ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
(SPC)
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Asacol, Υπόθετα, 500 mg
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Το κάθε υπόθετο περιέχει: Mesalazine 500 mg
Για πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλέπε παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ανοικτά γκρι – καστανόχρωμα, Υπόθετα σε σχήμα τορπίλης.
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
4.1. Θεραπευτικές ενδείξεις
Το φάρμακο αυτό ενδείκνυται μόνο για ενήλικες:
Χρόνιες φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου (ελκώδης κολίτις,
νόσος του CROHN), τόσο για την πρόκληση όσο και για την
διατήρηση της υφέσεως.
Η μορφή υποθέτων συνιστάται για τις περιπτώσεις που η νόσος
περιορίζεται στο ορθόν (ορθίτις).
4.2. Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Ενήλικες
4 υπόθετα ημερησίως σε ίσες διαιρεμένες δόσεις.
Ηλικιωμένοι
Μπορεί να χορηγηθεί η συνήθης δόση των ενηλίκων εκτός και αν
υπάρχει σοβαρή επιβάρυνση της ηπατικής ή νεφρικής λειτουργίας,
βλέπε παραγράφους 4.3 και 4.4. Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σε
ηλικιωμένα άτομα.
Παιδιά
Υπάρχει μικρή εμπειρία και μόνο περιορισμένη τεκμηρίωση όσον
αφορά την επίδραση στα παιδιά.
Τρόπος χορήγησης: ορθικά.
1
Τα υπόθετα προορίζονται για ορθική χρήση και δεν πρέπει να
καταπίνονται. Εάν έχουν παραληφθεί μία ή περισσότερες δόσεις,
η επόμενη δόση πρέπει να ληφθεί ως συνήθως.
4.3. Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε οποιοδήποτε από τα
έκδοχα, που παρατίθενται στην παράγραφο 6.1.
.Γνωστή υπερευαισθησία στα σαλικυλικά
.Σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια
Σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (GFR < 30 mL/min/1.73 m2).
4.4. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες
προφυλάξεις κατά τη χρήση
Νεφρική δυσλειτουργία
Πριν από τη θεραπεία και κατά τη διάρκεια της πρέπει να γίνονται
γενικές ούρων (με dip sticks) κατά την κρίση του θεράποντος ιατρού.
Απαιτείται προσοχή σε ασθενείς με αυξημένα επίπεδα κρεατινίνης
ή πρωτεϊνουρία. Η δυνατότητα της επαγόμενης από τη μεσαλαζίνη
νεφροτοξικότητας πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε ασθενείς που
αναπτύσσουν ανεπάρκεια της νεφρικής λειτουργίας κατά τη
διάρκεια της θεραπείας.
Συνιστάται όλοι οι ασθενείς να υποβάλλονται σε αξιολόγηση της
νεφρικής τους λειτουργίας πριν την έναρξη της θεραπείας με Asacol
και επανειλημμένως κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Ως οδηγία
δίνεται να διεξάγονται έλεγχοι παρακολούθησης 14 ημέρες μετά
την έναρξη της θεραπείας και στη συνέχεια κάθε 4 εβδομάδες για
τις επόμενες 12 εβδομάδες. Σύντομα μεσοδιαστήματα
παρακολούθησης ήδη μετά την έναρξη της θεραπείας με Asacol θα
οδηγήσουν στον εντοπισμό σπάνιων οξέων νεφρικών αντιδράσεων.
Εν τη απουσία οξέων αντιδράσεων από τους νεφρούς, τα
μεσοδιαστήματα της παρακολούθησης μπορεί να παραταθούν και η
παρακολούθηση να διενεργείται κάθε 3 μήνες και στη συνέχεια
κάθε έτος μετά από 5 χρόνια. Εάν προκύψουν επιπλέον
εργαστηριακά ή κλινικά σημεία νεφρικής ανεπάρκειας, οι έλεγχοι
αυτοί πρέπει να διεξαχθούν αμέσως. Η θεραπεία με Asacol πρέπει
να διακόπτεται αμέσως εάν υπάρχουν ενδείξεις νεφρικής
ανεπάρκειας και οι ασθενείς πρέπει να ζητήσουν αμέσως τη
συμβουλή ιατρού.
