ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Ciproxin 500 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο περιέχει 500 mg σιπροφλοξασίνη (ως
hydrochloride).
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο
Επιμήκη, σχεδόν λευκά προς ελαφρώς κίτρινα δισκία που φέρουν το λογότυπο ΄΄CIP
score 500’’ στη μια πλευρά και ‘BAYER’ στην άλλη πλευρά.
Τα δισκία μπορούν να διχοτομηθούν σε δυο ισόποσες δόσεις.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Τα Ciproxin 500 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία ενδείκνυνται για τη
θεραπεία των ακόλουθων λοιμώξεων (βλ. παραγράφους 4.4 και 5.1). Ιδιαίτερη
προσοχή θα πρέπει να δίνεται στις διαθέσιμες πληροφορίες αντοχής στη
σιπροφλοξασίνη πριν την έναρξη της θεραπείας
Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι επίσημες οδηγίες σχετικά με την κατάλληλη χρήση
των αντιβακτηριακών παραγόντων.
Ενήλικες
Λοι
μώξεις του κατώτερου αναπνευστικού λόγω Gram αρνητικών βακτηρίων:
- εξάρσεις χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας,
- βρογχοπνευμονικές λοιμώξεις στην κυστική ίνωση ή στη βρογχεκτασία
- μπνευ ονία
Χρό
μ νια πυώδης έση ωτίτιδα
Οξεί
α έξαρση χρόνιας ιγμορίτιδας, ειδικά εάν προκαλείται από Gram αρνητικά
βακτήρια
μΛοι
ώξεις των ουροφόρων οδών
μΛοι
ώξεις της γεννετικής οδού
2
- Γοννοκοκική ουρηθρίτιδακαι τραχηλίτιδα οφειλόμενη σε ευαίσθητα στελέχη
Neisseria
gonorrhoeae
-
Επιδιδυμοορχίτιδα συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων που οφείλονται σε
ευαίσθητα στελέχη Neisseria
gonorrhoeae
-
Φλεγμονώδης νόσος της πυέλου συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων
οφειλόμενων σε ευαίσθητα στελέχη Neisseria
gonoorrhoeae
Λοι
μώξεις του γαστρεντερικού (π.χ. διάρροια των ταξιδιωτών)
Ενδ
μ οκοιλιακές λοι ώξεις
Λοι
μώξεις του δέρματος και των μαλακών μορίων προκαλούμενες από Gram
αρνητικά βακτήρια
Κακ
οήθης εξωτερική ωτίτιδα
Λοι
μώξεις των οστών και των αρθρώσεων
Προ
φύλαξη από διηθητικές λοιμώξεις λόγω Neisseria
meningitidis
Πνε
υμονικός άνθραξ (προφύλαξη μετά από έκθεση και θεραπευτική αγωγή)
Μπορεί να γίνει χρήση της σιπροφλοξασίνης στην αγωγή των ουδετεροπενικών
ασθενών με πυρετό που πιθανώς να οφείλεται σε βακτηριδιακή λοίμωξη.
Παιδιά και έφηβοι
Βρο
γχοπνευμονικές λοιμώξεις στην κυστική ίνωση προκαλούμενες από
Pseudomonas
aeruginosa
Επι
πεπλεγμένες λοιμώξεις των ουροφόρων οδών και πυελονεφρίτιδα
Πνε
υμονικός άνθραξ (προφύλαξη μετά από έκθεση και θεραπευτική αγωγή)
Η σιπροφλοξασίνη μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία σοβαρών
λοιμώξεων σε παιδιά και εφήβους όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο.
Η θεραπεία πρέπει να ξεκινά μόνο από ιατρούς οι οποίοι είναι έμπειροι στην
αντιμετώπιση της κυστικής ίνωσης και/ή στις σοβαρές λοιμώξεις σε παιδιά και
εφήβους (βλ. παραγράφους 4.4 και 5.1).
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Η δοσολογία καθορίζεται από την ένδειξη, τη σοβαρότητα και το σημείο της
λοίμωξης, την ευαισθησία στη σιπροφλοξασίνη των οργανισμών που προκαλούν τη
3
λοίμωξη, τη νεφρική λειτουργία του ασθενούς και το σωματικό βάρος στα παιδιά
και στους εφήβους.
Η διάρκεια της θεραπείας εξαρτάται από τη σοβαρότητα της νόσου και την κλινική
και βακτηριολογική πορεία.
Η θεραπεία των λοιμώξεων λόγω συγκεκριμένων βακτηρίων (π.χ. Pseudomonas
aeruginosa, Acinetobacter
,
ή Staphylococci
)
μπορεί να απαιτεί υψηλότερες δόσεις
σιπροφλοξασίνης και συγχορήγηση με άλλους κατάλληλους αντιβακτηριακούς
παράγοντες.
Η θεραπεία κάποιων λοιμώξεων (π.χ. φλεγμονώδης νόσος της πυέλου, ενδοκοιλιακές
λοιμώξεις, λοιμώξεις σε ουδετεροπενικούς ασθενείς και λοιμώξεις των οστών και
των αρθρώσεων) μπορεί να χρειάζεται συγχορήγηση με άλλους κατάλληλους
αντιβακτηριακούς παράγοντες ανάλογα με τα εμπλεκόμενα παθογόνα
Ενήλικες
Ενδείξεις μ Η ερήσια δόση σε
mg
Συνολική διάρκεια της
θεραπείας
(ενδεχομένως
συμπεριλαμβανομένης
παρεντερικής έναρξης
της θεραπείας με
σιπροφλοξασίνη)
μ Λοι ώξεις του κατώτερου
αναπνευστικού
500mg δυο φορές
ημερησίως εως
750mg δυο φορές
ημερησίως
7 14 μέως η έρες
μ Λοι ώξεις του
ανώτερου
αναπνευστικού
Οξεία έξαρση
χρόνιας
μιγ ορίτιδας
500mg δυο φορές
ημερησίως εως
750mg δυο φορές
ημερησίως
7 14 μέως η έρες
Χρόνια πυώδης
μ έση ωτίτιδα
500mg δυο φορές
ημερησίως εως
750mg δυο φορές
ημερησίως
7 14 μέως η έρες
Κακοήθης
εξωτερική ωτίτιδα
750mg δυο φορές
μη ερησίως
28 μ 3 μη έρες έως ήνες
Λοιμώξεις των
ουροφόρων
οδών
(δείτε
παράγραφο 4.4)
μ Μη επιπεπλεγ ένη
κυστίτιδα
250mg δυο φορές
ημερησίως εως
500mg δυο φορές
ημερησίως
3 μη έρες
Σε γυναίκες προ- εμμηνόπαυσης μπορεί να
χρησιμοποιηθεί μια εφάπαξ δόση 500mg
Επιπεπλεγμένη
κυστίτιδα, Μη
επιπεπλεγμένη
πυελονεφρίτιδα
500mg δυο φορές
μ η ερησίως
7 μη έρες
4
Ενδείξεις μ Η ερήσια δόση σε
mg
Συνολική διάρκεια της
θεραπείας
(ενδεχομένως
συμπεριλαμβανομένης
παρεντερικής έναρξης
της θεραπείας με
σιπροφλοξασίνη)
μ Επιπεπλεγ ένη
πυελονεφρίτιδα
500mg δυο φορές
ημερησίως εως
750mg δυο φορές
ημερησίως
τουλάχιστον για 10
ημέρες, ενώ μπορεί να
συνεχιστεί για
περισσότερο από 21
ημέρες σε ορισμένες
ειδικές περιπτώσεις
(όπως αποστήματα)
Προστατίτιδα
500mg δυο φορές
ημερησίως εως
750mg δυο φορές
ημερησίως
2 έως 4 εβδομάδες (οξεία)
έως
4 έως 6 εβδομάδες
(χρόνια)
μ Λοι ώξεις των
γεννητικών
οδών
Γοννοκοκική
ουρηθρίτιδα και
τραχηλίτιδα
500mg εφάπαξ 1 μ ( )η έρα εφάπαξ δόση
Επιδιδυμοορχίτιδ
α και
φλεγμονώδεις
νόσοι της πυέλου
500mg δυο φορές
ημερησίως εως
750mg δυο φορές
ημερησίως
14 μτουλάχιστον η έρες
Λοιμώξεις του
γαστρεντερικού
και
ενδοκοιλιακές
λοιμώξεις
Διάρροια
προκαλούμενη από
βακτηριακά
παθογόνα
συμπεριλαμβανομ
ένων στελεχών
Shigella
spp. εκτός
από Shigella
dysenteria τύπου 1
και εμπειρική
θεραπεία της
σοβαρής
διάρροιας των
ταξιδιωτών
500mg δυο φορές
μη ερησίως
1 μη έρα
Διάρροια
προκαλούμενη από
Shigella
dysenteriae
τύπου 1
500mg δυο φορές
μη ερησίως
5 μη έρες
Διάρροια
προκαλούμενη από
Vibrio
cholerae
500mg δυο φορές
μ η ερησίως
3 μη έρες
Τυφοειδής πυρετός 500mg δυο φορές
μ η ερησίως
7 μη έρες
5
Ενδείξεις μ Η ερήσια δόση σε
mg
Συνολική διάρκεια της
θεραπείας
(ενδεχομένως
συμπεριλαμβανομένης
παρεντερικής έναρξης
της θεραπείας με
σιπροφλοξασίνη)
Ενδοκοιλιακές
λοιμώξεις λόγω
Gram αρνητικών
βακτηρίων
δυο φορές ημερησίως
500mg έως 750mg δυο
φορές ημερησίως
5 14 μέως η έρες
Λοιμώξεις του δέρματος και των
μαλακών μορίων
500mg δυο φορές
ημερησίως εως
750mg δυο φορές
ημερησίως
7 14 μέως η έρες
Λοιμώξεις των οστών και των
αρθρώσεων
500mg δυο φορές
ημερησίως εως
750mg δυο φορές
ημερησίως
μ . 3 μέγ ήνες
Ουδετεροπενικοί ασθενείς με
πυρετό που πιθανώς να οφείλεται
σε βακτηριδιακή λοίμωξη.
H σιπροφλοξασίνη πρέπει να
συγχορηγείται με τον κατάλληλο
αντιβακτηριακό παράγοντα(ες)
σύμφωνα με τις επίσημες οδηγίες.
