ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
CAEDAX
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Καψάκιο, σκληρό 200 mg:
Δραστικό: Ceftibuten 200 mg
Έκδοχα: Microcrystalline Cellulose 30,0 mg
Sodium Starch Glycolate 67,0 mg
Magnesium Stearate 3,0 mg
Καψάκιο, σκληρό 400 mg:
Δραστικό: Ceftibuten 400 mg
Έκδοχα: Microcrystalline Cellulose 60,0 mg
Sodium Starch Glycolate 134,0 mg
Magnesium Stearate 6,0 mg
Κόνις για πόσιμο εναιώρημα 90 mg/5ml (18mg/ml):
Δραστικό: Ceftibuten 18 mg
Έκδοχα: Polysorbate 80 0.100 mg
Dimethicone 0.200 mg
Xanthan Gum 4.000 mg
Silicon Dioxide 2.500 mg
Titanium Dioxide E171 4.500 mg
Sodium Benzoate 2.000 mg
Cherry Flavor natural and artificial 0.915 mg
Sucrose Q.S. to make 250.000 mg
Water Q.S. for reconstitution to
make 1 ml
Κόνις για πόσιμο εναιώρημα 180 mg/5ml (36 mg / ml ):
Δραστικό : Ceftibuten 36 mg
Έκδοχα: Polysorbate 80 0.100 mg
Dimethicone 0.200 mg
Xanthan Gum 4.000 mg
Silicon Dioxide 2.500 mg
Titanium Dioxide E171 4.500 mg
Sodium Benzoate 2.000 mg
Cherry Flavor natural and artificial 0.915 mg
Sucrose Q.S. to make 250.000 mg
Water Q.S. for reconstitution to
make 1 ml
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ
- Καψάκιο, σκληρό 200 mg / CAP
- Καψάκιο, σκληρό των 400 mg /CAP
- Κόνις για πόσιμο εναιώρημα 90 mg/5ml (18mg/ml)
- Κόνις για πόσιμο εναιώρημα 180 mg/5ml (36mg/ml)
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το CAEDAX ενδείκνυται για την αγωγή των παρακάτω λοιμώξεων, όταν αυτές προκαλούνται
από στελέχη ευαίσθητων μικροοργανισμών σε ενήλικες και σε παιδιά άνω των 6 μηνών:
Λοιμώξεις του Ανώτερου Αναπνευστικού, Λοιμώξεις του Κατώτερου Αναπνευστικού σε
ενήλικες και Λοιμώξεις του Ουροποιητικού, όταν υπάρχει γνωστή ευαισθησία του μικροβίου
που προκαλεί την λοίμωξη στο CAEDAX.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Όπως ισχύει και με άλλα αντιβιοτικά από το στόμα, η διάρκεια της θεραπείας κυμαίνεται
γενικά από 5 έως 10 ημέρες. Για την αντιμετώπιση λοιμώξεων από Streptococcus pyogenes, η
θεραπεία με CAEDAX πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 10 ημέρες.
Ενήλικες: Η συνιστώμενη δόση του CAEDAX είναι 400 mg ημερησίως. Για την θεραπευτική
αντιμετώπιση των παρακάτω ενδείξεων, το φάρμακο μπορεί να χορηγείται σε δόση 400 mg μια
φορά την ημέρα: οξεία μικροβιακή παραρινοκολπίτιδα, οξεία βρογχίτιδα, οξείες παροξύνσεις
χρόνιας βρογχίτιδας και επιπλεγμένες ή μη επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις.
Για την αντιμετώπιση της μη νοσοκομειακής πνευμονίας σε περιπατητικούς ασθενείς στους
οποίους ενδείκνυται η θεραπεία από το στόμα, η συνιστώμενη δοσολογία είναι 200 mg ανά
12ωρο.
Οι κάψουλες CAEDAX είναι δυνατόν να λαμβάνονται, άσχετα από το χρόνο λήψης των
γευμάτων.
Ενήλικοι με Νεφρική Διαταραχή: Η φαρμακοκινητική του CAEDAX δεν επηρεάζεται αρκετά
ώστε να απαιτείται τροποποίηση της δοσολογίας, εκτός αν η τιμή της κάθαρσης κρεατινίνης
είναι μικρότερη των 50 ml/min. Κατευθυντήριες γραμμές για την τροποποίηση της δόσης στους
ασθενείς αυτούς παρέχονται από τον παρακάτω πίνακα.