Αιματολογική δυσκρασία
Πολύ σπάνια έχει αναφερθεί σοβαρή αιματολογική δυσκρασία. Η
θεραπεία με Asacol πρέπει να διακόπτεται αμέσως εάν υπάρχει
υποψία ή ενδείξεις αιματολογικής δυσκρασίας (σημεία ανεξήγητης
2
αιμορραγίας, μωλώπων, πορφύρας, αναιμίας, εμμένοντος πυρετού
ή πόνος στο λαιμό) και οι ασθενείς πρέπει να ζητήσουν αμέσως τη
συμβουλή ιατρού. Συνιστάται να διενεργηθούν αιματολογικές
εξετάσεις (λευκοκυτταρικός τύπος) πριν από την έναρξη του Asacol
και κατά τη διάρκεια της θεραπείας, σύμφωνα με την κρίση του
θεράποντος ιατρού. Γενικά, συνιστάται η διενέργεια εξετάσεων
παρακολούθησης 14 ημέρες μετά την έναρξη της θεραπείας, στη
συνέχεια ακόμη δύο ή τρεις εξετάσεις ανά διαστήματα των 4
εβδομάδων. Εάν τα ευρήματα είναι φυσιολογικά, πρέπει να
διεξάγονται έλεγχοι παρακολούθησης κάθε 3 μήνες. Εάν
παρατηρηθούν επιπλέον συμπτώματα οι εξετάσεις αυτές πρέπει να
γίνονται αμέσως.
Ηπατική ανεπάρκεια:
Έχουν υπάρξει αναφορές αυξημένων επιπέδων ηπατικών ενζύμων
σε ασθενείς που παίρνουν σκευάσματα τα οποία περιέχουν
μεσαλαζίνη. Συνιστάται προσοχή εάν το Asacol χορηγείται σε
ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια. Πρέπει να διεξαχθούν
αιματολογικές εξετάσεις (να ελεγχθούν παράμετροι της ηπατικής
λειτουργίας όπως είναι οι τιμές ALT ή AST) πριν από τη θεραπεία
και κατά τη διάρκειά της, σύμφωνα με την κρίση του θεράποντος
ιατρού. Γενικά, συνιστάται η διενέργεια εξετάσεων
παρακολούθησης 14 ημέρες μετά την έναρξη της θεραπείας, στη
συνέχεια ακόμη δύο ή τρεις εξετάσεις ανά διαστήματα των 4
εβδομάδων. Εάν τα ευρήματα είναι φυσιολογικά, πρέπει να
διεξάγονται έλεγχοι παρακολούθησης κάθε 3 μήνες. Εάν
παρατηρηθούν επιπλέον συμπτώματα οι εξετάσεις αυτές πρέπει να
γίνονται αμέσως.
Αντιδράσεις καρδιαγγειακής υπερευαισθησίας
Οι επαγόμενες από τη μεσαλαζίνη αντιδράσεις υπερευαισθησίας
στην καρδιά (μυο- και περικαρδίτιδα) έχουν αναφερθεί σπάνια με
το Asacol. Σε περίπτωση υποπτευόμενης επαγόμενης από τη
μεσαλαζίνη υπερευαισθησίας της καρδιάς, η χορήγηση του Asacol
δεν πρέπει να ξεκινήσει εκ νέου. Απαιτείται προσοχή σε ασθενείς
με προηγούμενη μύο- ή περικαρδίτιδα, με ιστορικό αλλεργίας
ανεξαρτήτως της προελεύσεως της.
Νόσος των πνευμόνων
Οι ασθενείς με νόσο των πνευμόνων, ιδιαίτερα άσθμα, πρέπει να
παρακολουθούνται πολύ προσεκτικά κατά τη διάρκεια της
θεραπείας με Asacol.
