5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Η βακτηριοκτόνος ενέργεια της κεφτριαξόνης προκύπτει από την αναστολή της σύνθεσης του
τοιχώματος των κυττάρων. Η κεφτριαξόνη ενεργεί in vitro εναντίον ενός ευρέoς φάσματος
κατά Gram-αρνητικών και Gram-θετικών μικροοργανισμών. Η κεφτριαξόνη είναι πολύ
σταθερή στις περισσότερες β-λακταμάσες, πενικιλλινάσες, και κεφαλοσπορινάσες των
θετικών και αρνητικών κατά Gram βακτηριδίων. Η κεφτριαξόνη είναι συνήθως ενεργή εναντίον
των παρακάτω μικροβίων in vitro και σε κλινικές λοιμώξεις (βλέπε «Θεραπευτικές ενδείξεις»).
Gram θετικά αερόβια : Staphylococcus aureus (ευαίσθητος στη μεθικιλλίνη), Staphylococci
coagulase – negative, Streptococcus pyogenes (β – αιμολυτικός, ομάδα Α), Streptococcus
agalactiae (β – αιμολυτικός, ομάδα Β), Streptococci β – αιμολυτικοί (που δεν ανήκουν στις
ομάδες Α ή Β), Streptococcus viridans, Streptococcus pneumoniae.
Σημείωση: όλα τα είδη σταφυλοκόκκων που εμφανίζουν αντοχή στη μεθικιλλίνη είναι
ανθεκτικά και στις κεφαλοσπορίνες συμπεριλαμβανομένης της κεφτριαξόνης. Γενικά, τα
Enterococcus faecalis, Enterococcus faecium και Listeria monocytogenes είναι ανθεκτικά.
Gram αρνητικά αερόβια : Acinetobacter twoffi, Acinetobacter antitratus (κυρίως Α.
baumanii)*, Aeromonas hydrophila, Alcaligenes faecalis, Alcaligenes odorans, Alcaligenes
(παρόμοια) βακτήρια, Borrelia Burgdorferi, Capnocytophaga spp., Citrobacter diversus
(συμπεριλαμβανομένου του C.amalonaticus), Citrobacter freundii*, Escherichia coli,
Enterobacter cloacae*, Enterobacter aerogenes*, Enterobacter spp (άλλα)*, Haemophilus
ducreyi, Haemophilus infuenzae, Haemophilus parainfuenzae, Hafnia alvei, Klebsiella
oxytoca, Klebsiella pneumoniae**, Moraxella catarrhalis (πρώην Branhamella catarrhalis),
Moraxella osloenis, Moraxella spp. (άλλα), Morganella morganii, Neisseria gonorrhoeae,
Neisseria meningitidis, Pasteurella multocida, Plesiomonas shigelloides, Proteus mirabilis,
Proteus penneri*, Proteus vulgaris, Pseudomonas cepacia, Pseudomonas fluorescens*,
Pseudomonas spp (άλλα)*, Providentia rettgeri, Providentia spp. (άλλα), Salmonella typhi,
Salmonella spp.(μη τυφοειδής), Serratia marcescens, Serratia spp. (άλλα), Shigella spp.,
Vibrio spp., Yersinia enterocolitica, Yersinia spp. (άλλα).
* Μερικά απομονωθέντα στελέχη αυτών των ειδών είναι ανθεκτικά στην κεφτριαξόνη, που
οφείλεται κυρίως στην παραγωγή β-λακταμάσης που είναι χρωμοσωματικώς
κωδικοποιημένη.
** Μερικά στελέχη αυτών των ειδών είναι ανθεκτικά λόγω της παραγωγής ευρέως φάσματος
β-λακταμάσης που μεταβιβάζεται μέσω πλασμιδίων.
Σημείωση: πολλά στελέχη από τους παραπάνω μικροοργανισμούς που εμφανίζουν
πολλαπλή αντοχή με άλλα αντιβιοτικά π.χ. άμινο- και ουρέιδο – πενικιλίνες, παλαιότερες
κεφαλοσπορίνες και αμινογλυκοσίδες, είναι ευαίσθητα στην κεφτριαξόνη. Το Treponema
pallidum είναι ευαίσθητο in vitro και στα πειραματόζωα. Οι κλινικές έρευνες έχουν αποδείξει
ότι η πρωτογενής και δευτερογενής σύφιλη έχει καλή ανταπόκριση στη θεραπεία με
κεφτριαξόνη.
Εκτός από λίγες εξαιρέσεις, τα στελέχη P.aeruginosa είναι ανθεκτικά στην κεφτριαξόνη.
Αναερόβια μικρόβια : Bacteroides spp.*, Clostridium spp. (εκτός της ομάδας του
C.perfringens), Fusobacterium nucleatum, Fusobacterium spp. (άλλα), Gaffkia anaerobica
(πρώην Peptococcus), Peptostreptococcus spp.
* Μερικά στελέχη αυτών των ειδών είναι ανθεκτικά στην κεφτριαξόνη λόγω της παραγωγής β-
λακταμάσης.
Σημείωση: Πολλά στελέχη β-λακταμασών που παράγουν τα στελέχη Bacteroides spp (κυρίως
B. Fragilis) είναι ανθεκτικά.
Το Clostridium difficile είναι ανθεκτικό.
Η ευαισθησία στην κεφτριαξόνη μπορεί να προσδιορισθεί με τη δοκιμασία διάχυσης σε δίσκο
ή τη δοκιμασία διάλυσης σε άγαρ ή ζωμό με τη χρησιμοποίηση τυποποιημένων τεχνικών για
δοκιμασία ευαισθησίας όπως είναι αυτές που συνιστώνται από την Εθνική Επιτροπή για την
Τυποποίηση του Κλινικού Εργαστηρίου (ΕΕΤΚΕ). Η ΕΕΤΚΕ εξέδωσε τις παρακάτω
επεξηγηματικές παρατηρήσεις για την κεφτριαξόνη: