ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Budenοfalk 2 mg/dose ορθικός αφρός
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε δόση του 1,2 g αφρού περιέχει 2 mg βουδεσονίδης.
Έκδοχα μ ε γνωστή δράση: cetyl alcohol, propylene glycol.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ορθικός αφρός, σε περιέκτη υπό πίεση
Λευκός έως υπόλευκος, κρεμώδης σταθερός αφρός
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Για τη θεραπεία της ενεργού ελκώδους κολίτιδας που εντοπίζεται στο ορθό και
στο σιγμοειδές κόλον.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
> 18 Ενήλικες ηλικίας ετών
μ 2 mg μ .Μια εφαρ ογή των βουδεσονίδης η ερησίως
μΠαιδιατρικός πληθυσ ός
Budenofalk 2 mg μ Ο ορθικός αφρός δεν πρέπει να χρησι οποιείται σε παιδιά λόγω
μ μ .της ανεπαρκούς ε πειρίας σε αυτή την ηλικιακή ο άδα
Τρόπος χορήγησης
Budenofalk 2 mg μ μ .Ο ορθικός αφρός πορεί να εφαρ οστεί το πρωί ή το βράδυ
μ μ Αρχικά προσαρ όζεται στον περιέκτη ένας εφαρ ογέας και κατόπιν ανακινείται
15 , μ για περίπου δευτερόλεπτα προτού ο εφαρ ογέας εισαχθεί στο ορθό τόσο όσο
. μ μ , να είναι άνετο Ση ειώστε ότι η χορηγού ενη δόση είναι αρκούντως ακριβής
μ όνο όταν ο θόλος της αντλίας κρατείται προς τα κάτω όσο το δυνατόν πιο
. μ Budenofalk 2 mg, κάθετα Για τη χορήγηση ιας δόσης ορθικού αφρού ο θόλος της
μ . αντλίας πρέπει να πιεσθεί πλήρως προς τα κάτω και να αποδεσ ευτεί πολύ αργά
μ Μετά την ενεργοποίηση ο εφαρ ογέας θα πρέπει να διατηρηθεί σε αυτή τη θέση
10-15 μ .για δευτερόλεπτα πριν απο ακρυνθεί από το ορθό
SPC_2262902_3.doc
μ μ Καλύτερα αποτελέσ ατα λα βάνονται όταν το έντερο έχει κενωθεί πριν τη
Budenofalk 2 mg.χορήγηση του ορθικού αφρού
Δ ιάρκεια θεραπείας
. Ο επιβλέπων ιατρός θα προσδιορίσει τη διάρκεια χρήσης Ένα οξύ επεισόδιο
μ 6 8 μ . Budenofalk 2 mg συνήθως υποχωρεί ετά από έως εβδο άδες Ο ορθικός αφρός
μ μ μ .δεν πρέπει να χρησι οποιείται ετά από αυτό το χρονικό διάστη α
4.3 Αντενδείξεις
Ο ορθικός αφρός Budenofalk 2 mg μ μ :δεν πρέπει να χρησι οποιείται σε ασθενείς ε
- υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
6.1.αναφέρονται στην παράγραφο
- κίρρωση του ήπατος.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η θεραπεία με τον ορθικό αφρό Budenofalk 2 mg μ μεπιφέρει χα ηλότερα συστη ατικά
επίπεδα στεροειδών από τη μ μ μ συ βατική από στό ατος θεραπεία ε
γλυκοκορτικοστεροειδή μ μ . ε συστη ατικώς δρώντα κορτικοειδή μ Η ετάβαση από
μ άλλη θεραπεία ε γλυκοκορτικοστεροειδή μ μ πορεί να έχει ως αποτέλεσ α την εκ
μ μ μ μ μ νέου ε φάνιση ή υποτροπή συ πτω άτων σχετιζό ενων ε την αλλαγή στα
μ .συστη ατικά επίπεδα των στεροειδών
Απαιτείται προσοχή σε ασθενείς με φυματίωση, υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη,
οστεοπόρωση, πεπτικό έλκος, γλαύκωμα, καταρράκτη, οικογενειακό ιστορικό
διαβήτη, οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος , ή οποιαδήποτε άλλη κατάσταση
στην οποία τα γλυκοκορτικοστεροειδή μπορεί να έχουν ανεπιθύμητες
ενέργειες.