Ανεπιθύμητες αντιδράσεις στη Sulphasalazine
3
Στους ασθενείς με ιστορικό ανεπιθύμητων αντιδράσεων στη
σουλφασαλαζίνη, η θεραπεία πρέπει να παρακολουθείται στενά
από ιατρό. Η θεραπεία πρέπει να διακόπτεται αμέσως εάν
παρατηρηθούν οξεία συμπτώματα δυσανεξίας όπως είναι οι
κοιλιακές κράμπες, οξύ κοιλιακό άλγος, πυρετός, βαριάς μορφής
κεφαλαλγία και εξάνθημα.
Έλκη του στομάχου και του δωδεκαδακτύλου
Σε περίπτωση που υπάρχουν έλκη του στομάχου ή του
δωδεκαδακτύλου, η θεραπεία πρέπει να ξεκινά με προσοχή με βάση
το θεωρητικό υπόβαθρο.
μ Ηλικιω ένοι
Η χρήση στους ηλικιωμένους πρέπει να αντιμετωπίζεται με
προσοχή και το προϊόν πρέπει να συνταγογραφείται μόνο σε
ασθενείς με φυσιολογική ηπατική και νεφρική λειτουργία ή χωρίς
σημαντική ηπατική και νεφρική δυσλειτουργία, βλέπε παράγραφο
4.3.
Παιδιά:
Η εμπειρία στα παιδιά είναι μικρή και υπάρχει μόνο περιορισμένη
τεκμηρίωση όσον αφορά την επίδραση στα παιδιά.
4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες αλληλεπίδρασης.
Υπάρχουν ασθενείς ενδείξεις ότι η μεσαλαζίνη μπορεί να αυξήσει
την αντιπηκτική δράση της βαρφαρίνης.
Σε ασθενείς που λαμβάνουν ταυτοχρόνως αζαθιοπρίνη ή 6-
μερκαπτοπουρίνη ή θιογουανίνη, πρέπει να ληφθεί υπόψη η
ενδεχόμενη αύξηση των μυελοκατασταλτικών δράσεων της
αζαθιοπρίνης ή της 6-μερκαπτοπουρίνης ή θιογουανίνης.
Επομένως, μπορεί να παρατηρηθεί απειλητική για τη ζωή λοίμωξη.
Οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται στενά για σημεία
λοιμώξεων και μυελοκαταστολή. Οι αιματολογικές παράμετροι,
ιδιαίτερα οι αριθμοί των λευκοκυττάρων, των θρομβοκυττάρων και
των λεμφοκυττάρων πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά
(εβδομαδιαίως), ιδιαίτερα κατά την έναρξη της συνδυαστικής
αυτής αγωγής (βλέπε παράγραφο 4.4). Εάν τα επίπεδα των λευκών
αιμοσφαιρίων είναι σταθερά μετά από 1 μήνα, φαίνεται ότι
δικαιολογείται η διενέργεια ελέγχου κάθε 4 εβδομάδες για τις
4
επόμενες 12 εβδομάδες και στη συνέχεια η παρακολούθηση ανά
διαστήματα των 3 μηνών.
4.6. Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
Δεν υπάρχουν αρκετά δεδομένα από τη χρήση του Asacol σε
εγκύους γυναίκες. Εντούτοις, δεδομένα σχετικά με περιορισμένο
αριθμό (627) κυήσεων που έχουν εκτεθεί στο φάρμακο, δεν
καταδεικνύουν ανεπιθύμητη ενέργεια της μεσαλαζίνης στην κύηση
ή στην υγεία του εμβρύου/νεογέννητου παιδιού. Μέχρι σήμερα, δεν
υπάρχουν άλλα σχετικά επιδημιολογικά δεδομένα.
Σε ένα μόνο περιστατικό μετά από μακροχρόνια χρήση υψηλής
δόσης μεσαλαζίνης (2-4 g, από το στόμα) κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης, αναφέρθηκε νεφρική ανεπάρκεια στο νεογνό.
