ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΊΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΎ ΠΡΟΪΌΝΤΟΣ
ATENATIV 50 IU/mL, κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΉ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΉ ΣΎΝΘΕΣΗ
Ποιοτική σύνθεση:
συμπύκνωμα αντιθρομβίνης ΙΙΙ από ανθρώπινο πλάσμα
Ποσοτική σύνθεση:
Μετά την ανασύσταση, το προϊόν περιέχει 50IU αντιθρομβίνη ΙΙΙ ανθρώπου ανά ml έτοιμου
για έγχυση διαλύματος
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΉ ΜΟΡΦΉ
Το συμπύκνωμα αντιθρομβίνης ΙΙΙ από ανθρώπινο πλάσμα διατίθεται σε λυόφιλη μορφή.
Μετά από την ανασύσταση με τη βοήθεια του παρεχόμενου διαλύτη, το συμπύκνωμα
χορηγείται ενδοφλεβίως.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1. Θεραπευτικές ενδείξεις
Προφύλαξη και θεραπεία θρομβοεμβολικών επιπλοκών σε περιπτώσεις
-κληρονομικής ανεπάρκειας αντιθρομβίνης III
-επίκτητης ανεπάρκειας αντιθρομβίνης III
4.2. Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Η δοσολογία και η διάρκεια της θεραπείας υποκατάστασης εξαρτάται από τη βαρύτητα της
διαταραχής και από την κλινική κατάσταση του ασθενή.
Η χορηγητέα ποσότητα και η συχνότητα χορήγησης πρέπει πάντοτε να καθορίζονται με βάση
την κλινική αποτελεσματικότητα και την εργαστηριακή αξιολόγηση στη συγκεκριμένη
περίπτωση.
Ο αριθμός των χορηγούμενων μονάδων αντιθρομβίνης εκφράζεται σε Διεθνείς Μονάδες (IU),
που αναφέρονται στο ισχύον πρότυπο του Π.Ο.Υ. (WHO) για την αντιθρομβίνη. Η
δραστικότητα της αντιθρομβίνης στο πλάσμα εκφράζεται είτε ως ποσοστό (σε σχέση με το
φυσιολογικό ανθρώπινο πλάσμα) είτε σε Διεθνείς Μονάδες (IU) (σε σχέση με ένα διεθνές
πρότυπο για την αντιθρομβίνη στο πλάσμα).
Μία Διεθνής Μονάδα δραστικότητας της αντιθρομβίνης είναι ισοδύναμη με την ποσότητα
αντιθρομβίνης σε ένα ml φυσιολογικού ανθρώπινου πλάσματος.
Σε μελέτη με ATENATIV σε υγιείς εθελοντές, ένα IU ATENATIV ανά kg σωματικού βάρους
αύξησε το επίπεδο αντιθρομβίνης σε ποσοστό 2,5%.
Σε μελέτες με ATENATIV σε ασθενείς με συγγενή έλλειψη αντιθρομβίνης ένα IU ATENATIV
ανά kg σωματικού βάρους αύξησε το επίπεδο αντιθρομβίνης σε ποσοστό 1,7%.
1
Σε μελέτες με ATENATIV σε ασθενείς με επίκτητη έλλειψη αντιθρομβίνης ένα IU ATENATIV
ανά kg σωματικού βάρους αύξησε το επίπεδο αντιθρομβίνης σε ποσοστό περίπου 1%.
Ο υπολογισμός της απαιτούμενης δοσολογίας της αντιθρομβίνης βασίζεται στο εμπειρικό
εύρημα ότι 1 Διεθνή Μονάδα (IU) αντιθρομβίνης ανά kg σωματικού βάρους ανεβάζει τη
δραστικότητα της αντιθρομβίνης στο πλάσμα περίπου 1% σε ασθενείς με αυξημένη
κατανάλωση αντιθρομβίνης ΙΙΙ.