Πίνακας: Τροποποίηση της δόσης του CAEDAX σε ενήλικες ασθενείς με
νεφρική δυσλειτουργία
Κάθαρση της Κρεατινίνης
ml / min > 50 30-49 5-29
Δόση CAEDAX ανά 24ωρο 400 mg 200 mg 100 mg
Αν προτιμάται η τροποποίηση της συχνότητας χορήγησης της δόσης, μπορεί να χορηγείται μια
δόση CAEDAX 400 mg κάθε 48 ώρες (ανά 2 ημέρες) σε ασθενείς με κάθαρση κρεατινίνης 30-
49 ml/min και κάθε 96 ώρες (ανά 4 ημέρες) εάν η κάθαρση της κρεατινίνης είναι 5-29 ml/min.
Σε ασθενείς που υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση 2 έως 3 φορές την εβδομάδα μπορεί να
χορηγείται μια μεμονωμένη δόση CAEDAX 400 mg στο τέλος κάθε αιμοκάθαρσης.
Ηλικιωμένοι Ασθενείς : Στους ασθενείς αυτής της ομάδας μπορούν να εφαρμοστούν οι συνήθεις
συστάσεις που ισχύουν για τη δοσολογία των ενηλίκων.
Παιδιά άνω των 6 μηνών: Η συνιστώμενη δόση είναι 9 mg/kg ημερησίως, υπό μορφή
εναιωρήματος, χορηγούμενου από το στόμα. Η δόση μπορεί να χορηγείται μία φορά την
ημέρα.
Παιδιά, τα οποία ζυγίζουν πάνω από 45 kg η μεγαλύτερα των 10 χρόνων πρέπει να λαμβάνουν
τη δοσολογία που συνιστάται για τους ενήλικες.
Το εναιώρημα CAEDAX πρέπει να λαμβάνεται περίπου μία ή δύο ώρες πριν ή μετά τα
γεύματα.
Παρασκευή του από το στόματος εναιωρήματος: Προσθέστε νερό μέχρι την ενδεικτική γραμμή
στο πλαστικό κυπελλάκι και μεταφέρατε το στο γυάλινο φιαλίδιο σταδιακά, ανακινώντας καλά.
Το εναιώρημα (60 ml) είναι έτοιμο για χρήση. Μετά την τελική διάλυση κάθε κουταλάκι του
γλυκού (5 ml) περιέχει 90 mg ή 180 mg Ceftibuten.
Μετά την ανασύστασή του, το εναιώρημα των 90mg/5ml και 180mg/5ml, μπορεί να φυλαχθεί
επί 14 ημέρες σε ψυγείο σε θερμοκρασία 2° έως 8°C.
4.3 Αντενδείξεις
Το CAEDAX αντενδείκνυται σε ασθενείς που είναι γνωστό ότι έχουν αλλεργία στις
κεφαλοσπορίνες ή σε οποιοδήποτε από τα συστατικά του.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση
Μπορεί να απαιτηθεί η ρύθμιση της δοσολογίας του CAEDAX σε ασθενείς με σημαντικό
βαθμό νεφρικής ανεπάρκειας, καθώς και σε ασθενείς που υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση. Το
CAEDAX αποβάλλεται εύκολα με την αιμοκάθαρση. Οι αιμοκαθαρόμενοι ασθενείς πρέπει να
παρακολουθούνται στενά και η χορήγηση του CAEDAX να γίνεται αμέσως μετά τη συνεδρία
της κάθαρσης.
Το CAEDAX πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε άτομα με ιστορικό επιπλεγμένων
γαστρεντερικών παθήσεων, και ειδικότερα σε άτομα με χρόνια κολίτιδα.
Οι κεφαλοσπορίνες πρέπει να χορηγούνται με εξαιρετική προσοχή σε ασθενείς με
αποδεδειγμένη ή πιθανολογούμενη αλλεργία στις πενικιλλίνες. Περίπου 5% των ασθενών με
αποδεδειγμένη αλλεργία στις πενικιλλίνες εμφανίζουν διασταυρούμενες αντιδράσεις με τις
κεφαλοσπορίνες. Σοβαρές οξείες αντιδράσεις υπερευαισθησίας (αναφυλαξία) έχουν αναφερθεί
επίσης σε άτομα που παίρνουν μαζί πενικιλλίνες και κεφαλοσπορίνες, ενώ είναι γνωστό ότι
εμφανίζεται διασταυρούμενη υπερευαισθησία με εμφάνιση αναφυλακτικών αντιδράσεων. Στην
περίπτωση που παρουσιασθεί αλλεργική αντίδραση στο CAEDAX, το φάρμακο πρέπει να
διακοπεί και να χορηγηθεί η κατάλληλη θεραπεία. Η εμφάνιση βαριάς αναφυλαξίας απαιτεί
κατάλληλη επείγουσα αντιμετώπιση, ανάλογη με τις κλινικές ενδείξεις.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με το CAEDAX και με άλλα αντιβιοτικά ευρέως φάσματος, οι
μεταβολές της εντερικής χλωρίδας μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση διάρροιας,
σχετιζόμενης με το αντιβιοτικό, περιλαμβανομένης της ψευδομεμβρανώδους κολίτιδας από την
τοξίνη του Clostridium difficile. Οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν μέτρια έως βαριά ή και
απειλητική για τη ζωή διάρροια, με ή χωρίς αφυδάτωση, κατά τη διάρκεια ή μετά τη θεραπεία
με το αντιβιοτικό. Είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπ’ όψη αυτή η διάγνωση σε οποιονδήποτε
ασθενή εμφανίζει επίμονη διάρροια όταν παίρνει οποιοδήποτε αντιβιοτικό ευρέως φάσματος,
όπως το CAEDAX.