Μελέτες σε πειραματόζωα που έπαιρναν μεσαλαζίνη από το στόμα,
δεν καταδεικνύουν άμεση ή έμμεση επιβλαβή επίδραση όσον αφορά
την εγκυμοσύνη, την ανάπτυξη του εμβρύου πριν και μετά τον
τρίτο μήνα της κυήσεως, τον απογαλακτισμό ή τον τοκετό ή την
μεταγενετική ανάπτυξη. Το Asacol πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο
κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εάν η εν δυνάμει ωφέλεια
αντισταθμίζει τον ενδεχόμενο κίνδυνο.
Θηλασμός
Το Ν-ακετυλο-5-αμινοσαλικυλικό οξύ και, σε μικρότερο βαθμό, η
μεσαλαζίνη, απεκκρίνονται στο μητρικό γάλα. Η κλινική σημασία
του ευρήματος αυτού δεν έχει προσδιοριστεί. Υπάρχει μόνο
περιορισμένη εμπειρία με τη χρήση του Asacol κατά τη διάρκεια
του θηλασμού σε γυναίκες μέχρι σήμερα. Δεν μπορεί να
αποκλειστεί το ενδεχόμενο αντιδράσεων υπερευαισθησίας όπως
είναι διάρροια του βρέφους. Για το λόγο αυτό, το Asacol πρέπει να
χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια του θηλασμού μόνο εάν η εν
δυνάμει ωφέλεια αντισταθμίζει τον ενδεχόμενο κίνδυνο. Εάν το
βρέφος παρουσιάσει διάρροια, ο θηλασμός πρέπει να διακοπεί.
Γονιμότητα
Δεν παρατηρήθηκαν επιδράσεις στη γονιμότητα.
5
4.7. Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων
Το Asacol δεν έχει ή έχει αμελητέα επίδραση στην ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων.
4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες
α) Περίληψη του προφίλ ασφαλείας
Στη βάση δεδομένων του Asacol περιλαμβάνονται 246 ασθενείς που
έχουν υποβληθεί σε θεραπεία με τα υπόθετα Asacol 500 mg. Οι
δόσεις της μεσαλαζίνης κυμαίνονταν από 1.0 g/ημέρα έως το 1.5
g/ημέρα, η διάρκεια της θεραπείας κυμαινόταν μεταξύ των
τεσσάρων εβδομάδων και των δώδεκα μηνών.
Ειδικές για τα όργανα ανεπιθύμητες αντιδράσεις στο φάρμακο, με
προσβολή της καρδιάς, των πνευμόνων, του ήπατος, των νεφρών,
του παγκρέατος, του δέρματος και του υποδόριου ιστού,
αναφέρθηκαν σε συσχέτιση με την από του στόματος ορθική
χορήγηση μονοθεραπείας μεσαλαζίνης ή συνδυαστικής αγωγής με
από του στόματος και ορθική χορήγηση μεσαλαζίνης. Οι
περισσότερες από τις ανεπιθύμητες αυτές ενέργειες δεν είχαν
αναφερθεί μετά την μονθεραπεία με υπόθετα Asacol 500 mg, αλλά
παρατηρήθηκαν με την από του στόματος χορήγηση μεσαλαζίνης.
Εντούτοις, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι επιδράσεις
αυτές να μπορούν να παρατηρηθούν και με τη μονοθεραπεία με
ορθική μεσαλαζίνη.
Η θεραπεία πρέπει να διακόπτεται αμέσως εάν παρατηρηθούν
οξεία συμπτώματα δυσανεξίας όπως είναι οι κοιλιακές κράμπες,
οξύ κοιλιακό άλγος, πυρετός, βαριάς μορφής κεφαλαλγία και
εξάνθημα.
