καθώς και μέσω του δέρματος και των βλεννογόνων.
Μεταβολίζεται κυρίως στο ήπαρ, ενώ η απέκκριση των λιγότερο δραστικών
μεταβολιτών της, κυρίως της οιστρόνης και της οιστριόλης, πραγματοποιείται
μέσω των ούρων.
Το DERMESTRIL απελευθερώνει διαδερμικώς οιστραδιόλη στην κυκλοφορία σε
φυσιολογικές ποσότητες.
Σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες το DERMESTRIL αυξάνει τα επίπεδα
της οιστραδιόλης στα επίπεδα που παρατηρούνται κατά την αρχική και τη μέση
θυλακιώδη φάση. Με τη διαδερμική οδό χορήγησης αποφεύγεται το αποτέλεσμα
πρώτης διόδου από το ήπαρ που παρατηρείται με τα από του στόματος
χορηγούμενα οιστρογόνα.
Σε αντίθεση με τα από του στόματος χορηγούμενα οιστρογόνα, η διέγερση της
ηπατικής σύνθεσης πρωτεϊνών αποφεύγεται σε μεγάλο βαθμό, με αποτέλεσμα
την έλλειψη επίδρασης στα κυκλοφορούντα επίπεδα του υποστρώματος
ρενίνης, της δεσμεύουσας τις θυρεοειδικές ορμόνες σφαιρίνης, της δεσμεύουσας
τις γεννητικές ορμόνες σφαιρίνης, καθώς και της δεσμεύουσας την κορτιζόλη
σφαιρίνης.
Ομοίως φαίνεται οτι και οι παράγοντες πήξης (π.χ. ινωδοπεπτίδιο Α κλπ.)
παραμένουν επίσης, κατά τα φαινόμενα, ανεπηρέαστοι. Η διαδερμικώς
χορηγούμενη οιστραδιόλη δεν επηρεάζει τα επίπεδα της ρενίνης στην
κυκλοφορία. Εχει αποδειχθεί πως η μακροχρόνια (επί δύο χρόνια) διαδερμική
χορήγηση οιστραδιόλης είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της πυκνότητας των
οστών σε ανόργανα συστατικά, ενώ σε γυναίκες που δεν υπεβλήθησαν σε
θεραπεία παρατηρήθηκε σημαντική μείωση. Παρατηρήθηκε επίσης μείωση στις
τιμές της οστεοκαλσίνης και της υδροξυπρολίνης, καθώς και στην αναλογία
ασβεστίου / κρεατινίνης στα ούρα.
Άλλες μελέτες έδειξαν πως μικρές, διαδερμικώς χορηγούμενες δόσεις
οιστραδιόλης σε συνδυασμό με προγεστερόνη αρκούν για να εμποδίσουν την
μετεμμηνοπαυσιακή οστεϊκή απορρόφηση. Η οιστραδιόλη αφ’ ενός
ασκεί απευθείας δράση στους οστεοβλάστες μέσω των υποδοχέων της, και
αφ’ετέρου αναστέλλει την οστεϊκή απορρόφηση.
Μελέτες με το DERMESTRIL έδειξαν σημαντική μείωση των συνοδευόμενων
από αίσθημα θερμότητας εξάψεων, καθώς και βελτίωση του δείκτη Kypperman
και της κολπικής κυτταρολογίας.
Το DERMESTRIL γίνεται τοπικώς πολύ καλά ανεκτό, ενώ το χρησιμοποιούμενο
αυτοκόλλητο σύστημα παρουσιάζει χαμηλό δείκτη πρόκλησης ερεθισμού.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες:
α. Γενικά χαρακτηριστικά
Τα οιστρογόνα απορροφούνται γενικώς εύκολα από τη γαστρεντερική οδό,
μέσω του δέρματος και των μεμβράνων των βλεννογόνων. Η απορρόφηση από
την γαστρεντερική οδό είναι ταχεία και πλήρης. Η διαδερμική απορρόφηση
οιστρογόνων επαρκεί για την πρόκληση συστηματικής δράσης.
Η αδρανοποίηση των οιστρογόνων στο σώμα λαμβάνει χώρα κατά κύριο λόγο
στο ήπαρ. Ως εκ τούτου, η περιορισμένη αποτελεσματικότητα των από του
στόματος χορηγούμενων οιστρογόνων σχετίζεται με τον μεταβολισμό πρώτης
διόδου στο ήπαρ και όχι με την χαμηλή απορρόφησή τους. Ενα μέρος των
οιστρογόνων απεκκρίνεται στη χολή κα επαναπορροφάται ακολούθως από το
έντερο. Κατά τη διάρκεια της εντερο-ηπατικής
αυτής κυκλοφορίας, η οιστραδιόλη οξειδώνεται εύκολα στη λιγότερο