Παιδιατρική χρήση : Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του CAEDAX σε βρέφη ηλικίας
κάτω των 6 μηνών δεν έχει τεκμηριωθεί.
Κόνις για πόσιμο εναιώρημα CAEDAX: Ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα
δυσανεξίας προς τη φρουκτόζη, κακής απορρόφησης γλυκόζης-γαλακτόζης ή ανεπάρκειας της
σακχαράσης-ισομαλτάσης δεν θα πρέπει να λαμβάνουν αυτό το φάρμακο.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Μελέτες αναφορικά με φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις έχουν διεξαχθεί με το CAEDAX και
με κάθε ένα από τα εξής φάρμακα ή ουσίες: αντιόξινα που περιέχουν υψηλή δόση υδροξειδίου
του αργιλίου-μαγνησίου, ρανιτιδίνη και θεοφυλλίνη (μία δόση ενδοφλέβια). Δεν
παρατηρήθηκαν σημαντικές φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις. Η επίδραση του CAEDAX στα
επίπεδα του πλάσματος ή στην φαρμακοκινητική της θεοφυλλίνης (όταν χορηγείται από το
στόμα) δεν είναι γνωστή.
Οι κεφαλοσπορίνες, περιλαμβανομένου του ceftibuten, μπορούν σπάνια να μειώσουν την
δράση της προθρομβίνης οδηγώντας σε επιμήκυνση του χρόνου προθρομβίνης, ιδιαίτερα σε
ασθενείς προηγούμενα σταθεροποιημένους σε από του στόματος αντιπηκτική αγωγή. Ο χρόνος
προθρομβίνης ή διεθνής κανονικοποιημένος λόγος (INR) πρέπει να παρακολουθείται σε
ασθενείς σε κίνδυνο και να χορηγείται εξωγενής βιταμίνη Κ όπως ενδείκνυται.
Μέχρι σήμερα δεν έχουν αναφερθεί σημαντικές αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα. Δεν έχουν
παρατηρηθεί γνωστές χημικές αλληλεπιδράσεις ή αλληλεπιδράσεις με εργαστηριακές
δοκιμασίες. Με τη χρήση άλλων κεφαλοσπορινών, έχει αναφερθεί ψευδώς θετική άμεση
δοκιμασία Coombs. Εν τούτοις, τα αποτελέσματα των δοκιμασιών με τη χρήση
ερυθροκυττάρων υγιών ατόμων, για να ελεγχθεί η ικανότητα του CAEDAX να προκαλεί in
vitro άμεση αντίδραση Coombs, δεν έδωσαν θετικές αντιδράσεις ακόμα και σε συγκεντρώσεις
μέχρι 40 mcg/ml.
Η ταυτόχρονη λήψη τροφής δεν επηρεάζει την αποτελεσματικότητα των καψουλών CAEDAX.
Εν τούτοις ο ρυθμός και η έκταση της απορρόφησης του εναιωρήματος CAEDAX είναι
δυνατόν να επηρεασθεί από την ταυτόχρονη λήψη τροφής.
4.6 Χορήγηση κατά την κύηση και το γαλουχία
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα κλινικά δεδομένα για εγκύους ή για γυναίκες κατά τη διάρκεια του
τοκετού που εκτέθηκαν σε ceftibuten. Μελέτες σε πειραματόζωα δεν υποδεικνύουν άμεσες ή
έμμεσες βλαπτικές δράσεις σε σχέση με την εγκυμοσύνη, την εμβρυϊκή ανάπτυξη, τον τοκετό ή
την ανάπτυξη μετά τη γέννηση. Πρέπει να συνταγογραφείται με προσοχή σε εγκύους γυναίκες.