Συστηματικές επιδράσεις γλυκοκορτικοστεροειδών μπορεί να εκδηλωθούν,
ιδιαίτερα όταν συνταγογραφείται σε υψηλές δόσεις και για παρατεταμένες
περιόδους. Τέτοιες επιδράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν σύνδρομο Cushing,
επινεφριδιακή καταστολή, καθυστέρηση της ανάπτυξης, μειωμένη οστική
πυκνότητα, καταρράκτη, γλαύκωμα και ένα ευρύ φάσμα ψυχιατρικών/
συμπεριφορικών επιδράσεων (βλ. παράγραφο 4.8).
Λοίμωξη
Η καταστολή της φλεγμονώδους απόκρισης και της λειτουργίας του
ανοσοποιητικού συστήματος αυξάνει την ευαισθησία στις λοιμώξεις και τη
σοβαρότητά τους. Ο κίνδυνος επιδείνωσης των βακτηριακών, μυκητιασικών,
αμοιβαδικών και ιικών λοιμώξεων κατά τη διάρκεια της θεραπείας με
γλυκοκορτικοστεροειδή πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Η κλινική
εμφάνιση μπορεί συχνά να είναι άτυπη και σοβαρές λοιμώξεις όπως η
σηψαιμία και η φυματίωση μπορεί να συγκαλυφθούν, και συνεπώς να φθάσουν
σε ένα προχωρημένο στάδιο προτού διαγνωσθούν.
Ανεμοβλογιά
Η ανεμοβλογιά χρήζει ιδιαίτερης προσοχής αφού αυτή η συνήθως ήσσονος
σοβαρότητας νόσος μπορεί να είναι θανατηφόρα σε ανοσοκατασταλμένους
ασθενείς. Στους ασθενείς χωρίς συγκεκριμένο ιστορικό ανεμοβλογιάς πρέπει
να δίδεται συμβουλή να αποφεύγουν την στενή προσωπική επαφή με άτομα με
ανεμοβλογιά ή έρπητα ζωστήρα και εάν εκτεθούν να ζητήσουν επειγόντως
SPC_2262902_3.doc
ιατρική βοήθεια. Εάν ο ασθενής είναι παιδί, η παραπάνω συμβουλή πρέπει να
δίδεται στους γονείς. Ο παθητικός εμβολιασμός με ανοσοσφαιρίνη
ανεμοβλογιάς-ζωστήρα (VZIG) απαιτείται σε μη-ανοσοποιημένους ασθενείς που
εκτέθηκαν και που λαμβάνουν συστηματικά γλυκοκορτικοστεροειδή ή που τα
έχουν λάβει εντός των προηγούμενων 3 μηνών. Αυτό πρέπει να γίνει εντός 10
ημερών από την έκθεση στην ανεμοβλογιά. Εάν επιβεβαιωθεί διάγνωση
ανεμοβλογιάς, η νόσος απαιτεί φροντίδα από εξειδικευμένο ιατρό και
επείγουσα θεραπεία. Τα γλυκοκορτικοστεροειδή δεν πρέπει να διακόπτονται
και η δόση μπορεί να πρέπει να αυξηθεί.
Ιλαρά
Οι ασθενείς με μειωμένη ανοσία που έχουν έρθει σε επαφή με ιλαρά πρέπει,
όταν είναι δυνατόν, να λάβουν φυσιολογική ανοσοσφαιρίνη όσο το δυνατόν
συντομότερα μετά την έκθεση.
Εμβόλια
Ζωντανά εμβόλια δεν πρέπει να χορηγούνται σε άτομα που κάνουν χρόνια
χρήση γλυκοκορτικοστεροειδών. Η αντισωματική απόκριση σε άλλα εμβόλια
μπορεί να μειωθεί.
Ασθενείς με διαταραχές της ηπατικής λειτουργίας
Βάσει της εμπειρίας από ασθενείς με προχωρημένου σταδίου πρωτοπαθή
χολική κίρρωση (Primary Biliary Cirrhosis, PCB) σε περίπτωση ηπατικής κίρρωσης
πρέπει να αναμένεται αυξημένη συστηματική διαθεσιμότητα της βουδεσονίδης
σε όλους τους ασθενείς με σοβαρά επηρεασμένη ηπατική λειτουργία.