500mg δυο φορές
ημερησίως εως
750mg δυο φορές
ημερησίως
Η θεραπεία πρέπει να
συνεχιστεί καθ' όλη τη
διάρκεια της
ουδετεροπενίας
Προφύλαξη διηθητικών λοιμώξεων
λόγω Neisseria
meningitidis
500mg εφάπαξ 1 μ ( )η έρα εφάπαξ δόση
Προφύλαξη μετά από έκθεση και
θεραπευτική αγωγή για πνευμονικό
άνθρακα για άτομα που είναι ικανά
να λάβουν θεραπεία από του
στόματος όταν ενδείκνυται κλινικά.
Η χορήγηση του φαρμάκου θα
πρέπει να αρχίσει το συντομότερο
δυνατό μετά την υποψία ή
επιβεβαίωση της έκθεσης.
500mg δυο φορές
μη ερησίως
60 ημέρες από την
επιβεβαιωμένη έκθεση σε
Bacillus
anthracis
μΠαιδιατρικός πληθυσ ός
6
Ενδείξεις μ mgΗ ερήσια δόση σε
Συνολική
διάρκεια της
θεραπείας
(ενδεχομένως
συμπεριλαμβανομ
ένης
παρεντερικής
έναρξης της
θεραπείας με
σιπροφλοξασίνη)
Κυστική ίνωση 20 mg/kg βάρους σώματος δυο φορές
ημερησίως με μέγιστο τα 750 mg ανά δόση.
10 14 μέως η έρες
Επιπεπλεγμένες
λοιμώξεις των
ουροφόρων
οδών και
πυελονεφρίτιδα
10 mg/kg βάρους σώματος δύο φορές
ημερησίως έως 20 mg/kg βάρους σώματος
δυο φορές ημερησίως με μέγιστο τα 750 mg
ανά δόση.
10 21 μέως η έρες
Προφύλαξη
μετά από
έκθεση και
θεραπευτική
αγωγή για
πνευμονικό
άνθρακα σε
άτομα που είναι
ικανά να
λάβουν
θεραπεία από
του στόματος
όταν
ενδείκνυται
κλινικά. Η
χορήγηση του
φαρμάκου θα
πρέπει να
αρχίσει το
συντομότερο
δυνατό μετά την
υποψία ή
επιβεβαίωση της
έκθεσης.
10 mg/kg βάρους σώματος δύο φορές
ημερησίως έως 15 mg/kg βάρους σώματος
δυο φορές ημερησίως με μέγιστο τα 500 mg
ανά δόση.
60 ημέρες από την
επιβεβαιωμένη
έκθεση σε Bacillus
anthracis
Άλλες σοβαρές
μλοι ώξεις
20mg/kg βάρους σώματος δυο φορές
ημερησίως με μέγιστο τα 750mg ανα δόση
Σύμφωνα με τον
τύπο των λοιμώξεων
Ηλικιωμένοι ασθενείς
Οι ηλικιωμένοι ασθενείς πρέπει να λαμβάνουν μια δόση επιλεγμένη ανάλογα με τη
σοβαρότητα της λοίμωξης και την κάθαρση κρεατινίνης του ασθενή.
Ασθενείς με νεφρική και ηπατική ανεπάρκεια
7
Συνιστώμενες δόσεις έναρξης και διατήρησης για ασθενείς με μειωμένη νεφρική
λειτουργία:
Κάθαρση κρεατινίνης
[ml/min/ 1,73m²]
Κρεατινίνη ορού
[µmol/l]
μ Από στό ατος δόση
[mg]
> 60 < 124 . Βλ Συνήθης
.δοσολογία
30 – 60 124 168έως 250 – 500 mg 12 hκάθε
< 30 > 169 250 – 500 mg 24 hκάθε
μΑσθενείς υπό αι οκάθαρση > 169 250 – 500 mg κάθε 24
h (μετά την
αιμοκάθαρση)
Ασθενείς υπό περιτοναϊκή κάθαρση > 169 250 – 500 mg 24 hκάθε
Σε ασθενείς με μειωμένη ηπατική λειτουργία δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης.
Η δοσολογία σε παιδιά με μειωμένη νεφρική ή/και ηπατική λειτουργία δεν έχει
μελετηθεί.
Τρόπος χορήγησης
Τα δισκία πρέπει να καταπίνονται αμάσητα μαζί με υγρό. Μπορούν να λαμβάνονται
ανεξάρτητα απο τα γεύματα. Εάν λαμβάνονται με άδειο στομάχι, η δραστική ουσία
απορροφάται ταχύτερα. Τα δισκία σιπροφλοξασίνης δεν πρέπει να λαμβάνονται μαζί
με γαλακτοκομικά προϊόντα (π.χ. γάλα, γιαούρτι) ή χυμό φρούτων ενισχυμένο με
μέταλλα (π.χ. χυμό πορτοκάλι ενισχυμένο με ασβέστιο) (βλ. παράγραφο 4.5).
Σε σοβαρές περιπτώσεις ή εάν ο ασθενής δεν είναι δυνατό να λάβει τα δισκία (π.χ.
ασθενείς σε εντερική σίτιση), συνιστάται η έναρξη θεραπείας με ενδοφλέβια
σιπροφλοξασίνη μέχρι να είναι εφικτή η μετάβαση σε από του στόματος χορήγηση.
4.3 Αντενδείξεις
Υπε
ρευαισθησία στη δραστική ουσία, σε άλλες κινολόνες, ή σε κάποιο από τα
έκδοχα που αναγράφονται στην παράγραφο 6.1.
Συγ
χορήγηση σιπροφλοξασίνης και τιζανιδίνης (βλ. παράγραφο 4.5).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Σοβαρές λοιμώξεις και μικτές λοιμώξεις με Gram θετικά και αναερόβια παθογόνα
H σιπροφλοξασίνη ως μονοθεραπεία δεν είναι κατάλληλη για τη θεραπεία σοβαρών
λοιμώξεων και λοιμώξεων οι οποίες μπορεί να οφείλονται σε Gram θετικά ή
αναερόβια παθογόνα. Σε τέτοιες λοιμώξεις, η σιπροφλοξασίνη πρέπει να
συγχορηγείται με άλλους κατάλληλους αντιβακτηριακούς παράγοντες.
Λοιμώξεις απο στρεπτόκοκκο (συμπεριλαμβανομένου Streptococcus pneumoniae )
8
H σιπροφλοξασίνη δεν συνιστάται για τη θεραπεία λοιμώξεων από στρεπτόκοκο,
λόγω της μη επαρκούς αποτελεσματικότητάς της.
Λοιμώξεις των γεννητικών οδών
Από στελέχη Neisseria
gonorrhoeae ανθεκτικά στις φθοριοκινολόνες μπορεί να
προκληθούν νόσοι όπως γονοκοκκινή ουρηθρίτιδα, τραχηλίτιδα, επιδιδυμοορχίτιδα
και φλεγμονώδης νόσος της πυέλου.
Συνεπώς, η σιπροφλοξασίνη θα πρέπει να χορηγείται για τη θεραπεία της
γονοκοκκικής ουρηθρίτιδας ή της τραχηλίτιδας μόνο εάν η ανθεκτική στη
σιπροφλοξασίνη Neisseria
gonorrhoeae μπορεί να αποκλεισθεί.
Για την επιδιδυμοορχίτιδα και τη φλεγμονώδη νόσο της πυέλου, εμπειρικά η
σιπροφλοξασίνη θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνο σε συνδυασμό με κάποιο άλλο
κατάλληλο αντιβακτηριδιακό παράγοντα (π.χ. κάποια κεφαλοσπορίνη) εκτός εάν η
ανθεκτική στη σιπροφλοξασίνη
Neisseria
gonorrhoeae μπορεί να αποκλεισθεί. Εάν δεν
επιτευχθεί κλινική βελτίωση μετά απο 3 ημέρες θεραπείας, η θεραπεία θα πρέπει να
επαναπροσδιοριστεί.
Λοιμώξεις των ουροφόρων οδών
Η ανθεκτικότητα του Escherichia
coli στις φθοριοκινολόνες – τα πιο συχνά παθογόνα
που συνδέονται με λοιμώξεις των ουροφόρων οδών – ποικίλλει κατά πλάτος της
Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνιστάται στους ιατρούς να λάβουν υπόψη τους τον τοπικό
επιπολασμό της αντοχής της Escherichia
coli
στις φθοριοκινολόνες κατά τη
συνταγογράφηση.
Η εφάπαξ χορήγηση της σιπροφλοξασίνης που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη μη
επιπλεγμένη κυστίτιδα σε προ-εμμηνοπαυσιακές γυναίκες αναμένεται να συνδέεται
με χαμηλότερη αποτελεσματικότητα από την μακροχρόνια διάρκεια θεραπείας.
Συνεπώς, τα αυξημένα επίπεδα αντοχής της Escherichia
coli στις φθοριοκινολόνες θα
πρέπει να λαμβάνονται ακόμα περισσότερο υπόψη.
Ενδοκοιλιακές λοιμώξεις
Υπάρχουν περιορισμένα δεδομένα για την αποτελεσματικότητα της σιπροφλοξασίνης
σε θεραπεία μετεγχειρητικών ενδοκοιλιακών λοιμώξεων.
Διάρροια των ταξιδιωτών
Στην επιλογή της σιπροφλοξασίνης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν πληροφορίες
ανθεκτικότητας στη σιπροφλοξασίνη στα ανάλογα παθογόνα των χωρών που έχει
γίνει επίσκεψη.
Λοιμώξεις των οστών και των αρθρώσεων
Η σιπροφλοξασίνη θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλους
αντιμικροβιακούς παράγοντες ανάλογα με τα αποτελέσματα της μικροβιολογικής
τεκμηρίωσης.
Πνευμονικός άνθρακας
Η χρήση σε ανθρώπους βασίζεται σε in
vitro
δεδομένα ευαιασθησίας και σε δεδομένα
δοκιμών σε ζώα μαζί με περιορισμένα δεδομένα για ανθρώπους. Οι θεράποντες
ιατροί θα πρέπει να αναφέρονται σε εθνικά και / ή διεθνή κείμενα συναίνεσης
ειδικών σχετικά με τη θεραπεία του πνευμονικού άνθρακα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
H χρήση της σιπροφλοξασίνης στα παιδιά και στους εφήβους πρέπει να ακολουθεί τις
διαθέσιμες επίσημες οδηγίες. Η θεραπεία με σιπροφλοξασίνη θα πρέπει να ξεκινάει
μόνο από γιατρούς που έχουν εμπειρία στη θεραπεία της κυστικής ίνωσης και /ή στις
σοβαρές λοιμώξεις σε παιδιά και εφήβους.
9
Η σιπροφλοξασίνη έχει καταδειχθεί ότι προκαλεί αρθροπάθεια στις φέρουσες το
βάρος του σώματος αρθρώσεις ανώριμων ζώων. Τα δεδομένα ασφάλειας από μια
τυχαιοποιημένη διπλή-τυφλή μελέτη για τη χρήση της σιπροφλοξασίνης σε παιδιά
(σιπροφλοξασίνη: n=335, μέση ηλικία = 6,3 έτη, συγκριτές: n=349, μέση ηλικία =
6,2 έτη, ηλικιακό εύρος = 1 έως 17 έτη) αποκάλυψαν επίπτωση αρθροπάθειας
ενδεχομένως σχετιζόμενης με το φάρμακο (διακρινόμενη από σχετιζόμενα με τις
αρθρώσεις κλινικά σημεία και συμπτώματα) κατά την Ημέρα +42 της τάξης του
7,2% και 4,6%. Αντίστοιχα, η επίπτωση της σχετιζόμενης με το φάρμακο
αρθροπάθειας κατά την παρακολούθηση στο 1 έτος ήταν 9,0% και 5,7%. Η αύξηση
των ενδεχομένως σχετιζόμενων με το φάρμακο περιπτώσεων αρθροπάθειας με το
χρόνο δεν ήταν στατιστικά σημαντική μεταξύ των ομάδων. Η θεραπεία πρέπει να
ξεκινά μόνο μετά από προσεκτική αξιολόγηση οφέλους-κινδύνου, λόγω των
ενδεχόμενων ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με τις αρθρώσεις ή/και τον
περιβάλλοντα ιστό (δείτε παράγραφο 4.8).
Βρογχοπνευμονικές λοιμώξεις στην κυστική ίνωση
Οι κλινικές δοκιμές συμπεριέλαβαν παιδιά και εφήβους ηλικίας 5 - 17 ετών. Η
εμπειρία από τη θεραπεία παιδιών ηλικίας μεταξύ 1 και 5 ετών είναι πιο
περιορισμένη.
Επιπεπλεγμένες λοιμώξεις των ουροφόρων οδών και πυελονεφρίτιδα
Η θεραπεία λοιμώξεων των ουροφόρων οδών με σιπροφλοξασίνη πρέπει να
εξετάζεται, όταν δεν είναι δυνατή η χρήση άλλων θεραπειών, και πρέπει να
βασίζεται στα αποτελέσματα της μικροβιολογικής τεκμηρίωσης.
Οι κλινικές δοκιμές συμπεριέλαβαν παιδιά και εφήβους ηλικίας 1 - 17 ετών.
Άλλες ειδικές σοβαρές λοιμώξεις
Άλλες σοβαρές λοιμώξεις σύμφωνα με τις επίσημες οδηγίες, ή μετά από προσεκτική
αξιολόγηση οφέλους-κινδύνου όταν δεν είναι δυνατή η χρήση άλλων θεραπειών, ή
μετά από αποτυχία της συμβατικής θεραπείας και όταν η μικροβιολογική τεκμηρίωση
μπορεί να δικαιολογήσει τη χρήση της σιπροφλοξασίνης.
Η χρήση της σιπροφλοξασίνης για ειδικές σοβαρές λοιμώξεις εκτός από αυτές που
αναφέρονται παραπάνω δεν έχει αξιολογηθεί σε κλινικές δοκιμές και η κλινική
εμπειρία είναι περιορισμένη. Συνεπώς, συνιστάται προσοχή κατά τη θεραπεία
ασθενών με τις συγκεκριμένες λοιμώξεις.
Υπερευαισθησία
Υπερευαισθησία και αλλεργικές αντιδράσεις , συμπεριλαμβανομένων της
αναφυλαξίας και αναφυλακτοειδών αντιδράσεων, μπορεί να εμφανιστούν μετά από
μία δόση (βλ. παράγραφο 4.8) και μπορεί να είναι επικίνδυνες για τη ζωή. Σε
περίπτωση εμφάνισης τέτοιας αντίδρασης, η σιπροφλοξασίνη θα πρέπει να
διακόπτεται και απαιτείται επαρκής ιατρική θεραπεία.
Μυοσκελετικό σύστημα
Η σιπροφλοξασίνη δεν πρέπει γενικά να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με ιστορικό
νόσου/διαταραχής των τενόντων σχετιζόμενης με θεραπεία με κινολόνη. Εντούτοις,
σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, μετά από μικροβιολογική τεκμηρίωση των υπεύθυνων
οργανισμών και αξιολόγηση της ισορροπίας οφέλους-κινδύνου, η σιπροφλοξασίνη
μπορεί να συνταγογραφηθεί στους συγκεκριμένους ασθενείς για τη θεραπεία
ορισμένων σοβαρών λοιμώξεων, ειδικά σε περίπτωση αποτυχίας της τυπικής
θεραπείας ή βακτηριακής αντίστασης, όταν τα μικροβιολογικά δεδομένα
δικαιολογούν τη χρήση σιπροφλοξασίνης.
Τενοντίτιδα και ρήξη τενόντων (ειδικά του Αχίλλειου τένοντα), ορισμένες φορές
αμφοτερόπλευρη, μπορεί να συμβεί με την σιπροφλοξασίνη, ακόμα και εντός 48
ωρών από την έναρξη της θεραπείας. Φλεγμονή και ρήξη του τένοντα μπορεί να
10
συμβούν ακόμα και μετά από πολλούς μήνες από τη διακοπή της θεραπείας με
σιπροφλοξασίνη. Ο κίνδυνος τενοντοπάθειας μπορεί να είναι αυξημένος σε
ηλικιωμένους ασθενείς ή σε ασθενείς στους οποίους συγχορηγούνται
κορτικοστεροειδή (βλ. παράγραφο 4.8).
Στην εμφάνιση οποιουδήποτε σημείου τενοντίτιδας (π.χ. οδυνηρό οίδημα, φλεγμονή),
η θεραπεία με σιπροφλοξασίνη πρέπει να διακόπτεται. Απαιτείται μέριμνα για την
ανάπαυση του μέλους που έχει επηρεαστεί.
Η σιπροφλοξασίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με μυασθένεια
gravis, διότι τα συμπτώματα μπορεί να επιδεινωθούν (βλ. παράγραφο 4.8).
Διαταραχές της όρασης
Εάν επηρεαστεί η όραση ή παρουσιαστεί κάποια παρενέργεια στα μάτια, θα πρέπει
να ζητείται αμέσως η γνώμη ενός οφθαλμίατρου.
Φωτοευαισθησία
Η σιπροφλοξασίνη έχει καταδειχθεί ότι προκαλεί αντιδράσεις φωτοευαισθησίας.
Ασθενείς που λαμβάνουν σιπροφλοξασίνη πρέπει να αποφεύγουν την άμεση έκθεση
σε παρατεταμένη ηλιακή ή υπεριώδη ακτινοβολία κατά τη διάρκεια της θεραπείας
(βλ. παράγραφο 4.8).
Κεντρικό νευρικό σύστημα
Η σιπροφλοξασίνη όπως και άλλες κινολόνες είναι γνωστό ότι προκαλούν σπασμούς
ή ελαττώνουν την ουδό σπασμών. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις status epilepticus. Η
σιπροφλοξασίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με διαταραχές
του ΚΝΣ, οι οποίοι μπορεί να έχουν προδιάθεση σε σπασμούς. Σε περίπτωση
εμφάνισης σπασμών, η σιπροφλοξασίνη πρέπει να διακοπεί (βλ. παράγραφο 4.8).
Ψυχιατρικές αντιδράσεις μπορεί να εμφανιστούν ακόμα και μετά την πρώτη
χορήγηση της σιπροφλοξασίνης. Σε σπάνιες περιπτώσεις, κατάθλιψη ή ψύχωση
μπορεί να εξελιχθούν σε αυτοκτονικούς ιδεασμούς / σκέψεις με αποκορύφωμα την
απόπειρα αυτοκτονίας ή την ολοκλήρωση αυτής. Σε παρουσία τέτοιων περιπτώσεων,
η σιπροφλοξασίνη πρέπει να διακοπεί.
Σε ασθενείς που λάμβαναν σιπροφλοξασίνη έχουν αναφερθεί περιπτώσεις
πολυνευροπάθειας (με βάση νευρολογικά συμπτώματα όπως πόνος, αίσθημα καύσου,
αισθητικές διαταραχές ή μυϊκή αδυναμία, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό). Η
σιπροφλοξασίνη πρέπει να διακόπτεται σε ασθενείς που εμφανίζουν συμπτώματα
νευροπάθειας, όπως πόνος, αίσθημα καύσου, μυρμηκίαση, μούδιασμα ή/και
αδυναμία, για να αποτραπεί η ανάπτυξη μη αναστρέψιμης κατάστασης (βλ.
παράγραφο 4.8).
Καρδιακές διαταραχές
Θα πρέπει να λαμβάνεται προσοχή κατά τη χρήση των φθοριοκινολονών,
συμπεριλαμβανομένης της σιπροφλοξασίνης, σε ασθενείς με γνωστούς παράγοντες
κινδύνου για επιμήκυνση του διαστήματος QT όπως για παράδειγμα:
- σύνδρομο συγγενούς μακρού QT
- ταυτόχρονη χρήση φαρμάκων που είναι γνωστό ότι επιμηκύνουν το
διάστημα QT (π.χ. αντιαρρυθμκά Τύπου ΙΑ και ΙΙΙ, τρικυκλικά
αντικαταθλιπτικά, μακρολίδια, αντιψυχωσικά)
- μη διορθωμένη ηλεκτρολυτική διαταραχή (π.χ. υποκαλιαιμία,
υπομαγνησιαιμία)
- καρδιακή νόσος (π.χ. καρδιακή ανεπάρκεια, έμφραγμα του μυοκαρδίου,
βραδυκαρδία)
Οι ηλικιωμένοι ασθενείς και οι γυναίκες μπορεί να είναι περισσότερο ευαίσθητες
στα φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα που επιμηκύνουν το διάστημα QTc. Συνεπώς, θα
πρέπει να λαμβάνεται προσοχή σε αυτούς τους πληθυσμούς κατά τη χρήση των
φθοριοκινολονών, συμπεριλαμβανομένης της σιπροφλοξασίνης.
11
(Δείτε παράγραφο 4.2 Ηλικιωμένοι ασθενείς, παράγραφο 4.5, παράγραφο 4.8,
παράγραφο 4.9).
Υπογλυκαιμία
Όπως και με άλλες κινολόνες, έχει αναφερθεί υπογλυκαιμία συνήθως σε διαβητικούς
ασθενείς, ιδιαίτερα σε ηλικιωμένους πληθυσμούς. Σε όλους τους διαβητικούς
ασθενείς συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση της γλυκόζης του αίματος (δείτε
παράγραφο 4.8).
