ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
Glucobay
50 mg δισκία
Glucobay 100 mgδισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
1 δισκίο Glucobay 50 mg περιέχει 50 mg ακαρβόζης
1 δισκίο Glucobay 100 mg περιέχει 100 mg ακαρβόζης
Για την πλήρη λίστα εκδόχων βλέπε παράγραφο 6.1
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Δισκία 50 mg: Στρογγυλά λευκά προς ελαφρώς κίτρινα κυρτά δισκία
διαμέτρου 7 mm και 10 mm ακτίνα καμπύλωσης. Στη μια πλευρά το
δισκίο φέρει τον κωδικό G’’ και ‘’50’’ και στην άλλη πλευρά το σταυρό
της Bayer.
Επιμήκη δισκία 100 mg: Ωοειδή επιμήκη λευκά προς ελαφρώς κίτρινα
κυρτά δισκία μήκους 13 mm, πλάτους 6mm και 5.5 mm ακτίνα
καμπύλωσης. Στη μια πλευρά το δισκίο φέρει τον κωδικό ‘’G’’ εγκοπή
και ‘’100’’ και στην άλλη πλευρά ‘’εγκοπή’’.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 (μη ινσουλινοεξαρτώμενος).
Για τη συμπληρωματική ρύθμιση πασχόντων από σακχαρώδη διαβήτη
(τύπου 2), για τους οποίους η θεραπεία μόνο με δίαιτα ή με δίαιτα και με
από του στόματος αντιδιαβητικά φάρμακα είναι ανεπαρκής.
Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 (ινσουλινοεξαρτώμενος), ως
συμπλήρωμα της αγωγής με ινσουλίνη.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
4.2.1 Δοσολογία
Επειδή η αποτελεσματικότητα και η ανοχή μπορεί να διαφέρουν από
ασθενή σε ασθενή, η δοσολογία πρέπει να καθορίζεται από το γιατρό
ξεχωριστά για κάθε άτομο.
Eνήλικες:
Εκτός εάν ορισθεί διαφορετικά, η συνιστώμενη δόση είναι η ακόλουθη:
Αρχικά 3 x 1 δισκίο των 50 mg Glucobayμερησίως ή
3 x 1/2 δισκίο των 100 mg Glucobay /ημερησίως
έως και 3 x 2 δισκία των 50 mg Glucobayμερησίως ή
3 x 1 δισκίο των 100 mg Glucobay /ημερησίως
Μπορεί ενίοτε να είναι απαραίτητη μια περαιτέρω αύξηση στη
δοσολογία έως 3 x 200 mg Glucobay (3 x 2 δισκία των 100mg) ημερησίως.
Η δόση μπορεί να αυξάνεται σε χρονικά διαστήματα 4-8 εβδομάδων, εάν
οι ασθενείς παρουσιάσουν μη ικανοποιητική ανταπόκριση, και επίσης
αργότερα κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Αν παρουσιασθούν
ενοχλητικά συμπτώματα, παρά το ότι ακολουθείται πιστά η δίαιτα, η
δόση δε θα πρέπει να αυξηθεί περισσότερο, αλλά θα πρέπει να μειωθεί,
αν απαιτείται.
Η μέση δόση είναι 300 mg Glucobay την ημέρα (που αντιστοιχούν σε 3 x 2
δισκία Glucobay των 50mg/ ημέρα ή 3 x 1 δισκίο Glucobay των 100mg/
ημέρα)
Τρόπος χορήγησης
Τα δισκία Glucobay είναι αποτελεσματικά μόνο εάν καταποθούν
ολόκληρα με λίγο υγρό ακριβώς πριν από το γεύμα ή εάν μασηθούν με
τις πρώτες μπουκιές του γεύματος.
Ηλικιωμένοι ασθενείς (ηλικίας άνω των 65 ετών): Δε συνιστάται
τροποποίηση της δόσης ή της συχνότητας χορήγησης.
Παιδιά και έφηβοι:
H ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του Glucobay σε ασθενείς ηλικίας
κάτω των 18 ετών δεν έχει τεκμηριωθεί. Βλ. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις
και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση. Το Glucobay δε συστήνεται σε
ασθενείς ηλικίας κάτω των 18 ετών.
Ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία:
H ακαρβόζη αντενδείκνυται σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική
δυσλειτουργία όπως η κίρρωση του ήπατος (Βλ. Αντενδείξεις)
Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία:
Βλ. Αντενδείξεις
Διάρκεια της χρήσης
Δεν έχει προβλεφθεί ότι θα πρέπει να υπάρχει κάποιος χρονικός
περιορισμός στη χρήση των δισκίων Glucobay.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στην ακαρβόζη ή/και σε κάποιο από τα έκδοχα.
Φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, έλκος παχέος εντέρου, ατελής
εντερική απόφραξη ή προδιάθεση για εντερική απόφραξη.
Σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης < 25 ml/min).
Σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία (όπως η κίρρωση του ήπατος).
4 .4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις κεραυνοβόλου ηπατίτιδας κατά τη
διάρκεια της θεραπείας με Glucobay. Ο μηχανισμός δεν είναι γνωστός,
αλλά το Glucobay μπορεί να συμβάλει σε πολυπαραγοντικής
παθοφυσιολογίας ηπατική βλάβη. Εάν παρατηρηθεί αύξηση στα ηπατικά
ένζυμα, μπορεί να ενδείκνυται είτε μείωση της δόσης ή διακοπή της
θεραπείας, ειδικά εάν η αύξηση παραμένει.
Επομένως, θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο ελέγχου των
επιπέδων των ηπατικών ενζύμων τους πρώτους 6-12 μήνες θεραπείας
(δείτε παράγραφο 4.8).
To Glucobay έχει μια αντιυπεργλυκαιμική δράση, αλλά το φάρμακο αυτό
δεν προκαλεί υπογλυκαιμία.
Αν τo Glucobay συνταγογραφηθεί επιπρόσθετα με άλλα φάρμακα που
μειώνουν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα (π.χ. σουλφονυλουρίες,
μετφορμίνη ή ινσουλίνη), μια πτώση των τιμών γλυκόζης του αίματος
στο υπογλυκαιμικό επίπεδο μπορεί να απαιτεί μια αντίστοιχη
προσαρμογή της δόσης του αντίστοιχου συγχορηγούμενου φαρμάκου.
Εάν αναπτυχθεί οξεία υπογλυκαιμία θα πρέπει να γίνει χρήση γλυκόζης
για άμεση αντιστάθμιση της υπογλυκαιμίαςείτε παρ.4.5).
H ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του Glucobay σε ασθενείς ηλικίας
κάτω των 18 ετών δεν έχει τεκμηριωθεί.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με Glucobay, η επιτραπέζια ζάχαρη
(καλαμοσάκχαρο) καθώς και οι τροφές που περιέχουν ζάχαρη συχνά
προκαλούν εντερικά συμπτώματα ακόμα και διάρροια (βλ.
παρενέργειες), ως αποτέλεσμα της αυξημένης ζύμωσης υδατανθράκων
στο κόλον, κατά τη διάρκεια της θεραπείας με Glucobay.
Το Glucobay έχει μια αντιυπεργλυκαιμική δράση, αλλά το φάρμακο αυτό
δεν προκαλεί υπογλυκαιμία. Σε ασθενείς που θεραπεύονται ταυτόχρονα
με Glucobay και σουλφονυρουρίες, μετφορμίνη ή ινσουλίνη, οι τιμές
γλυκόζης αίματος μπορεί να μειωθούν σε υπογλυκαιμικά επίπεδα και
συνεπώς μπορεί να είναι απαραίτητη μια δόση προσαρμογής αυτών των
φαρμακευτικών προϊόντων. Σε μεμονωμένες περιπτώσεις μπορεί να
προκύψει υπογλυκαιμικό κώμα.
Σε περίπτωση οξείας υπογλυκαιμίας πρέπει να ληφθεί υπόψη, ότι κατά
τη διάρκεια της θεραπείας με ακαρβόζη η επιτραπέζια ζάχαρη
(καλαμοσάκχαρο) διασπάται σε φρουκτόζη και γλυκόζη πιο αργά και
επομένως είναι ακατάλληλη για την ταχεία εξάλειψη της
υπογλυκαιμίας. Συνεπώς πρέπει να χρησιμοποιείται γλυκόζη (δεξτρόζη)
αντί για επιτραπέζια ζάχαρη (καλαμοσάκχαρο).
