ελάττωση των συγκεντρώσεων της ατοβακουόνης στο πλάσμα.
Μέχρι να προκύψουν νεώτερα στοιχεία πιθανής αλληλεπίδρασης, η συγχορήγηση αυτών
των φαρμάκων με WELLVONE πρέπει να γίνεται με προσοχή.
Κατά τη διάρκεια κλινικών δοκιμών του WELLVONE παρατηρήθηκαν μικρές ελαττώσεις των
επιπέδων ατοβακουόνης του πλάσματος (μέση ελάττωση < 3μg/ml) που συσχετίσθηκαν με
την ταυτόχρονη χορήγηση παρακεταμόλης, βενζοδιαζεπινών, ασικλοβίρης, οπιοειδών,
κεφαλοσπορινών, αντι-διαρροϊκών και καθαρτικών.
Η αιτιολογική συσχέτιση της μεταβολής στις συγκεντρώσεις του πλάσματος της
ατοβακουόνης και της χορήγησης των πιο πάνω αναφερθέντων φαρμάκων, δεν είναι
γνωστή.
Κλινικές μελέτες αξιολόγησαν την αλληλεπίδραση των Δισκίων Wellvone με:Zidovudine: Η
zidovudine δεν φαίνεται να επηρεάζει την φαρμακοκινητική της ατοβακουόνης. Πάντως
φαρμακοκινητικά δεδομένα έδειξαν, ότι η ατοβακουόνη φαίνεται ότι προκαλεί μείωση του
ρυθμού του μεταβολισμού της zidovudine προς τον γλυκουρονιδιωμένο μεταβολίτη της (η
AUC σε σταθερές συγκεντρώσεις πλάσματος αυξήθηκε κατά 33% και η μέγιστη
συγκέντρωση του γλυκουρονιδίου μειώθηκε κατά 19%).
H χορήγηση zidovudine σε δοσολογία 500 mg ή 600mg ημερησίως με ταυτόχρονη χορήγηση
WELLVONE για τρεις εβδομάδες για την θεραπεία της οξείας PCP δεν φαίνεται πιθανό να
έχει σαν αποτέλεσμα αύξηση της συχνότητας των ανεπιθύμητων ενεργειών, που
αποδίδονται σε υψηλότερες συγκεντρώσεις ζιδοβουδίνης στο πλάσμα.
Didanosine (ddI): Το ddI δεν επηρεάζει τη φαρμακοκινητική της ατοβακουόνης, όπως
αποδείχθηκε σε μία μελέτη αλληλεπίδρασης της ατοβακουόνης και του ddI. Υπήρξε, όμως,
μία μείωση της AUC του ddI κατά 24% κατά τη συγχορήγηση με ατοβακουόνη, Η οποία είναι
ελάχιστα πιθανό να έχει κλινική σημασία.
Όμως, επειδή ο μηχανισμός αλληλεπίδρασης είναι άγνωστος, η δράση της χορήγησης
ατοβακουόνης στις τιμές του AUC του zidovudine και ddI μπορεί να είναι μεγαλύτερη με το
εναιώρημα ατοβακουόνης. Οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις ατοβακουόνης που
επιτυγχάνονται με το εναιώρημα, μπορεί να προκαλέσουν μεγαλύτερες αλλαγές στις τιμές
του AUC του zidovudine ή του ddI, από εκείνες που έχουν παρατηρηθεί. Οι ασθενείς που
λαμβάνουν ατοβακουόνη και zidovudine, πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά για
ανεπιθύμητες ενέργειες που συνδέονται με το zidovudine.
Ταυτόχρονη χορήγηση WELLVONE και ινδιναβίρης είχε σαν αποτέλεσμα σημαντική μείωση
στην C
min
της ινδιναβίρης (23% μείωση ; 90% CI 8-35%) και στην AUC (9% μείωση ; 90% CI
1-18%). Χρειάζεται προσοχή για δυνητικό κίνδυνο αποτυχίας της θεραπείας με ινδιναβίρη
εάν συγχορηγείται με ατοβακουόνη. Δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις
δυνητικές αλληλεπιδράσεις του WELLVONE με άλλους αναστολείς πρωτεάσης.
Σε κλινικές δοκιμές του WELLVONE, η χορήγηση των παρακάτω φαρμάκων δεν προκάλεσε
αλλαγή των συγκεντρώσεων της ατοβακουόνης σε σταθεροποιημένη κατάσταση πλάσματος:
φλουκοναζόλη, κλοτριμαζόλη, κετοκοναζόλη, αντιόξινα, συστηματική χορήγηση
κορτικοστεροειδών, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, αντι-εμετικά (εξαιρούμενης της
μετοκλοπραμίδης) και Η
2
-ανταγωνιστές.
Η ατοβακουόνη δεσμεύεται σε υψηλό βαθμό από τις πρωτεΐνες του πλάσματος και έτσι η
χορήγηση WELLVONE με άλλα φάρμακα μικρού θεραπευτικού εύρους που επίσης
δεσμεύονται σε υψηλό βαθμό από τις πρωτεΐνες του πλάσματος, πρέπει να γίνεται με
προσοχή.
3