Το Neotigason αντενδείκνυται σε κάθε γυναίκα σε αναπαραγωγική
ηλικία εκτός εάν υπάρχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις:
1) Η ασθενής υποφέρει από σοβαρή διαταραχή της κερατινοποίησης
που είναι ανθεκτική στις συνήθεις θεραπείες.
2) Είναι σε θέση να καταλάβει και να ακολουθήσει τις οδηγίες του
θεράποντα ιατρού.
3) Είναι ικανή να ακολουθεί τις αντισυλληπτικές μεθόδους που έχουν
καθορισθεί με υπευθυνότητα και ανελλιπώς.
4) Είναι εξαιρετικά σημαντικό για κάθε γυναίκα σε αναπαραγωγική
ηλικία που βρίσκεται υπό θεραπεία με Neotigason να χρησιμοποιεί
αποτελεσματικές αντισυλληπτικές μεθόδους (κατά προτίμηση 2
συμπληρωματικές μεθόδους) χωρίς διακοπές για 4 εβδομάδες πριν
την έναρξη της θεραπείας, κατά τη διάρκειά της και για 3 χρόνια
μετά το τέλος της θεραπείας με Neotigason. Θα πρέπει να δίνεται
οδηγία στην ασθενή να επικοινωνεί άμεσα με το γιατρό σε
περίπτωση υποψίας εγκυμοσύνης.
5) Η θεραπεία δε θα πρέπει να αρχίζει πριν από την 2η ή 3η ημέρα της
επόμενης ομαλής έμμηνης ρύσης.
6) Κατά την έναρξη της θεραπείας, θα πρέπει να ληφθεί αρνητικό
αποτέλεσμα σε τεστ εγκυμοσύνης (ελάχιστη ευαισθησία
25mIU/mL) έως και 3 ημέρες πριν από την έναρξη της θεραπείας.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, θα πρέπει να προγραμματίζονται
τεστ εγκυμοσύνης με μεσοδιάστημα 28 ημερών. Σε κάθε επίσκεψη
και πριν τη συνταγογράφηση, είναι υποχρεωτικό ένα αρνητικό τεστ
εγκυμοσύνης όχι παλιότερο των 3 ημερών. Μετά το τέλος της
θεραπείας, θα πρέπει να πραγματοποιούνται τεστ εγκυμοσύνης με
μεσοδιάστημα 1-3 μηνών και για περίοδο έως και 3 ετών μετά τη
χορήγηση της τελευταίας δόσης.
7) Πριν από την έναρξη της θεραπείας με Neotigason ο θεράπων
ιατρός θα πρέπει να δίνει στις ασθενείς που είναι ικανές να
κυοφορήσουν προφορικές και γραπτές πληροφορίες για τις
προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται, για τον κίνδυνο πολύ
σοβαρών διαμαρτιών του εμβρύου και για τις πιθανές συνέπειες
εάν συμβεί εγκυμοσύνη κατά τη διάρκεια της θεραπείας με
Neotigason ή μέσα στο διάστημα 3 ετών από το τέλος της.
8) Τα ίδια αποτελεσματικά και συνεχή αντισυλληπτικά μέτρα πρέπει
να εφαρμόζονται κάθε φορά που η θεραπεία επαναλαμβάνεται, όσο
μεγάλη και αν ήταν η μεσολαβούσα περίοδος και πρέπει να
συνεχίζεται για 3 χρόνια μετά το τέλος της.
9) Εάν, παρ’ όλες αυτές τις προφυλάξεις, προκύψει εγκυμοσύνη,
υπάρχει υψηλός κίνδυνος σοβαρής δυσπλασίας στο έμβρυο (π.χ.
κρανιοπροσωπικές ανωμαλίες, δυσπλασίες καρδιακές και
αγγειακές ή του ΚΝΣ, σκλελετικές και συναισθηματικές
διαταραχές) και αύξηση της επίπτωσης της αυτόματης αποβολής. Ο
κίνδυνος εμφανίζεται ειδικότερα κατά τη διάρκεια της θεραπείας
με ακιτρετίνη και 2 μήνες μετά τη θεραπεία. Για 3 χρόνια μετά τη
διακοπή της θεραπείας με ακιτρετίνη, ο κίνδυνος είναι μικρότερος
(ιδιαίτερα για τις γυναίκες που δεν κατανάλωσαν αλκοόλ) αλλά
8