ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ( SPC )
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
OXYTOCIN/GAP ενέσιμο.
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ & ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε φύσιγγα περιέχει 5 ΙU ωκυτοκίνης (συνθετικής) ανά ml.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ενέσιμο διάλυμα σε φύσιγγα.
Διαυγές, άχρωμο, στείρο διάλυμα σε διαυγείς γυάλινες φύσιγγες του 1
ml.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1. Θεραπευτικές ενδείξεις
Πρόκληση τοκετού, αιμορραγία μετά τον τοκετό λόγω ατονίας της
μήτρας σε συνδυασμό με εργομητρίνη ή μεθυλεργομητρίνη,
διαγνωστικώς (δοκιμασία ωκυτοκίνης).
4.2. Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Πρόκληση τοκετού: η χορήγηση ωκυτοκίνης δεν θα πρέπει να αρχίσει
για 6 ώρες μετά την κολπική χορήγηση προσταγλανδινών. Η ωκυτοκίνη
θα πρέπει να χορηγείται με ενδοφλέβια στάγδην έγχυση ή, κατά
προτίμηση, με τη βοήθεια μιας αντλίας έγχυσης μεταβλητής ταχύτητας.
Για την στάγδην έγχυση υγρών συνιστάται 5 IU ωκυτοκίνης να
προστεθούν σε 500ml φυσιολογικού διαλύματος ηλεκτρολυτών (όπως
χλωριούχο νάτριο 0,9%). Για τους ασθενείς στους οποίους η έγχυση
διαλύματος χλωριούχου νατρίου πρέπει να αποφεύγεται, μπορεί να
χρησιμοποιείται 5% διάλυμα δεξτρόζης ως διαλύτης λέπε παράγραφο
4.4 «Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση»). Για να
εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη ανάμειξη, το μπουκάλι ή ο σάκος πρέπει να
αναποδογυριστεί αρκετές φορές πριν από τη χρήση.
Ο αρχικός ρυθμός έγχυσης θα πρέπει να καθοριστεί στο 1 έως
4mU/λεπτό (2 έως 8 σταγόνες / λεπτό). Μπορεί να αυξηθεί βαθμιαία σε
διαστήματα όχι μικρότερα από 20 λεπτά και σε ποσότητες όχι
μεγαλύτερες από 1 2 mU/λεπτό, έως ότου να επιτευχθεί μια διάταξη
συσπάσεων παρόμοια με αυτή του κανονικού τοκετού. Πλησιάζοντας
στην κύηση αυτό μπορεί συχνά να επιτευχθεί με μια έγχυση μικρότερη
των 10mU/λεπτό (20 σταγόνες / λεπτό), και ο συνιστώμενος μέγιστος
ρυθμός στα 20mU/ λεπτό (40 σταγόνες / λεπτό). Στην ασυνήθιστη
περίπτωση που απαιτούνται υψηλότερες ποσότητες, κάτι που μπορεί να
1
συμβεί στη διαχείριση του
ενδομήτριου
θανάτου του εμβρύου ή για
πρόκληση τοκετού σε πρώιμο στάδιο της κύησης, όταν η μήτρα είναι
λιγότερο ευαίσθητη στην ωκυτοκίνη, συνιστάται να χρησιμοποιηθεί ένα
πιο πυκνό διάλυμα ωκυτοκίνης, π.χ., 10 IU σε 500ml.
2
Όταν χρησιμοποιείται μια μηχανοκίνητη αντλία έγχυσης που θα παρέχει
μικρότερες ποσότητες από αυτές που δίνονται από την στάγδην έγχυση,
η κατάλληλη συγκέντρωση προς έγχυση εντός του συνιστώμενου εύρους
δόσης, πρέπει να υπολογίζεται σύμφωνα με τις προδιαγραφές της
αντλίας.
Η συχνότητα, η ένταση και η διάρκεια των συστολών, καθώς και ο
εμβρυϊκός καρδιακός ρυθμός πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά
σε όλη την έγχυση. Μόλις επιτευχθεί ένα επαρκές επίπεδο
δραστηριότητας της μήτρας, με στόχο τις 3 έως 4 συσπάσεις κάθε 10
λεπτά, ο ρυθμός έγχυσης μπορεί συχνά να μειωθεί. Στην περίπτωση
υπερδιέγερσης της μήτρας ή / και εμβρυϊκής δυσχέρειας, η έγχυση
πρέπει να διακοπεί αμέσως.
Εάν μετά την έγχυση του συνολικού ποσού των 5 IU σε γυναίκες που
βρίσκονται στην κύηση ή κοντά σε αυτή, δεν δημιουργούνται κανονικές
συσπάσεις, συνιστάται να σταματήσει η προσπάθεια πρόκλησης τοκετού.
