διαλύματα που περιέχουν ασβέστιο, συμπεριλαμβανομένων συνεχών εγχύσεων που περιέχουν ασβέστιο,όπως η
παρεντερική διατροφή εξαιτίας του κινδύνου καθίζησης της κεφτριαξόνης-ασβεστίου (βλέπε παράγραφο 2.3). Νεογνά,
Βρέφη και παιδιά (15 ημερών μέχρι 12 ετών): ημερήσια δόση 20 – 80 mg/kg. Για παιδιά με βάρος 50 ή περισσοτέρων
κιλών θα πρέπει να χρησιμοποιείται το σύνηθες δοσολογικό σχήμα του ενηλίκου. Ενδοφλέβιες δόσεις ≥ 50mg/kg
σωματικού βάρους πρέπει να χορηγούνται με έγχυση σε χρονικό διάστημα τουλάχιστον 30 λεπτών. Μηνιγγίτιδα: Σε
περιπτώσεις βακτηριακής μηνιγγίτιδας σε βρέφη και παιδία, η θεραπεία αρχίζει με δόσεις των 100mg/kg (μέχρι το μέγιστο
των 4g). Στη συνέχεια χορηγείται συνολική ημερήσια δόση 100mg/kg (μέχρι το μέγιστο των 4g ημερησίως διηρημένο σε 2
δόσεις). Από τη στιγμή που θα αναγνωριστούν οι υπεύθυνοι μικροοργανισμοί και η ευαισθησία τους, η δοσολογία μπορεί
να μειωθεί αναλόγως. Η ελάχιστη διάρκει της θεραπείας που έδειξε να είναι αποτελεσματική είναι: Neisseria menigitidis: 4
μέρες, Haemophilus influenzae: 6 μέρες, Streptococcus pneumoniae: 7 μέρες. Εντούτοις η συνήθης διάρκεια θεραπείας
είναι 7-14 ημέρες ανάλογα με το παθογόνο αίτιο. LYME Borreliosis : 50mg/kg μέχρι το ανώτερο 2g σε παιδιά και ενήλικες
χορηγούμενο μια φορά τη ημέρα για 14 ημέρες. Γονόρροια: (στελέχη που παράγουν και στελέχη που δεν παράγουν
πενικιλλινάση): Μια απλή ενδομυϊκή δόση 250mg. Προεγχειρητική προφύλαξη: Μια μοναδική δόση των 1-2g ανάλογα με
τον κίνδυνο λοίμωξης, χορηγούμενη 30-90 λεπτά πριν την επέμβαση. Σε ορθοκολικές χειρουργικές επεμβάσεις, η
ταυτόχρονη χορήγηση του Veracol με ή χωρίς 5 – nitroimidazole π.χ. ornidazole έχει αποδειχθεί αποτελεσματική.
2.7 Υπερδοσολογία - Αντιμετώπιση: Σε περίπτωση υπέρβασης της δοσολογίας μπορεί να εκδηλωθούν ναυτία, εμετός,
διάρροια. Η συγκέντρωση του φαρμάκου δεν θα μειωθεί με αιμοδιάλυση ή με περιτοναϊκή διάλυση. Δεν υπάρχει κάποιο
ειδικό αντίδοτο. Η αντιμετώπιση της υπέρβασης της δοσολογίας πρέπει να είναι συμπτωματική.
2.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες: Οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι ήπιες και βραχείας διάρκειας.
Κατά τη χορήγηση του Veracol παρατηρήθηκαν οι παρακάτω ανεπιθύμητες ενέργειες που ήταν αναστρέψιμες είτε
αυτόματα είτε μετά τη διακοπή της χορήγησης του φαρμάκου:
Ανεπιθύμητες ενέργειες ανά σύστημα: Γαστρεντερικές διαταραχές: (περίπου 2% των περιστατικών): πολτώδεις
κενώσεις ή διάρροια, ναυτία, εμετοί, στοματίτιδα και γλωσσίτιδα. Αιματολογικές αλλοιώσεις: (περίπου 2%):
ηωσινοφιλία, λευκοπενία, κοκκιοκυτταροπενία, αιμολυτική αναιμία, θρομβοκυτταροπενία. Έχουν αναφερθεί μεμονωμένες
περιπτώσεις μη γνωστής συχνότητας ακοκκιοκυτταραιμίας (<500/mm
3
) οι περισσότερες εκ των οποίων παρουσιάστηκαν
μετά από 10 μέρες θεραπεία με χορήγηση συνολικών δόσεων 20g ή μεγαλύτερων. Δερματικές αντιδράσεις: (περίπου
1%): εξάνθημα, αλλεργική δερματίτιδα, κνησμός, κνίδωση, οίδημα. Έχουν αναφερθεί μεμονωμένες περιπτώσεις μη
γνωστής συχνότητας σοβαρών δερματικών ανεπιθύμητων ενεργειών (πολύμορφο ερύθημα, σύνδρομο Stevens –
Johnson ή σύνδρομο Lyell/τοξική επιδερμική νεκρόλυση). Άλλες σπάνιες ανεπιθύμητες ενέργειες: κεφαλαλγία και
ίλιγγος, αυξημένη δραστηριότητα των ηπατικών ενζύμων, συμπτωματική καθίζηση αλάτων ασβεστίου της κεφτριαξόνης
στη χοληδόχο κύστη, ολιγοουρία, αύξηση της κρεατινίνης του ορρού, μυκητίαση της γεννητικής οδού, πυρετός, ρίγη και
αναφυλακτικές ή αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις, π.χ. βρογχόσπασμος. Σπάνια, σοβαρές και σε μερικές περιπτώσεις