Εντούτοις, σε ασθενείς με ηπατική νόσο χωρίς ηπατική κίρρωση η βουδεσονίδη
σε ημερήσιες από στόματος δόσεις των 9 mg ήταν ασφαλής και καλώς ανεκτή.
Δεν υπάρχουν ενδείξεις που να υποδηλώνουν ότι είναι απαραίτητη ειδική
δοσολογική σύσταση σε ασθενείς με μη-κιρρωτική ηπατική νόσο ή με μόνο
ελαφρά επηρεασμένη ηπατική λειτουργία.
Οπτική διαταραχή
Ενδέχεται να αναφερθεί οπτική διαταραχή με τη συστηματική και τοπική χρήση
κορτικοστεροειδών. Εάν ένας ασθενής παρουσιάζει συμπτώματα, όπως θολή
όραση ή άλλες οπτικές διαταραχές, τότε θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο
παραπομπής του ασθενούς σε οφθαλμίατρο για την αξιολόγηση των πιθανών
αιτιών που ενδέχεται να περιλαμβάνουν καταρράκτη, γλαύκωμα ή σπάνιες
ασθένειες, όπως κεντρική ορώδης χοριοαμφιβληστροειδοπάθεια (ΚΟΧΑ) και
που έχουν αναφερθεί μετά τη χρήση συστηματικών και τοπικών
κορτικοστεροειδών.
Άλλες προειδοποιήσεις
Τα γλυκοκορτικοστεροειδή μπορεί να προκαλέσουν καταστολή του άξονα
υποθάλαμος-υπόφυση-επινεφρίδια και να μειώσουν την αντίδραση στο στρες.
Όταν ασθενείς πρόκειται να υποβληθούν σε χειρουργικές επεμβάσεις ή να
βρεθούν σε άλλες στρεσογόνες καταστάσεις, συνιστάται συμπληρωματική
συστηματική θεραπεία με γλυκοκορτικοστεροειδή.
Η ταυτόχρονη θεραπεία με κετοκοναζόλη ή άλλους αναστολείς του CYP3A4
πρέπει να αποφεύγεταιλ. παράγραφο 4.5).
Αυτό το φάρμακο περιέχει cetyl alcohol και propylene glycol που μπορεί να
προκαλέσουν τοπικές δερματικές αντιδράσεις (π.χ. δερματίτιδα εξ επαφής).
SPC_2262902_3.doc
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Φαρμακοδυναμικές αλληλεπιδράσεις
Καρδιακές γλυκοσίδες
Η δράση των γλυκοσιδών μπορεί να ενισχυθεί από την ανεπάρκεια καλίου.
Αλατοδιουρητικά
Μπορεί να ενισχυθεί η αποβολή καλίου.
Φαρμακοκινητικές αλληλεπιδράσεις
Κυτόχρωμα
P
450
- Αναστολείς του
CYP
3
A
4
Η ταυτόχρονη θεραπεία με αναστολείς του CYP3A, στους οποίους
περιλαμβάνονται τα προϊόντα που περιέχουν κομπισιστάτη, αναμένεται να
αυξήσει τον κίνδυνο συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών. Ο συνδυασμός
θα πρέπει να αποφεύγεται, εκτός εάν το όφελος υπερτερεί του αυξημένου
κινδύνου συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών από τα κορτικοστεροειδή και
σε αυτή την περίπτωση οι ασθενείς παρακολουθούνται για συστηματικές
επιδράσεις από τα κορτικοστεροειδή.
Δόση κετοκοναζόλης 200 mg από στόματος άπαξ ημερησίως περίπου 6πλασίασε
τις συγκεντρώσεις της βουδεσονίδης στο πλάσμα (3 mg εφάπαξ δόση) κατά την
ταυτόχρονη χορήγηση. Όταν η κετοκοναζόλη χορηγήθηκε 12 ώρες μετά τη
βουδεσονίδη, οι συγκεντρώσεις σχεδόν 3πλασιάστηκαν. Καθώς δεν υπάρχουν
επαρκή δεδομένα για να δοθούν δοσολογικές συστάσεις, ο συνδυασμός πρέπει
να αποφεύγεται.