Η αρχική δόση προσδιορίζεται με τον ακόλουθο τύπο:
Απαιτούμενες Μονάδες (IU)=
σωματικό βάρος (kg) x (επιθυμητό επίπεδο ([%]–πραγματική δραστικότητα
αντιθρομβίνης [%] ) x 1
Στην αρχή πρέπει να επιτυγχάνεται δραστικότητα 100% για την αντιθρομβίνη ΙΙΙ και να
διατηρείται η δραστικότητα σε επίπεδα άνω του 80% για το σύνολο της διάρκειας της
θεραπείας.
Η δοσολογία πρέπει να καθορίζεται βάσει των εργαστηριακών μετρήσεων της δραστικότητας
της αντιθρομβίνης ΙΙΙ. Οι μετρήσεις αυτές πρέπει να διενεργούνται τουλάχιστον δύο φορές
την ημέρα μέχρις ότου σταθεροποιηθεί ο ασθενής και στη συνέχεια μια φορά την ημέρα και
πάντοτε λίγο πριν την επόμενη έγχυση. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι ο χρόνος
υποδιπλασιασμού της αντιθρομβίνης ΙΙΙ υπόκειται σε σοβαρή μείωση σε ορισμένες κλινικές
καταστάσεις, όπως η διάχυτη ενδαγγειακή πήξη.
Τρόπος χορήγησης
Διαλύετε το προϊόν όπως περιγράφεται στο κεφ. 6.6 και πραγματοποιείτε βραδεία ενδοφλέβια
ένεση ή εγχυση του διαλύματος.
Ο ρυθμός χορήγησης είναι συνάρτηση του συγκεκριμένου προϊόντος. Η ταχύτητα χορήγησης
που συνιστάται για ενήλικες είναι 50 ΙU ανά λεπτό. Το προϊόν πρέπει να χορηγείται άμεσα.
4.3. Αντενδείξεις
Συνιστάται προσοχή για τους ασθενείς με γνωστές αλλεργικές αντιδράσεις σε συστατικά του
προϊόντος.
4.4. Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση.
Σε περίπτωση εμφάνισης αλλεργικών ή αναφυλακτικού τύπου αντιδράσεων, πρέπει να
διακόπτεται αμέσως η ένεση/έγχυση. Πρέπει να ακολουθούνται οι ισχύουσες ειδικές οδηγίες
αντιμετώπισης της καταπληξίας.
4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Η δράση της αντιθρομβίνης ΙΙΙ ενισχύεται σημαντικά από την ηπαρίνη. Αυτό μπορεί να
μειώσει σημαντικά τον χρόνο υποδιπλασιασμού της αντιθρομβίνης ΙΙΙ. Η χορήγηση ηπαρίνης
κατά τη σταθεροποίηση σε φυσιολογικά επίπεδα της συγκέντρωσης της αντιθρομβίνης ΙΙΙ
αυξάνει τον κίνδυνο αιμορραγιών. Η ταυτόχρονη χορήγηση ηπαρίνης σε ασθενή με αυξημένο
κίνδυνο αιμορραγίας πρέπει να αντιμετωπίζεται με μεγάλη προσοχή. Εφόσον αποφασιστεί η
χορήγηση ηπαρίνης, πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο χαμηλές δόσεις κλασματοποιημένης
ηπαρίνης (< 500 ΙU κλασματοποιημένης ηπαρίνης την ώρα).
Η επίδραση της ηπαρίνης στις παραμέτρους πήξης, καθώς και στη δραστικότητα της
αντιθρομβίνης ΙΙΙ πρέπει να παρακολουθείται στενά.
4.6. Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Η ασφάλεια αυτού του φαρμακευτικού προϊόντος όταν αυτό χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια
της κύησης του ανθρώπου δεν έχει αποδειχθεί με ελεγχόμενες κλινικές δοκιμασίες.