Σε μεμονωμένες περιπτώσεις η ακαρβόζη μπορεί να επηρεάσει τη
βιοδιαθεσιμότητα της διγοξίνης, κατά τρόπο ώστε να απαιτηθεί
προσαρμογή της δόσης της διγοξίνης.
Λόγω της πιθανότητας επηρεασμού της δράσης του Glucobay η
ταυτόχρονη χορήγηση
χολεστυραμίνης, προσροφητικών του
γαστρεντερικού και φαρμακευτικών προϊόντων με πεπτικά ένζυμα
πρέπει να αποφεύγεται.
Η ταυτόχρονη χορήγηση του Glucobay και της από του στόματος
νεομυκίνης μπορεί να οδηγήσει σε ευρύτερες μειώσεις της γλυκόζης στο
αίμα μετά το γεύμα και σε μια αύξηση στη συχνότητα και σοβαρότητα
των γαστρεντερικών ανεπιθύμητων ενεργειών.
Εάν τα συμπτώματα είναι σοβαρά, μπορεί να ληφθεί υπόψη μια
προσωρινή μείωση της δόσης του Glucobay.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Kύηση
To Glucobay δε πρέπει να χορηγείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης,
καθώς δεν υπάρχουν πληροφορίες για τη χρήση του από έγκυες
γυναίκες.
Θηλασμός
Βρέθηκε μια μικρή ποσότητα ραδιενέργειας στο γάλα θηλαζόντων
αρουραίων μετά από χορήγηση ραδιενεργά επισημασμένης ακαρβόζης.
Στον άνθρωπο δεν υπάρχουν μέχρι σήμερα παρόμοια ευρήματα. Επειδή
δεν έχει αποκλεισθεί η πιθανότητα να υπάρχει κάποια επίδραση από την
ακαρβόζη στο βρέφος από γάλα της μητέρας συνιστάται γενικά, να μη
χορηγείται τo Glucobay κατά τη διάρκεια της περιόδου θηλασμού.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων
Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι το Glucobay μπορεί να επηρεάσει την
ικανότητα οδήγησης ή χειρισμού μηχανών.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι συχνότητες των ανεπιθύμητων ενεργειών που έχουν αναφερθεί με το
Glucobay με βάση μελέτες ελεγχόμενες με placebo, κατηγοριοποιημένες κατά
CIOMS III κατηγορίες ανά συχνότητα (βάση δεδομένων ελεγχόμενων με Placebo
κλινικών μελετών: Glucobay Ν=8.595, placebo N= 7.278. Status: 10 Φεβρ. 2006)
φαίνονται στο συνοπτικό πίνακα παρακάτω.
Ανάμεσα σε κάθε συχνότητα ομαδοποίησης, οι ανεπιθύμητες ενέργειες
παρουσιάζονται με σειρά μείωσης σοβαρότητας. Οι συχνότητες ορίζονται ως
πολύ συχνές ( 1/10), συχνές ( 1/100 έως <1/10), όχι συχνές ( ≥1/1000 έως
<1/100) και σπάνιες ( ≥ 1/10000 έως < 1/1000).
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες προσδιορίζονται μόνο κατά τη διάρκεια της
επίβλεψης μετά την κυκλοφορία ( status: 31 Dec 2005) και για τις οποίες η
συχνότητα δεν μπορεί να εκτιμηθεί αναγράφονται παρακάτω ως μη γνωστές’.
Κατηγορία
οργάνου
συστήματος
Πολύ
συχνές
Συχνές Όχι
συχνές
Σπάνιες
Mη γνωστές
κατά MedDRA
Διαταραχές του
αιμοποιητικού
και του
λεμφικού
συστήματος
Θρομβοκυτοπεν
ία
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού
συστήματος
Υπερευαισθησί
α στο φάρμακο
και
Υπερευαισθησί
α (κνησμός,
ερύθημα,
εξάνθημα,
κνίδωση)
Αγγειακές
διαταραχές
Οίδημα
Γαστρεντερικές
Διαταραχές
Μετεωρι
σμός
Διάρροια
Γαστρεντερι
κοί και
κοιλιακοί
πόνοι
Ναυτία
Έμετος
Δυσπεψί
α
Ατελής ειλεός /
ειλεός
Κυστοειδής
πνευμάτωση
του εντέρου
Διαταραχές του
ήπατος και των
χοληφόρων
Αύξηση
τρανσαμ
ινασών
Ίκτερος Ηπατίτιδα
Διαταραχές του
δέρματος και
του υποδόριου
ιστού
Οξεία
γενικευμένη
εξανθηματική
φλυκταίνωση
Στην παρακολούθηση μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου, έχουν
αναφερθεί περιπτώσεις ηπατικής διαταραχής, παθολογικής ηπατικής
λειτουργίας και ηπατικής βλάβης. Έχουν επίσης αναφερθεί μεμονωμένες
περιπτώσεις κεραυνοβόλου ηπατίτιδας με μοιραία έκβαση, κυρίως στην
Ιαπωνία.