β) Πίνακας της περίληψης των ανεπιθύμητων αντιδράσεων
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αφορούν τις εγκεκριμένες
πληροφορίες και οι οποίες αναφέρθηκαν σε τέσσερις διπλά τυφλές
κλινικές μελέτες και μία ανοικτή κλινική μελέτη, σε αυτόματες
αναφορές, στη βιβλιογραφία και στο Κεντρικό Προφίλ της
Μεσαλαζίνης στην ΕΕ μετά τις 07 Απριλίου του 2011
παρατίθενται παρακάτω. Η συχνότητα ορισμένων αντιδράσεων
δεν μπορεί να εκτιμηθεί με ακρίβεια λόγω του ότι οι πηγές
αναφοράς είναι περιορισμένες.
Συχνές: ≥1/100 έως 1</10, Μη συχνές: ≥ 1/1,000 και < 1/100
6
Σπάνιες: ≥ 1/10,000 to < 1/1000, Πολύ σπάνιες: < 1/10,000
Διαταραχές του Αίματος και της Λέμφου
Πολύ σπάνιες: αλλαγή των αριθμών αιμοσφαιρίων πλαστική
αναιμία, ακοκκιοκυτταραιμία, πανκυτοπενία,
ουδετεροπενία, λευκοπενία, θρομβοπενία).
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Πολύ σπάνιες: αντιδράσεις υπερευαισθησίας, όπως αλλεργικό
εξάνθημα, φαρμακογενής πυρετός, σύνδρομο
ερυθηματώδους λύκου, παγκολίτιδα.
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Σπάνιες: Κεφαλαλγία, Ζάλη.
Πολύ σπάνιες: περιφερική νευροπάθεια.
Καρδιακές διαταραχές
Σπάνιες: μυοκαρδίτιδα, περικαρδίτιδα.
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα
και του μεσοθωρακίου
Πολύ σπάνιες: αλλεργικές και ινωτικές αντιδράσεις των
πνευμόνων υμπεριλαμβανομένης δύσπνοιας, βήχα,
βρογχόσπασμου, κυψελιδίτιδας, πνευμονικής
ηωσινοφιλίας, διήθησης των πνευμόνων, πνευμοτίδας).
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος
Σπάνιες: κοιλιακό άλγος, διάρροια, μετεωρισμός, ναυτία, έμετος.
Πολύ σπάνιες: οξεία παγκρεατίτιδα.
Ηπατοχολικές διαταραχές
Πολύ σπάνιες: αλλαγές στις παραμέτρους ηπατικής λειτουργίας
(αύξηση των παραμέτρων τρανσαμινασών και
χολόστασης), ηπατίτιδα, χολοστατική ηπατίτιδα.
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Πολύ σπάνιες: αλωπεκία.
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος, του
συνδετικού ιστού και των οστών
Πολύ σπάνιες: μυαλγία, αρθραλγία.
Διαταραχές των νεφρών και του ουροποιητικού
συστήματος
Πολύ σπάνιες: επιβάρυνση της νεφρικής λειτουργίας,
συμπεριλαμβανομένης της οξείας και χρόνιας νεφρίτιδας
και της νεφρικής ανεπάρκειας.
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και του
μαστού
Πολύ σπάνιες: ολιγοσπερμία (αναστρέψιμη).
γ) Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων αντιδράσεων
Ένας άγνωστος αριθμός από τις παραπάνω αναφερόμενες
ανεπιθύμητες ενέργειες πιθανώς να συσχετίζεται με την
υποκείμενη ΦΝΕ, και όχι με το φάρμακο, δηλ. το Asacol/μεσαλαζίνη.
7
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις ανεπιθύμητες ενέργειες από το
γαστρεντερικό σύστημα.
Προκειμένου να αποφευχθεί αιματολογική δυσκρασία που
προκύπτει από την ανάπτυξη της καταστολής του μυελού των
οστών, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά,
βλέπε παράγραφο 4.4.
Κατά τη συγχορήγηση της μεσαλαζίνης με ανοσοκατασταλτικά
φάρμακα όπως είναι η αζαθριοπρίνη, ή η 6-MP, ή η θιογουανίνη,
μπορεί να παρατηρηθεί απειλητική για τη ζωή λοίμωξη, βλέπε
παράγραφο 4.5.
