4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Δεν έχει αναφερθεί καμία επίδραση. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η δυνατότητα
οφθαλμικής και ακουστικής τοξικότητας καθώς επίσης και η φυσική κατάσταση του
ασθενούς.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η συχνότητα των ανεπιθυμήτων ενεργειών που αναφέρονται παρακάτω βασίζεται
στα συνολικά δεδομένα από 1893 ασθενείς, στους οποίους χορηγήθηκε η
καρβοπλατίνη σαν μονοθεραπεία και στην εμπειρία μετά την κυκλοφορία του
φαρμάκου.
Αιματολογικές
Η μυελοκαταστολή αποτελεί την περιοριστική για τη δοσολογία τοξική επίδραση της
καρβοπλατίνης. Σε ασθενείς με φυσιολογικές αρχικές τιμές, θρομβοπενία με αριθμό
αιμοπεταλίων μικρότερο από 50.000/mm
3
παρατηρείται στο 25% των ασθενών,
ουδετεροπενία με αριθμό ουδετεροφίλων μικρότερο από 1.000/mm
3
στο 18% των
ασθενών και λευκοπενία με αριθμό λευκοκυττάρων μικρότερο από 2.000/mm
3
στο
14% των ασθενών. Το ναδίρ παρατηρείται συνήθως την 21η ημέρα (ή την 15η ημέρα
σε ασθενείς που υποβάλλονται σε συνδυασμένη θεραπεία με καρβοπλατίνη και άλλα
αντινεοπλασματικά φάρμακα). Ήδη μέχρι την 28η ημέρα παρατηρείται
αποκατάσταση του αριθμού των αιμοπεταλίων πάνω από 100.000/mm
3
στο 90% των
ασθενών, των ουδετερόφιλων πάνω από 2.000/mm
3
στο 74% και των
λευκοκυττάρων πάνω από 4.000/mm
3
στο 67% των ασθενών. Εμπύρετη
ουδετεροπενία έχει αναφερθεί μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου. Η θρομβοπενία,
η ουδετεροπενία και η λευκοπενία είναι βαρύτερες σε ασθενείς που έχουν υποβληθεί
και προηγούμενα σε θεραπεία ( ιδιαίτερα με σισπλατίνη)και σε ασθενείς με έκπτωση
της νεφρικής λειτουργίας. Ασθενείς σε όχι καλή γενική κατάσταση εμφανίζουν επίσης
σε μεγαλύτερο βαθμό λευκοπενία και θρομβοπενία. Οι παραπάνω δράσεις, μολονότι
συνήθως αναστρέψιμες, οδήγησαν σε λοιμογόνες και σε αιμορραγικές επιπλοκές στο
4% και 5% των ασθενών στους οποίους χορηγήθηκε η καρβοπλατίνη, αντίστοιχα. Οι
παραπάνω επιπλοκές οδήγησαν σε θάνατο από τοξικότητα σε ποσοστό λιγότερο
από 1% των ασθενών. Αναιμία με τιμές αιμοσφαιρίνης κάτω των 11g/dl
παρατηρήθηκε στο 71% των ασθενών με φυσιολογικές αρχικές τιμές. Η συχνότητα
αναιμίας είναι μεγαλύτερη όσο περισσότερο εκτίθεται ο οργανισμός στην
καρβοπλατίνη. Υποστήριξη με μεταγγίσεις εφαρμόσθηκε στα 26% των ασθενών
στους οποίους χορηγήθηκε η καρβοπλατίνη. Η μυελοκαταστολή μπορεί να
επιδεινωθεί με τον συνδυασμό της καρβοπλατίνης με άλλες μυελοκατασταλτικές
ουσίες ή μορφές θεραπείας.
Γαστρεντερικές
Έμετος παρατηρείται στο 65% των ασθενών. Περίπου το ένα τρίτο των ασθενών
αυτών εμφανίζει έντονους εμέτους. Ναυτία παρατηρείται σε 15% των ασθενών. Οι
ασθενείς στους οποίους έχει στο παρελθόν γίνει θεραπεία (ιδιαίτερα με σισπλατίνη)
εμφανίζουν μεγαλύτερη τάση προς έμετο.
Η ναυτία και/ή ο έμετος υποχωρούν συνήθως μέσα σε 24 ώρες μετά από την
χορήγηση και συνήθως ανταποκρίνονται στην χορήγηση αντιεμετικών φαρμάκων ή
προλαμβάνονται με αυτή. Φαίνεται ότι η παρατεταμένη χορήγηση της καρβοπλατίνης
(με συνεχή στάγδην ενδοφλέβια έγχυση ή μέσα σε 5 συνεχείς ημέρες) μπορεί να
προκαλέσει λιγότερο έμετο από το απλό επαναλαμβανόμενο θεραπευτικό σχήμα. Ο
έμετος αυξάνει όταν η καρβοπλατίνη χορηγείται σε συνδυασμό με άλλα εμετογόνα
φάρμακα. Άλλες γαστρεντερικές παρενέργειες ήταν πόνος σε 17% των ασθενών,