Εάν δεν ακολουθηθεί η συνταγογραφούμενη διαβητική δίαιτα, οι
εντερικές ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να ενταθούν.
Εάν αυτές εμφανισθούν παρά την προσκόλληση στην
συνταγογραφούμενη διαβητική δίαιτα, πρέπει να ζητηθεί η ιατρική
συμβουλή και η δόση να μειωθεί προσωρινά ή μόνιμα.
Σε ασθενείς που λαμβάνουν τη συνιστώμενη ημερήσια δόση των 150 με
300mg Glucobay, σπάνια έχουν παρατηρηθεί κλινικά σχετιζόμενοι
παθολογικοί έλεγχοι ηπατικής δυσλειτουργίας (τρείς φορές πάνω από το
ανώτερο φυσιολογικό). Οι παθολογικές τιμές μπορεί να είναι παροδικές
υπό τη συνεχιζόμενη θεραπεία με Glucobay (βλ. Ιδιαίτερες
προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες
του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε
πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος
αναφοράς που αναγράφεται παρακάτω.
Ελλάδα:
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ.: +30 213 2040380/337
Φαξ: + 30 210 6549585
Ιστότοπος: http :// www . eof . gr
Κύπρος:
Φαρμακευτικές Υπηρεσίες
Υπουργείο Υγείας
CY-1475 Λευκωσία
Φαξ: +357 22608649
Ιστότοπος: http://www.moh.gov.cy/phs
4.9 Υπερδοσολογία
Όταν τα δισκία Glucobay λαμβάνονται με ποτά και/ή γεύματα που
περιέχουν υδατάνθρακες (πολυσακχαρίτες, ολιγοσακχαρίτες ή
δισακχαρίτες), η υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει μετεωρισμό,
τυμπανισμό και διάρροια.
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας με δισκία Glucobay ανεξάρτητα από την
τροφή, δεν πρέπει να αναμένονται εκτεταμένα εντερικά συμπτώματα.
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας δεν πρέπει να δοθούν στον ασθενή ποτά ή
γεύματα, που περιέχουν υδατάνθρακες (πολυσακχαρίτες,
ολιγοσακχαρίτες ή δισακχαρίτες) για διάστημα 4-6 ωρών.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: αναστολέας της α-
γλυκοσιδάσης
Κωδικός ΑΤC: Α10ΒF01
Η δραστική ουσία των δισκίων Glucobay, ακαρβόζη, είναι ένας
ψευδοτετρασακχαρίτης μικροβιακής προέλευσης. To Glucobay μπορεί να
χρησιμοποιηθεί ως βοηθητικό φάρμακο για τη θεραπεία του
ινσουλινοεξαρτώμενου διαβήτη (τύπου 1) και μη ινσουλινοεξαρτώμενου
διαβήτη (τύπου 2).
Σε όλα τα είδη που εξετάσθηκαν η ακαρβόζη ασκεί τη δραστικότητά της
στο έντερο.
Η ακαρβόζη δρα αναστέλλοντας τα εντερικά ένζυμα -γλυκοσιδάσες)
που εμπλέκονται στην αποικοδόμηση των δισακχαριτών, των
ολιγοσακχαριτών ή των πολυσακχαριτών στη διατροφή.
Αυτό οδηγεί σε δοσοεξαρτώμενη καθυστέρηση της πέψης αυτών των
υδατανθράκων. Συνεπώς η γλυκόζη που προέρχεται από αυτούς τους
υδατάνθρακες απελευθερώνεται και προσλαμβάνεται από το αίμα πιο
αργά.
Με τον τρόπο αυτό η ακαρβόζη μειώνει την μεταγευματική αύξηση της
γλυκόζης στο αίμα και ως επακόλουθο, μειώνονται οι διακυμάνσεις της
γλυκόζης στο αίμα.