Γαστρεντερικό σύστημα
Η εμφάνιση σοβαρής και επίμονης διάρροιας κατά τη διάρκεια ή μετά τη θεραπεία
(συμπεριλαμβανομένων αρκετών εβδομάδων μετά τη θεραπεία), μπορεί να είναι
ενδεικτικό κολίτιδας σχετιζόμενης με αντιβιοτικά (απειλητική για τη ζωή με
ενδεχόμενη θανατηφόρα έκβαση), η οποία απαιτεί άμεση θεραπεία (βλ.
παράγραφο 4.8). Σε τέτοιες περιπτώσεις, η σιπροφλοξασίνη πρέπει να διακοπεί και
να ξεκινήσει η κατάλληλη θεραπεία. Αντιπερισταλτικά φάρμακα αντενδείκνυνται σε
αυτήν την περίπτωση.
Νεφρικό και ουροποιητικό σύστημα
Έχει αναφερθεί κρυσταλλουρία σχετιζόμενη με τη χρήση της σιπροφλοξασίνης (βλ.
παράγραφο 4.8). Ασθενείς που λαμβάνουν σιπροφλοξασίνη πρέπει να ενυδατώνονται
καλά και να αποφεύγεται η υπερβολική αλκαλικότητα των ούρων.
Νεφρική δυσλειτουργία
Δεδομένου ότι η σιπροφλοξασίνη απεκκρίνεται κυρίως μέσω της νεφρικής οδού
αμετάβλητη, είναι απαραίτητη η προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με νεφρική
δυσλειτουργία όπως περιγράφεται στην παράγραφο 4.2, ώστε να αποφευχθεί κάποια
αύξηση στις ανεπιθύμητες ενέργειες λόγω της συσσώρευσης της σιπροφλοξασίνης.
Ηπατοχολικό σύστημα
Περιπτώσεις ηπατικής νέκρωσης και απειλητική για τη ζωή ηπατική ανεπάρκεια
έχουν αναφερθεί με τη σιπροφλοξασίνη (βλ. παράγραφο 4.8). Σε περίπτωση
οποιονδήποτε σημείων και συμπτωμάτων ηπατικής νόσου (όπως ανορεξία, ίκτερος,
σκουρόχρωμα ούρα, κνησμός ή ευαισθησία στην κοιλιακή χώρα), η θεραπεία πρέπει
να διακοπεί.
Έλλειψη αφυδρογονάσης της 6-φωσφορικής γλυκόζης
Έχουν αναφερθεί αιμολυτικές αντιδράσεις με τη σιπροφλοξασίνη σε ασθενείς με
έλλειψη αφυδρογονάσης της 6-φωσφορικής γλυκόζης. Η σιπροφλοξασίνη θα πρέπει
να αποφεύγεται σε αυτούς τους ασθενείς εκτός εάν το πιθανό όφελος εκτιμάται να
υπερτερεί του πιθανού κινδύνου. Σε αυτή την περίπτωση, πρέπει να παρακολουθείται
το ενδεχόμενο εμφάνισης αιμόλυσης.
Αντίσταση
Κατά τη διάρκεια ή μετά από θεραπεία με σιπροφλοξασίνη μπορεί να απομονωθούν
βακτήρια με αντίσταση στη σιπροφλοξασίνη, με ή χωρίς κλινικά εμφανή επιλοίμωξη.
Μπορεί να υπάρξει ιδιαίτερος κίνδυνος στην επιλογή βακτηρίων με αντοχή στη
σιπροφλοξασίνη κατά τη διάρκεια παρατεταμένης διάρκειας θεραπείας και όταν
θεραπεύονται νοσοκομειακές λοιμώξεις και /ή λοιμώξεις προκαλούμενες από είδη
Staphylococcus και Pseudomonas.
Κυτόχρωμα P 450
Η σιπροφλοξασίνη αναστέλλει το CYP1A2 και συνεπώς μπορεί να προκαλέσει
αυξημένη συγκέντρωση ορού των συγχορηγούμενων ουσιών που μεταβολίζονται από
αυτό το ένζυμο (π.χ. θεοφυλλίνη, κλοζαπίνη, ολανζαπίνη, ροπινιρόλη, τιζανιδίνη,
12
δουλοξετίνη, αγομελατίνη). Συνεπώς, ασθενείς που λαμβάνουν αυτές τις ουσίες
ταυτόχρονα με τη σιπροφλοξασίνη πρέπει να παρακολουθούνται στενά για κλινικά
σημεία υπερδοσολογίας, και μπορεί να απαιτείται προσδιορισμός των
συγκεντρώσεων ορού (π.χ. της θεοφυλλίνης) (βλ. παράγραφο 4.5). Η συγχορήγηση
της σιπροφλοξασίνης και της τιζανιδίνης αντενδείκνυται.
Μεθοτρεξάτη
Η ταυτόχρονη χρήση της σιπροφλοξασίνης με μεθοτρεξάτη δεν συνιστάται (βλ.
παράγραφο 4.5).
Αλληλεπίδραση με δοκιμές
Η in - vitro δράση της σιπροφλοξασίνης έναντι του Mycobacterium tuberculosis μπορεί να
δώσει ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα βακτηριολογικών δοκιμών σε δείγματα απο
ασθενείς που λαμβάνουν συγχρόνως σιπροφλοξασίνη.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Επιδράσεις άλλων προϊόντων στη σιπροφλοξασίνη:
Φάρμακα που είναι γνωστό ότι επιμηκύνουν το διάστημα
QT
H σιπροφλοξασίνη, όπως και άλλες φθοριοκινολόνες, θα πρέπει να χρησιμοποιείται
με προσοχή σε ασθενείς που λαμβάνουν φάρμακα που είναι γνωστό ότι επιμηκύνουν
το διάστημα QT (π.χ. αντιαρρυθμικά Τύπου ΙΑ και ΙΙΙ, τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά,
μακρολίδια, αντιψυχωσικά) (δείτε παράγραφο 4.4).
Δημιουργία χηλικής ένωσης
Η συγχορήγηση της σιπροφλοξασίνης (από του στόματος) με φάρμακα που περιέχουν
πολυσθενή κατιόντα και συμπληρώματα μετάλλων (π.χ. ασβέστιο, μαγνήσιο,
αργίλιο, σίδηρος), πολυμερείς φωσφορικούς δεσμευτές (π.χ. σεβελαμέρη ή ανθρακικό
λανθάνιο ), σουκραλφάτη ή αντιόξινα, και ιδιαίτερα ισχυρά ρυθμισμένα φάρμακα
(π.χ. δισκία διδανοσίνης) που περιέχουν μαγνήσιο, αργίλιο ή ασβέστιο, μειώνει την
απορρόφηση της σιπροφλοξασίνης. Συνεπώς, η σιπροφλοξασίνη πρέπει να χορηγείται
είτε 1 – 2 ώρες πριν ή τουλάχιστον 4 ώρες μετά από αυτά τα σκευάσματα. Ο
περιορισμός δεν εφαρμόζεται σε αντιόξινα που ανήκουν στην τάξη των αποκλειστών
H2 υποδοχέων.
Τροφές και γαλακτοκομικά προϊόντα
Το διατροφικό ασβέστιο ως μέρος ενός γεύματος δεν επηρεάζει σημαντικά την
απορρόφηση. Ωστόσο, η ταυτόχρονη λήψη μόνο γαλακτοκομικών προϊόντων ή ποτών
ενισχυμένων με μέταλλα (π.χ. γάλα, γιαούρτι, χυμός πορτοκάλι ενισχυμένος με
ασβέστιο) με τη σιπροφλοξασίνη πρέπει να αποφεύγεται διότι η απορρόφηση της
σιπροφλοξασίνης μπορεί να μειωθεί.
Προβενεσίδη
Η προβενεσίδη παρεμβάλλεται στη νεφρική απέκκριση της σιπροφλοξασίνης. Η
συγχορήγηση της προβενεσίδης και της σιπροφλοξασίνης αυξάνει τις
συγκεντρώσεις ορού της σιπροφλοξασίνης.
Μετοκλοπραμίδη
Η μετοκλοπραμίδη επιταχύνει την απορόφηση της σιπροφλοξασίνης (από στόματος)
έχοντας ως αποτέλεσμα να φτάνει τις μέγιστες συγκεντρώσεις πλάσματος σε πιο
σύντομο χρονικό διάστημα. Δεν παρατηρήθηκε επίδραση στη βιοδιαθεσιμότητα της
σιπροφλοξασίνης.
Ομεπραζόλη
13
Η ταυτόχρονη χορήγηση της σιπροφλοξασίνης με φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα που
περιέχουν ομεπραζόλη έχει ως αποτέλεσμα μια μικρή μείωση της C
max
και της AUC της
σιπροφλοξασίνης.
Δράσεις της σιπροφλοξασίνης σε άλλα φαρμακευτικά προϊόντα:
Τιζανιδίνη
H τιζανιδίνη δεν πρέπει να συγχορηγείται με σιπροφλοξασίνη (βλ. παράγραφο 4.3).
Σε μια κλινική μελέτη με υγιή άτομα, παρατηρήθηκε αύξηση στη συγκέντρωση ορού
της τιζανιδίνης (αύξηση της C
max
: 7-πλάσια, εύρος: 4 έως 21-πλάσια, αύξηση της AUC:
10-πλάσια, εύρος: 6 έως 24-πλάσια) όταν συγχορηγείται με τη σιπροφλοξασίνη . Η
αυξημένη συγκέντρωση ορού της τιζανιδίνης σχετίζεται με ενισχυμένη υποτασική
και ηρεμιστική δράση.
Μεθοτρεξάτη
Η νεφρική σωληναριακή μεταφορά της μεθοτρεξάτης μπορεί να ανασταλεί από τη
συγχορήγηση τη σιπροφλοξασίνης , ενδεχομένως οδηγώντας σε αυξημένα επίπεδα
της μεθοτρεξάτης στο πλάσμα και στην αύξηση κινδύνου τοξικών αντιδράσεων
συσχετιζόμενων με τη μεθοτρεξάτη. Η συγχορήγηση δεν συνιστάται (βλ.
παράγραφο 4.4).
Θεοφυλλίνη
Η συγχορήγηση της σιπροφλοξασίνης και της θεοφυλλίνης μπορεί να προκαλέσει
ανεπιθύμητη αύξηση στη συγκέντρωση ορού της θεοφυλλίνης. Αυτό μπορεί να
οδηγήσει σε ανεπιθύμητες ενέργειες προκαλούμενες από τη θεοφυλλίνη που σπάνια
μπορεί να είναι απειλητικές για τη ζωή ή θανατηφόρες. Κατα τη διάρκεια του
συνδυασμού, πρέπει να ελέγχεται η συγκέντρωση ορού της θεοφυλλίνης και η δόση
της θεοφυλλίνης να μειώνεται όταν είναι απαραίτητο (βλ. παράγραφο 4.4).
Άλλα παράγωγα ξανθίνης
Με τη συγχορήγηση της σιπροφλοξασίνης και καφεΐνης ή πεντοξιφυλλίνης
(οξπεντιφυλλίνης), αναφέρθηκαν αυξημένες συγκεντρώσεις ορού αυτών των
παραγώγων ξανθίνης.
Φαινυτοΐνη
Η συγχορήγηση της σιπροφλοξασίνης και της φαινυτοΐνης μπορεί να έχει ως
αποτέλεσμα αυξημένα ή μειωμένα επίπεδα ορού της φαινυτοΐνης, τέτοια ώστε να
συνιστάται η παρακολούθηση των επιπέδων του φαρμάκου.
Κυκλοσπορίνη
Έχει παρατηρηθεί μια παροδική αύξηση στις συγκεντρώσεις της κρεατινίνης ορού
κατά την ταυτόχρονη χορήγηση της σιπροφλοξασίνης με φαρμακευτικά
ιδιοσκευάσματα που περιέχουν κυκλοσπορίνη. Συνεπώς, είναι απαραίτητος ο συχνός
( δυο φορές την εβδομάδα) έλεγχος των συγκεντρώσεων της κρεατινίνης ορού σε
αυτούς τους ασθενείς.
Ανταγωνιστές βιταμίνης Κ
Η ταυτόχρονη χορήγηση της σιπροφλοξασίνης με ανταγωνιστές της βιταμίνης Κ
μπορεί να αυξήσει τις αντιπηκτικές τους δράσεις Ο κίνδυνος μπορεί να ποικίλει
ανάλογα με την υποκείμενη νόσο, την ηλικία και τη γενική κατάσταση του ασθενούς
ώστε η συμβολή της σιπροφλοξασίνης στην αύξηση του INR (international normalized ratio)
να είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Το INR θα πρέπει να παρακολουθείται συχνά κατα τη
διάρκεια και σύντομα μετά τη συγχορήγηση της σιπροφλοξασίνης με έναν
ανταγωνιστή βιταμίνης Κ (π.χ. βαρφαρίνη, ασενοκουμαρόλη, φαινπροκουμόνη, ή
φλουϊνδιόνη).
14
Δουλοξετίνη
Έχει αποδειχθεί σε κλινικές μελέτες ότι η ταυτόχρονη χρήση της δουλοξετίνης με
ισχυρούς αναστολείς του ισοενζύμου CYP450 1A2 όπως είναι η φλουβοξαμίνη,
μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα μια αύξηση της AUC και της C
max
της δουλοξετίνης. Αν
και δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για κάποια πιθανή αλληλεπίδραση με τη
σιπροφλοξασίνη, παρόμοιες επιδράσεις μπορεί να αναμένονται κατά τη διάρκεια
ταυτόχρονης χορήγησης (δείτε παράγραφο 4.4).
Ροπινιρόλη
Σε μια κλινική μελέτη καταδείχθηκε ότι η συγχορήγηση της ροπινιρόλης με
σιπροφλοξασίνη, η οποία είναι ένας μέτριος αναστολέας του ισοενζύμου CYP450
1A2, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της C
max
και AUC της ροπινιρόλης κατά 60% και
84%, αντίστοιχα. Συνιστάται η παρακολούθηση της ροπινιρόλης σε σχέση με τις
ανεπιθύμητες ενέργειες και η κατάλληλη προσαρμογή της δόσης, κατά τη διάρκεια
και σύντομα μετά τη συγχορήγηση με σιπροφλοξασίνη (βλ. παράγραφο 4.4).
Λιδοκαϊνη
Έχει αποδειχθεί σε υγιείς εθελοντές ότι η ταυτόχρονη χρήση της σιπροφλοξασίνης
μαζί με φαρμακευτικά ιδιοσκευασμάτα που περιέχουν λιδοκαϊνη, έναν μέτριο
αναστολέα του ισοενζύμου CYP450 1A2, μειώνει την κάθαρση της ενδοφλέβιας
λιδοκαϊνης κατά 22%. Αν και η θεραπεία με λιδοκαϊνη είναι καλά ανεκτή, μπορεί να
προκύψουν ανεπιθύμητες ενέργειες που πιθανώς να σχετίζονται με την
αλληλεπίδραση της σιπροφλοξασίνης κατα την ταυτόχρονη χορήγηση.
Κλοζαπίνη
Μετά από τη συγχορήγηση 250 mg σιπροφλοξασίνης με κλοζαπίνη για 7 ημέρες, οι
συγκεντρώσεις ορού της κλοζαπίνης και της N-δεσμεθυλκλοζαπίνης αυξήθηκαν κατά
29% και 31%, αντίστοιχα. Συνιστάται κλινική παρακολούθηση και κατάλληλη
ρύθμιση της δοσολογίας της κλοζαπίνης κατά τη διάρκεια και σύντομα μετά τη
συγχορήγση της θεραπείας με σιπροφλοξασίνη (βλ. παράγραφο 4.4).
Σιλντεναφίλη
Η C
max
και η AUC της σιλντεναφίλης αυξήθηκαν περίπου δυο φορές σε υγιείς
εθελοντές μετά από στόματος δόσολογία των 50 mg που δόθηκαν ταυτόχρονα με 500
mg σιπροφλοξασίνης. Συνεπώς, η συνταγογράφηση της σιπροφλοξασίνης μαζί με
σιλντεναφίλη θα πρέπει να γίνεται με προσοχή λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους
και τα οφέλη.
Αγομελατίνη
Έχει βρεθεί σε κλινικές μελέτες, ότι η φλουβοξαμίνη, ως ένας ισχυρός αναστολέας
του ισοενζύμου CYP450 1A2, αναστέλλει σημαντικά το μεταβολισμό της
αγομελατίνης με αποτέλεσμα μια 60-πλάσια αύξηση της έκθεσης αγομελατίνης. Αν
και δεν υπάρχουν διαθέσιμα κλινικά δεδομένα για μια πιθανή αλληλεπίδραση με τη
σιπροφλοξασίνη, η οποία είναι ήπιος αναστολέας του CYP450 1A2, παρόμοια
αποτελέσματα μπορούν να αναμένονται κατά τη συγχορήγηση (δείτε ‘Κυτόχρωμα
Ρ450’ στην παράγραφο 4.4).
Ζολπιδέμη
Η συγχορήγηση με τη σιπροφλοξασίνη μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα της ζολπιδέμης
στο αίμα, συνεπώς η συγχορήγηση δε συνιστάται.
4.6 Κύηση και γαλουχία
Κύηση
15
Τα διαθέσιμα δεδομένα σχετικά με τη χορήγηση σιπροφλοξασίνης σε έγκυες
γυναίκες δεν δείχνουν δυσπλασική ή εμβρυϊκή/νεογνική τοξικότητα απο την
σιπροφλοξασίνη. Οι μελέτες σε ζώα δεν δείχνουν άμεσες ή έμμεσες επιβλαβείς
επιδράσεις σε σχέση με την τοξικότητα στην αναπαραγωγική ικανότητα. Σε νεαρά
και προ του τοκετού ζώα που εκτέθηκαν σε κινολόνες, παρατηρήθηκαν επιδράσεις
στον ανώριμο χόνδρο, συνεπώς δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι το φάρμακο θα
μπορούσε να προκαλέσει βλάβη στον αρθρικό χόνδρο στον ανώριμο ανθρώπινο
οργανισμό / έμβρυο (βλ. παράγραφο 5.3).
Ως προληπτικό μέτρο, θα πρέπει κατά προτίμηση να αποφεύγεται η χρήση της
σιπροφλοξασίνης κατά τη διάρκεια της κύησης.
Θηλασμός
Η σιπροφλοξασίνη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Λόγω του ενδεχόμενου κινδύνου
αρθρικής βλάβης, η σιπροφλοξασίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια
της γαλουχίας.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Λόγω της νευρολογικής δράσης της, η σιπροφλοξασίνη μπορεί να επηρεάσει το χρόνο
αντίδρασης. Συνεπώς, η ικανότητα οδήγησης ή χειρισμού μηχανών μπορεί να
μειωθεί.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι συχνότερα αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες (AΕ) είναι ναυτία και διάρροια.
Παρακάτω παρατίθενται ανεπιθύμητες ενέργειες από κλινικές μελέτες και από την
παρακολούθηση μετά την κυκλοφορία της σιπροφλοξασίνης Bayer (από του στόματος,
ενδοφλέβια, και διαδοχική θεραπεία) ταξινομημένες ανά κατηγορίες συχνότητας. Η
ανάλυση συχνότητας έχει γίνει λαμβάνοντας υπόψη από κοινού τόσο την από του
στόματος όσο και την ενδοφλέβια χορήγηση της σιπροφλοξασίνη.
Κατηγορία
οργάνου
μσυστή ατος
Συχνές
1/100 εως
<1/10
Όχι συχνές
1/1000 <εως
1/100
Σπάνιες
1/10000 <εως
1/1000
Πολύ
Σπάνιες
< 1/10000
Συχνότητα
μη γνωστή
(δεν μπορεί
να εκτιμηθεί
με βάση τα
διαθέσιμα
δεδομένα)
μ Λοι ώξεις
και
παρασιτώσ
εις
Μυκητιασικ
ές
μεπιλοι ώξεις
Διαταραχές
του
αιμοποιητι
κού και του
λεμφικού
συστήματος
Ηωσινοφιλί
α
Λευκοπενία
Αναιμία
Ουδετεροπενία
Λευκοκυττάρω
ση
Θρομβοπενία
Θρομβοκυτταρ
αι-μία
Αιμολυτική
αναιμία
Ακοκκιοκυττ
ά-ρωση
Πανκυτταρο
πε-νία
(απειλητική
για τη ζωή)
Καταστολή
του μυελού
των οστών
16
Κατηγορία
οργάνου
μσυστή ατος
Συχνές
1/100 εως
<1/10
Όχι συχνές
1/1000 <εως
1/100
Σπάνιες
1/10000 <εως
1/1000
Πολύ
Σπάνιες
< 1/10000
Συχνότητα
μη γνωστή
(δεν μπορεί
να εκτιμηθεί
με βάση τα
διαθέσιμα
δεδομένα)
(απειλητική
για τη ζωή)
Δ ιαταραχές
του
ανοσοποιητ
ικού
μσυστή ατος
Αλλεργική
αντίδραση
Αλλεργικό
οίδημα /
αγγειοοίδημα
Αναφυλακτι
κή
αντίδραση
Αναφυλακτι
κό σοκ
(απειλητικό
για τη ζωή)
(βλ.