δ) Παιδιά
Υπάρχει περιορισμένη μόνο εμπειρία με τη χρήση του ASACOL στον
παιδιατρικό πληθυσμό. Αναμένεται ότι τα όργανα που θα
επηρεασθούν από τις πιθανές αυτές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι τα
ίδια με των ενηλίκων (καρδιά, πνεύμονες, ήπαρ, νεφροί, πάγκρεας,
δέρμα και υποδόριος ιστός).
μ μ Αναφορά πιθανολογού ενων ανεπιθύ ητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από
τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος
είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης
οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από
τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να
αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς στον Εθνικό
Οργανισμό Φαρμάκων, Λεωφ. Μεσογείων 284, 15562 Χολαργός,
Αθήνα, Τηλ.: +30 21 32040380/337; Fax: +30 21 06549585;
www.eof.gr.
4.9. Υπερδοσολογία
Υπάρχουν λίγα δεδομένα σχετικά με την υπερδοσολογία (π.χ. πρόθεση
αυτοκτονίας με υψηλές δόσεις μεσαλαζίνης), που δεν καταδεικνύουν
την ύπαρξη νεφροτοξικότητας ή ηπατικής τοξικότητας. Δεν υπάρχει
ειδικό αντίδοτο και η θεραπεία είναι συμπτωματική και
υποστηρικτική.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Φάρμακα για τις ιδιοπαθείς
φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου , κωδικός ATC: A07EC02
8
Μηχανισμός δράσης:
Το Asacol Το Asacol περιέχει μεσαλαζίνη, επίσης γνωστή ως 5-
αμινοσαλικυλικό οξύ, με αντιφλεγμονώδη δράση μέσω ενός
μηχανισμού που δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί πλήρως. Η μεσαλαζίνη
έχει αποδειχθεί ότι αναστέλλει την προκαλούμενη από το LTB4
μετακίνηση των μακροφάγων του εντέρου και επομένως μπορεί να
μειώσει τη φλεγμονή του εντέρου περιορίζοντας τη μετακίνηση
των μακροφάγων στις φλεγμένουσες περιοχές. Η παραγωγή προ
φλεγμονωδών λευκοτριενίων (LTB4 και 5-HETE) στα μακροφάγα του
εντερικού τοιχώματος αναστέλλεται. Η μεσαλαζίνη έχει αποδειχθεί
ότι ενεργοποιεί τους υποδοχείς PPAR-γ, που καταπολεμούν την
ενεργοποίηση του πυρήνα της φλεγμονώδους ανταπόκρισης του
εντέρου.
Φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Σε συνθήκες κλινικών μελετών, η μεσαλαζίνη ανέστειλλε την
κυκλοξυγενάση και με τον τρόπο αυτό, την απελευθέρωση της
θρομβοξάνης B2 και της προσταγλαδίνης E2, αλλά η κλινική
σημασία της επίδρασης αυτής εξακολουθεί να μην είναι γνωστή. Η
μεσαλαζίνη αναστέλλει το σχηματισμό του παράγοντα ενεργοποίησης
των αιμοπεταλίων (PAF). Η μεσαλαζίνη επίσης είναι αντιοξειδωτική:
έχει αποδειχθεί ότι μειώνει το σχηματισμό αντιδραστικών
παραγώγων οξυγόνου και ότι παγιδεύει τις ελεύθερες ρίζες.
Επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι η συνεχόμενη μακροχρόνια
θεραπεία συντήρησης με τη μεσαλαζίνη μπορεί να μειώνει τον
κίνδυνο καρκίνο του παχέος εντέρου.