Άλλοι ισχυροί αναστολείς του CYP3A4 όπως η ριτοναβίρη, η ιτρακοναζόλη, η
κλαριθρομυκίνη, και ο χυμός γκρέιπφρουτ είναι επίσης πιθανό να προκαλέσουν
σημαντική αύξηση στα επίπεδα της βουδεσονίδης στο πλάσμα. Επομένως η
ταυτόχρονη λήψη βουδεσονίδης πρέπει να αποφεύγεται.
- Επαγωγείς του CYP3A4
Ουσίες ή φάρμακα όπως η καρβαμαζεπίνη και η ριφαμπικίνη, που επάγουν το
CYP3A4, μπορεί να μειώσουν τη συστηματική αλλά και την τοπική έκθεση της
βουδεσονίδης στον εντερικό βλεννογόνο. Μπορεί να χρειασθεί προσαρμογή της
δόσης της βουδεσονίδης.
- Υποστρώματα του
CYP
3
A
4
Ουσίες ή φάρμακα που μεταβολίζονται από το CYP3A4 μπορεί να δρουν
ανταγωνιστικά με τη βουδεσονίδη. Αυτό είναι πιθανό να οδηγήσει σε
αυξημένες συγκεντρώσεις της βουδεσονίδης στο πλάσμα όταν η ανταγωνιστική
ουσία έχει μεγαλύτερη συγγένεια με το CYP3A4, ή – εάν η βουδεσονίδη
δεσμεύεται ισχυρότερα στο CYP3A4 – η ανταγωνιστική ουσία μπορεί να είναι
αυξημένη στο πλάσμα και να είναι απαραίτητη μια προσαρμογή/μείωση της
δόσης αυτού του φαρμάκου.
Αυξημένες συγκεντρώσεις στο πλάσμα και ενισχυμένες δράσεις των
γλυκοκορτικοστεροειδών έχουν αναφερθεί σε γυναίκες που λαμβάνουν επίσης
οιστρογόνα ή από στόματος αντισυλληπτικά, όμως αυτό δεν έχει παρατηρηθεί
με χαμηλής δόσης από στόματος συνδυασμένα αντισυλληπτικά.
SPC_2262902_3.doc
Επειδή η επινεφριδική λειτουργία πιθανώς να καταστέλλεται από τη θεραπεία
με βουδεσονίδη, μια δοκιμασία διέγερσης της αδρενοκορτικοτρόπου ορμόνης
για διάγνωση ανεπάρκειας της υπόφυσης μπορεί να παράγει ψευδή
αποτελέσματα (χαμηλές τιμές).
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
Η χορήγηση κατά την κύηση πρέπει να αποφεύγεται εκτός και εάν υπάρχουν
λόγοι που καθιστούν τη θεραπεία με τον ορθικό αφρό Budenofalk 2 mg
αναγκαία. Υπάρχουν λίγα δεδομένα σχετικά με την έκβαση κυήσεων έπειτα από
στόματος χορήγηση βουδεσονίδης σε ανθρώπους. Παρόλο που δεδομένα από τη
χρήση εισπνεόμενης βουδεσονίδης σε μεγάλο αριθμό εκτεθειμένων κυήσεων
δεν κατέδειξαν καμία ανεπιθύμητη ενέργεια, η μέγιστη συγκέντρωση της
βουδεσονίδης στο πλάσμα αναμένεται να είναι υψηλότερη κατά τη θεραπεία
με τον ορθικό αφρό Budenofalk 2 mg σε σύγκριση με την εισπνεόμενη
βουδεσονίδη. Σε κυοφορούντα ζώα, η βουδεσονίδη, όπως και άλλα
γλυκοκορτικοστεροειδή, αποδείχθηκε ότι προκαλεί ανωμαλίες στην εμβρυϊκή
ανάπτυξη (βλ. παράγραφο 5.3). Η σημασία του ευρήματος αυτού στον άνθρωπο
δεν έχει τεκμηριωθεί.