Το ceftibuten δεν έχει ανιχνευθεί στο γάλα γυναικών που θηλάζουν.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Δεν εφαρμόζεται.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Σε κλινικές μελέτες που έγιναν με περίπου 3000 ασθενείς, οι πιο συχνά αναφερθείσες
ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν ναυτία (<3%), διάρροια (3%) και κεφαλαλγία (2%).
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος:
Συχνές (>1/100, <1/10): Ναυτία, διάρροια
Όχι συχνές (>1/1000, <1/100): Δυσπεψία, γαστρίτιδα, έμετος, κοιλιακό άλγος.
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης:
Συχνές (>1/1000, <1/100): Κεφαλαλγία
Λοιμώξεις και παρασιτώσεις:
Σπάνιες (>1/10.000, <1/1000): Ανάπτυξη του Clostridium diffficile σε συνδυασμό με μέτρια
έως σοβαρή διάρροια.
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος:
Σπάνιες (>1/10.000, <1/1000): Μειώσεις της αιμοσφαιρίνης, λευκοπενία, ηωσινοφιλία,
θρομβοκυττάρωση.
Διαταραχές του νευρικού συστήματος:
Πολύ σπάνιες (<1/10.000): Σπασμοί
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων:
Σπάνιες (>1/10.000, <1/1000): Παροδικές αυξήσεις των AST (SGOT), ALT (SGPT) και LDH.
Ανεπιθύμητες ενέργειες και τροποποιημένα αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων
συνδεόμενα με την τάξη αντιβιοτικών των κεφαλοσπορινών έχουν επίσης αναφερθεί μετά την
κυκλοφορία του CAEDAX: Λοιμώξεις και παρασιτώσεις:Υπερλοίμωξη. Διαταραχές του
ανοσοποιητικού συστήματος: Αλλεργικές αντιδράσεις, περιλαμβανομένων αναφυλαξίας,
βρογχόσπασμου, δύσπνοιας, εξανθήματος, κνίδωσης, αντίδρασης φωτοευαισθησίας, κνησμού,
αγγειοοιδήματος, συνδρόμου Stevens-Johnson, πολύμορφου ερυθήματος, τοξικής επιδερμικής
νεκρόλυσης. Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος: Σοβαρή διάρροια, κολίτιδα
συνδεόμενη με το αντιβιοτικό, περιλαμβανομένης ψευδομεμβρανώδους κολίτιδας. Μη
φυσιολογικά αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων: Διαταραχές του αιμοποιητικού και του
λεμφικού συστήματος: παρατεταμένος χρόνος προθρομβίνης/INR.
Απλαστική αναιμία, αιμολυτική αναιμία, αιμορραγία, νεφρική δυσλειτουργία, τοξική
νεφροπάθεια, αυξημένη χολερυθρίνη, θετικό άμεσο τεστ Coombs, γλυκοζουρία, κετονουρία,
πανκυτταροπενία, ουδετεροπενία και ακοκκιοκυττάρωση έχουν αναφερθεί με την τάξη
αντιβιοτικών των κεφαλοσπορινών και μπορεί δυνητικά να συμβούν με το CAEDAX.
4.9 Συμπτώματα υπερδοσολογίας, μέτρα αντιμετώπισης και αντίδοτα
Δεν έχουν παρατηρηθεί τοξικές εκδηλώσεις μετά από τυχαία λήψη υπερβολικής δόσης
CAEDAX. Στις περιπτώσεις αυτές, μπορεί να ενδείκνυται γαστρική πλύση. Δεν υπάρχει κάποιο
ειδικό αντίδοτο. Σημαντικές ποσότητες του φαρμάκου μπορούν να απομακρυνθούν από την
κυκλοφορία με την αιμοκάθαρση. Η αποτελεσματικότητα της περιτοναϊκής κάθαρσης δεν έχει
προσδιορισθεί.
Σε υγιείς ενήλικες εθελοντές που έπαιρναν απλές δόσεις CAEDAX έως 2g δεν παρατηρήθηκαν
σοβαρές ανεπιθύμητες αντιδράσεις και όλες οι κλινικές και οι εργαστηριακές παράμετροί τους
ήταν μέσα στα φυσιολογικά όρια.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Κωδικός ATC: J01DA39
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Περιγραφή: To Ceftibuten dihydrate είναι μία ημι-συνθετική κεφαλοσπορίνη τρίτης γενιάς, για
χορήγηση από το στόμα. Ο χημικός τύπος είναι: (+)-(6R,7R)-7-[(z)-2-(2-amino-4-thiazolyl)-4-
carboxycrotonamido]-8-οκο-5-thia-1-azabicyclo[4.2.0]οct-2-ene-2-carboxylic acid, dihydrate.