5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες: Απορρόφηση
Μόνο ένα ποσοστό της μεσαλαζίνης που περιέχουν τα υπόθετα
απορροφάται και είναι διαθέσιμο στη συστημική κυκλοφορία. Ο
μηχανισμός δράσης της μεσαλαζίνης είναι τοπικός και όχι
συστημικός. Μετά από εφάπαξ δόση Asacol υπόθετα 500 mg,
χορηγούμενα σε υγιείς εθελοντές, οι μέσες Cmax και Tmax ήταν 211
ng/mL και 2.0 ώρες για τη μεσαλαζίνη και 443 ng/mL και 3.0 ώρες για
την N-ακετυλομεσαλαζίνη αντιστοίχως. Περίπου το 43% της
μεσαλαζίνης και περίπου το 78% της N-ακετυλομεσαλαζίνης
δεσμεύονται από τις πρωτεΐνες του πλάσματος.
Κατανομή
Χαμηλές συγκεντρώσεις μεσαλαζίνης και του Nκετυλο μεταβολίτη
της έχουν εντοπιστεί στο ανθρώπινο μητρικό γάλα. Η κλινική
σημασία του ευρήματος αυτού δεν έχει προσδιοριστεί.
Βιομετατροπή
9
Η μεσαλαζίνη μεταβολίζεται τόσο στον εντερικό βλεννογόνο όσο
και στο ήπαρ στον αδρανή μεταβολίτη της N-ακετυλο μεσαλαζίνη.
Απομάκρυνση
Η απομάκρυνση της μεσαλαζίνης γίνεται κυρίως δια των
κοπράνων και των ούρων στη μορφή της μεσαλαζίνης και του N-
ακετυλο μεταβολίτη της. Η μεσαλαζίνη και ο κύριος μεταβολίτης N-
ακετυλο μεσαλαζίνη αναφέρθηκε ότι έχουν βιολογικές ημιπεριόδους
ζωής 4.97 ώρες και 8.32 ώρες, αντιστοίχως, μετά από τη χρήση των
υποθέτων Asacol 500 mg σε υγιείς εθελοντές.
Γραμμικότητα / μη γραμμικότητα
Δεν έχουν διεξαχθεί ειδικές μελέτες.
Σχέση φαρμακοκινητικής / φαρμακοδυναμικής
Δεν έχουν διεξαχθεί ειδικές μελέτες.
5.3. Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια
Σε μη κλινικές μελέτες, παρατηρήθηκαν επιδράσεις μόνο σε
επίπεδα έκθεσης, τα οποία θεωρήθηκε ότι ήταν αρκετά υψηλότερα
από τα επίπεδα της έκθεσης του ανθρώπου, γεγονός που έχει μικρή
σημασία για την κλινική πράξη.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1. Κατάλογος εκδόχων
Suppocire AML
6.2. Aσυμβατότητες
Δεν εφαρμόζει.
6.3. Διάρκεια ζωής
36 μήνες.
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις για τη φύλαξη
Να μη φυλάσσεται σε θερμοκρασία άνω των 25°C, να μην ψύχεται
ή καταψύχεται. Οι ταινίες(foil strips) πρέπει να φυλάσσονται
μακριά από την ηλιακή ακτινοβολία.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
-Κουτιά που περιέχουν 2 foil strips από PVC με 10 υπόθετα το καθένα.
-Κουτιά που περιέχουν 5 foil strips από PVC με 10 υπόθετα το καθένα.
10
6.6. Ειδικές προφυλάξεις για την απόρριψη
Καμία ιδιαίτερη απαίτηση. Τα αχρησιμοποίητα προϊόντα ή υλικά
προς απόρριψη πρέπει να απορρίπτονται σύμφωνα με τις τοπικές
απαιτήσεις.
6.7. Κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας:
Δικαιούχος:
TILLOTΤS PHARMA A.G. SWITZERLAND
Υπεύθυνος κυκλοφορίας στην Ελλάδα:
ANGELINI PHARMA HELLAS ΑΒΕΕ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΑΣ
ΦΑΡΜΑΚΩΝ, Αχαΐας και Τροιζηνίας - 14564 Νέα Κηφισιά - Τηλ:
2106269200
7. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
30723/03-05-2012
8. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ/ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΣ
ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ
3-8-92 / 8-2-2010
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ (ΜΕΡΙΚΗΣ) ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ
ΚΕΙΜΕΝΟΥ
11