Η ακαρβόζη μειώνει τις παθολογικά υψηλές συγκεντρώσεις της
γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης.
Σε μία μετα-ανάλυση 7 διπλά τυφλών μελετών ελεγχόμενων με εικονικό
φάρμακο, σε 2180 ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, η ακαρβόζη μείωσε
σημαντικά τα καρδιαγγειακά επεισόδια, ειδικά τον κίνδυνο
εμφράγματος του μυοκαρδίου, κατά τη διάρκεια θεραπείας τουλάχιστον
52 εβδομάδων.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
A
πορρόφηση και βιοδιαθεσιμότητα
Μετά από χορήγηση, μόνο το 1-2% του ενεργού αναστολέα απορροφάται.
Η φαρμακοκινητική της ακαρβόζης ερευνήθηκε μετά από χορήγηση από
το στόμα ραδιενεργά επισημασμένης ουσίας -
14
C -(200mg) σε υγιείς
εθελοντές.
Απορρόφηση
Κατά μέσο όρο, το 35% της ολικής ραδιενέργειας (άθροισμα της
ανασταλτικής ουσίας και των προϊόντων αποικοδόμησης) εκκρίθηκε από
τα νεφρά μέσα σε 96 ώρες.
Η πορεία της ολικής συγκέντρωσης της ραδιενέργειας στο πλάσμα,
εμφανίστηκε σε δύο κορυφές.
Η πρώτη κορυφή με μία μέση ισοδύναμη συγκέντρωση ακαρβόζης του
52.2 15.7μg/l μετά από 1.1 0.3h, είναι σε συμφωνία με τα αντίστοιχα
δεδομένα για την πορεία συγκέντρωσης για την ουσία του αναστολέα
(49.5 26.9μg/l μετά από 2.11.6h).
Η δεύτερη κορυφή είναι κατά μέσο όρο 586.3 282.7μg/l και φτάνει μετά
από 20.75.2h. Σε αντίθεση με την ολική ραδιενέργεια, η μέγιστη
συγκέντρωση στο πλάσμα της ουσίας του αναστολέα είναι χαμηλότερη
κατά ένα συντελεστή 10-20.
Η δεύτερη, υψηλότερη κορυφή μετά από 14-24 h πιστεύεται ότι είναι
εξαιτίας της απορρόφησης των βακτηριακά διασπώμενων προϊόντων από
πιο απομακρυσμένα σημεία του εντέρου.
Κατανομή
Ο σχετικός όγκος κατανομής (0.32l/kg βάρους σώματος) υπολογίσθηκε
σε υγιείς εθελοντές από την πορεία συγκέντρωσης στο πλάσμα
(ενδοφλέβια χορήγηση 0.4mg/kg βάρους σώματος).
Βιοδιαθεσιμότητα
Η βιοδιαθεσιμότητα είναι μόνο 1-2%. Αυτό το υπερβολικά χαμηλό
συστηματικά διαθέσιμο ποσοστό της ανασταλτικής ουσίας είναι
επιθυμητό, λόγω του ότι η ακαρβόζη δρα τοπικά στο έντερο. Συνεπώς
αυτή η χαμηλή βιοδιαθεσιμότητα δεν έχει σχέση με το θεραπευτικό
αποτέλεσμα.
Μεταβολισμός και απέκκριση
Η ημιπερίοδος ζωής απέκκρισης από το πλάσμα της ανασταλτικής
ουσίας ήταν 3.7±2.7 h για την περίοδο κατανομής και 9.6±4.4h για τη
φάση απέκκρισης.
Η αναλογία της ανασταλτικής ουσίας που εκκρίθηκε στα ούρα ήταν
1.7% της χορηγηθείσας δόσης. Το 51% της δραστικότητας
απομακρύνθηκε μέσα σε 96 ώρες από τα κόπρανα.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Οξεία τοξικότητα
Μελέτες οξείας τοξικότητας μετά τη χορήγηση ακαρβόζης από το στόμα
και ενδοφλεβίως έχουν διεξαχθεί σε ποντίκια, αρουραίους και σε
σκύλους. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από μελέτες οξείας
τοξικότητας συνοψίζονται στον πιο κάτω πίνακα.