Μοριακό βάρος = 446,43
Μικροβιολογία: Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα β-λακταμικά αντιβιοτικά, η
μικροβιοκτόνος δραστικότητα του Ceftibuten οφείλεται στην αναστολή της συνθέσεως του
κυτταρικού τοιχώματος των μικροβίων. Λόγω της χημικής του δομής, το Ceftibuten είναι πολύ
σταθερό έναντι των β-λακταμασών. Το Ceftibuten μπορεί να αναστείλει τον πολλαπλασιασμό
πολλών μικροοργανισμών που παράγουν β-λακταμάσες, οι οποίοι είναι ανθεκτικοί στις
πενικιλλίνες ή σε άλλες κεφαλοσπορίνες.
Το Ceftibuten εμφανίζει υψηλή σταθερότητα έναντι των πλασμιδιακής προέλευσης
πενικιλλινασών και κεφαλοσπορινασών. Εν τούτοις, δεν είναι σταθερό έναντι ορισμένων
κεφαλοσπορινασών χρωμοσωμιακής προελεύσεως, που παράγονται σε διάφορους
μικροοργανισμούς όπως οι Citrobacter, Enterobacter και ο Bacteroides. Όπως ισχύει και για
άλλους βήτα-λακταμικούς παράγοντες, το Ceftibuten δεν πρέπει να χρησιμοποιείται έναντι
στελεχών που είναι ανθεκτικά στις βήτα-λακτάμες μέσω μη ειδικών μηχανισμών αντοχής όπως
αντοχής λόγω ελαττωμένης κυτταρικής διαπερατότητας, αντοχής λόγω ανάπτυξης πενικιλλο-
δεσμευτικών πρωτεϊνών (PBP), όπως π.χ. έναντι του ανθεκτικού στην πενικιλλίνη S.
pneumoniae. To Ceftibuten συνδέεται εκλεκτικά με την PBP-3 της E. coli, με αποτέλεσμα τη
δημιουργία νηματωδών μορφών σε συγκεντρώσεις 1/4 έως 1/2 της ελάχιστης ανασταλτικής
συγκεντρώσεως (MIC) και τη λύση των μικροβίων σε συγκέντρωση δύο φορές υψηλότερη της
MIC. Η ελάχιστη μικροβιοκτόνος συγκέντρωση (ΜBC) για την ευαίσθητη και την ανθεκτική
στην αμπικιλλίνη E. coli είναι σχεδόν ίση με την MIC.
Το Ceftibuten έχει αποδειχθεί δραστικό in vitro, καθώς και σε κλινικές λοιμώξεις έναντι των
περισσοτέρων στελεχών των ακόλουθων μικροοργανισμών : Gram-θετικοί μικροοργανισμοί:
Streptococcus pyogenes, Streptococcus pneumoniae (εξαιρουμένων των ανθεκτικών στην
πενικιλλίνη στελεχών). - Gram-αρνητικοί μικροοργανισμοί: Haemophilus influenzae (β-
λακταμάση θετικά και αρνητικά στελέχη), Haemophilus parainfluenzae (β-λακταμάση θετικά
και αρνητικά στελέχη), Moraxella (Branhamella) catarrhalis (τα οποία είναι ως επί το πλείστον
β-λακταμάση θετικά), Escherichia coli, είδη Klebsiella (συμπεριλαμβανομένων των Κ.
pneumoniae και K. oxytoca), Proteus ινδόλη θετικός (συμπεριλαμβανομένου του P. vulgaris),
καθώς και άλλα είδη Proteae π.χ. Providencia, P. mirabilis, είδη Enterobacter
(συμπεριλαμβανομένων των E. cloacae και E. aerogenes), είδη Salmonella, είδη Shigella.
Το Ceftibuten έχει δείξει in vitro δραστικότητα έναντι των περισσοτέρων στελεχών των
παρακάτω μικροοργανισμών, η κλινική όμως αποτελεσματικότητα δεν έχει τεκμηριωθεί: Gram-
θετικοί μικροοργανισμοί: Στρεπτόκοκκοι ομάδας C και ομάδας G. Gram-αρνητικοί
μικροοργανισμοί: Brucella, Neiserria, Aeromonas hydrophilia, Yersinia enterocolitica,
Providencia rettgeri, Providencia rettgeri, Providencia stuartii, και στελέχη Citrobacter,
Morganella, και Serratia που δεν υπερπαράγουν χρωμοσωματικές κεφαλοσπορινάσες.