Θηλασμός
Η βουδεσονίδη απεκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα (υπάρχουν διαθέσιμα
δεδομένα για την απέκκριση έπειτα από εισπνεόμενη χρήση). Εντούτοις, μόνο
μικρές επιδράσεις αναμένονται στο θηλάζον βρέφος έπειτα από την εφαρμογή
του ορθικού αφρού Budenofalk 2 mg εντός του εύρους των θεραπευτικών
δόσεων. μ / Πρέπει να αποφασιστεί εάν θα διακοπεί ο θηλασ ός ή θα διακοπεί θα
μ μ αποφευχθεί η θεραπεία ε βουδεσονίδη λα βάνοντας υπόψη το όφελος του
μ .θηλασ ού για το παιδί και το όφελος της θεραπείας για τη γυναίκα
Γονιμότητα
Δεν υπάρχουν δεδομένα σχετικά με την επίδραση της βουδεσονίδης στη
ανθρώπινη γονιμότητα. Σε μελέτες σε ζώα η γονιμότητα δεν επηρεάστηκε
έπειτα από αγωγή με βουδεσονίδη (βλ. παράγραφο 5.3).
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σχετικά με τις επιδράσεις στην ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Για την αξιολόγηση των ανεπιθύμητων ενεργειών χρησιμοποιούνται οι
ακόλουθες συμβάσεις για τη συχνότητα:
πολύ συχνές: ( 1/10), συχνές: ( 1/100 έως <1/10), όχι συχνές: ( 1/1000 έως
<1/100), σπάνιες: ( 1/10.000 έως < 1/1000), πολύ σπάνιες: (<1/10.000), όχι
γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν από τα διαθέσιμα δεδομένα).
SPC_2262902_3.doc
Κατηγορία/Οργ
ανικό σύστημα
Συχνότητα
σύμφωνα με τη
συνθήκη MedDRA
Ανεπιθύμητη
ενέργεια
Διαταραχές του
μεταβολισμού και
της θρέψης
Συχνές Σύνδρομο Cushing: π.χ.
με πανσεληνοειδές
προσωπείο,
παχυσαρκία, μειωμένη
ανοχή στη γλυκόζη,
σακχαρώδης διαβήτης,
υπέρταση,
κατακράτηση νατρίου
με οίδημα, αυξημένη
απέκκριση καλίου,
αδράνεια ή ατροφία
του φλοιού των
επινεφριδίων,
πορφυρές ραβδώσεις,
ακμή από στεροειδή,
διαταραχή έκκρισης
γεννητικών ορμονών
(π.χ. αμηνόρροια,
υπερτρίχωση,
ανικανότητα)
Πολύ σπάνιες Καθυστέρηση
ανάπτυξης στα παιδιά
μ Οφθαλ ικές
διαταραχές
Σπάνιες Γλαύκωμα,
καταρράκτης, όραση
θολή (βλ. επίσης
παράγραφο 4.4)
Δ ιαταραχές του
γαστρεντερικού
μσυστή ατος
Συχνές Δυσπεψία
Όχι συχνές Έλκος στον
δωδεκαδάκτυλο ή
γαστρικό έλκος
SPC_2262902_3.doc
Κατηγορία/Οργ
ανικό σύστημα
Συχνότητα
σύμφωνα με τη
συνθήκη MedDRA
Ανεπιθύμητη
ενέργεια
Σπάνιες Παγκρεατίτιδα
Πολύ σπάνιες Δυσκοιλιότητα
Δ ιαταραχές του
ανοσοποιητικού
μσυστή ατος
Συχνές Αυξημένος κίνδυνος
λοίμωξης
Διαταραχές του
μυοσκελετικού
συστήματος και
του συνδετικού
ιστού
Συχνές Μυαλγία και
αρθραλγία, μυϊκή
αδυναμία και μυϊκές
δεσμιδώσεις,
οστεοπόρωση
Σπάνιες Οστεονέκρωση
Δ ιαταραχές του
νευρικού
μσυστή ατος
Συχνές Κεφαλαλγία
Πολύ σπάνιες Ψευδοόγκος εγκεφάλου
συμπεριλαμβανομένου
του θηλώδους
οιδήματος στους
εφήβους
Ψυχιατρικές
διαταραχές
Συχνές Κατάθλιψη,
ευερεθιστότητα,
ευφορία
Όχι συχνές Ψυχοκινητική
υπερενεργητικότητα,
άγχος
Σπάνιες Επιθετικότητα
Διαταραχές του
δέρματος και του
υποδόριου ιστού
Συχνές Αλλεργικό εξάνθημα,
πετέχειες,
καθυστερημένη
επούλωση πληγών,
δερματίτιδα εξ επαφής
Σπάνιες Εκχύμωση
Αγγειακές
διαταραχές
Πολύ σπάνιες Αυξημένος κίνδυνος
θρόμβωσης, αγγειίτιδα
(σύνδρομο στέρησης
μετά από μακροχρόνια
θεραπεία)
Γενικές
