το αργίλιο) ή υπερμαγνησιαιμία (από το μαγνήσιο) σε σπάνιες περιπτώσεις.
Χρόνια χορήγηση σε συνδυασμό με δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε φωσφορικά
(π.χ. υποσιτισμός) μπορεί να προκαλέσει υποφωσφαταιμία, με κίνδυνο
οστεομαλακίας. Γι’ αυτό το λόγο, η χρόνια χορήγηση πρέπει να αποφεύγεται. Σε
περίπτωση μακροχρόνιας χορήγησης, οι συγκεντρώσεις αργιλίου στο αίμα πρέπει να
ελέγχονται τακτικά και να μην υπερβαίνουν την τιμή των 40μg/ml.
Μακροχρόνια θεραπεία υψηλών δόσεων πρέπει να αποφεύγεται σε ασθενείς με
νεφρική δυσλειτουργία.
Σοβαρά και επίμονα συμπτώματα μπορεί να δηλώνουν πεπτικό έλκος ή κακοήθεια.
Εάν τα συμπτώματα δεν βελτιωθούν μέσα σε διάστημα 14 ημερών από την έναρξη
της θεραπείας με TALCID απαιτείται η συμβουλή γιατρού και η διενέργεια
περαιτέρω εξετάσεων. Εάν εμφανισθούν μέλαινες κενώσεις ή αιματέμεση,
επικοινωνείστε αμέσως με το γιατρό σας.
Δεν υπάρχουν κλινικές μελέτες σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την
ασφάλεια του TALCID σε παιδιά.
4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Το TALCID μπορεί να επηρεάσει την απορρόφηση ορισμένων φαρμάκων π.χ.
τετρακυκλίνες, κινολόνες όπως σιπροφλοξασίνη, οφλοξασίνη, σκευάσματα που
περιέχουν σίδηρο, διγοξίνη, χηνοδεοξυχολικό οξύ, σιμετιδίνη, παράγωγα
κουμαρίνης, αντιχολινεργικά, ισονιαζίδη, καρβενοξολόνη, φαινοβαρβιτάλη. Γι’ αυτό
το λόγο, πρέπει να μεσολαβεί χρονικό διάστημα 1 έως 2 ωρών μεταξύ της
χορήγησης του TALCID και των άλλων φαρμάκων.
Η αύξηση του pΗ των ούρων μπορεί να μεταβάλλει την απέκκριση ορισμένων
φαρμάκων. Μπορεί για παράδειγμα να προκαλέσει ελάττωση στα επίπεδα των
σαλικυλικών και αύξηση στα επίπεδα της κινιδίνης.
Ταυτόχρονη χορήγηση TALCID και όξινων ποτών (χυμών φρούτων, κρασιού, κλπ)
αυξάνει την απορρόφηση αργιλίου από το έντερο και γι’ αυτό πρέπει να
αποφεύγεται.
4.6. Kύηση και γαλουχία
Προτού χορηγηθεί το TALCID σε εγκύους πρέπει να εκτιμηθεί προσεκτικά η σχέση
κίνδυνος/όφελος. Μέχρι σήμερα δεν έχουν αναφερθεί ανεπιθύμητες ενέργειες από
τη χορήγηση του φαρμάκου κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας.
Κατά τη κύηση, το TALCID πρέπει να χορηγείται στη μικρότερη δυνατή δόση, ενώ
η διάρκεια της θεραπείας πρέπει να είναι σύντομη προκειμένου να αποφευχθεί
συσσώρευση αργιλίου στο έμβρυο.
Μελέτες σε πειραματόζωα έδειξαν ότι τα άλατα αργιλίου έχουν επιβλαβή δράση στο
έμβρυο. (βλέπετε κεφάλαιο: προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια)
Παράγωγα αργιλίου απεκκρίνονται στο μητρικό γάλα. Ωστόσο, δεν αναμένεται
κίνδυνος για το νεογνό επειδή λαμβάνονται πολύ μικρές ποσότητες.
4.7. Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Δεν επιδρά
4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες
Σε σπάνιες περιπτώσεις, υψηλές δόσεις μπορεί να προκαλέσουν μαλακές κενώσεις
και γαστρεντερικά ενοχλήματα (π.χ. διάρροια).
Χρόνια χορήγηση υψηλών δόσεων προϊόντων που περιέχουν αργίλιο μπορεί σε
σπάνιες περιπτώσεις να προκαλέσει “σύνδρομο ανεπάρκειας φωσφορικών”.