ΕΙΔΟΣ ΦΥΛΟ ΟΔΟΣ
ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ
LD
50
SIU/kg
(3)
ΟΡΙΑ
ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ
ΓΙΑ p<0.05
Ποντίκι
Α
(1)
από του στόματος >1.000.000
Ποντίκι Α Ενδοφλεβίως >500.000
Αρουραίο
ς
Α Από του στόματος >1.000.000
Αρουραίο
ς
Α Ενδοφλεβίως 478.000 (421000-546000)
Αρουραίο
ς
Θ
(2)
Ενδοφλεβίως 359.000 (286000-423000)
Σκύλος Α & Θ Από του στόματος >650.000
Σκύλος Α & Θ Ενδοφλεβίως >250.000
(1)
Αρσενικό
(2)
Θηλυκό
(3)
650000 SIU αντιστοιχούν σε 1g προϊόντος (SIU = μονάδες αναστολής
σακχαρόζης)
Με βάση τα αποτελέσματα αυτά η ακαρβόζη μπορεί να περιγραφεί ως μη
τοξική μετά από εφάπαξ δόση από του στόματος
.
ακόμη και μετά τη
χορήγηση δόσεως 10g/kg δε μπόρεσε να προσδιορισθεί LD
50
. Επιπλέον,
δεν παρατηρήθηκε κανένα σύμπτωμα δηλητηρίασης σε κανένα από τα
υπό μελέτη πειραματόζωα στο εύρος των δόσεων, που διερευνήθηκαν.
Η ουσία είναι επίσης ουσιαστικά μη τοξική μετά από ενδοφλέβια
χορήγηση.
Υποχρόνια τοξικότητα
Διεξήχθησαν μελέτες ανοχής σε αρουραίους και σε σκύλους για
διάστημα 3 μηνών.
Στους αρουραίους η ακαρβόζη μελετήθηκε σε δόσεις 50-450mg/kg από
του στόματος. Όλες οι αιματολογικές και οι κλινικο-χημικές παράμετροι
παρέμειναν αμετάβλητες σε σύγκριση με ομάδα μαρτύρων, στην οποία
δε χορηγήθηκε ακαρβόζη. Ομοίως οι μεταγενέστερες ιστοπαθολογικές
εξετάσεις δεν αποκάλυψαν καμία ένδειξη βλάβης σε καμία δόση.
Δόσεις 50-450mg/kg από του στόματος μελετήθηκαν επίσης και σε
σκύλους. Σε σύγκριση με ομάδα μαρτύρων, που δεν έλαβε ακαρβόζη,
καταδείχθηκαν αλλαγές που οφείλονται στην υπό μελέτη ουσία, στην
ανάπτυξη του βάρους του σώματος του πειραμοτοζώου, στη
δραστικότητα της α-αμυλάσης στον ορό, καθώς και στα επίπεδα ουρίας
στο αίμα. Σε όλες τις δοσολογικές ομάδες, η ανάπτυξη του βάρους
σώματος επηρεάσθηκε από την άποψη του ότι, όταν χορηγήτο σταθερή
ποσότητα 350g τροφής ημερησίως, οι μέσες τιμές της ομάδας μειώθηκαν
σαφώς κατά τη διάρκεια των πρώτων 4 εβδομάδων τη μελέτης. Όταν η
ποσότητα τροφής που χορηγήθηκε αυξήθηκε σε 500g ημερησίως την
εβδομάδα της μελέτης τα πειραματόζωα παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο
βάρους. Αυτές οι αλλαγές στο σωματικό βάρος που προκλήθηκαν από
την ακαρβόζη, σε ποσότητες, που υπερβαίνουν τη θεραπευτική δόση, θα
πρέπει να θεωρηθούν ως έκφραση αυξημένης φαρμακοδυναμικής
δραστηριότητας της υπό μελέτη ουσίας, που οφείλονται σε έλλειψη
ισοθερμικής ισορροπίας τροφής (απώλεια υδατανθράκων). Δεν
απεικονίζουν πραγματική τοξική δράση. Οι ελάχιστες αυξήσεις στο
επίπεδο της ουρίας θα πρέπει επίσης να θεωρηθούν ως έμμεσο
αποτέλεσμα της θεραπείας, δηλ. της καταβολικής μεταβολικής
κατάστασης που αναπτύσσεται με την απώλεια βάρους. Μειωμένη
δραστηριότητα της α-αμυλάσης μπορεί να ερμηνευτεί ως ένδειξη
αυξημένης φαρμακοδυναμικής δράσης.