διαταραχές
και
καταστάσεις της
οδού χορήγησης
Συχνές Αίσθημα καύσου στο
ορθό και πόνος
Πολύ σπάνιες Κόπωση, αίσθημα
κακουχίας
SPC_2262902_3.doc
Οι παρακάτω ανεπιθύμητες ενέργειες αναφέρθηκαν επιπροσθέτως σε κλινικές
μελέτες με τον ορθικό αφρό Budenofalk 2 mg (συχνότητα: όχι συχνές): αυξημένη
όρεξη, αύξηση στην ταχύτητα καθίζησης των ερυθροκυττάρων,
λευκοκυττάρωση, ναυτία, κοιλιακό άλγος, μετεωρισμός, παραισθησία στην
κοιλιακή χώρα, ραγάδα του πρωκτού, αφθώδης στοματίτιδα, συχνή επείγουσα
ανάγκη για κένωση του εντέρου, πρωκτική αιμορραγία, αύξηση στις
τρανσαμινάσες (GOT, GPT), αύξηση στις παραμέτρους της χολόστασης (GGT,
AP), αύξηση στην αμυλάση, μεταβολές της κορτιζόλης, ουρολοιμώξεις, ζάλη,
διαταραχές της όσφρησης, αϋπνία, αυξημένη εφίδρωση, εξασθένιση, αύξηση
του σωματικού βάρους.
Οι περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρονται στην παρούσα ΠΧΠ
μπορούν επίσης να αναμένονται για θεραπείες με άλλα
γλυκοκορτικοστεροειδή.
Περιστασιακά μπορεί να παρουσιασθούν ανεπιθύμητες ενέργειες, οι οποίες
είναι χαρακτηριστικές των συστηματικώς δρώντων γλυκοκορτικοστεροειδών.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες αυτές εξαρτώνται από τη δοσολογία, τη διάρκεια
θεραπείας, την ταυτόχρονη ή προηγούμενη θεραπεία με άλλα
γλυκοκορτικοστεροειδή και την ευαισθησία του κάθε ατόμου.
Μερικές από τις ανεπιθύμητες ενέργειες αναφέρθηκαν μετά από μακροχρόνια
χρήση από στόματος χορηγούμενης βουδεσονίδης.
Εξαιτίας της τοπικής του δράσης, ο κίνδυνος ανεπιθύμητων ενεργειών με τον
ορθικό αφρό Budenofalk 2 mg είναι γενικά μικρότερος από ό,τι με τη λήψη
συστηματικώς δρώντων γλυκοκορτικοστεροειδών.
Επιδείνωση ή επανεμφάνιση των εξωεντερικών συμπτωμάτων (ιδιαίτερα αυτών
που προσβάλουν το δέρμα και τις αρθρώσεις) μπορεί να συμβεί κατά τη
μετάβαση ενός ασθενή από συστηματικώς δρώντα γλυκοκορτικοστεροειδή σε
βουδεσονίδη με τοπική δράση.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες
στον μ μ , 284, GR-15562 , , Εθνικό Οργανισ ό Φαρ άκων Μεσογείων Χολαργός Αθήνα
: + 30 Τηλ 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr
4.9 Υπερδοσολογία
Έως σήμερα, δεν είναι γνωστά περιστατικά υπερδοσολογίας με τη
βουδεσονίδη.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Εντερικοί αντιφλεγμονώδεις παράγοντες,
κορτικοστεροειδή τοπικώς δρώντα, Κωδικός ATC: A07EA06
SPC_2262902_3.doc
Ο ακριβής μηχανισμός δράσης της βουδεσονίδης στη θεραπεία της ελκώδους
κολίτιδας/ πρωκτοσιγμοειδίτιδας δεν είναι πλήρως κατανοητός. Τα δεδομένα
από μελέτες κλινικής φαρμακολογίας και από ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές
σαφώς υποδηλώνουν ότι ο μηχανισμός δράσης της βουδεσονίδης βασίζεται
κυρίως στην τοπική της δράση στο έντερο. Η βουδεσονίδη είναι ένα
γλυκοκορτικοστεροειδές με ισχυρή τοπική αντιφλεγμονώδη δράση. Σε
δοσολογία 2 mg βουδεσονίδης χορηγούμενων από το ορθό, η βουδεσονίδη δεν
επιφέρει πρακτικά καμία καταστολή του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης
-επινεφριδίων.
Ο ορθικός αφρός Budenofalk 2 mg μελετήθηκε σε δόσεις έως και 4 mg
βουδεσονίδης ημερησίως και ουσιαστικά δεν έδειξε καμία επίδραση στα
επίπεδα κορτιζόλης στο πλάσμα.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Μετά την από στόματος χορήγηση η συστηματική διαθεσιμότητα της
βουδεσονίδης είναι περίπου 10%. Μετά την ορθική χορήγηση οι επιφάνειες υπό
την καμπύλη συγκέντρωσης/χρόνου είναι περίπου 1,5 φορά υψηλότερες από
ό,τι στους ελέγχους του ιστορικού, λαμβάνοντας υπόψη παρόμοιες δόσεις από
στόματος χορηγούμενης βουδεσονίδης. Τα μέγιστα επίπεδα λαμβάνονται κατά
μέσο όρο 2-3 ώρες μετά τη χορήγηση του ορθικού αφρού Budenofalk 2 mg.
Κατανομή
Η βουδεσονίδη έχει υψηλό όγκο κατανομής (περίπου 3 L/kg). Η δέσμευση με τις
πρωτεΐνες του πλάσματος είναι κατά μέσο όρο 85 - 90%.
Βιομετασχηματισμός
Η βουδεσονίδη υπόκειται σε εκτεταμένο βιομετασχηματισμό στο ήπαρ (περίπου
90 %) σε μεταβολίτες με χαμηλή γλυκοκορτικοστεροειδική δράση. Η
γλυκοκορτικοστεροειδική δράση των βασικών μεταβολιτών, 6 -hydroxybudesonide
και 16 -hydroxyprednisolone, είναι λιγότερη από το 1% αυτής της βουδεσονίδης.
Αποβολή
Ο μέσος χρόνος ημιζωής είναι περίπου 3 - 4 ώρες. Ο μέσος ρυθμός κάθαρσης
για τη βουδεσονίδη είναι περίπου 10 -15 L/min, προσδιοριζόμενος από μεθόδους
βασισμένες στην HPLC.
Εξάπλωση
Μια σπινθηρογραφική διερεύνηση σεσημασμένου με τεχνήτιο ορθικού αφρού
Budenofalk 2 mg σε ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα έδειξε ότι ο αφρός εξαπλώνεται
σε ολόκληρο το σιγμοειδές.
Ειδικοί πληθυσμοί ασθενών (ηπατικές παθήσεις)
Ανάλογα με τον τύπο και τη σοβαρότητα της ηπατικής νόσου, ο μεταβολισμός
της βουδεσονίδης μπορεί να είναι μειωμένος.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Προκλινικές έρευνες σε σκύλους έδειξαν ότι ο ορθικός αφρός Budenofalk 2 mg
είναι καλά ανεκτός τοπικά.
Προκλινικά δεδομένα σε οξείες, υποχρόνιες και χρόνιες μελέτες τοξικότητας
με βουδεσονίδη έδειξαν ατροφίες του θύμου αδένα και του φλοιού των
επινεφριδίων και μείωση ιδιαιτέρως των λεμφοκυττάρων. Οι επιδράσεις αυτές
SPC_2262902_3.doc
είναι λιγότερο έντονες ή της ίδιας έντασης όπως αυτές που παρατηρούνται με
άλλα γλυκοκορτικοστεροειδή. Αυτές οι επιδράσεις των στεροειδών μπορεί να
έχουν σημασία και στον άνθρωπο.
Η βουδεσονίδη δεν είχε μεταλλαξιογόνο δράση σε μια σειρά δοκιμασιών in
vitro
και
in
vivo
.