Το Ceftibuten δεν είναι δραστικό έναντι των σταφυλοκόκκων, των εντεροκόκκων, του
Acinetobacter, της Listeria, του Flavobacterium και των ειδών Pseudomonas. Επιπλέον,
παρουσιάζει μικρή δραστικότητα έναντι των περισσοτέρων αναεροβίων,
συμπεριλαμβανομένων των περισσοτέρων ειδών Bacteroides. To Ceftibuten-trans είναι
αδρανές μικροβιολογικά in vitro και in vivo έναντι αυτών των στελεχών.
Δοκιμασίες Ευαισθησίας: Τεχνική Διαχύσεως: Τα εργαστηριακά αποτελέσματα του ελέγχου,
που προκύπτουν με δίσκους που περιέχουν 30 mcg Ceftibuten, πρέπει να ερμηνεύονται
σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:
- Ζώνη διαμέτρου 21 mm = Ευαίσθητο στέλεχος (S)
- Ζώνη διαμέτρου 18 - 20 mm = Μετρίως ευαίσθητο στέλεχος (MS)
- Ζώνη διαμέτρου 17 mm = Ανθεκτικό στέλεχος(R)
Οι κλασικές τεχνικές απαιτούν τη χρήση στελεχών εργαστηριακού ελέγχου. Ο δίσκος των 30
mcg πρέπει να δίνει ζώνη διαμέτρου 29-35 mm για την E. coli ATCC 25922.
Ο δίσκος 30 mcg Ceftibuten πρέπει να χρησιμοποιείται για τον in vitro έλεγχο όλων των
απομονουμένων στελεχών. Ο κλασικός δίσκος κεφαλοθίνης για τον έλεγχο της ευαισθησίας
στις κεφαλοσπορίνες δεν είναι κατάλληλος λόγω των υφισταμένων διαφορών στο φάσμα με το
Ceftibuten.
Τεχνική Αραιώσεως: Οι μικροοργανισμοί μπορούν να θεωρηθούν ευαίσθητοι στο Ceftibuten
εφόσον η τιμή της MIC για το Ceftibuten είναι 8 mcg / ml και ανθεκτικοί εφόσον η MIC είναι
32 mcg / ml. Μικροοργανισμοί με MIC 16 mcg / ml θεωρούνται μετρίως ευαίσθητοι.
Όπως και με τις κλασικές μεθόδους διαχύσεως, οι μέθοδοι αραιώσεως απαιτούν επίσης τη
χρήση στελεχών εργαστηριακού ελέγχου. Η σκόνη Ceftibuten πρέπει να δίνει τιμές MIC που
κυμαίνονται από 0,125 - 0,5 mcg / ml για την E. coli ATCC 25922 και τιμές 32 mcg / ml για
τον S. Aureus ATCC 29213.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Το Ceftibuten, χορηγούμενο από το στόμα, απορροφάται σχεδόν πλήρως (90%), μέ βάση το
ποσό του φαρμάκου που ανευρίσκεται στα ούρα. Σε μία μελέτη, η μέση μέγιστη συγκέντρωση
στο πλάσμα μετά από εφ’ άπαξ από το στόμα χορήγηση μιας κάψουλας 200 mg Ceftibuten ήταν
περίπου 10 mcg / ml, και για την εφ’ άπαξ χορήγηση μιας κάψουλας 400 mg ήταν περίπου 17
mcg / ml. Οι μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα επιτυγχάνονται 2 με 3 ώρες μετά από την εφ’
άπαξ από το στόμα χορήγηση μιας κάψουλας των 200 mg ή των 400 mg. Το Ceftibuten
συνδέεται σε μικρό βαθμό (62%-64%) με τις πρωτεΐνες του πλάσματος και δεν μεταβολίζεται.
Το κύριο παράγωγο του Ceftibuten στην κυκλοφορία, το Ceftibuten-trans, φαίνεται ότι
σχηματίζεται από άμεση μετατροπή του Ceftibuten (cis-μορφής). Γενικά, η συγκέντρωση του
Ceftibuten-trans στο πλάσμα ή στα ούρα δεν υπερβαίνει το 10% της συγκέντρωσης του
Cetibuten.
Η βιοδιαθεσιμότητα του Ceftibuten δεν εξαρτάται από τη δόση, εφόσον αυτή είναι σύμφωνη με
τις συνιστώμενες δόσεις ( 400 mg).