Χρόνια τοξικότητα
Mελέτες χρόνιας τοξικότητας διεξήχθησαν σε αρουραίους, σε σκύλους
και σε κρικετόμυες με διάρκεια θεραπείας 24 μηνών, 12 μηνών και 80
εβδομάδων αντίστοιχα.
Επιπρόσθετα, με το θέμα της βλάβης που προκαλείται από τη χρόνια
χορήγηση, οι μελέτες στους αρουραίους και στους κρικετόμυες
σκόπευαν επίσης και στην εξέταση ενδεχόμενης καρκινογόνου δράσης.
Καρκινογόνος δράση
Υπάρχει ένας αριθμός μελετών αναφορικά με τη καρκινογόνο δράση της
ακαρβόζης.
Αρουραίοι Sprague-Dawley έλαβαν μέχρι και 4500ppm ακαρβόζης στην
τροφή τους για διάστημα 24-26 μηνών. Η χορήγηση της ακαρβόζης στην
τροφή προκάλεσε σημαντικό υποσιτισμό στα πειραματόζωα. Κάτω από
αυτές τις συνθήκες της μελέτης, παρατηρήθηκαν δοσοεξαρτώμενοι όγκοι
στο νεφρικό παρέγχυμα (αδένωμα, υπονέφρωμα) σε σύγκριση με τους
μάρτυρες ενώ παρατηρήθηκε μείωση στο συνολικό ποσοστό όγκων
(ειδικά στο ποσοστό ορμονοεξαρτώμενων όγκων).
Για την αποφυγή του υποσιτισμού, στις μεταγενέστερες μελέτες τα
πειραματόζωα έλαβαν υποκατάστατα γλυκόζης. Με δόση 4500ppm
ακαρβόζης μαζί με υποκατάστατα γλυκόζης, το βάρος του σώματος ήταν
κατά 10% χαμηλότερο σε σύγκριση με την ομάδα μαρτύρων. Δεν
παρατηρήθηκε αυξημένη συχνότητα εμφάνισης νεφρικών όγκων.
Όταν η μελέτη επαναλήφθηκε χωρίς υποκατάσταση γλυκόζης για
διάστημα 26 μηνών, παρατηρήθηκε επίσης και αύξηση σε καλοήθης
όγκους στα διάμεσα κύτταρα Leydig στους όρχεις. Σε όλες τις ομάδες
που έλαβαν υποκατάστατα γλυκόζης, οι τιμές γλυκόζης ήταν (μερικές
φορές παθολογικά) αυξημένες (τροφικός διαβήτης από χορήγηση
μεγάλων ποσοτήτων γλυκόζης).
Με τη χορήγηση της ακαρβόζης μέσω πεπτικού σωλήνα, το βάρος του
σώματος βρέθηκε μέσα στο όριο των μαρτύρων και με τη μεθοδολογία
αυτή αποφεύχθηκε η αυξημένη φαρμακοδυναμική δραστηριότητα. Το
ποσοστό των όγκων ήταν φυσιολογικό.
Αρουραίοι Wistar έλαβαν 0-4500ppm ακαρβόζης για διάστημα 30 μηνών
στην τροφή τους ή με τη βοήθεια στομαχικού σωλήνα. Η χορήγηση της
ακαρβόζης στην τροφή δε προκάλεσε καμία έντονη απώλεια βάρους. Από
τη δόση των 500ppm ακαρβόζης, το τυφλό έντερο διογκώθηκε. Το
συνολικό ποσοστό των όγκων μειώθηκε και δε παρατηρήθηκε καμία
ένδειξη αυξημένης συχνότητας εμφάνισης όγκων.
Κρικετόμυες έλαβαν 0-4000ppm ακαρβόζη στην τροφή τους σε διάστημα
80 εβδομάδων, με και χωρίς υποκατάστατα γλυκόζης. Παρατηρήθηκαν
αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα στα πειραματόζωα της ομάδας που
έλαβε την υψηλότερη δόση. Η συχνότητα εμφάνισης όγκων δεν ήταν
αυξημένη.