παράγραφο 4
.4)
Αντίδραση
τύπου
ορονοσίας
Διαταραχές
του
μεταβολισμ
ού και της
θρέψης
Μείωση της
όρεξης
μΥπεργλυκαι ία
μ Υπογλυκαι ία
( δείτε
4.4)παράγραφο
Ψυχιατρικέ
ς
διαταραχές
Ψυχοκινητικ
ή
υπερδιέγερσ
/ η ταραχή
Σύγχυση και
αποπροσανατο
-λισμός
Αγχωτικές
αντιδράσεις
Αφύσικα
όνειρα
Κατάθλιψη
(δυνητικά
οδηγώντας σε
αυτοκτονικό
ιδεασμό /
σκέψεις ή
απόπειρα
αυτοκτονίας
και
ολοκλήρωση
Ψυχωτικές
αντιδράσεις
(δυνητικά
οδηγώντας
σε
αυτοκτονικό
ιδεασμό /
σκέψεις ή
απόπειρα
αυτοκτονίας
και
ολοκλήρωση
αυτής) (δείτε
παράγραφο
4.4)
, Μανία
μ . συ περ
μυπο ανία
17
Κατηγορία
οργάνου
μσυστή ατος
Συχνές
1/100 εως
<1/10
Όχι συχνές
1/1000 <εως
1/100
Σπάνιες
1/10000 <εως
1/1000
Πολύ
Σπάνιες
< 1/10000
Συχνότητα
μη γνωστή
(δεν μπορεί
να εκτιμηθεί
με βάση τα
διαθέσιμα
δεδομένα)
αυτής) (δείτε
παράγραφο
4.4)
Ψευδαισθήσεις
Δ ιαταραχές
του
νευρικού
μσυστή ατος
Κεφαλαλγία
Ζάλη
Διαταραχές
ύπνου
Διαταραχές
γεύσης
Παραισθησία
και
δυσαισθησία
Υπαισθησία
Τρόμος
Σπασμοί
(συμπερ. status
epilepticus, βλ.
παράγραφο 4.4
)
Ίλιγγος
Ημικρανία
Διαταραγμέν
ος
συντονισμός
Διαταραχές
βάδισης
Διαταραχές
του
οσφρητικού
νεύρου
Ενδοκράνια
υπέρταση
και
καλοήθης
ενδοκρανιακ
ή υπέρταση
Περιφερική
νευροπάθεια
και
πολυνευροπά
θεια (βλ.
παράγραφο 4.
4)
μΟφθαλ ικές
διαταραχές
Οπτικές
διαταραχές
(π.χ.
διπλωπία)
Οπτική
μ χρω ατική
στρέβλωση
Διαταραχές
του ωτός
και του
λαβυρίνθου
Εμβοές
Απώλεια
ακοής /
Μείωση ακοής
18
Κατηγορία
οργάνου
μσυστή ατος
Συχνές
1/100 εως
<1/10
Όχι συχνές
1/1000 <εως
1/100
Σπάνιες
1/10000 <εως
1/1000
Πολύ
Σπάνιες
< 1/10000
Συχνότητα
μη γνωστή
(δεν μπορεί
να εκτιμηθεί
με βάση τα
διαθέσιμα
δεδομένα)
Καρδιακές
διαταραχές
Ταχυκαρδία Κοιλιακή
αρρυθμία και
torsades de
pointes (έχει
αναφερθεί
κυρίως σε
ασθενείς με
παράγοντες
κινδύνου
επιμήκυνσης
του
διαστήματος
QT),
παράταση του
QT στο ΗΚΓ
(δείτε
παραγράφους
4.4 και 4.9)
Αγγειακές
διαταραχές
Αγγειοδιαστολ
ή
Υπόταση
Συγκοπή
Αγγειίτιδα
Διαταραχές
του
αναπνευστι
κού
συστήματος
, του
θώρακα και
του
μεσοθωρακί
ου
Δύσπνοια
(συμπεριλαμβα
νο-μένης
ασθματικής
κατάστασης)
Δ ιαταραχές
του
γαστρεντερ
ικού
Ναυτία
Διάρροια
Έμετος
Γαστρεντερι
κοί και
κοιλιακοί
πόνοι
Δυσπεψία
μΜετεωρισ ό
ς
Κολίτιδα
σχετιζόμενη
με αντιβιοτικά
(πολύ σπάνια
με πιθανή
θανατηφόρα
έκβαση) (βλ.
παράγραφο 4.4
)
Παγκρεατίτι
δα
19
Κατηγορία
οργάνου
μσυστή ατος
Συχνές
1/100 εως
<1/10
Όχι συχνές
1/1000 <εως
1/100
Σπάνιες
1/10000 <εως
1/1000
Πολύ
Σπάνιες
< 1/10000
Συχνότητα
μη γνωστή
(δεν μπορεί
να εκτιμηθεί
με βάση τα
διαθέσιμα
δεδομένα)
Διαταραχές
του ήπατος
και των
χοληφόρων
Αύξηση στις
τρανσαμινά
σες
Αυξημένη
χολερυθρίνη
Ηπατική
δυσλειτουργία
Χολοστατικός
ίκτερος
Ηπατίτιδα
Νέκρωση
του ήπατος
(πολύ
σπάνια
εξελισσόμεν
η σε
απειλητική
για τη ζωή
ηπατική
ανεπάρκεια)
(βλ.
παράγραφο
4.4)
Διαταραχές
του
δέρματος
και του
υποδόριου
ιστού
μΕξάνθη α
μΚνησ ός
Κνίδωση
Αντιδράσεις
φωτοευαισθησ
( . ίας βλ
παράγραφο 4.4)
Πετέχεια
Πολύμορφο
ερύθημα
Οζώδες
ερύθημα
Σύνδρομο
Stevens-
Johnson
(δυνάμει
απειλητικό
για τη ζωή)
Τοξική
επιδερμική
νεκρόλυση
(δυνάμει
απειλητική
για τη ζωή)
Οξεία
Γενικευμένη
Εξανθηματική
Φλυκταίνωση
(AGEP)
Φαρμακευτική
αντίδραση με
Ηωσινοφιλία
και
Συστηματικά
Συμπτώματα
(DRESS)
Διαταραχές
του
μυοσκελετι
κού
συστήματος
και του
συνδετικού
ιστού
Μυοσκελετι
κός πόνος
(π.χ. πόνος
των άκρων,
ραχιαλγία,
θωρακικός
πόνος)
Αρθραλγία
Μυαλγία
Αρθρίτιδα
Αυξημένος
μυϊκός τόνος
και κράμπες
Μυϊκή
αδυναμία
Τενοντίτιδα
Ρήξη
τενόντων
(κυρίως του
Αχίλλειου
τένοντα)
(βλ.
παράγραφο 4
.4)
Επιδείνωση
των
συμπτωμάτω
ν της
μυασθένειας
20
Κατηγορία
οργάνου
μσυστή ατος
Συχνές
1/100 εως
<1/10
Όχι συχνές
1/1000 <εως
1/100
Σπάνιες
1/10000 <εως
1/1000
Πολύ
Σπάνιες
< 1/10000
Συχνότητα
μη γνωστή
(δεν μπορεί
να εκτιμηθεί
με βάση τα
διαθέσιμα
δεδομένα)
gravis (βλ.
παράγραφο 4
.4)
Διαταραχές
των
νεφρών και
των
ουροφόρων
οδών
μ Μειω ένη
νεφρική
λειτουργία
Νεφρική
ανεπάρκεια
Αιματουρία
Κρυσταλλουρί
α (βλ.
παράγραφο 4.4
)
μΣωληνοδιά εσ
η νεφρίτιδα
Γενικές
διαταραχές
και
καταστάσει
ς της οδού
χορήγησης
μΑδυνα ία
Πυρετός
μΟίδη α
Εφίδρωση
( )υπεριδρωσία
Έρευνες
Αύξηση στην
αλκαλική
φωσφατάση
αίματος
μ Αυξη ένη
μα υλάση
Άυξηση του
INR (σε
ασθενείς που
θεραπεύονται
με
ανταγωνιστές
της βιταμίνης
Κ)
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η προαναφερόμενη επίπτωση αρθροπάθειας (αρθραλγία, αρθρτίτιδα) αφορά
δεδομένα που συλλέχθηκαν σε μελέτες με ενηλίκους. Στα παιδιά, αρθροπάθεια
αναφέρεται ότι εμφανίζεται συχνά (βλ. παράγραφο 4.4).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
21
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη
συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος.
Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να
αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του
εθνικού συστήματος αναφοράς που αναγράφεται παρακάτω.
Ελλάδα:
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http :// www . eof . gr
Κύπρος:
Φαρμακευτικές Υπηρεσίες
Υπουργείο Υγείας
CY-1475 Λευκωσία
Φαξ: + 357 22608649
Ιστότοπος: http :// www . moh . gov . cy / phs
4.9 Υπερδοσολογία
Υπερδοσολογία των 12 g αναφέρθηκε ότι οδήγησε σε ήπια συμπτώματα τοξικότητας.
Μια οξεία υπερδοσολογία των 16 g αναφέρθηκε ότι προκάλεσε οξεία νεφρική
ανεπάρκεια.
Στα συμπτώματα υπερδοσολογίας συμπεριλαμβάνονται ζάλη, τρόμος, κεφαλαλγία,
κόπωση, σπασμοί, ψευδαισθήσεις, σύγχυση, κοιλιακή δυσφορία, νεφρική και ηπατική
δυσλειτουργία, καθώς και κρυσταλλουρία και αιματουρία. Αναφέρθηκε αναστρέψιμη
νεφρική τοξικότητα.
Πέρα από τα συνήθη μέτρα έκτακτης ανάγκης, π.χ. εκκένωση του στομάχου
ακολουθούμενη από χορήγηση ενεργού άνθρακα, συνιστάται παρακολούθηση της
νεφρικής λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένου του pH των ούρων και οξινοποίηση των
ούρων, εάν απαιτείται, για την αποφυγή κρυσταλλουρίας. Οι ασθενείς πρέπει να
ενυδατώνονται καλά. Αντιόξινα που περιέχουν ασβέστιο ή μαγνήσιο μπορεί να
μειώσουν θεωρητικά την απορρόφηση της σιπροφλοξασίνης σε υπερδοσολογίες.
