Όχι συχνές:
Υπομαγνησιαιμία
Σπάνιες:
Υπασβεστιαιμία, υποφωσφοραιμία και υποκαλιαιμία με μυϊκούς
σπασμούς και/ή μεταβολές ηλεκτροκαρδιογραφήματος, εμφανίζονται ως
αποτέλεσμα βλάβης των νεφρών που προκαλείται από τη σισπλατίνη,
μειώνοντας έτσι τη σωληναριακή επαναρρόφηση των κατιόντων.
Υπερχοληστερολαιμία.
Πολύ σπάνιες:
Αυξημένος σίδηρος αίματος.
Μη γνωστές:
Αφυδάτωση, υπερουριχαιμία, τετανία
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Συχνές:
Η νευροτοξικότητα που προκαλείται από τη σισπλατίνη χαρακτηρίζεται
από περιφερική νευροπάθεια (τυπικά αμφοτερόπλευρη και αισθητηριακή) και
σπάνια από απώλεια της γεύσης ή της απτικής λειτουργίας ή από οπτική
οπισθοβολβική νευρίτιδα με μειωμένη οπτική οξύτητα και δυσλειτουργία
εγκεφάλου (σύγχυση, δυσαρθρία, μεμονωμένες περιπτώσεις φλοιώδους
τύφλωσης, απώλεια μνήμης, παράλυση). Έχουν αναφερθεί σημεία Lhermitte,
αυτόνομη νευροπάθεια και μυελοπάθεια του νωτιαίου μυελού.
Σπάνιες:
Εγκεφαλικές διαταραχές (συμπεριλαμβανομένων οξειών
αγγειοεγκεφαλικών επιπλοκών, αρτηρίτιδας του εγκεφάλου, απόφραξης
καρωτίδων και εγκεφαλοπάθειας), σπασμός, λευκοεγκεφαλοπάθεια, σύνδρομο
αναστρέψιμης οπίσθιας λευκοεγκεφαλοπάθειας.
Πολύ σπάνιες:
Σπασμοί.
Μη γνωστές:
Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, αιμορραγικό αγγειακό
εγκεφαλικό επεισόδιο, ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, αγευσία.
Η χρήση της σισπλατίνης πρέπει να διακοπεί αμέσως, εάν εμφανιστεί ένα από
τα προαναφερθέντα εγκεφαλικά συμπτώματα. Η νευροτοξικότητα που
προκαλείται από τη σισπλατίνη μπορεί να είναι αναστρέψιμη. Ωστόσο, η
διεργασία είναι μη αναστρέψιμη για το 30-50% των ασθενών, ακόμα και μετά
τη διακοπή της θεραπείας. Η νευροτοξικότητα μπορεί να εμφανιστεί μετά την
πρώτη δόση της σισπλατίνης ή μετά από μακροχρόνια θεραπεία. Μπορεί να
εμφανιστεί σοβαρή νευροτοξικότητα σε ασθενείς, οι οποίοι έχουν λάβει
σισπλατίνη σε υψηλές συγκεντρώσεις ή για παρατεταμένη περίοδο.
Οφθαλμικές διαταραχές
Σπάνιες:
Τύφλωση κατά τη διάρκεια της θεραπείας συνδυασμού με σισπλατίνη.
Έπειτα από εφαρμογή υψηλής δόσης σισπλατίνης, έχουν αναφερθεί διαταραχές
της οπτικής αντίληψης χρωμάτων και της κινητικότητας του οφθαλμού.
Πολύ σπάνιες:
Οίδημα της οπτικής θηλής, οπτική νευρίτιδα και φλοιώδης
τύφλωση έχουν αναφερθεί έπειτα από τη θεραπεία με σισπλατίνη. Έχει
αναφερθεί μία περίπτωση ετερόπλευρης οπτικής οπισθοβολβικής νευρίτιδας με
μειωμένη οπτική οξύτητα μετά τη χημειοθεραπεία συνδυασμού ακολουθούμενη
από θεραπεία σισπλατίνης.
Μη γνωστές:
Όραση θαμπή, αχρωματοψία επίκτητη, οίδημα της οπτικής θηλής,
μελάγχρωση του αμφιβληστροειδούς.
Διαταραχές του ωτός και του λαβυρίνθου
Πολύ
συχνές:
Έχει καταγραφεί έκπτωση της ακουστικής οξύτητας με 50 mg/m
2
σισπλατίνης σε περίπου 31% των υπό θεραπεία ασθενών. Το έλλειμμα είναι
αθροιστικό, μπορεί να είναι μη αναστρέψιμο και ορισμένες φορές περιορίζεται
στο ένα αυτί. Η ωτοτοξικότητα εκδηλώνεται ως εμβοές και/ή έκπτωση της
ακουστικής οξύτητας στις υψηλότερες συχνότητες (4.000-8.000 Hz). Έκπτωση
της ακουστικής οξύτητας σε συχνότητες των 250-2.000 Hz (φυσιολογικό εύρος
ακοής) παρατηρήθηκε στο 10 έως 15% των ασθενών.
Συχνές:
Μπορεί να εμφανιστεί κώφωση και αιθουσαία τοξικότητα σε
συνδυασμό με ίλιγγο. Η προηγούμενη ή ταυτόχρονη κρανιακή ακτινοβολία
11