(διαστολική αρτηριακή πίεση σε καθιστή θέση 95mmHg και < 115 mmHg) και
σοβαρή υπέρταση (διαστολική αρτηριακή πίεση σε καθιστή θέση 115mmHg και
125 mmHg).
Σε κλινικές μελέτες, δόσεις μέχρι 1200 mg ημερησίως για διάστημα 8
εβδομάδων, έχει αποδειχθεί πως είναι αποτελεσματικές, χωρίς να υπάρχει
εμφανής σχέση μεταξύ των δόσεων και της συχνότητας εμφάνισης των
ανεπιθυμήτων ενεργειών που αναφέρθηκαν.
Σε ασθενείς με υπέρταση, η ελάττωση της αρτηριακής πίεσης δεν προκάλεσε
μεταβολή της καρδιακής συχνότητας.
Στη μελέτη MOSES (morbidity and mortality after stroke, eprosartan compared with nitrendipine
for secondary prevention – νοσηρότητα και θνητότητα μετά από εγκεφαλικό
επεισόδιο, σύγκριση επροσαρτάνης και νιτρενδιπίνης στη δευτερογενή
πρόληψη) σε 1.405 υπερτασικούς ασθενείς με ιστορικό αγγειακών εγκεφαλικών
επεισοδίων δόθηκε αγωγή είτε επροσαρτάνης είτε νιτρενδιπίνης. Στην ομάδα
της επροσαρτάνης, το 78% των ασθενών έλαβε 600 mg εφ’απάξ ημερησίως και
το 12% μέχρι και 800 mg ημερησίως, όταν στην ομάδα της νιτρενδιπίνης το
47% έλαβε 10 mg και το 42% 20 mg ημερησίως (το 11% μέχρι και 40 mg) με
ανοικτό, τυφλής αξιολόγησης τυχαιοποιημένο προοπτικό σχεδιασμό. Το
πρωτεύον σύνθετο καταληκτικό σημείο συμπεριελάμβανε ολική θνησιμότητα,
αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια (ΤΙΑ – παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο, PRIND –
παρατεταμένη νευρολογική διαταραχή, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο) και
καρδιαγγειακά συμβάματα (ασταθή στηθάγχη, έμφραγμα του μυοκαρδίου,
καρδιακή ανεπάρκεια, πνευμονική εμβολή, θανατηφόρο καρδιακή αρρυθμία)
συμπεριλαμβανομένων και υποτροπιαζόντων συμβαμάτων. Οι στόχοι για την
αρτηριακή πίεση επληρώθηκαν καλώς και στα δύο σκέλη της αγωγής και
διατηρήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης. Για το πρωτεύον καταληκτικό
σημείο επιδείχθηκαν σημαντικά καλύτερα αποτελέσματα για την ομάδα της
επροσαρτάνης (μείωση του κινδύνου κατά 21%). Η ανάλυση του πρώτου
συμβάματος έδωσε αριθμητική μείωση κατά 12% για το καταληκτικό σημείο
των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων και 30% για το καταληκτικό σημείο
των καρδιαγγειακών συμβαμάτων. Αυτά τα αποτελέσματα προέκυψαν κυρίως
από μείωση της συχνότητας εμφάνισης των ΤΙΑ/ PRIND, ασταθούς στηθάγχης
και καρδιακής ανεπάρκειας. Η ολική θνησιμότητα ήταν αριθμητικά
ευνοϊκότερη για την νιτρενδιπίνη: στην ομάδα της επροσαρτάνης απεβίωσαν 57
από τους 681 ασθενείς έναντι 52 από τους 671 ασθενείς της ομάδας της
νιτρενδιπίνης (λόγος κινδύνου 1,07 και 95% διάστημα εμπιστοσύνης 0,73-1,56
με p=0,725). Θανατηφόρα και μη θανατηφόρα εμφράγματα του μυοκαρδίου
σημειώθηκαν σε 18 έναντι 20 ασθενών και αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια σε
36 έναντι 42 ασθενών, δηλ. αριθμητικά ευνοήθηκε η επροσαρτάνη. Για το
πρωτεύον καταληκτικό σημείο, η επίδραση της επροσαρτάνης φαίνεται να είναι
πιο σαφής σε ασθενείς που δεν ελάμβαναν βήτα-αποκλειστές.
Η επροσαρτάνη δεν θίγει τους αυτορρυθμιστικούς μηχανισμούς του νεφρού. Σε
φυσιολογικούς άρρενες ενήλικες η επροσαρτάνη αποδείχτηκε ότι αυξάνει τη
μέση αποτελεσματική ροή του πλάσματος στο νεφρό. Η επροσαρτάνη δεν
επιβαρύνει την νεφρική λειτουργία σε ασθενείς με ιδιοπαθή υπέρταση και σε
ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια. Η επροσαρτάνη δεν ελαττώνει την ταχύτητα
της σπειραματικής διήθησης σε φυσιολογικούς άρρενες, σε ασθενείς με
υπέρταση ή σε ασθενείς με διαφόρου βαθμού νεφρική ανεπάρκεια. Η
επροσαρτάνη έχει νατριοδιουρητικό αποτέλεσμα σε φυσιολογικά άτομα που
έχουν τεθεί σε άναλο δίαιτα. Η επροσαρτάνη μπορεί να χορηγηθεί με ασφάλεια
Σελίδα
8
από
13