και ομεπραζόλης (βλέπε παράγραφο 4.5). Η κλινική σημασία αυτής
της αλληλεπίδρασης είναι αμφίβολη. Προληπτικά, η ταυτόχρονη
χρήση ομεπραζόλης και κλοπιδογρέλης πρέπει να αποθαρρύνεται.
Η θεραπεία με αναστολείς της αντλίας πρωτονίων μπορεί να
οδηγήσει σε ελαφρώς αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης
γαστρεντερικών λοιμώξεων όπως από
Salmonella
και
Campylobacter
ενώ σε νοσηλευόμενους ασθενείς πιθανώς να
αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη λοίμωξης από Clostridium
difficile (βλέπε παράγραφο 5.1).
Σοβαρή υπομαγνησιαιμία έχει αναφερθεί σε ασθενείς που έλαβαν
θεραπεία με αναστολείς της αντλίας πρωτονίων, όπως oμεπραζόλη για
διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών, και στις περισσότερες περιπτώσεις,
για ένα χρόνο. Σοβαρά συμπτώματα υπομαγνησιαιμίας όπως κόπωση,
τετανία, παραλήρημα, σπασμοί, ζάλη και κοιλιακή αρρυθμία μπορεί να
εμφανισθούν, αλλά μπορεί να ξεκινήσουν ύπουλα και να αγνοηθούν.
Στην πλειονότητα των προσβεβλημένων ασθενών, η υπομαγνησιαιμία
βελτιώθηκε μετά την αναπλήρωση του μαγνησίου και τη διακοπή του
αναστολέα της αντλίας πρωτονίων.
Για τους ασθενείς που αναμένεται να λάβουν παρατεταμένη θεραπεία ή
που λαμβάνουν αναστολείς της αντλίας πρωτονίων με διγοξίνη ή
φάρμακα που μπορεί να προκαλέσουν υπομαγνησιαιμία (π.χ. διουρητικά),
οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να εξετάζουν το ενδεχόμενο μέτρησης
των επιπέδων μαγνησίου πριν την έναρξη της θεραπείας με αναστολείς
της αντλίας πρωτονίων και περιοδικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Οι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων, ιδίως αν χρησιμοποιηθούν σε
υψηλές δόσεις και για μεγάλα χρονικά διαστήματα (>1 έτους), μπορεί να
αυξήσουν ελαφρώς τον κίνδυνο κατάγματος του ισχίου, του καρπού και
της σπονδυλικής στήλης, κυρίως σε ηλικιωμένους ή παρουσία άλλων
αναγνωρισμένων παραγόντων κινδύνου. Οι μελέτες παρατήρησης
δείχνουν ότι οι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων μπορεί να αυξήσουν
τον συνολικό κίνδυνο κατάγματος κατά 10-40%. Μέρος αυτής της
αύξησης μπορεί να οφείλεται σε άλλους παράγοντες κινδύνου. Ασθενείς
με κίνδυνο οστεοπόρωσης πρέπει να λαμβάνουν μέριμνα, σύμφωνα με τις
ισχύουσες κλινικές κατευθυντήριες οδηγίες και θα πρέπει να έχουν
επαρκή πρόσληψη της βιταμίνης D και ασβεστίου.
Υποξύς δερματικός ερυθηματώδης λύκος (ΥΔΕΛ)
Οι αποκλειστές αντλίας πρωτονίων σχετίζονται με σπάνια περιστατικά
υποξέος δερματικού ερυθηματώδους λύκου. Εάν παρατηρηθούν βλάβες,
ιδίως σε περιοχές του δέρματος που εκτίθενται στον ήλιο,
συνοδευόμενες από αρθραλγία, ο ασθενής πρέπει να αναζητήσει άμεσα
ιατρική βοήθεια και οι επαγγελματίες του τομέα της υγείας πρέπει να
εξετάσουν το ενδεχόμενο διακοπής της χορήγησης Loproc
®
. Η εμφάνιση
4