Αναπαραγωγική τοξικότητα
Μελέτες πάνω στην τερατογόνο δράση διεξήχθησαν σε αρουραίους και
σε κουνέλια με τη χορήγηση δόσεων 0, 30, 120, και 480 mg/kg από το
στόμα. Σε αρουραίους η ουσία χορηγήθηκε από την μέχρι την 15η
ημέρα της κύησης και στα κουνέλια από την μέχρι την 18η ημέρα της
κύησης. Δεν παρατηρήθηκε καμία ένδειξη τερατογόνου δράσης, που
οφείλεται στην ακαρβόζη σε κανένα από τα πειραματόζωα αυτά στο
φάσμα των δόσεων που μελετήθηκαν.
Δε παρατηρήθηκε καμία διαταραχή στη γονιμότητα σε αρσενικούς ή σε
θηλυκούς αρουραίους μέχρι τη δόση των 540mg/kg ημερησίως. Η
χορήγηση μέχρι 540mg/kg ημερησίως κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης
του εμβρύου και κατά τη διάρκεια της γαλουχίας σε αρουραίους δε
προκάλεσε καμία επίδραση στη διαδικασία της γέννας ή στο νεογνό. Δεν
υπάρχουν στοιχεία σε σχέση με τη χρήση της ακαρβόζης κατά τη
διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού σε γυναίκες.
Mεταλλαξιογόνος δράση
Σύμφωνα με έναν αριθμό μελετών πάνω στη μεταλλαξιογόνο δράση, δεν
υπάρχει καμία ένδειξη γενοτοξικής δράσης της ακαρβόζης.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
microcrystalline cellulose, maize starch , magnesium stearate, silicia colloidal anhydrous.
6.2 Ασυμβατότητες
Καμία
6.3 Διάρκεια ζωής
36 μήνες.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Να φυλάσσεται σε θερμοκρασία ≤30
ο
C.
Σε θερμοκρασίες >25
ο
C και σε σχετική υγρασία >60% τα μη
συσκευασμένα δισκία μπορούν να διατηρηθούν για διάστημα έως 2
εβδομάδες. Σε υψηλότερες θερμοκρασίες και/ή υψηλότερη σχετική
υγρασία, μπορεί να παρουσιασθεί αποχρωματισμός των δισκίων, όταν
δε βρίσκονται μέσα στη συσκευασία τους. Γι’ αυτό τα δισκία δεν πρέπει
να αφαιρούνται από τη συσκευασία τους μέχρι τη στιγμή που θα
χρησιμοποιηθούν.
Φυλάσσεται σε ξηρό μέρος.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Glucobay 50 mg και 100mg.
Κουτί που περιέχει 2 blister των 15 δισκίων.
6.6 Οδηγίες χρήσεως και χειρισμού
Η αυστηρή τήρηση της διαβητικής δίαιτας εξακολουθεί βέβαια να είναι
επιτακτική, όταν λαμβάνεται το Glucobay. Η τακτική λήψη του Glucobay δε
πρέπει να διακόπτεται χωρίς τη συμβουλή του γιατρού, γιατί αυτό
μπορεί να προκαλέσει αύξηση της γλυκόζης στο αίμα.
Το Glucobay δεν προκαλεί υπογλυκαιμία σε ασθενείς που δεν
υποβάλλονται σε άλλη αγωγή εκτός από τη δίατα. Σε ασθενείς, που
υποβάλλονται σε θεραπεία με ινσουλίνη ή σουλφονυλουρίες ή
μετφορμίνη και παίρνουν παράλληλα Glucobay, αν εμφανισθούν
συμπτώματα υπογλυκαιμίας ως αποτέλεσμα ελαττωμένης ανάγκης σε
ινσουλίνη, τότε πρέπει να ληφθεί γλυκόζη και όχι σακχαρόζη
(καλαμοσάκχαρο).
Η θεραπερία με Glucobay πρέπει να καταγραφεί στη διαβητική κάρτα του
ασθενή.
Φυλάσσετε το φάρμακο μακριά από τα παιδιά.
Σε περίπτωση φαρμακευτικών δηλητηριάσεων επικοινωνήστε με το:
ΚΕΝΤΡΟ ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΣΕΩΝ ΑΘΗΝΩΝ τηλ. :0030 210 77 93 777.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Bayer Ελλάς ΑΒΕΕ
Σωρού 18-20
151 25 Μαρούσι, Αθήνα
Τηλ: 0030 210 6187500
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Glucobay 50mg 15352/22-5-09
Glucobay 100mg 35380/22-5-09
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
14.2.1992 / 1.4.2008
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