2
Οι μελέτες σε πειραματόζωα δεν επαρκούν για την αξιολόγηση της ασφάλειας όσον αφορά
στην αναπαραγωγή, στην ανάπτυξη του εμβρύου, στην πορεία της κύησης και στην περί- και
μετα- γεννητική ανάπτυξη.
Κατά συνέπεια το προϊόν μπορεί να χρησιμοποιείται κατά την κύηση και γαλουχία, μόνο αν
είναι απαραίτητο.
4.7. Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Δεν υπάρχουν ενδείξεις, ότι το ATENATIV μπορεί να μειώσει την ικανότητα οδήγησης ή
χειρισμού μηχανημάτων.
4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες
Αλλεργικές ή αναφυλακτικού τύπου αντιδράσεις και αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος
παρατηρούνται σε σπάνιες περιπτώσεις.
΄Οταν χορηγούνται φαρμακευτικά προϊόντα, που παρασκευάζονται με βάση το ανθρώπινο
αίμα ή πλάσμα, δεν είναι δυνατόν να αποκλειστεί εντελώς το ενδεχόμενο λοιμωδών νόσων,
που οφείλονται στη μετάδοση λοιμογόνων παραγόντων. Το ίδιο ισχύει και για τους
παθογόνους παράγοντες άγνωστης μέχρι στιγμής φύσης.
Προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος μετάδοσης λοιμογόνων παραγόντων διενεργείται με τη
βοήθεια κατάλληλων μέτρων επιλογή των δοτών και έλεγχος των προσφερομένων μονάδων
αίματος ή πλάσματος, περιλαμβάνονται δε στη διαδικασία παραγωγής στάδια απομάκρυνσης
και/ή αδρανοποίησης λοιμογόνων παραγόντων.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας
κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή
παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από
τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε
πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες στον: Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, Μεσογείων
284, GR-15562 Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: + 30 213-2040380/337, Φαξ: + 30 210-6549585,
Ιστότοπος: http :// www . eof . gr
4.9. Υπερδοσολογία
Μέχρι στιγμής δεν έχουν παρατηρηθεί συμπτώματα υπερδοσολογίας με την αντιθρομβίνη ΙΙΙ.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΈΣ ΙΔΙΌΤΗΤΕΣ
5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Η αντιθρομβίνη ΙΙΙ αποτελεί μείζονα ανασταλτή της πήξης στο αίμα. Η ανασταλτική δράση της
στηρίζεται στον σχηματισμό ομοιοπολικού δεσμού μεταξύ της αντιθρομβίνης ΙΙΙ και του
ενεργού κέντρου των πρωτεασών σερίης. Τα εν λόγω σύμπλοκα ανασταλτού-ενζύμων πήξης
απομακρύνονται από το δικτυοενδοθηλιακό σύστημα. Οι παράγοντες στους οποίους ασκείται
η ισχυρότερη ανασταλτική δράση είναι η θρομβίνη και ο Παράγων Χα, όπως και οι
ενεργοποιημένες μορφές των παραγόντων ΙΧ, ΧΙ και ΧΙΙ. Η ηπαρίνη δρα ως καταλύτης,
επιταχύνοντας την αντίδραση.
Η δραστικότητα της αντιθρομβίνης ΙΙΙ κυμαίνεται από 80-120 % στους ενήλικες, ενώ στα
νεογέννητα παρατηρείται η μισή περίπου της παραπάνω δραστικότητας.
Το συμπύκνωμα αντιθρομβίνης ΙΙΙ από ανθρώπινο πλάσμα κατανέμεται και μεταβολίζεται
όπως ο φυσιολογικός ανασταλτής.
5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
3
Οι φαρμακοκινητικές μελέτες για την αντιθρομβίνη III έδειξαν έναν μέσο βιολογικό χρόνο
υποδιπλασιασμού 3 περίπου ημερών. Ο χρόνος υποδιπλασιασμού μπορεί να μειωθεί στην
1,5 ημέρα με ταυτόχρονη θεραπεία με ηπαρίνη.