Σε νέους, ενήλικες εθελοντές, οι συγκεντρώσεις του Ceftibuten στο πλάσμα φθάνουν σε
σταθερά επίπεδα με την 5η δόση του δοσολογικού σχήματος δύο φορές την ημέρα. Δεν
παρατηρείται αξιόλογη συσσώρευση του φαρμάκου μετά τη χορήγηση πολλαπλών δόσεων.
Η ημιπερίοδος απομάκρυνσης του Ceftibuten από το πλάσμα κυμαίνεται από 2 έως 4 ώρες, με
μέση τιμή 2,5 ώρες, ανεξάρτητα της δόσης ή του δοσολογικού σχήματος.
Οι μελέτες δείχνουν ότι το Ceftibuten διεισδύει άμεσα στα σωματικά υγρά και στους ιστούς.
Στο υγρό φυσαλίδων, οι συγκεντρώσεις του Ceftibuten ήταν παρόμοιες ή υψηλότερες από τις
συγκεντρώσεις στο πλάσμα, με βάση τα εμβαδά κάτω από τις καμπύλες. Το Ceftibuten
διεισδύει στο υγρό του μέσου ωτός παιδιατρικών ασθενών με οξεία μέση ωτίτιδα, όπου
επιτυγχάνει συγκεντρώσεις περίπου ίσες ή μεγαλύτερες από εκείνες στο πλάσμα. Οι
συγκεντρώσεις του Ceftibuten στον πνεύμονα ήταν περίπου 40% των συγκεντρώσεων στο
πλάσμα. Στις ρινικές εκκρίσεις, στις τραχειακές εκκρίσεις, στις βρογχικές εκκρίσεις, στο υγρό
βρογχοκυψελικής έκπλυσης και στο κυτταρικό πλάσμα του (cell button), οι συγκεντρώσεις του
Ceftibuten ήταν περίπου 46%, 20%, 24%, 6% και 81% των συγκεντρώσεων στο πλάσμα,
αντίστοιχα.
Αν και μια μελέτη που έγινε σε νοσηλευόμενους παιδιατρικούς ασθενείς, παρείχε ενδείξεις ότι
η βιοδιαθεσιμότητα του Ceftibuten αυξάνει ανάλογα με την ηλικία του ασθενή, για το εύρος
ηλικιών μεταξύ 6 μηνών και 17 ετών, η τάση αυτή δεν επιβεβαιώθηκε σε παιδιατρικούς
εθελοντές.
Σε ηλικιωμένους εθελοντές, οι συγκεντρώσεις του Ceftibuten έφθασαν σε σταθερά επίπεδα με
την 5η δόση, που χορηγούνται δύο φορές την ημέρα. Το μέσο εμβαδόν κάτω από την καμπύλη
(AUC) σε αυτόν τον πληθυσμό ήταν ελαφρά μεγαλύτερο από τον μέσο AUC σε νεαρούς
ενήλικες. Σε ηλικιωμένα άτομα παρατηρείται μόνον ελαφρά συσσώρευση του φαρμάκου με
πολλαπλές δόσεις.
Η φαρμακοκινητική του Ceftibuten δεν μεταβάλλεται σημαντικά από την παρουσία χρόνιας
ενεργού ηπατίτιδας, κίρρωσης του ήπατος, αλκοολικής ηπατικής νόσου ή άλλων ηπατικών
διαταραχών που χαρακτηρίζονται από ηπατοκυτταρική νέκρωση.
Το εμβαδόν κάτω από την καμπύλη και ο χρόνος υποδιπλασιασμού του Ceftibuten στο πλάσμα
αυξάνονται, αυξανομένης της βαρύτητας της νεφρικής ανεπάρκειας. Σε λειτουργικά ανεφρικούς
ασθενείς (κάθαρση κρεατινίνης < 5 ml/min) το εμβαδόν κάτω από την καμπύλη και ο χρόνος
υποδιπλασιασμού ήταν 7 έως 8 φορές υψηλότερα απ΄ ό,τι σε φυσιολογικά άτομα. Μια
μεμονωμένη συνεδρία αιμοκάθαρσης απομάκρυνε περίπου 65% του Ceftibuten στο πλάσμα.
Το Ceftibuten δεν ανιχνεύεται στο γάλα γυναικών που θηλάζουν και οι οποίες πήραν από το
στόμα απλές δόσεις των 200 mg.
