εβδομάδες για να εξασφαλιστούν ικανοποιητικά επίπεδα του φαρμάκου
στο αίμα όταν οι μεροζωίτεςανακύψουν από το ήπαρ.
Χημειοπροφύλαξη
Για να διασφαλιστεί, πριν από την άφιξη σε ενδημική περιοχή, ότι η
χορήγηση της μεφλοκίνης είναι καλά ανεκτή, συνιστάται η έναρξη
χημειοπροφύλαξης με μεφλοκίνη 10 ημέρες πριν από την αναχώρηση
(δηλ. πρώτη λήψη 10 ημέρες πριν από την αναχώρηση και 2
η
λήψη 3
ημέρες πριν από την αναχώρηση). Οι επόμενες δόσεις θα πρέπει να
λαμβάνονται μία φορά την εβδομάδα (σε σταθερή ημέρα).
Όταν η χημειοπροφύλαξη με τη μεφλοκίνη αποτύχει, οι γιατροί θα πρέπει
να αξιολογήσουν με προσοχή ποιό ανθελονοσιακό θα χρησιμοποιήσουν
για θεραπεία. Όσον αφορά στη χρήση της αλοφαντρίνης, βλέπε
παραγράφους 4.3, 4.4 και 4.5.
Θεραπεία
Για τη θεραπεία της ελονοσίας p. Falciparum χωρίς επιπλοκές, έχει
συσταθεί ο συνδυασμός της μεφλοκίνης με artesunate, ως μέρος μίας
θεραπείας συνδυασμού (ACT) με βάση την αρτεμισίνη. Οι θεραπείες
συνδυασμού (ATC) θα πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον θεραπεία 3
ημερών με παράγωγο αρτεμισίνης.
Για μερικώς ανοσοποιημένα άτομα, π.χ. για κατοίκους ελονοσιακών
ενδημικών περιοχών, μια μειωμένη δόση μπορεί να είναι επαρκής.
Μία δεύτερη πλήρης δόση πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς που κάνουν
έμετο σε λιγότερο από 30 λεπτά αφότου λάβουν το φάρμακο. Αν ο έμετος
παρουσιαστεί 30-60 λεπτά μετά τη χορήγηση, πρέπει να χορηγηθεί
επιπροσθέτως μισή δόση.
Μετά την αγωγή της ελονοσίας που οφείλεται σε
P.vivax
, θα πρέπει να
εξετάζεται η προφύλαξη από υποτροπή με τη χρήση ενός παραγώγου της
8-αμινοκινολίνης (π.χ. πριμακίνη) προκειμένου να εξαλειφθούν οι
ηπατικές μορφές.
Εάν ένας πλήρης κύκλος αγωγής με Lariam δεν οδηγήσει σε βελτίωση
μέσα σε 48-72 ώρες, το Lariam δε θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για
επαναθεραπεία. Μια εναλλακτική θεραπεία θα πρέπει να
χρησιμοποιηθεί. Όταν παρουσιασθούν οξέα περιστατικά ελονοσίας κατά
τη διάρκεια προφύλαξης με Lariam, ο ιατρός πρέπει να εκτιμήσει με
προσοχή ποιό ανθελονοσιακό φάρμακο θα χρησιμοποιήσει για τη
θεραπεία. Όσον αφορά στη χρήση της αλοφαντρίνης, βλέπε παραγράφους
“Προειδοποιήσεις και προφυλάξεις” και “Άλλα φάρμακα και Lariam”
Το Lariam μπορεί να χορηγηθεί για τη σοβαρή οξεία μορφή της
ελονοσίας μετά από μια αρχική αγωγή ενδοφλέβιας χορήγησης κινίνης
διάρκειας τουλάχιστον 2-3 ημερών. Αλληλεπιδράσεις που οδηγούν σε
ανεπιθύμητες ενέργειες μπορούν σε μεγάλο βαθμό να αποφευχθούν με τη
διατήρηση μεσοδιαστήματος τουλάχιστον 12 ωρών μετά την τελευταία
χορήγηση κινίνης.
Σε περιοχές με πολυανθεκτική ελονοσία, η αρχική θεραπεία με
αρτεμισίνη ή κάποιο παράγωγό της, αν υπάρχει διαθέσιμο,
ακολουθούμενη από Lariam, αποτελεί μια εναλλακτική αγωγή.
7