Αν και το Serevent μπορεί να χορηγηθεί ως πρόσθετη θεραπεία όταν τα
εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή δεν ελέγχουν επαρκώς τα· συμπτώματα του
άσθματος, οι ασθενείς δεν θα πρέπει να ξεκινούν το Serevent κατά τη διάρκεια
ενός σοβαρού ασθματικού παροξυσμού, ή αν παρουσιάζουν σημαντική
επιδείνωση, ή οξεία επιδείνωση του άσθματος.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με Serevent μπορεί να εμφανισθούν σοβαρές,
σχετιζόμενες με το άσθμα ανεπιθύμητες ενέργειες και παροξυσμοί, Οι ασθενείς
θα πρέπει να ενημερώνονται να συνεχίζουν τη θεραπεία αλλά να αναζητούν
ιατρική βοήθεια εάν τα ασθματικά συμπτώματα παραμένουν μη ελεγχόμενα, ή
επιδεινώνονται μετά την έναρξη της θεραπείας με Serevent.
Αιφνίδια και προοδευτική επιδείνωση του άσθματος είναι δυνητικά απειλητική
για τη ζωή του ασθενούς και γι΄ αυτό θα πρέπει να γίνει επείγουσα
επανεκτίμηση της κατάστασής του. Θα πρέπει να ληφθεί επίσης απόφαση για
αύξηση της θεραπείας με κορτικοστεροειδή. Υπό αυτές τις συνθήκες,
συνιστάται να γίνεται καθημερινός έλεγχος της μέγιστης εκπνευστικής ροής.
Για θεραπεία συντήρησης του άσθματος, θα πρέπει να χορηγείται σαλμετερόλη
σε συνδυασμό με εισπνεόμενα ή από του στόματος κορτικοστεροειδή. Τα
βρογχοδιασταλτικά παρατεταμένης δράσης δεν πρέπει να χορηγούνται μόνα
τους ή να αποτελούν την κύρια θεραπεία συντήρησης του άσθματος.
Όταν ελεγχθούν τα ασθματικά συμπτώματα, μπορεί να εξετασθεί το
ενδεχόμενο σταδιακής μείωσης της δόσης του Serevent. Κατά τη διάρκεια της
μείωσης της δόσης είναι σημαντική η τακτική παρακολούθηση των ασθενών.
Πρέπει να χρησιμοποιείται η χαμηλότερη αποτελεσματική δόση του Serevent.
Υπάρχουν πολύ σπάνιες αναφορές για αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης του
αίματος (βλέπε παράγραφο 4) και αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν
συνταγογραφείται σε ασθενείς με ιστορικό σακχαρώδους διαβήτη.
Όπως και με άλλη εισπνεόμενη θεραπεία μπορεί να προκύψει παράδοξος
βρογχόσπασμος με άμεση αύξηση του συριγμού και πτώση του ρυθμού της
μέγιστης εκπνευστικής ροής (PEFR, peak expiratory flow rate) μετά τη χορήγηση.
Αυτό θα πρέπει να αντιμετωπίζονται αμέσως με ένα ταχείας και βραχείας
δράσης εισπνεόμενο βρογχοδιασταλτικό. Η σαλμετερόλη θα πρέπει να
διακόπτεται αμέσως, ο ασθενής να αξιολογείται και να χορηγείται εναλλακτική
θεραπεία εάν είναι απαραίτητο (βλέπε παράγραφο 4).
Οι φαρμακολογικές ανεπιθύμητες ενέργειες των β2 αγωνιστών όπως τρόμος,
υποκειμενικό αίσθημα παλμών, και κεφαλαλγία έχουν αναφερθεί, αλλά τείνουν
να είναι παροδικές και να μειώνονται με τη συνέχιση της θεραπείας (βλέπε
παράγραφο 4).
Καρδιαγγειακές επιδράσεις, όπως αύξηση της συστολικής αρτηριακής πίεσης
και της καρδιακής συχνότητας, μπορεί να παρατηρηθούν περιστασιακά με όλα
τα συμπαθομιμητικά φάρμακα, ειδικά σε υψηλότερες από τις θεραπευτικές
δόσεις. Για το λόγο αυτό, η σαλμετερόλη θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή
σε ασθενείς με προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με β2 διεγέρτες μπορεί δυνητικά να
εμφανισθεί σοβαρή υποκαλιαιμία. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται σε οξείες
ασθματικές κρίσεις, οπότε η υποκαλιαιμία μπορεί να ενισχυθεί λόγω της
ταυτόχρονης χορήγησης παραγώγων ξανθίνης (θεοφυλλίνη), στεροειδών,