με στόχο κατώτερα επίπεδα συγκέντρωσης 10
έως 20 ng/ml. Το ποσοστό επιβίωσης των ασθενών στον 1-χρόνο ήταν
83% για την ομάδα της tacrolimus και 71% για την ομάδα της
κυκλοσπορίνης, το ποσοστό επιβίωσης στα 2-χρόνια ήταν 76% και 66%
αντίστοιχα. Τα επεισόδια οξείας απόρριψης ανά 100 ασθενοημέρες ήταν
αριθμητικά λιγότερα στην tacrolimus (0,85 επεισόδια) από ότι στην
ομάδα της κυκλοσπορίνης (1,09 επεισόδια). Αποφρακτική βρογχιολίτιδα
αναπτύχθηκε σε 21,7% των ασθενών της ομάδας της tacrolimus σε
σύγκριση με το 38,0% των ασθενών της ομάδας της κυκλοσπορίνης (p =
0,025). Σημαντικά περισσότεροι ασθενείς σε αγωγή με κυκλοσπορίνη (n
= 13) χρειάσθηκε να μεταβούν σε αγωγή με tacrolimus από εκείνους που
ήταν σε αγωγή με tacrolimus και χρειάσθηκε να μεταβούν σε αγωγή με
κυκλοσπορίνη (n = 2) ( p = 0,02) (Keenan et al., Ann Thoracic Surg
1995;60:580).
Σε μία επιπλεόν μελέτη δύο κέντρων, 26 ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν στην
ομάδα της tacrolimus έναντι 24 ασθενών στην ομάδα της
κυκλοσπορίνης. Η αγωγή με tacrolimus άρχισε με συνεχή ενδοφλέβια
έγχυση σε δόση 0,05 mg/kg/ημέρα και η από του στόματος tacrolimus
χορηγήθηκε σε δόση 0,1 έως 0,3 mg/kg/ημέρα με επακόλουθες
προσαρμογές της δόσης με στόχο κατώτερα επίπεδα συγκέντρωσης 12
έως 15 ng/ml. Το ποσοστό επιβίωσης στον 1-χρόνο ήταν 73,1% στην
ομάδα της tacrolimus έναντι 79,2% στην ομάδας της κυκλοσπορίνης. Η
απουσία οξείας απόρριψης ήταν υψηλότερη στην ομάδα της tacrolimus
στους 6 μήνες (57,7% έναντι 45,8%) και στον 1 χρόνο μετά από
μεταμόσχευση πνεύμονα (50% έναντι 33,3%) (Treede et al., J Heart Lung
Transplant 2001;20:511).
Οι τρεις μελέτες έδειξαν παρόμοια ποσοστά επιβίωσης. Η συχνότητα
εμφάνισης οξείας απόρριψης ήταν αριθμητικά μικρότερη με την