Μια ελαφριά αύξηση στον αριθμό των βασεόφιλων ηπατικών εστιών
παρατηρήθηκε σε χρόνιες μελέτες με βουδεσονίδη σε αρουραίους, ενώ σε
μελέτες καρκινογένεσης παρατηρήθηκε μια αυξημένη συχνότητα εμφάνισης
πρωτοπαθών ηπατοκυτταρικών νεοπλασμάτων, αστροκυτωμάτων (σε
αρσενικούς επίμυες) και όγκων του μαστού (σε θηλυκούς επίμυες). Οι όγκοι
αυτοί προφανώς οφείλονται στην ειδική δράση των στεροειδικών υποδοχέων,
στο αυξημένο μεταβολικό φορτίο στο ήπαρ και στις αναβολικές δράσεις,
δράσεις που είναι επίσης γνωστές από άλλες μελέτες με
γλυκοκορτικοστεροειδή σε επίμυες και επομένως αποτελούν δράσεις αυτής της
κατηγορίας των φαρμάκων. Δεν έχουν παρατηρηθεί ποτέ παρόμοιες δράσεις
στον άνθρωπο για τη βουδεσονίδη, ούτε στις κλινικές μελέτες, ούτε από τις
αυθόρμητες αναφορές (ανεπιθυμήτων ενεργειών).
Γενικά, τα προκλινικά δεδομένα δεν αποκαλύπτουν ιδιαίτερο κίνδυνο για τον
άνθρωπο με βάση τις συμβατικές μελέτες φαρμακολογικής ασφάλειας,
τοξικότητας επαναλαμβανόμενων δόσεων, γονοτοξικότητας και ενδεχόμενης
καρκινογόνου δράσης.
Σε κυοφορούντα ζώα, η βουδεσονίδη, όπως και άλλα γλυκοκορτικοστεροειδή,
έχει αποδειχθεί ότι προκαλεί ανωμαλίες στην εμβρυική ανάπτυξη, όμως η
σημασία του ευρήματος αυτού στον άνθρωπο δεν έχει τεκμηριωθεί (βλ. επίσης
παράγραφο 4.6).
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Cetyl alcohol
Citric acid monohydrate
Disodium edetate
Emulsifying wax
Macrogol stearyl ether
Propylene glycol
Purified water
Προωθητικό αέριο :
n-Butane
Isobutane
Propane
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
3 χρόνια
Μετά το πρώτο άνοιγμα: 4 εβδομάδες.
SPC_2262902_3.doc
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Μη μ μ 25°C.φυλάσσετε σε θερ οκρασία εγαλύτερη των
Μην .ψύχετε ή καταψύχετε
Αυτός είναι ένας περιέκτης υπό πίεση, που περιέχει εύφλεκτο προωθητικό
αέριο.
Μην εκθέτετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 50°C, προστατέψτε από το
άμεσο ηλιακό φως.
Μην μ .τον τρυπάτε ή καίετε ακό η και όταν είναι άδειος
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Περιέκτης από αλουμίνιο με περιεχόμενο υπό πίεση με δοσομετρική βαλβίδα
εφοδιασμένος με 14 εφαρμογείς από πολυβινυλοχλωρίδιο, επικαλυμμένους από
λευκή μαλακή παραφίνη και υγρή παραφίνη για τη χορήγηση του αφρού και με
14 πλαστικούς σάκους για την υγειονομική απόρριψη των εφαρμογέων.
Συσκευασίες:
Αρχική συσκευασία με 1 περιέκτη υπό πίεση, που περιέχει τουλάχιστον 14
δόσεις του 1,2 g ορθικού αφρού έκαστη.
Αρχική συσκευασία με 2 περιέκτες υπό πίεση, που περιέχει τουλάχιστον 2 x 14
δόσεις των 1,2 g ορθικού αφρού έκαστη.
Νοσοκομειακή συσκευασία με 1 περιέκτη υπό πίεση, που περιέχει τουλάχιστον
14 δόσεις των 1,2 g ορθικού αφρού έκαστη.
Μπορεί να μη κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία ειδική υποχρέωση.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Galenica A.E
Ελευθερίας 4
145 64 Κηφισιά
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
8909/4-2-13
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
μ μ :Η ερο ηνία πρώτης έγκρισης 26 Οκτωβρίου 2009
Ημερομηνία τελευταίας ανανέωσης: 4 Φεβρουαρίου 2013
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
SPC_2262902_3.doc
SPC_2262902_3.doc