Αυτή μπορεί να επαναληφθεί την επόμενη ημέρα, αρχίζοντας και πάλι
από ένα ρυθμό 1 έως 4mU/λεπτό (βλέπε λήμμα 4.3 "Αντενδείξεις").
Πρόληψη της επιλόχειας αιμορραγίας της μήτρας:
η συνήθης δόση
είναι 5 IU με ενδοφλέβια έγχυση (5 IU αραιωμένα σε φυσιολογικό διάλυμα
ηλεκτρολυτών και χορηγούμενα με στάγδην έγχυση, ή κατά προτίμηση
με αντλία έγχυσης μεταβλητής ταχύτητας εντός διαστήματος 5 λεπτών)
μετά την απελευθέρωση του πλακούντα. Σε γυναίκες που χορηγείται
ωκυτοκίνη για την πρόκληση ή την τόνωση τοκετού, η έγχυση θα πρέπει
να συνεχιστεί με αυξημένο ρυθμό κατά το τρίτο στάδιο του τοκετού και
κατόπιν για τις επόμενες λίγες ώρες.
Θεραπεία της επιλόχειας αιμορραγίας της μήτρας:
5 IU με
ενδοφλέβια έγχυση (5 IU αραιωμένα σε φυσιολογικό διάλυμα
ηλεκτρολυτών και χορηγούμενα με στάγδην έγχυση, ή κατά προτίμηση
με αντλία έγχυσης μεταβλητής ταχύτητας εντός διαστήματος 5
λεπτών), ακολουθούμενη στη συνέχεια σε βαριές περιπτώσεις από
ενδοφλέβια έγχυση διαλύματος που περιέχει 5 έως 20 IU ωκυτοκίνης σε
500ml διαλύτη που περιέχει ηλεκτρολύτες, κατά τον ρυθμό που είναι
αναγκαίος για τον έλεγχο της ατονίας της μήτρας.
Τρόπος χορήγησης:
ενδοφλέβια έγχυση.
Ειδικοί πληθυσμοί
Νεφρική δυσλειτουργία
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία.
Ηπατική δυσλειτουργία
3
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία
Παιδιατρικός πληθυσμός
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες στον παιδιατρικό πληθυσμό.
4
Ηλικιωμένοι
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σε ηλικιωμένους ασθενείς (ηλικίας άνω των
65 ετών).
4.3. Αντενδείξεις
- Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα
που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
- Υπερτονικές συσπάσεις της μήτρας, μηχανική παρεμπόδιση του
τοκετού, εμβρυϊκή δυσχέρεια.
Κάθε κατάσταση όπου για λόγους που αφορούν το έμβρυο ή τη
μητέρα, ο αυτόματος τοκετός δεν συνιστάται και ο κολπικός
τοκετός αντενδείκνυνται όπως π.χ.
- Σημαντική κεφαλοπυελική δυσαναλογία
- Ανώμαλη προβολή και σχήμα του εμβρύου
- Προδρομικός πλακούντας και πρόδρομα αγγεία
- Αποκόλληση πλακούντα
- Ομφάλιος λώρος ή πρόπτωση
- Υπερδιάταση ή μειωμένη αντοχή της μήτρας σε ρήξη όπως στην
πολύδυμη κύηση
- Πολυϋδράμνιο
- Πολυτοκία
- Παρουσία ουλής της μήτρας που προκύπτει από μείζονα
χειρουργική επέμβαση, συμπεριλαμβανομένης κλασικής
καισαρικής τομής.
Το Oxytocin/GAP δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για παρατεταμένες
περιόδους σε ασθενείς με αδράνεια της μήτρας ανθεκτική στην
ωκυτοκίνη, σοβαρή προ-εκλαμπτική τοξιναιμία ή σοβαρές
καρδιαγγειακές διαταραχές.
Το Oxytocin/GAP δεν πρέπει να χορηγείται εντός 6 ωρών μετά την
κολπική χορήγηση προσταγλανδινών λέπε παράγραφο 4.5
«Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης»).
4.4. Ειδικές Προειδοποιήσεις και Προφυλάξεις κατά τη χρήση
Το Oxytocin/GAP θα πρέπει να χορηγείται μόνο ως ενδοφλέβια έγχυση και
ποτέ ως ταχεία ενδοφλέβια ένεση, γιατί μπορεί να προκαλέσει οξεία
βραχεία υπόταση συνοδευόμενη από έξαψη και ανακλαστική ταχυκαρδία.
Πρόκληση τοκετού
Η πρόκληση τοκετού μέσω της ωκυτοκίνης θα πρέπει να επιχειρείται
μόνο όταν ενδείκνυται αυστηρά για ιατρικούς λόγους. Η χορήγηση θα
5
πρέπει να πραγματοποιείται μόνο σε νοσοκομειακές συνθήκες και με
ειδική ιατρική παρακολούθηση.
6
Καρδιαγγειακές διαταραχές
Το Oxytocin/GAP θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς που
έχουν προδιάθεση για ισχαιμία του μυοκαρδίου, λόγω προϋπάρχουσας
καρδιαγγειακής νόσου (όπως υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια,
βαλβιδοπάθεια και / ή ισχαιμική καρδιοπάθεια συμπεριλαμβανομένου
αγγειοσπασμού της στεφανιαίας αρτηρίας), έτσι ώστε να αποφεύγονται
σημαντικές μεταβολές της αρτηριακής πίεσης και του καρδιακού
ρυθμού σε αυτούς τους ασθενείς.
QT Σύνδρομο
Το Oxytocin/GAP θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με
γνωστό «μακρύ QT σύνδρομο» ή συσχετιζόμενα συμπτώματα και σε
ασθενείς που λαμβάνουν φάρμακα που είναι γνωστό ότι παρατείνουν το
QTc διάστημα (βλέπε παράγραφο 4.5 «Αλληλεπιδράσεις με άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης».
Όταν το Oxytocin/GAP χορηγείται για πρόκληση και τόνωση τοκετού:
Εμβρυϊκή δυσχέρεια και εμβρυϊκό θάνατο: Η χορήγηση
ωκυτοκίνης σε υπερβολικές δόσεις έχει ως αποτέλεσμα
υπερδιέγερση της μήτρας που μπορεί να προκαλέσει
δυσχέρεια του εμβρύου, ασφυξία και θάνατο, ή μπορεί να
οδηγήσει σε υπερτονία, τιτάνιες συσπάσεις ή ρήξη της
μήτρας. Προσεκτική παρακολούθηση του εμβρυϊκού
καρδιακού ρυθμού και της κινητικότητας της μήτρας
(συχνότητα, ένταση και διάρκεια των συσπάσεων) είναι
απαραίτητη, έτσι ώστε η δόση μπορεί να προσαρμόζεται σε
εξατομικευμένη ανταπόκριση.
Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στην παρουσία οριακής
κεφαλοπυελικής δυσαναλογίας, δευτεροβάθμιας αδράνειας
της μήτρας, υπέρτασης κύησης ήπιου ή μέτριου βαθμού ή
καρδιακή νόσο, και σε ασθενείς άνω των 35 ετών ή με
ιστορικό καισαρικής τομής του κατώτερου -τμήματος της
μήτρας.
Διάχυτη ενδαγγειακή πήξη: Σε σπάνιες περιπτώσεις, η
φαρμακολογική πρόκληση τοκετού με τη χρήση παραγόντων
που αυξάνουν τον μυϊκό τόνο της μήτρας,
συμπεριλαμβανομένης της ωκυτοκίνης, αυξάνει τον κίνδυνο
διάχυτης ενδαγγειακής πήξης μετά τον τοκετό (DIC). Η
φαρμακολογική επαγωγή από μόνη της και όχι ένα
συγκεκριμένος παράγοντας συνδέεται με τον κίνδυνο αυτό.
Αυτός ο κίνδυνος αυξάνεται, ιδίως εάν η γυναίκα έχει
πρόσθετους παράγοντες κινδύνου για την DIC, όπως όταν
είναι 35 ετών και άνω, επιπλοκές κατά την εγκυμοσύνη και
7
διάρκεια κύησης περισσότερο από 40 εβδομάδες. Στις
γυναίκες αυτές, η ωκυτοκίνη ή οποιοδήποτε άλλο
εναλλακτικό φάρμακο πρέπει να χρησιμοποιείται με
προσοχή, και ο ιατρός θα πρέπει να κινητοποιείται από τα
σημάδια της DIC.
8
Ενδομήτριος θάνατος
Σε περίπτωση
ενδομήτριου
εμβρυϊκού θανάτου και / ή με την παρουσία
του μηκώνειου στο αμνιακό υγρό, ταραχώδης τοκετός πρέπει να
αποφεύγεται, καθώς μπορεί να προκαλέσει εμβολή αμνιακού υγρού.
