Βρογχοπνευμονικές λοιμώξεις στην κυστική ίνωση
Οι κλινικές δοκιμές συμπεριέλαβαν παιδιά και εφήβους ηλικίας 5 - 17 ετών.
Η εμπειρία από τη θεραπεία παιδιών ηλικίας μεταξύ 1 και 5 ετών είναι πιο
περιορισμένη.
Επιπεπλεγμένες λοιμώξεις των ουροφόρων οδών και πυελονεφρίτιδα
Η θεραπεία λοιμώξεων των ουροφόρων οδών με σιπροφλοξασίνη πρέπει να
εξετάζεται όταν δεν είναι δυνατή η χρήση άλλων θεραπειών, και πρέπει να
βασίζεται στα αποτελέσματα της μικροβιολογικής τεκμηρίωσης.
Οι κλινικές δοκιμές συμπεριέλαβαν παιδιά και εφήβους ηλικίας 1 - 17 ετών.
Άλλες ειδικές σοβαρές λοιμώξεις
Άλλες σοβαρές λοιμώξεις σύμφωνα με τις επίσημες οδηγίες, ή μετά από
προσεκτική αξιολόγηση οφέλους-κινδύνου όταν δεν είναι δυνατή η χρήση
άλλων θεραπειών, ή μετά από αποτυχία της συμβατικής θεραπείας και όταν
η μικροβιολογική τεκμηρίωση μπορεί να δικαιολογήσει τη χρήση της
σιπροφλοξασίνη.
Η χρήση της σιπροφλοξασίνη για ειδικές σοβαρές λοιμώξεις εκτός από
αυτές που αναφέρονται παραπάνω δεν έχει αξιολογηθεί σε κλινικές δοκιμές
και η κλινική εμπειρία είναι περιορισμένη. Συνεπώς, συνιστάται προσοχή
κατά τη θεραπεία ασθενών με τις συγκεκριμένες λοιμώξεις.
Υπερευαισθησία
Υπερευαισθησία και αλλεργικές αντιδράσεις , συμπεριλαμβανομένων της
αναφυλαξίας και αναφυλακτοειδών αντιδράσεων, μπορεί να εμφανιστούν
μετά από εφάπαξ δόση (βλ. παράγραφο 4.8) και μπορεί να είναι επικίνδυνες
για τη ζωή. Σε περίπτωση εμφάνισης τέτοιας αντίδρασης, η σιπροφλοξασίνη
θα πρέπει να διακόπτεται και μια επαρκής ιατρική θεραπεία απαιτείται.
Μυοσκελετικό σύστημα
Η σιπροφλοξασίνη δεν πρέπει γενικά να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με
ιστορικό νόσου/διαταραχής των τενόντων σχετιζόμενης με θεραπεία με
κινολόνη. Εντούτοις, σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, μετά από
μικροβιολογική τεκμηρίωση των υπεύθυνων οργανισμών και αξιολόγηση
της ισορροπίας οφέλους-κινδύνου, η σιπροφλοξασίνη μπορεί να
συνταγογραφηθεί στους συγκεκριμένους ασθενείς για τη θεραπεία
ορισμένων σοβαρών λοιμώξεων, ειδικά σε περίπτωση αποτυχίας της
τυπικής θεραπείας ή βακτηριακής αντίστασης, όταν τα μικροβιολογικά
δεδομένα δικαιολογούν τη χρήση σιπροφλοξασίνης.
Τενοντίτιδα και ρήξη τενόντων (ειδικά του Αχίλλειου τένοντα), ορισμένες
φορές αμφοτερόπλευρη, μπορεί να συμβεί με την σιπροφλοξασίνη, ακόμα
και εντός 48 ωρών από την έναρξη της θεραπείας. Φλεγμονή και ρήξη του
τένοντα μπορεί να συμβούν ακόμα και μετά απο πολλούς μήνες απο τη
διακοπή της θεραπείας με σιπροφλοξασίνη. Ο κίνδυνος τενοντοπάθειας
μπορεί να είναι αυξημένος σε ηλικιωμένους ασθενείς ή σε ασθενείς στους
οποίους συγχορηγούνται κορτικοστεροειδή (βλ. παράγραφο 4.8).
Στην εμφάνιση οποιουδήποτε σημείου τενοντίτιδας (π.χ. οδυνηρό οίδημα,
φλεγμονή), η θεραπεία με Σιπροφλοξασίνη πρέπει να διακόπτεται.
Απαιτείται μέριμνα για την ανάπαυση του μέλους που έχει επηρεαστεί.