σιμετιδίνης μπορεί να παρατείνει το χρόνο ημιζωής της αποβολής της βρωμαζεπάμης.
Φαρμακοδυναμικές αλληλεπιδράσεις του φαρμάκου με άλλα φάρμακα
Ενισχυμένες δράσεις στην καταπράυνση, αναπνοή και αιμοδυναμική μπορεί να συμβούν όταν το
φάρμακο συγχορηγείται με οποιαδήποτε κεντρικά δρώντα κατασταλτικά συμπεριλαμβανομένου
του οινοπνεύματος.
Το οινόπνευμα θα πρέπει να αποφεύγεται σε ασθενείς που λαμβάνουν Bromazepam (βλέπε
«Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση»).
Βλέπε «Υπερδοσολογία» για την προειδοποίηση άλλων κατασταλτικών του κεντρικού νευρικού
συστήματος, συμπεριλαμβανομένου του οινοπνεύματος.
Στην περίπτωση των ναρκωτικών αναλγητικών μπορεί να εκδηλωθεί ενίσχυση της ευφορίας,
οδηγώντας σε αύξηση της ψυχικής εξάρτησης του φαρμάκου.
4.6.Κύηση και γαλουχία
Χρήση κατά την κύηση
Η ασφάλεια της βρωμαζεπάμης κατά τη διάρκεια της κύησης δεν έχει επιβεβαιωθεί. Η
ανασκόπηση των αυθόρμητα αναφερθέντων ανεπιθύμητων ενεργειών δεν δείχνει μεγαλύτερη
συχνότητα εμφάνισης από αυτή που αναμένεται σε παρόμοιο πληθυσμό που δεν λαμβάνει
θεραπευτική αγωγή. Έχει αναφερθεί σε διάφορες μελέτες αυξημένος κίνδυνος συγγενών
δυσπλασιών που συνδέεται με τη χρήση ήπιων ηρεμιστικών (διαζεπάμη, μεπροβαμάτη,
χλωροδιαζεποξείδη) κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης. Η βρωμαζεπάμη πρέπει
να αποφεύγεται κατά την διάρκεια της κύησης, εκτός εάν δεν υπάρχουν άλλες ασφαλέστερες
εναλλακτικές θεραπευτικές επιλογές.
Εάν το φάρμακο συνταγογραφείται σε γυναίκα που βρίσκεται σε αναπαραγωγική ηλικία, αυτή
πρέπει να προειδοποιείται ότι οφείλει να συμβουλευθεί το γιατρό της όσον αφορά στη διακοπή
του προϊόντος εαν σκοπεύει να μείνει ή υποψιάζεται ότι είναι έγκυος.
Η χορήγηση της βρωμαζεπάμης κατά τη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου της κύησης ή κατά τη
διάρκεια του τοκετού επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση αυστηρής ιατρικής ένδειξης, γιατί μπορεί
να παρατηρηθούν επιδράσεις στο νεογνό όπως υποθερμία, υποτονία και μέτρια αναπνευστική
καταστολή εξαιτίας της φαρμακολογικής δράσης του προúόντος.
Επίσης τα βρέφη που γεννιούνται από μητέρες που έπαιρναν βενζοδιαζεπίνες κατά τη διάρκεια
των τελευταίων σταδίων της κύησης, ενδέχεται να έχουν αναπτύξει σωματική εξάρτηση και
βρίσκονται σε κίνδυνο να αναπτύξουν στερητικά συμπτώματα κατά τη μεταγεννητική περίοδο.
Χρήση κατά τη διάρκεια της γαλουχίας:
Καθώς οι βενζοδιαζεπίνες περνούν στο μητρικό γάλα οι θηλάζουσες μητέρες δεν πρέπει να
παίρνουν Bromazepam.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Η καταστολή, η αμνησία, η ελαττωμένη συγκέντρωση και η μειωμένη μυϊκή λειτουργία μπορεί να
επηρεάσουν δυσμενώς την ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων. Οι ασθενείς πρέπει
να ενημερώνονται για αυτές τις βλαβερές επιδράσεις και πρέπει να συμβουλεύονται να μην
οδηγούν και να μη χειρίζονται μηχανήματα κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής αγωγής. Αυτή η
επίδραση είναι αυξημένη εάν οι ασθενείς έχουν καταναλώσει οινόπνευμα. Αν η διάρκεια του
ύπνου δεν είναι επαρκής, η πιθανότητα μειωμένης εγρήγορσης μπορεί να αυξηθεί.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η Bromazepam είναι καλά ανεκτή σε θεραπευτικές δόσεις. Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες
μπορεί να εμφανιστούν:
Ψυχιατρικές διαταραχές: συγχυτική κατάσταση, συναισθηματική διαταραχή. Αυτά τα φαινόμενα
εμφανίζονται κυρίως στην αρχή της αγωγής και συνήθως εξαφανίζονται με επαναλαμβανόμενη
χορήγηση. Διαταραχές της γενετήσιας ορμής έχουν αναφερθεί περιστασιακά.
Κατάθλιψη: Προ-υπάρχουσα κατάθλιψη μπορεί να αποκαλυφθεί κατά τη διάρκεια χρήσης
βενζοδιαζεπινών.
Παράδοξες αντιδράσεις όπως ανησυχία, διέγερση, ευερεθιστότητα, επιθετικότητα, παραλήρημα,
οργή, εφιάλτες, ψευδαισθήσεις, ψύχωση, ανάρμοστη συμπεριφορά και άλλες ανεπιθύμητες
ενέργειες στη συμπεριφορά είναι γνωστό ότι εμφανίζονται με τις βενζοδιαζεπίνες ή με
παράγοντες που μοιάζουν με τις βενζοδιαζεπίνες (βλέπε «Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και
ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση», «Εξάρτηση» και «Διακοπή της θεραπείας»). Σε τέτοια
περίπτωση, η χρήση του φαρμάκου θα πρέπει να διακοπεί. Τα παραπάνω είναι πιο πιθανό να
εμφανιστούν σε παιδιά και ηλικιωμένους ασθενείς απ’ ότι σε άλλους ασθενείς.
Εξάρτηση: Η χρόνια χρήση (ακόμα και σε θεραπευτικές δόσεις) μπορεί να οδηγήσει στην
ανάπτυξη σωματικής και ψυχικής εξάρτησης από το φάρμακο: η διακοπή της θεραπείας μπορεί
3