- Σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης < 30
mL/min) που έχουν ανάγκη θεραπευτικής αγωγής για την αντιμετώπιση
θρομβοεμβολικών επεισοδίων ασταθούς στηθάγχης και εμφράγματος του
μυοκαρδίου χωρίς κύμα Q..
- Η τοπικοπεριοχική αναισθησία σε προγραμματισμένες χειρουργικές
επεμβάσεις αντενδείκνυται όταν χορηγείται ΗΧΜΒ για θεραπευτική χρήση.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
4.4.1 Ειδικές προειδοποιήσεις
Θρομβοκυττοπένια επαγώμενη από την ηπαρίνη:
Εξαιτίας της πιθανότητας
θρομβοκυττοπενίας προκαλούμενης από ηπαρίνη (ΗΙΤ), θα πρέπει να
παρακολούθείται ο αριθμός των αιμοπεταλίων καθ’ όλη την διάρκεια
της θεραπείας με ναδροπαρίνη.
Έχουν αναφερθεί σπάνιες περιπτώσεις θρομβοκυττοπενίας, επαγώμενη από την
ηπαρίνη, ορισμένες φορές σοβαρής μορφής, οι οποίες μπορεί να σχετίζονται με
αρτηριακή ή φλεβική θρόμβωση. Η διάγνωση αυτή θα πρέπει να λαμβάνεται
υπόψη στις παρακάτω περιπτώσεις:
- θρομβοκυττοπενία
- οποιαδήποτε σημαντική ελάττωση του αριθμού των αιμοπεταλίων (30-
50% της αρχικής τιμής),
- επιδείνωση της αρχικής θρόμβωσης κατά τη διάρκεια της θεραπείας
- θρόμβωση κατά την διάρκεια της θεραπείας
- διάχυτη ενδαγγειακή πήξη
Στην περίπτωση αυτή, η θεραπεία με ναδροπαρίνη θα πρέπει να διακόπτεται.
Οι επιδράσεις αυτές είναι πιθανώς ανοσοαλλεργικής φύσης και στην περίπτωση
που πρόκειται για το πρώτο θεραπευτικό σχήμα, εμφανίζονται κυρίως μεταξύ
της 5ης και της 21ης ημέρας θεραπείας. Ωστόσο, μπορεί να εμφανισθούν
αρκετά νωρίτερα εάν υπάρχει ιστορικό θρομβοκυττοπενίας επαγώμενη από την
ηπαρίνη.
Εάν υπάρχει ιστορικό θρομβοκυττοπενίας προκαλούμενης από ηπαρίνη (είτε
κλασσική, είτε χαμηλού μοριακού βάρους), θα πρέπει να εξετάζεται το
ενδεχόμενο για θεραπεία με ναδροπαρίνη αν αυτό είναι απαραίτητο. Σε τέτοιες
περιπτώσεις, θα πρέπει να υπάρχει κλινική παρακολούθηση και μέτρηση του
αριθμού αιμοπεταλίων σε ημερήσια βάση τουλάχιστον. Εάν εμφανισθεί
θρομβοκυττοπενία, η θεραπεία πρέπει να διακοπεί αμέσως.
Εάν συμβεί θρομβοκυττοπενία προκαλούμενη από ηπαρίνη (είτε κλασσική, είτε
χαμηλού μοριακού βάρους), θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο
αντικατάστασής της με μία άλλη αντιθρομβωτική κατηγορία φαρμάκων. Εάν
δεν είναι διαθέσιμη και η χορήγηση ηπαρίνης είναι απαραίτητη, θα πρέπει να
εξετάζεται το ενδεχόμενο αντικατάστασής της με μία άλλη ηπαρίνη χαμηλού
μοριακού βάρους. Σε τέτοιες περιπτώσεις, θα πρέπει να υπάρχει
παρακολούθηση του αριθμού των αιμοπεταλίων σε ημερήσια βάση τουλάχιστον
και η θεραπεία θα πρέπει να διακοπεί όσο το δυνατόν συντομότερα, επειδή
έχουν περιγραφεί περιπτώσεις κατά τις οποίες η αρχική θρομβοκυττοπενία
συνεχίζεται και μετά την αντικατάσταση (βλέπε παράγραφο 4.3).
Οι in
vitro δοκιμασίες συσσώρευσης αιμοπεταλίων είναι περιορισμένης αξίας για
τη διάγνωση θρομβοκυττοπενίας προκαλούμενης από την ηπαρίνη (ΗΙΤ).