Μόνο μια μικρή ποσότητα σιπροφλοξασίνης (<10%) απομακρύνεται μέσω
αιμοκάθαρσης ή περιτοναϊκής κάθαρσης.
Σε περιστατικό υπερδοσολογίας, θα πρέπει να εφαρμοστεί συμπτωματική θεραπεία.
Θα πρέπει να γίνεται ηλεκτροκαρδιογραφική παρακολούθηση λόγω της πιθανότητας
επιμήκυνσης του διαστήματος QT.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Φθοριοκινολόνες, κωδικός ATC: J01MA02.
Μηχανισμός δράσης:
Ως αντιβακτηριακός παράγοντας της οικογένειας των φθοριοκινολονών, η
βακτηριοκτόνος δράση της σιπροφλοξασίνης προκύπτει από την αναστολή τόσο της
τοποϊσομεράσης τύπου II (DNA-γυράση) όσο και της τοποϊσομεράσης IV, που
22
απαιτούνται για την αντιγραφή, μεταγραφή, επιδιόρθωση και ανασυνδυασμό του
βακτηριακού DNA.
Φαρμακοκινητική / φαρμακοδυναμική σχέση :
Η αποτελεσματικότητα εξαρτάται κυρίως από τη σχέση μεταξύ της μέγιστης
συγκέντρωσης στον ορό (C
max
) και της ελάχιστης ανασταλτικής συγκέντρωσης (MIC)
της σιπροφλοξασίνης για ένα βακτηριακό παθογόνο, καθώς και από τη σχέση μεταξύ
της περιοχής κάτω από την καμπύλη (AUC) και της MIC.
Μηχανισμός αντίστασης:
In
-
vitro αντίσταση στη σιπροφλοξασίνη μπορεί να αποκτηθεί μέσω βηματικής
διεργασίας από μεταλλάξεις του τόπου-στόχου τόσο στην DNA-γυράση, όσο και στην
τοποϊσομεράση IV. Ο βαθμός διασταυρούμενης αντοχής μεταξύ της σιπροφλοξασίνης
και άλλων φθοριοκινολονών που προκύπτει είναι ποικίλος. Μονήρεις μεταλλάξεις
μπορεί να μην προκαλούν κλινική αντίσταση, αλλά πολλαπλές μεταλλάξεις γενικά
προκαλούν κλινική αντίσταση σε πολλές ή όλες τις δραστικές ουσίες εντός της
τάξης. Μηχανισμοί αντίστασης υπό μορφή αδιαπερατότητας ή/και αντλίας εξαγωγής
της δραστικής ουσίας μπορεί να έχουν μεταβλητή δράση στην ευαισθησία στις
φθοριοκινολόνες, η οποία εξαρτάται από τις φυσικοχημικές ιδιότητες των διαφόρων
δραστικών ουσιών εντός της τάξης και από τη συγγένεια των συστημάτων
μεταφοράς για κάθε δραστική ουσία. Όλοι οι in
vitro μηχανισμοί αντίστασης
παρατηρούνται συχνά στα κλινικά στελέχη. Οι μηχανισμοί αντίστασης που
αδρανοποιούν άλλα αντιβιοτικά, όπως φραγμός διαπερατότητας (συχνά στην
Pseudomonas
aeruginosa) και μηχανισμοί εξαγωγής μπορεί να επηρεάσουν την
ευαισθησία στην σιπροφλοξασίνη. Έχει αναφερθεί μεσολαβούμενη μέσω πλασμιδίου
αντίσταση που κωδικοποιείται από τα γονίδια qnr.
Φάσμα της αντιβακτηριακής δράσης:
Οριακές τιμές διαχωρίζουν τα ευαίσθητα στελέχη από τα μετρίως ευαίσθητα στελέχη
και τα τελευταία από τα ανθεκτικά στελέχη:
EUCASTΣυστάσεις
μΜικροοργανισ οί Ευαίσθητοι Ανθεκτικοί
Enterobacteriaceae
S 0,5 mg/l R 1 mg/l
Pseudomonas spp.
S 0,5 mg/l R 1 mg/l
Acinetobacter spp.
S 1 mg/l R 1 mg/l
Staphylococcus spp.
1
S 1 mg/l R 1 mg/l
Haemophilus influenzae και
Moraxella catarrhalis
S 0,5 mg/l R 0,5 mg/l
Neisseria gonorrhoeae
S 0,03 mg/l R 0,06 mg/l
Neisseria meningitides
S 0,03 mg/l R 0,06 mg/l
Οριακές τιμές μη
σχετιζόμενες με είδη*
S 0,5 mg/l R 1 mg/l
23
μΜικροοργανισ οί Ευαίσθητοι Ανθεκτικοί
1. Staphylococcus spp. - οι οριακές τιμές για την σιπροφλοξασίνη σχετίζονται με
θεραπεία υψηλής δόσης.
* Οριακές τιμές μη σχετιζόμενες με είδη καθορίστηκαν κυρίως με βάση τα
δεδομένα PK/PD και είναι ανεξάρτητες από τις κατανομές MIC
συγκεκριμένων ειδών. Προορίζονται για χρήση μόνο για είδη στα οποία
δεν έχει αποδοθεί ειδική για το είδος οριακή τιμή και όχι για εκείνα τα
είδη όπου δεν συνιστώνται δοκιμές ευαισθησίας.
Ο επιπολασμός επίκτητης αντοχή μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με τη γεωγραφική
περιοχή και το χρόνο για επιλεγμένα είδη, και είναι επιθυμητή η διάθεση
πληροφοριών τοπικά σχετικά με την ανθεκτικότητα, ειδικά όταν πρόκειται για
θεραπεία σοβαρών λοιμώξεων. Ανάλογα με τις ανάγκες, πρέπει να ζητείται η γνώμη
ειδικών όταν ο τοπικός επιπολασμός αντοχής είναι τέτοιος ώστε η χρησιμότητα του
φαρμάκου σε τουλάχιστον ορισμένους τύπους λοιμώξεων να είναι υπό αμφισβήτηση.
Ομαδοποιήσεις σχετικών ειδών σύμφωνα με την ευαισθησία στη σιπροφλοξασίνη
( για τα είδη Streptococcus βλ.παράγραφο 4.4)
ΔΚΟΙΝΩΣ ΕΥΑΙΣΘΗΤΑ ΕΙ Η
Gram μ μΑερόβιοι θετικοί ικροοργανισ οί
Bacillus anthracis (1)
Αερόβιοι Gram αρνητικοί μικροοργανισμοί
Aeromonas
spp.
Brucella spp.
Citrobacter koseri
Francisella tularensis
Haemophilus ducreyi
Haemophilius influenzae*
Legionella spp.
Moraxella catarrhalis*
Neisseria meningitidis
Pasteurella spp.
Salmonella spp.*
Shigella spp.*
Vibrio spp.
Yersinia pestis
μ μΑναερόβιοι ικροοργανισ οί
Mobiluncus
μ μΆλλοι ικροοργανισ οί
Chlamydia trachomatis ($)
Chlamydia pneumoniae ($)
Mycoplasma hominis ($)
Mycoplasma pneumoniae($)
Δ ΕΊ Η ΓΙΑ ΤΑ Ο ΠΟΊΑ Η ΕΠΊΚΤΗΤΗ ΑΝΘΕΚΤΙΚΌΤΗΤΑ ΜΠΟΡΕΊ ΝΑ
ΑΠΟΤΕΛΕΊ ΠΡΌΒΛΗΜΑ
Αερόβιοι Gram θετικοί μικροοργανισμοί
Enterococcus
faecalis ($)
24
Staphylococcus spp.* (2)
Gram μ μΑερόβιοι αρνητικοί ικροοργανισ οί
Acinetobacter baumannii
+
Burkholderia cepacia
+
*
Campylobacter spp.
+
*
Citrobacter freundii*
Enterobacter aerogenes
Enterobacter cloacae*
Escherichia coli*
Klebsiella oxytoca
Klebsiella pneumoniae*
Morganella morganii*
Neisseria gonorrhoeae*
Proteus mirabilis*
Proteus vulgaris*
Providencia spp.
Pseudomonas aeruginosa*
Pseudomonas fluorescens
Serratia marcescens*
Αναερόβιοι μ μικροοργανισ οί
Peptostreptococcus spp.
Propionibacterium acnes
Δ ΕΝ ΟΓΕΝΏΣ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΊ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΊ
Gram μ μΑερόβιοι θετικοί ικροοργανισ οί
Actinomyces
Enteroccus faecium
Listeria monocytogenes
Gram μ μΑερόβιοι αρνητικοί ικροοργανισ οί
Stenotrophomonas maltophilia
Αναερόβιοι μικροοργανισμοί
εξαιρούνται οι αναγραφόμενοι στα προηγούμενα
Άλλοι μικροοργανισμοί
Mycoplasma
genitalium
Ureaplasma
urealitycum
25
* Η κλινική αποτελεσματικότητα έχει καταδειχθεί για ευαίσθητα
απομονωθέντα στελέχη σε εγκεκριμένες κλινικές ενδείξεις
+
Ποσοστό αντίστασης ≥ 50% σε μία ή περισσότερες χώρες της ΕΕ
($):Φυσική μέτρια ευαισθησία απουσία επίκτητου μηχανισμού
αντίστασης
(1):Έχουν διενεργηθεί μελέτες σε πειραματικές λοιμώξεις ζώων λόγω
εισπνοής σπόρων Bacillus anthracis, οι οποίες αποκαλύπτουν ότι η
έναρξη αντιβιοτικών νωρίς μετά την έκθεση αποτρέπει την εμφάνιση
της νόσου, εάν η θεραπεία γίνεται μέχρι τη μείωση του αριθμού των
σπόρων στον οργανισμό σε επίπεδο κάτω από τη λοιμογόνο δόση. Η
συνιστώμενη χρήση σε ανθρώπους βασίζεται κυρίως στην in vitro
ευαισθησία και σε δεδομένα δοκιμών σε ζώα μαζί με περιορισμένα
δεδομένα ανθρώπων. Διάρκεια θεραπείας δύο μηνών σε ενηλίκους
με από του στόματος σιπροφλοξασίνη χορηγούμενη στην ακόλουθη
δόση, 500 mg δύο φορές ημερησίως, θεωρείται αποτελεσματική για
την πρόληψη της λοίμωξης με άνθρακα στους ανθρώπους. Ο
θεράπων ιατρός πρέπει να ανατρέξει στα εθνικά ή/και διεθνή
κείμενα συναίνεσης ειδικών σχετικά με τη θεραπεία του άνθρακα.
