4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η θειική βινκριστίνη πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο υπό την αυστηρή επίβλεψη ιατρών με εμπειρία
στη θεραπεία με κυτταροτοξικά προϊόντα.
Οι σύρριγγες που περιέχουν αυτό το προϊόν πρέπει να είναι επισημασμένες.
‘ΒΙΝΚΡΙΣΤΙΝΗ ΓΙΑ ΕΝΔΟΦΛΕΒΙΑ ΧΡΗΣΗ ΜΟΝΟ, ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΑ ΕΑΝ ΔΟΘΕΙ ΑΠΟ
ΑΛΛΕΣ ΟΔΟΥΣ’ Η ενδορραχιαία χορήγηση της βινκριστίνης οδηγεί σε θανατηφόρα
νευροτοξικότητα.
Μετά από ακούσια ενδορραχιαία χορήγηση, απαιτείται άμεση νευροχειρουργική παρέμβαση με
σκοπό την πρόληψη ανιούσας παράλυσης που οδηγεί σε θάνατο. Σε ένα πολύ μικρό αριθμό ασθενών,
αποτράπηκαν η απειλητική για τη ζωή παράλυση και ο επακόλουθος θάνατος, αλλά οδήγησαν σε
καταστροφικά νευρολογικά επακόλουθα με περιορισμένη ανάνηψη στη συνέχεια.
Με βάση τις δημοσιεύσεις για την αντιμετώπιση αυτών των περιπτώσεων επιβίωσης, εάν η
βινκριστίνη χορηγηθεί κατά λάθος από την ενδορραχιαία οδό, πρέπει να ξεκινήσει η ακόλουθη
θεραπεία αμέσως μετά την ένεση:
1. Απομάκρυνση όσο το δυνατόν περισσότερου ΕΝΥ με ασφάλεια μέσω της οσφυϊκής πρόσβασης.
2. Εισαγωγή επισκληρίδιου καθετήρα στον υπαραχνοειδή χώρο μέσω του μεσοσπονδυλίου χώρου
άνωθεν της αρχικής οσφυϊκής πρόσβασης και έκλπυση του ΕΝΥ με διάλυμα Ringer. Πρέπει να
ζητηθεί φρεσκοκατεψυγμένο πλάσμα και, όταν αυτό είναι διαθέσιμο, πρέπει να προστεθούν 25 ml σε
κάθε 1 λίτρο διαλύματος Ringer.
3. Εισαγωγή ενδοκοιλιακής συσκευής παροχέτευσης ή καθετήρα από νευροχειρουργό και συνέχιση
της έκλπυσης του ΕΝΥ με απομάκρυνση υγρού μέσω της οσφυϊκής πρόσβασης σε σύνδεση με
κλειστό σύστημα παροχέτευσης. Το διάλυμα Ringer πρέπει να χορηγείται μέσω συνεχούς έγχυσης
στα 150 ml/h ή σε ρυθμό 75 ml/h όταν έχει προστεθεί φρεσκοκατεψυγμένο πλάσμα, όπως παραπάνω.
Ο ρυθμός έγχυσης πρέπει να προσαρμοστεί για να διατηρηθεί το επίπεδο της πρωτεΐνης στο νωτιαίο
υγρό στα 150 mg/dl.
Τα ακόλουθα μέτρα έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί επιπρόσθετα, αλλά μπορεί να μην είναι ουσιαστικά:
Έχει χορηγηθεί φυλλινικό οξύ ενδοφλέβια ως 100 mg εφάπαξ και στη συνέχεια με έγχυση με ρυθμό
25 mg/h επί 24 ώρες, στις συνέχεια εφάπαξ δόσεις των 25 mg κάθε 6 ώρες επί 1 εβδομάδα.
Ενδοφλέβια χορήγηση 10 g γλουταμικού οξέος επί 24 ώρες, ακολουθούμενη από 500 mg τρεις φορές
ημερησίως από του στόματος επί ένα μήνα. Έχει χορηγηθεί πυριδοξίνη σε δόση των 50 mg κάθε 8
ώρες μέσω ενδοφλέβιας έγχυσης διάρκειας 30 λεπτών. Οι ρόλοι τους στη μείωση της
νευροτοξικότητας δεν είναι σαφείς.
Πρέπει να δίδεται προσοχή για την αποφυγή της επαφής της θειικής βινκριστίνης με τους οφθαλμούς.
Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα σοβαρό ερεθισμό ή ανάπτυξη έλκους του κερατοειδούς
(ιδιαίτερα εάν το φαρμακευτικό προϊόν χορηγείται υπό πίεση). Σε περίπτωση επαφής με τους
οφθαλμούς, οι οφθαλμοί πρέπει να ξεπλυθούν αμέσως με μεγάλη ποσότητα νερού. Οι ασθενείς πρέπει
να συμβουλευθούν κάποιο γιατρό ή οφθαλμίατρο, εάν ο ερεθισμός των οφθαλμών επιμένει.
Σε περίπτωση ακούσιας προέκτασης στο δέρμα, ξεπλύνατε με άφθονο νερό και στη συνέχεια με ήπιο
σαπούνι και ξεβγάλτε σχολαστικά.
Η εξαγγείωση πρέπει να αποφεύγεται. Εάν τυχόν λάβει χώρα εξαγγείωση, η ένεση πρέπει να διακοπεί
αμέσως και η πιθανόν εναπομείνασα δόση πρέπει να ενεθεί σε διαφορετική φλέβα. Η τοπική ένεση
υαλουρονιδάσης 250 IU/mL (1 mL υποδόρια γύρω από τη βλάβη) και η εφαρμογή μέτριας
θερμότητας στο σημείο όπου έλαβε χώρα η εξαγγείωση μπορούν να βοηθήσουν στη διασπορά του
φαρμάκου και να περιορίσουν την ενόχληση και την ενδεχόμενη κυτταρίτιδα στο ελάχιστο. Στη
μονάδα, όπου χορηγείται η θειική βινκριστίνη, πρέπει να είναι διαθέσιμο το σύστημα της
κυτταροστατικής εξαγγείωσης του νοσοκομείου.
Πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή σε ασθενείς με υπάρχουσες νευρολογικές διαταραχές ή
διαταραχές της ηπατικής λειτουργίας. Απαιτείται προσεκτική παρακολούθηση του ασθενούς κατά τη