Προειδοποιήσεις και προφυλάξεις
Απευθυνθείτε στο γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας πριν πάρετε
βουδεσονίδη σε μορφή ρινικό εκνέφωμα, εναιώρημα εάν:
- πάσχετε από πνευμονική φυματίωση
- πάσχετε από μυκητιασικές ή ιογενείς λοιμώξεις των αεραγωγών
- πάσχετε από σοβαρή βλάβη της ηπατικής λειτουργίας
Ιδιαίτερη επίσης προσοχή χρειάζονται οι ασθενείς εκείνοι οι οποίοι
μετατάσσονται από τα συστηματικώς χορηγούμενα κορτικοειδή σε
βουδεσονίδη σε μορφή ρινικό εκνέφωμα, εναιώρημα, αν υπάρχει υπόνοια
ότι η λειτουργία των επινεφριδίων τους είναι μειωμένη.
Κατά τη μετάταξη του ασθενή από κορτικοστεροειδές από το στόμα σε
θεραπεία με βουδεσονίδη σε μορφή ρινικό εκνέφωμα, εναιώρημα, μπορεί
να εμφανιστούν συμπτώματα που σχετίζονται με τη διακοπή των από του
στόματος χορηγούμενων κορτικοειδών, π.χ. πόνος στις αρθρώσεις και/ή
μυϊκός πόνος, ατονία και κατάθλιψη, ανεξάρτητα από τη συντήρηση ή
ακόμη και τη βελτίωση της πνευμονικής λειτουργίας. Σε αυτήν την
περίπτωση θα πρέπει να συνεχίσετε τη θεραπεία με βουδεσονίδη σε
μορφή ρινικό εκνέφωμα, εναιώρημα και να επικοινωνήσετε με τον γιατρό
σας.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της μετάταξης, σε κάποιους ασθενείς μπορεί
να εμφανισθούν αλλεργικά ή αρθριτικά συμπτώματα, όπως ρινίτις,
έκζεμα ή πόνος στους μυς και τις αρθρώσεις. Σε σπάνιες περιπτώσεις,
μπορεί να παρουσιαστούν συμπτώματα όπως αίσθημα κόπωσης,
κεφαλαλγία, ναυτία και έμετος. Σε αυτές τις περιπτώσεις,
επικοινωνήσετε με τον γιατρό σας.
Μπορεί επίσης να εμφανισθεί μια σειρά από ψυχολογικές επιδράσεις και
επιδράσεις στη συμπεριφορά (κυρίως στα παιδιά) που περιλαμβάνουν
ανησυχία, διαταραχές ύπνου, νευρικότητα, κατάθλιψη και διέγερση
(βλέπε παράγραφο 4).
Σε περίπτωση που χρησιμοποιείται ταυτόχρονα άλλο στεροειδές για
εισπνοές από του στόματος, θα πρέπει να προσαρμόζεται το άθροισμα
της δοσολογίας από τη μύτη και το στόμα, ώστε να αποφεύγονται οι
ανεπιθύμητες ενέργειες των στεροειδών ιδίως στα παιδιά.
Στη διάρκεια μακροχρόνιας αγωγής θα πρέπει να ελέγχεται ο ρινικός
βλεννογόνος, κάθε έξι μήνες.
Περιστασιακά, σημεία ή συμπτώματα ανεπιθύμητων ενεργειών των
συστηματικών γλυκοκορτικοστεροειδών ενδέχεται να παρουσιαστούν με
ρινικά γλυκοκορτικοστεροειδή, πιθανώς ανάλογα με τη δόση, το χρόνο
έκθεσης, την ταυτόχρονη και προηγούμενη έκθεση σε κορτικοστεροειδή
και την ατομική ευαισθησία (βλ. παράγραφο 4).
Παιδιά (ηλικίας από 6 ετών και άνω)
Υπέρμετρη δοσολογία - ή μακροχρόνια θεραπεία - με
γλυκοκορτικοστεροειδή, μπορεί να οδηγήσει σε εμφάνιση συμπτωμάτων
ή σημείων υπερκορτιζοναιμίας, καταστολή της λειτουργίας του άξονα
YYE (υποθάλαμος-υπόφυση-επινεφρίδια) και/ή καθυστέρηση της