(2):Οι ανθετικοί στη μεθικιλλίνη S
.
aureus πολύ συχνά εκφράζουν
παράλληλα αντίσταση στις φθοριοκινολόνες. Το ποσοστό
αντίστασης στη μεθικιλλίνη είναι γύρω στο 20 έως 50% μεταξύ
όλων των στελεχών σταφυλοκόκκων, και είναι συνήθως υψηλότερο
σε νοσοκομειακά στελέχη.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Μετά την από στόματος χορήγηση εφάπαξ δόσεων 250 mg, 500 mg και 750 mg δισκίων
σιπροφλοξασίνης, η σιπροφλοξασίνη απορροφάται ταχέως και εκτεταμένα, κυρίως
από το λεπτό έντερο, φθάνοντας σε μέγιστες συγκεντρώσεις ορού 1 – 2 ώρες
αργότερα.
Εφάπαξ δόσεις 100 - 750 mg έδωσαν δοσοεξαρτώμενες μέγιστες συγκεντρώσεις ορού
(C
max
) μεταξύ 0,56 και 3,7 mg/l. Οι συγκεντρώσεις ορού αυξάνονται αναλογικά με
δόσεις μέχρι 1000 mg.
Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα είναι περίπου 70 – 80%.
Από του στόματος δόση 500 mg χορηγούμενη κάθε 12 ώρες καταδείχθηκε ότι παράγει
μια περιοχή κάτω από την καμπύλη (AUC) χρόνου συγκέντρωσης ορού ισοδύναμη με
εκείνη που παράγεται από ενδοφλέβια έγχυση 400 mg σιπροφλοξασίνη χορηγούμενη
σε χρονικό διάστημα 60 λεπτών κάθε 12 ώρες.
Κατανομή
Η δέσμευση της σιπροφλοξασίνης με πρωτεΐνες είναι χαμηλή (20 - 30%), και η ουσία
είναι παρούσα στο πλάσμα κυρίως σε μη ιονισμένη μορφή και έχει μεγάλο όγκο
κατανομής σταθεροποιημένης κατάστασης 2 – 3 l/kg βάρους σώματος. Η
σιπροφλοξασίνη φθάνει σε υψηλές συγκεντρώσεις σε μια ποικιλία ιστών όπως o
πνεύμονας (επιθηλιακό υγρό, κυψελιδικά μακροφάγα, ιστός βιοψίας), οι
παραρρινικές κοιλότητες , σε φλεγμονώδεις βλάβες (υγρό φυσαλίδων από
κανθαριδίνες), και η ουρογεννητική οδός (ούρα, προστάτης, ενδομήτριο) όπου
επιτυγχάνονται συνολικές συγκεντρώσεις που υπερβαίνουν εκείνες των
συγκεντρώσεων του πλάσματος.
26
Βιομετατροπή
Αναφέρθηκαν χαμηλές συγκεντρώσεις τεσσάρων μεταβολιτών που αναγνωρίστηκαν
ως: δεσαιθυλενοσιπροφλοξασίνη (M 1), σουλφοσιπροφλοξασίνη (M 2),
οξοσιπροφλοξασίνη (M 3) και φορμυλσιπροφλοξασίνη (M 4). Οι μεταβολίτες
εμφανίζουν in
vitro αντιμικροβιακή δράση, αλλά σε χαμηλότερο βαθμό από ό,τι η
μητρική ουσία.
Είναι γνωστό ότι η σιπροφλοξασίνη είναι μέτριος αναστολέας των ισοενζύμων CYP
450 1A2.
Απέκκριση
Η σιπροφλοξασίνη απεκκρίνεται αμετάβλητη σε μεγάλο βαθμό μέσω της νεφρικής
οδού και, σε μικρότερο βαθμό, μέσω των κοπράνων. Η ημίσσεια ζωή απέκκρισης
ορού σε άτομα με φυσιολογική νεφρική λειτουργία είναι περίπου 4 - 7 ώρες.
Απέκκριση της σιπροφλοξασίνης (% της δόσης)
μΑπό στό ατος
χορήγηση
Ούρα Κόπρανα
Σιπροφλοξασίνη 44,7 25,0
(MΜεταβολίτες
1
-M
4
) 11,3 7,5
Η νεφρική κάθαρση κυμαίνεται μεταξύ 180 - 300 ml/kg/h και η ολική κάθαρση από το
σώμα κυμαίνεται μεταξύ 480 - 600 ml/kg/h. Η σιπροφλοξασίνη υπόκειται σε
σπειραματική διήθηση και σωληναριακή απέκκριση. Σοβαρά μειωμένη νεφρική
λειτουργία οδηγεί σε αυξημένη ημίσεια ζωή της σιπροφλοξασίνης έως και 12 ώρες.
Η μη νεφρική κάθαρση της σιπροφλοξασίνης οφείλεται κυρίως στην ενεργό
διεντερική απέκκριση, και στο μεταβολισμό. 1% της δόσης απεκκρίνεται μέσω της
χολικής οδού. Η σιπροφλοξασίνη είναι παρούσα στη χολή σε υψηλές συγκεντρώσεις.
27
Παιδιατρικοί ασθενείς
Τα διαθέσιμα δεδομένα για την τεκμηρίωση των φαρμακοκινητικών ιδιοτήτων σε
παιδιατρικούς ασθενείς είναι περιορισμένα.
Σε μια μελέτη σε παιδιά, οι C
max
και AUC δεν ήταν εξαρτώμενες από την ηλικία (άνω
του ενός έτους). Δεν παρατηρήθηκε καμία σημαντική αύξηση στις C
max
και AUC με
πολλαπλές δόσεις (10 mg/kg τρεις φορές την ημέρα).
Σε 10 παιδιά με σοβαρή σήψη, η C
max
ήταν 6,1 mg/l (εύρος 4,6 – 8,3 mg/l) μετά από
ενδοφλέβια έγχυση 1 ώρας 10 mg/kg για παιδιά ηλικίας κάτω του 1 έτους συγκριτικά
με 7,2 mg/l (εύρος 4,7 – 11,8 mg/l) για παιδιά ηλικίας μεταξύ 1 και 5 ετών. Οι τιμές
AUC ήταν 17,4 mg*h/l (εύρος 11,8 – 32,0 mg*h/l) και 16,5 mg*h/l (εύρος 11,0 –
23,8 mg*h/l) στις αντίστοιχες ηλικιακές ομάδες.
Αυτές οι τιμές εμπίπτουν στο αναφερόμενο εύρος για ενηλίκους στις θεραπευτικές
δόσεις. Με βάση τη φαρμακοκινητική ανάλυση σε παιδιατρικό πληθυσμό ασθενών με
διάφορες λοιμώξεις, η προβλεπόμενη μέση ημίσεια ζωή στα παιδιά είναι περ. 4 – 5
ώρες και η βιοδιαθεσιμότητα του πόσιμου εναιωρήματος κυμαίνεται από 50 έως
80%.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα μη κλινικά δεδομένα δεν αποκαλύπτουν ειδικούς κινδύνους για τον άνθρωπο με
βάση τις συμβατικές μελέτες τοξικότητας εφάπαξ δόσης, τοξικότητας
επαναλαμβανόμενων δόσεων, ενδεχόμενης καρκινογόνου δράσης ή τοξικότητας στην
αναπαραγωγική ικανότητα.
Όπως και άλλες κινολόνες, η σιπροφλοξασίνη είναι φωτοτοξική στα ζώα σε κλινικά
σχετικά επίπεδα έκθεσης. Δεδομένα για την ενδεχόμενη φωτομεταλλαξιογόνο /
φωτοκαρκινογόνο δράση δείχνουν χαμηλή φωτομεταλλαξιογόνο ή φωτοογκογόνο
δράση της σιπροφλοξασίνη σε in
vitro πειράματα και σε ζώα. Αυτή η δράση ήταν
συγκρίσιμη με εκείνη άλλων αναστολέων της γυράσης.
Ανοχή από τις αρθρώσεις
Όπως αναφέρθηκε για άλλους αναστολείς της γυράσης, η σιπροφλοξασίνη προκαλεί
βλάβη στις μεγάλες φέρουσες το βάρος αρθρώσεις σε ανώριμα ζώα. Η έκταση της
βλάβης στους χόνδρους ποικίλλει ανάλογα με την ηλικία, το είδος και τη δόση,
μπορεί να μειωθεί εάν αφαιρεθεί το βάρος από τις αρθρώσεις. Μελέτες σε ώριμα ζώα
(αρουραίος, σκύλος) δεν αποκάλυψαν σημεία βλαβών στους χόνδρους. Σε μια μελέτη
σε νεαρούς σκύλους beagle, η σιπροφλοξασίνη προκάλεσε σοβαρές μεταβολές στις
αρθρώσεις σε θεραπευτικές δόσεις μετά από δύο εβδομάδες θεραπείας, οι οποίες
μπορούσαν να παρατηρηθούν και μετά από 5 μήνες.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Πυρήνας δισκίου:
Cellulose microcrystalline
Maize starch,
Crospovidone,
Magnesium stearate
Silica colloidal anhydrous
28
Επικάλυψη
Ηypromellose
Macrogol 4000
Titanium dioxide (E171)
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται
6.3 Διάρκεια ζωής
5 χρόνια
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες διατήρησης για το προϊόν αυτό
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Χρησιμοποιείται μια απο τις παρακάτω πρωτογενείς συσκευασίες:
Διαφανής άχρωμη ή ή λευκή αδιαφανής PVC/PVDC/ κυψέλη αλουμινίου
Διαφανής άχρωμη ή λευκή αδιαφανής PP/ κυψέλη αλουμινίου
Αλουμίνιο / Κυψέλη αλουμινίου
Μεγέθη συσκευασίας των 6,8,10,12,14,16,20,28,50,100,160, ή 500 επικαλυμμένων
με λεπτό υμένιο δισκία
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες στην αγορά.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία ειδική υποχρέωση.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Bayer Ελλάς ΑΒΕΕ
Σωρού 18 -20, 151 25 Μαρούσι
Τηλ.: 210 6187500
Fax: 210 6187522
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Ελλάδα:
36383/25-7-2008
K
ύπρος:
11264
29
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Ελλάδα:
14 Aπριλίου 1988
25 Ιουλίου 2008
Κύπρος:
8 Ιανουαρίου 2010
5 Σεπτεβρίου 1997
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
30
31