Φάρμακα που αυξάνουν τα επίπεδα του καλίου του ορού:
Η κιναπρίλη είναι ένας α-ΜΕΑ, ικανός να μειώσει τα επίπεδα
αλδοστερόνης, το οποίο μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των
επιπέδων καλίου του ορού. Οι α-ΜΕΑ, κατά συνέπεια, μετριάζουν την
προκαλούμενη από τα διουρητικά απώλεια καλίου. Τα καλιοσυντηρητικά
διουρητικά, π.χ. σπειρονολακτόνη, τριαμτερένη ή αμιλορίδη, τα
συμπληρώματα καλίου ή τα υποκατάστατα άλατος που περιέχουν κάλιο
μπορεί να οδηγήσουν σε σημαντική αύξηση του καλίου του ορού. Η
ταυτόχρονη θεραπεία με καλιοσυντηρητικά διουρητικά, συμπληρώματα
καλίου, άλατα καλίου, ή άλλα φάρμακα τα οποία είναι γνωστό ότι
αυξάνουν τα επίπεδα του καλίου στον ορό θα πρέπει να χρησιμοποιείται
με προσοχή και με τον κατάλληλο έλεγχο των επιπέδων καλίου του
ορού. Σε υπερήλικες ασθενείς ή σε ασθενείς με επηρεασμένη νεφρική
λειτουργία, η συγχορήγηση ενός α-ΜΕΑ με
σουλφαμεθοξαζόλη/τριμεθοπρίμη έχει συσχετιστεί με σοβαρή
υπερκαλιαιμία, η οποία πιθανόν αποδίδεται στην τριμεθοπρίμη. Ως εκ
τούτου, η κιναπρίλη και τα προϊόντα που περιέχουν τριμεθοπρίμη πρέπει
να συγχορηγούνται με προσοχή και με την κατάλληλη παρακολούθηση
των επιπέδων καλίου στον ορό.
Χειρουργική επέμβαση/ Αναισθησία:
Αν και δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα που να υποδεικνύουν ότι
υπάρχει αλληλεπίδραση μεταξύ κιναπρίλης και αναισθητικών
παραγόντων που προκαλούν υπόταση, πρέπει να δίδεται προσοχή όταν
οι ασθενείς υποβάλλονται σε μείζονα χειρουργική επέμβαση ή
αναισθησία, αφού οι α-ΜΕΑ έχουν αποδειχθεί ότι μπλοκάρουν το
σχηματισμό αγγειοτενσίνης ΙΙ, δευτερευόντως στην αντιρροπιστική
απελευθέρωση της ρενίνης. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε υπόταση, η
οποία μπορεί να διορθωθεί με αύξηση του όγκου του αίματος (βλ.
παράγραφο 4.4).
Λίθιο:
Η ταυτόχρονη χορήγηση α-ΜΕΑ με λίθιο μπορεί να ελαττώσει την
απέκκριση του λιθίου. Έχουν αναφερθεί αυξημένα επίπεδα λιθίου στον
ορό και συμπτώματα τοξικότητας λιθίου σε ασθενείς που βρίσκονταν
υπό ταυτόχρονη θεραπεία με λίθιο και α-ΜΕΑ, λόγω της επίδρασης των
φαρμάκων αυτών στην απώλεια νατρίου. Η ταυτόχρονη χορήγησή τους
πρέπει να γίνεται με προσοχή ενώ τα επίπεδα του λιθίου του ορού πρέπει
να παρακολουθούνται συχνά. Εάν χρησιμοποιείται επίσης και
διουρητικό, ο κίνδυνος για τοξικότητα λιθίου είναι ακόμα πιο
αυξημένος.
Μη Στεροειδή Αντιφλεγμονώδη Φάρμακα (ΜΣΑΦ):
Η χορήγηση ενός ΜΣΑΦ μπορεί να μειώσει την αντιυπερτασική δράση
ενός α-ΜΕΑ. Επιπλέον, έχει περιγραφεί ότι τα ΜΣΑΦ και οι α-ΜΕΑ
ασκούν μια αθροιστική δράση στην αύξηση του καλίου του ορού, ενώ η
νεφρική λειτουργία μπορεί να μειωθεί. Αυτές οι επιδράσεις είναι κατά
κανόνα αναστρέψιμες και παρουσιάζονται κυρίως σε ασθενείς με
μειωμένη νεφρική λειτουργία.
Σε ασθενείς οι οποίοι είναι ηλικιωμένοι, με μειωμένο ενδαγγειακό όγκο
(συμπεριλαμβανομένων και αυτών που λαμβάνουν θεραπεία με
διουρητικά) ή με μειωμένη νεφρική λειτουργία, η συγχορήγηση μη
στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, συμπεριλαμβανομένων των
εκλεκτικών αναστολέων κυκλοοξυγενάσης-2 (COX-2), με α-ΜΕΑ,
13