Η από του στόματος χορήγηση των καψουλών των 400 mg του CAEDAX ταυτόχρονα με τη
λήψη γεύματος υψηλής θερμιδικής αξίας (800 θερμίδων) και υψηλής περιεκτικότητας σε λίπη
μείωσε αργά το ρυθμό, αλλά όχι την έκταση της απορρόφησης του Ceftibuten. Όμως, από τα
αποτελέσματα μελετών προκύπτει ότι η λήψη γεύματος υψηλής θερμιδικής αξίας και υψηλής
περιεκτικότητας σε λίπη επηρεάζει τόσο τον ρυθμό όσο και την έκταση της απορρόφησης του
Ceftibuten από το εναιώρημα του CAEDAX.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Μελετήθηκε η επίδραση απλών δόσεων Ceftibuten από το στόμα σε νεαρής ηλικίας και
ενήλικες ποντικούς και αρουραίους. Η LD
50
ήταν 5000 mg/ml και στα δύο είδη. Σε μία μελέτη
σε αρουραίους, η LD
50
ήταν 10000 mg/ml (δεν αναφέρθηκαν θάνατοι).
Μελετήθηκαν επίσης απλές και επαναλαμβανόμενες δόσεις Ceftibuten σε αρουραίους και
σκύλους. Όταν το φάρμακο χορηγήθηκε από το στόμα για διαστήματα έως 6 μηνών,
παρατηρήθηκε ελάχιστη τοξικότητα σε αρουραίους σε δόσεις 1000 mg/kg ημερησίως και σε
σκύλους σε δόσεις 600 mg/kg ημερησίως.
Οι μελέτες για τοξικότητα στο γενετικό υλικό στις οποίες συμπεριλαμβάνονται τα Ames Plate
test και Noumi’s IMF test σε βακτηρίδια, καθώς και in vitro και in vivo δοκιμασία
χρωματοσωματικών βλαβών σε κύτταρα θηλαστικών δεν έδειξαν ότι το Ceftibuten δεν έχει
δυνητικότητα προκλήσεως μεταλλάξεων.
Από το στόμα δόσεις Ceftibuten μέχρι και 2000mg/kg ημερησίως (222 φορές μεγαλύτερες από
τη θεραπευτική δόση των ενηλίκων) δεν επηρεάζουν την αναπαραγωγική ικανότητα και τη
γονιμότητα σε αρουραίους. Η αναπαραγωγική ικανότητα ήταν φυσιολογική στις F
0
και F
1
γενιές των ζώων. Η συμπεριφορά των ζώων κατά τον τοκετό και το θηλασμό ήταν
φυσιολογική.
Μελέτες τερατογένεσης σε αρουραίους και σε κουνέλια , με από το στόμα δόσεις μέχρι και
4000mg/kg ημερησίως και 40mg/kg ημερησίως αντίστοιχα, έδειξαν ότι δεν υπάρχει καμία
ένδειξη πρόκλησης δυσμορφιών στο έμβρυο με το Ceftibuten.
Δεν έχουν διεξαχθεί μακροχρόνιες μελέτες σε ζώα, ώστε να εκτιμηθεί το καρκινογόνο δυναμικό
του Ceftibuten.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν υπάρχουν.
6.3 Διάρκεια ζωής
Καψάκια των 200 mg και των 400 mg: 24 μήνες από την ημερομηνία παραγωγής
Κόνις για πόσιμο εναιώρημα των 18mg/ml και των 36mg/ml: 18 μήνες από την ημερομηνία
παραγωγής
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις για τη διατήρηση του προϊόντος
Καψάκια και Κόνις για πόσιμο εναιώρημα: 2° έως 25° C (θερμοκρασία δωματίου).
Μετά την ανασύστασή του, το εναιώρημα των 18mg/ml και 36mg/ml, μπορεί να φυλαχτεί επί
14 ημέρες σε ψυγείο σε θερμοκρασία 2° έως 8°C.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
- Κουτιά των 6 καψακίων των 200 mg σε φύλλα αλουμινόχαρτου
καλυμμένα με πολυαιθυλένιο.
- Κουτιά των 4 καψακίων των 400 mg σε φύλλα αλουμινόχαρτου
καλυμμένα με πολυαιθυλένιο.
- 15gr Κόνις για πόσιμο εναιώρημα 18mg/ml σε γυάλινο σκουρόχρωμο φιαλίδιο των 60ml.
- 15gr Κόνις για πόσιμο εναιώρημα 36mg/ml σε γυάλινο σκουρόχρωμο φιαλίδιο των 60ml.
6.6 Επωνυμία Υπευθύνου Αδείας Κυκλοφορίας
MSD Α.Φ.Β.Ε.Ε.
Αγ. Δημητρίου 63, 174 56 Άλιμος
τηλ.:210 98.97.300
6.7 Τελευταία αναθεώρηση αυτού του εγγράφου
30 Σεπτεμβρίου 2010