θανατηφόρες ανεπιθύμητες αντιδράσεις έχουν αναφερθεί σε πρόωρα και φυσιολογικής κύησης νεογέννητα (ηλικίας
μικρότερης των 28 ημερών) στα οποία χορηγήθηκε ενδοφλέβια κεφτριαξόνη και ασβέστιο. Καθιζήσεις άλατος
κεφτριαξόνης- ασβεστίου έχουν παρατηρηθεί στους πνέυμονες και στα νεφρά post mortem. Ο υψηλός κίνδυνος καθίζησης
σε νεογέννητα οφείλεται στο μικρό όγκο αίματος και το μεγαλύτερο χρόνο ημιζωής της κεφτριαξόνης σε σύγκριση με τους
ενήλικες (βλέπε παραγράφους 2.3 και 2.8). Μπορεί να εμφανιστεί επιλοίμωξη που προκαλείται από μικροοργανισμούς μη
ευαίσθητους στην κεφτριαξόνη (Candida,άλλοι μύκητες ή άλλους ανθεκτικούς μικροοργανισμούς). Η ψευδομεμβρανώδης
εντεροκολίτιδα είναι μια σπάνια ανεπιθύμητη ενέργεια που προκαλείται απ΄ο το Clostridium difficile κατά τη διάρκεια της
θεραπείας με Veracol. Επομένως η πιθανότητα ανάπτυξης της νόσου πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε ασθενείς που
παρουσιάζουν διάρροια κατόπιν χορήγησης αντιβακτηριακού παράγοντα. Καθίζηση άλατος κεφτριαξόνης-ασβεστίου έχει
παρατητηθεί στη χοληδόχο κύστη, κυρίως σε ασθενείς που έλαβαν αγωγή με δόσεις υψηλότερες από τη συνιστώμενη. Σε
παιδιά, προοπτικές μελέτες έδειξαν μεταβλητή επίπτωση καθίζησης με ενδοφλέβια χορήγηση σε ορισμένες μελέτες
μεγαλύτερη από 30%. Η επίπτωση φαίνεται να είναι χαμηλότερη με αργή έγχυση (20-30 λεπτά). Αυτή η επίδραση είναι
συνήθως ασυμπτωματική, αλλά σε σπάνιες περιπτώσεις οι καθιζήσεις συνοδεύονται από κλινικά συμπτώματα όπως
πόνος,ναυτία και εμετός. Η συμπτωματική θεραπεία συνιστάται σε αυτές τις πειπτώσεις. Η καθίζηση είναι συνήθως
αναστρέψιμη με τη διακοπή της κεφτριαξόνης. Ψευδομεμβρανώδης εντεροκολίτιδα και διαταραχές της πήξης έχουν
αναφερθεί ως πολύ σπάνιες ανεπιθύμητες ενέργειες. Πολύ σπάνια έχει αναφερθεί καθίζηση του φαρμάκου στα νεφρικά
σωληνάρια κυρίως σε παιδιά άνω των τριών ετών στα οποία είχαν χορηγηθεί είτε υψηλές ημερήσιες δόσεις (π.χ. >
80mg/kg/ημέρα) ή συνολικές δόσεις που υπερέβαιναν τα 10g και παρουσίαζαν άλλους παράγοντες κινδύνου (π.χ.
περιορισμοί υγρών, περιορισμό στο κρεβάτι κ.λ.π.). Το γεγονός αυτό μπορεί να είναι συμπτωματικό ή ασυμπτωματικό,
μπορεί να οδηγήσει σε νεφρική ανεπάρκεια και είναι αναστρέψιμο μετά τη διακοπή του Veracol. Τοπικές ανεπιθύμητες
ενέργειες: σε σπάνια περιστατικά, παρουσιάστηκαν φλεβικές αντιδράσεις μετά από ενδοφλέβια χορήγηση του φαρμάκου.
Αυτές μπορούν να ελαχιστοποιηθούν με αργή (2-4 λεπτά) ένεση της ουσίας. Η ενδομυϊκή ένεση χωρίς διάλυμα λιδοκαϊνης
είναι επώδυνη. Μη φυσιολογικές εργαστηριακές τιμές: Επίδραση σε διαγνωστικές δοκιμασίες: Σε ασθενείς στους
οποίους χορηγείται Veracol η δοκιμασία Coombs μπορεί σπάνια να γίνει ψευδώς θετική. Το Veracol, όπως και άλλα
αντιβιοτικά, μπορεί να δώσει ψευδώς θετικά αποτελέσματα στις δοκιμασίες για γαλακτοζαιμία. Ομοίως, μη ενζυματικές
μέθοδοι προσδιορισμού της γλυκόζης στα ούρα μπορεί να δώσουν ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Για το λόγο αυτό, ο
προσδιορισμός της γλυκόζης στα ούρα κατά τη διάρκεια θεραπείας με Veracol πρέπει να γίνεται ενζυματικά.
2.9 Τι πρέπει να γνωρίζει ο ασθενής σε περίπτωση που παράλειψης να πάρει κάποια δόση: Εάν παραλείψετε μια
δόση, επικοινωνήστε αμέσως με το θεράποντα ιατρό ο οποίος θα σας καθοδηγήσει για τη συνέχιση της θεραπείας.
2.10 Τι πρέπει να γνωρίζει ο ασθενής για την ημερομηνία λήξης του προϊόντος: Αναγράφεται στην εξωτερική και
εσωτερική συσκευασία. Σε περίπτωση που η ημερομηνία αυτή έχει παρέλθει μην το χρησιμοποιήσετε.
2.11 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος: Το προϊόν φυλάσσεται σε θερμοκρασία μικρότερη από
25°C.