πρέπει να αποφεύγεται.
Άλλα νοσήματα Αν πάσχετε από κάποια λοίμωξη ή διαταραχές του ουροποιητικού ενημερώστε το
γιατρό σας.
Γενικά Να μη διακόπτετε απότομα το φάρμακο. Αν παίρνετε αντιόξινα να τα χρησιμοποιείτε στα
ενδιάμεσα της λήψης του φαρμάκου. Σε υπερτασικούς να παρακολουθείται η αρτηριακή πίεση.
2.4.2. Ηλικιωμένοι Ο γιατρός μπορεί να σας συστήσει μειωμένη δόση.
2.4.3. Κύηση Όπως και με όλα τα φάρμακα δεν συνιστάται να χρησιμοποιείται Ranitidine κατά τη
διάρκεια της εγκυμοσύνης παρά μόνον αν θεωρηθεί απαραίτητο από το γιατρό σας.
2.4.4. Γαλουχία Η ρανιτιδίνη διαπερνά τον πλακούντα και εκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Να μην παίρνετε
ρανιτιδίνη κατά τη διάρκεια της γαλουχίας παρά μόνον αν θεωρηθεί απαραίτητο από τον γιατρό σας.
2.4.5. Παιδιά Η δοσολογία προσαρμόζεται ανάλογα με την ηλικία και το βάρος (Βλέπε δοσολογία και
χορήγηση).
2.4.6. Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων.
Η λήψη Ranitidine δεν επηρεάζει κατά κανόνα την ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων.
2.4.7. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις για τα περιεχόμενα έκδοχα
Στις σπάνιες περιπτώσεις εμφάνισης αλλεργίας στα έκδοχα η χρήση του φαρμάκου πρέπει να
αποφεύγεται.
2.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα ή ουσίες:
Η ρανιτιδίνη μπορεί να επιτείνει τη δράση της βαρφαρίνης, βενζοδιαζεπίνης, φεντανύλης,
μετοπρολόλης, νιφεδιπίνης και ακεταμινοφαίνης. Θεωρείται πολύ πιθανή η αλληλεπίδραση της
ρανιτιδίνης με τους ανταγωνιστές της αλδοστερόνης, τα διουρητικά και το κάλιο. Μειώνει την
απορρόφηση της κετοκοναζόλης. Δίνει ψευδώς θετική την αντίδραση για λεύκωμα στα ούρα με το
MULTISTIX.
2.5. Δοσολογία: Ενήλικες: Η συνήθης δοσολογία για γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος είναι 150 mg δύο
φορές την ημέρα είτε 300 mg το βράδυ. Στις περισσότερες περιπτώσεις καλοήθους γαστρικού και
δωδεκαδακτυλικού έλκους η επούλωση γίνεται σε 4 εβδομάδες. Σε ασθενείς που η επούλωση δεν
ολοκληρώνεται σε αυτό το διάστημα, ο γιατρός μπορεί να συστήσει παράταση της θεραπείας για
ακόμη 4 εβδομάδες. Στο δωδεκαδακτυλικό έλκος δοσολογία 300 mg δύο φορές την ημέρα για 4
εβδομάδες έχει σαν αποτέλεσμα μεγαλύτερη συχνότητα επούλωσης συγκριτικά με τη δοσολογία 150
mg δύο φορές την ημέρα ή 300 mg κάθε βράδυ. Θεραπεία συντήρησης: 150 mg κάθε βράδυ. Σε
έλκη που εμφανίζονται μετά από θεραπεία με μη στερινοειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα ή που
σχετίζονται με την παρατεταμένη θεραπεία με μη στερινοειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα,
χορηγούνται 150 mg πρωί και βράδυ. Θεραπεία 8 εβδομάδων μπορεί να κριθεί απαραίτητη. Σε
οισοφαγίτιδα από γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση χορηγούνται 150 mg δύο φορές την ημέρα είτε
300 mg κάθε βράδυ για 8 εβδομάδες και αν χρειαστεί 12 εβδομάδες. Σε ασθενείς με σοβαρή
οισοφαγίτιδα και σε όσους δεν ανταποκρίνονται στην συνιστωμένη δοσολογία της ρανιτιδίνης, η
δόση αυξάνεται σε 150 mg 4 φορές την ημέρα για 8 εβδομάδες. Θεραπεία μακράς διάρκειας
επουλωμένης οισοφαγίτιδας 150 mg х 2 ημερησίως. Στο σύνδρομο Zollinger-Ellison αρχικά
χορηγούνται 150 mg 3 φορές την ημέρα και αν κριθεί απαραίτητο η δοσολογία μπορεί να αυξηθεί
(μπορεί να απαιτηθούν δόσεις και πάνω από 3 g ημερησίως σε διηρημένες δόσεις). Στην πρόληψη
αιμορραγίας ελκών από stress σε βαρέως πάσχοντες ή σε ασθενείς με αιμορραγούντα έλκη, η
θεραπεία 150 mg δύο φορές την ημέρα μπορεί να αντικαταστήσει την ενέσιμη χορήγηση μόλις
αρχίσει η διατροφή από το στόμα. Στην πρόληψη εισρόφησης γαστρικού περιεχομένου χορηγούνται
150 mg 2 ώρες πριν την έναρξη της γενικής αναισθησίας, και ακόμα καλύτερα άλλα 150 mg την
παραμονή το βράδυ. Για τον ίδιο σκοπό σαν εναλλακτική λύση μπορεί να χρησιμοποιηθεί η ενέσιμη
μορφή. Στις εγκύους χορηγούνται με την έναρξη του τοκετού 150 mg και στη συνέχεια κάθε 6 ώρες
και αν απαιτηθεί γενική αναισθησία συνιστάται να χορηγείται επιπρόσθετα ένα αντιόξινο (π.χ.
κιτρικό νάτριο).
Παιδιά (8-18 ετών): Η συνιστώμενη δόση από το στόμα για τη θεραπεία του πεπτικού έλκους στα
παιδιά είναι 2 mg – 4 mg ανά χλγ. βάρους σώματος δύο φορές την ημέρα με μέγιστη ημερήσια δόση
300 mg ρανιτιδίνης. Νεφρική ανεπάρκεια: Κάθαρση κρεατινίνης < 50 ml/λεπτό. Η συνιστώμενη
δόση είναι 150 mg/24ωρο το βράδυ για 4-6 εβδομάδες. Συσσώρευση της ρανιτιδίνης με αποτέλεσμα
την αύξηση της πυκνότητας στο πλάσμα μπορεί να συμβεί σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική
ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης μικρότερη από 50 ml/λεπτό). Σ’ αυτούς τους ασθενείς συνιστάται
η ημερήσια δόση της ρανιτιδίνης να είναι 150 mg. Σε ασθενείς που υποβάλλονται σε περιπατητική
περιτοναϊκή διύλιση ή χρόνια αιμοδιύλιση, χορηγούνται 150 mg ρανιτιδίνης αμέσως μετά τη