υπερευαισθησίας μπορεί να είναι είτε αλλεργικές (περιγράφονται ως
αναφυλακτικές αντιδράσεις όταν είναι σοβαρές), είτε μη αλλεργικές. Μπορεί
να εκδηλωθούν είτε άμεσα (σε λιγότερο από 60 λεπτά), είτε καθυστερημένα (σε
έως και 7 ημέρες). Οι αναφυλακτικές αντιδράσεις εκδηλώνονται αμέσως και
μπορεί να είναι θανατηφόρες. Είναι ανεξάρτητες από τη δόση, μπορεί να
εκδηλωθούν ακόμη και ύστερα από την πρώτη δόση του προϊόντος, και συχνά
είναι απρόβλεπτες.
Υπάρχει πάντα κίνδυνος υπερευαισθησίας ανεξάρτητα από την ενιόμενη δόση.
Οι ασθενείς που έχουν ήδη εκδηλώσει αντίδραση σε προηγούμενη χορήγηση
σκιαγραφικού παράγοντα MRI που περιέχει γαδολίνιο διατρέχουν αυξημένο
κίνδυνο να παρουσιάσουν άλλη αντίδραση σε επόμενη χορήγηση του ίδιου
προϊόντος, ή πιθανώς σε άλλα προϊόντα, και επομένως θεωρείται ότι
διατρέχουν υψηλό κίνδυνο.
Η ένεση γαδοτερικού οξέος μπορεί να επιδεινώσει συμπτώματα υφιστάμενου
άσθματος. Σε ασθενείς με άσθμα που δεν έχει ισορροπήσει με τη θεραπεία, η
απόφαση για χρήση γαδοτερικού οξέος πρέπει να λαμβάνεται ύστερα από
προσεκτική εκτίμηση της σχέσης οφέλους/κινδύνου.
Όπως είναι γνωστό από τη χρήση ιωδιούχων σκιαγραφικών μέσων, οι
αντιδράσεις υπερευαισθησίας μπορεί να επιδεινωθούν σε ασθενείς που
ακολουθούν αγωγή με βήτα-αποκλειστές, και ειδικά κατά την παρουσία
βρογχικού άσθματος. Αυτοί οι ασθενείς ενδέχεται να είναι ανθεκτικοί στη
συνήθη θεραπεία για αντιδράσεις υπερευαισθησίας με βήτα-αγωνιστές.
Πριν από την ένεση οποιουδήποτε σκιαγραφικού μέσου, ο ασθενής πρέπει να
ερωτηθεί αν έχει ιστορικό αλλεργιών (π.χ. αλλεργία σε θαλασσινά, αλλεργική
ρινίτιδα, κνίδωση), ευαισθησία σε σκιαγραφικά μέσα και βρογχικό άσθμα
καθώς η αναφερόμενη συχνότητα εκδήλωσης ανεπιθύμητων αντιδράσεων σε
σκιαγραφικά μέσα είναι υψηλότερη σε ασθενείς που έχουν αυτές τις παθήσεις
και μπορεί να εξεταστεί το ενδεχόμενο χορήγησης προκαταρκτικής αγωγής με
αντιισταμινικά ή/και γλυκοκορτικοειδή.
Κατά τη διάρκεια της εξέτασης, είναι απαραίτητη η επίβλεψη από γιατρό. Εάν
εκδηλωθούν αντιδράσεις υπερευαισθησίας η χορήγηση του σκιαγραφικού μέσου
πρέπει να διακοπεί αμέσως και, αν είναι αναγκαίο, να δοθεί ειδική θεραπεία.
Σε ολόκληρη τη διάρκεια της εξέτασης πρέπει επομένως να υπάρχει πρόσβαση
σε φλέβα. Για να είναι εφικτή η λήψη άμεσων αντίμετρων σε περιπτώσεις
έκτακτης ανάγκης, θα πρέπει να υπάρχουν στην άμεση διάθεση του γιατρού
κατάλληλα φάρμακα (π.χ. επινεφρίνη και αντιισταμινικά), ενδοτραχειακός
σωλήνας και αναπνευστική συσκευή.
Έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας
Πριν από τη χορήγηση του Dotarem, συνιστάται όλοι οι ασθενείς να
υποβληθούν
σε έλεγχο για νεφρική δυσλειτουργία μέσω εργαστηριακών εξετάσεων.
Έχουν υπάρξει αναφορές νεφρογενούς συστημικής ίνωσης (NSF) η οποία σχετίζεται
με τη χρήση μερικών σκιαγραφικών παραγόντων που περιέχουν γαδολίνιο σε
ασθενείς με οξεία ή χρόνια σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (GFR < 30 ml/min/1,73m
2
).
Οι ασθενείς που υποβάλλονται σε μεταμόσχευση ήπατος διατρέχουν ιδιαίτερο
κίνδυνο καθώς στη συγκεκριμένη ομάδα ασθενών η πιθανότητα εμφάνισης οξείας
νεφρικής ανεπάρκειας είναι υψηλή. Καθώς υπάρχει πιθανότητα να εμφανιστεί NSF
με το Dotarem, θα πρέπει επομένως να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με σοβαρή
νεφρική δυσλειτουργία και σε ασθενείς κατά την περιεγχειρητική περίοδο
μεταμόσχευσης ήπατος μόνο ύστερα από προσεκτική αξιολόγηση της σχέσης
4