Σε συνθήκες μεγάλης κατανάλωσης, ο χρόνος υποδιπλασιασμού μπορεί να μειωθεί σε
μερικές ώρες.
5.3. Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Η ανθρώπινη αντιθρομβίνη III αποτελεί φυσιολογικό συστατικό ανθρώπινου πλάσματος. Η
διενέργεια δοκιμασίας τοξικότητας με εφάπαξ χορήγηση δεν προσφέρει πολλά και δεν
επιτρέπει τον υπολογΙσμό της τοξικής ή της θανατηφόρου δόσης ή τη συσχέτιση της δόσης-
αποτελέσματος. Η διεξαγωγή δοκιμασιών τοξικότητας με επανειλημμένη χορήγηση δόσεων
σε ζώα είναι αδύνατη λόγω της ανάπτυξης αντισωμάτων.
Η αντιθρομβίνη III δεν έχει συνδεθεί με εμβρυοτοξικότητα, ογκογόνο ή μεταλλαξιογόνο
δράση.
Δεν έχουν περιγραφεί συμπτώματα οξείας τοξικότητας σε πειραματόζωα.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΈΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΊΕΣ
6.1. Κατάλογος εκδόχων
Sodium chloride, Albumin human stabilized with Acetyltryptophan and caprylic acid
Διαλύτης: Υδωρ για ενέσιμα
6.2. Ασυμβατότητες
Το συμπύκνωμα αντιθρομβίνης III από ανθρώπινο πλάσμα δεν πρέπει να αναμειγνύεται με
άλλα φαρμακευτικά προϊόντα.
6.3. Διάρκεια ζωής
Ο χρόνος ζωής είναι 36 μήνες. Το ανασυσταθέν διάλυμα πρέπει να χρησιμοποιείται άμεσα.
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Φυλάσσετε σε ψυγείο (2°C – 8°C).
Μην καταψύχετε.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
Το Atenativ διατίθεται σε γυάλινα φιαλίδια, τύπου ΙI (Ph.Eur.) χωρητικότητας 20, ή 30 ml,
πωματισμένα με ελαστικό πώμα από χλωροβουτύλιο επικαλυμμένο με Purcoat και
επισφραγισμένο με αποσπώμενο πώμα. Η συσκευασία περιέχει και διαλύτη (Ύδωρ για
ενέσιμα) σε φιαλίδιο (γυαλί τύπου Ι) που χρησιμοποιείται για την ανασύσταση της κόνεως.
6.6. Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Η ανασύσταση του λυόφιλου ξηρού προϊόντος πραγματοποιείται σε αποστειρωμένο ενέσιμο
νερό.
Να μην χρησιμοποιείται μετά από την ημερομηνία λήξης που αναφέρεται στην επισήμανση.
Συνήθως το διάλυμα είναι διαυγές ή ελαφρώς ιριδίζον.
Να μην χρησιμοποιούνται διαλύματα που είναι θολά ή έχουν ίζημα.
Μετά την ανασύσταση το προϊόν πρέπει να χρησιμοποιείται αμέσως.
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να απορρίπτεται σύμφωνα
με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. ΚΆΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΆΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΊΑΣ
OCTAPHARMA HELLAS AE
4
Λεωφ. Ποσειδώνος 60
166 75 Γλυφάδα Αττική
8. ΑΡΙΘΜΌΣ ΆΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΊΑΣ
Atenativ 500 IU : 41031/16-12-02, Atenativ 1000 IU : 47518/16-12-02,
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Atenativ 500 IU :
Πρώτη έγκριση: 22-10-1999
Τελευταία ανανέωση: 14-6-2012
Atenativ 1000 IU :
Πρώτη έγκριση: 22-10-1999
Τελευταία ανανέωση: 14-6-2012
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
29-5-2014
5