Δηλητηρίαση εξ’ ύδατος
Επειδή η ωκυτοκίνη έχει μικρή αντιδιουρητική δραστηριότητα, η
παρατεταμένη ενδοφλέβια χορήγηση της σε υψηλές δόσεις, σε
συνδυασμό με μεγάλες ποσότητες υγρών, όπως μπορεί να συμβαίνει στη
θεραπεία των αναπόφευκτων ή ημιτελών αποβολών ή στη διαχείριση της
αιμορραγίας μετά τον τοκετό, μπορεί να προκαλέσει δηλητηρίαση εξ’
ύδατος που συνδέονται με υπονατριαιμία. Το συνδυασμένο
αντιδιουρητικό αποτέλεσμα της ωκυτοκίνης και της ενδοφλέβιας
χορήγησης υγρών μπορεί να προκαλέσει υπερφόρτωση με υγρά που
οδηγεί σε μια αιμοδυναμική μορφή οξέος πνευμονικού οιδήματος χωρίς
υπονατριαιμία. Για την αποφυγή αυτών των σπάνιων επιπλοκών, οι
ακόλουθες προφυλάξεις πρέπει να τηρούνται όταν οι υψηλές δόσεις
ωκυτοκίνης χορηγούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα: πρέπει να
χρησιμοποιείται ένας διαλύτης που περιέχει ηλεκτρολύτες (όχι
δεξτρόζη), ο όγκος της έγχυσης υγρού θα πρέπει να διατηρείται σε
χαμηλά επίπεδα (με την έγχυση ωκυτοκίνης σε υψηλότερη συγκέντρωση
από ότι συνιστάται για την πρόκληση ή την τόνωση του τοκετού σε
διάρκεια), περιορισμένη πρόσληψη υγρών από το στόμα, ένα ρευστό
γράφημα πρέπει να διατηρηθεί σε ισορροπία, και ηλεκτρολύτες ορού θα
πρέπει να μετρώνται όταν υπάρχει υποψία ηλεκτρολυτικής διαταραχής.
Νεφρική δυσλειτουργία
Πρέπει να δίνεται προσοχή σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική
δυσλειτουργία λόγω της πιθανής κατακράτησης νερού και πιθανής
συσσώρευσης της ωκυτοκίνης (βλέπε παράγραφο 5.2 «Φαρμακοκινητικές
Ιδιότητες»).
4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Αλληλεπίδραση με αποτέλεσμα την ταυτόχρονη χρήση δεν
συνιστάται
Προσταγλανδίνες και τα ανάλογα τους
Οι προσταγλανδίνες και τα ανάλογά τους διευκολύνουν τη σύσπαση του
μυομητρίου, ως εκ τούτου η ωκυτοκίνη μπορεί να ενισχύσει την μητριαία
δράση των προσταγλανδινών και των αναλόγων τους και αντιστρόφως
(βλ. παράγραφο 4.3 «Αντενδείξεις»).
Φάρμακα που επιμηκύνουν το διάστημα QT
Η ωκυτοκίνη θα πρέπει να θεωρείται ως δυνητικά αρρυθμιογόνος,
ιδιαίτερα σε ασθενείς με άλλους παράγοντες κινδύνου για κοιλιακή
9
ταχυκαρδία δίκην ριπιδίου όπως φάρμακα που παρατείνουν το διάστημα
QT ή σε ασθενείς με ιστορικό συνδρόμου μακρού QT (βλ. παράγραφο 4.4
«Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση»).
10
Αλληλεπιδράσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη
Εισπνεόμενα αναισθητικά
Ορισμένα εισπνεόμενα αναισθητικά (π.χ., κυκλοπροπάνιο, αλοθάνιο,
σεβοφλουράνιο ντεσφλουράνιο), έχουν χαλαρωτική επίδραση στη μήτρα
και παράγουν μια αξιοσημείωτη αναστολή του τόνου της μήτρας και ως
εκ τούτου, μπορεί να μειώσουν την ωκυτοκική δράση της ωκυτοκίνης. Η
ταυτόχρονη χρήση τους με την ωκυτοκίνη έχει επίσης αναφερθεί ότι
προκαλεί διαταραχές του καρδιακού ρυθμού.
Αγγειοσυσσπαστικά / Συμπαθομιμητικά
Η ωκυτοκίνη μπορεί να ενισχύσει τις αγγειοσυσταλτικές επιδράσεις των
αγγειοσυσπαστικών και συμπαθομιμητικών, ακόμη και αυτών που
περιέχονται σε τοπικά αναισθητικά.
Ουραία αναισθητικά
Όταν χορηγείται κατά τη διάρκεια ή μετά την ουραία αναισθησία, η
ωκυτοκίνη μπορεί να ενισχύσει την υπερτασική δράση των
αγγειοσυσπαστικών συμπαθητικομιμητικών φάρμακων.
4.6. Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες αναπαραγωγής σε ζώα με την ωκυτοκίνη.
Με βάση την ευρεία εμπειρία με αυτό το φάρμακο καθώς επίσης και τnν
χημική του δομή και τις φαρμακολογικές του ιδιότητες, δεν αναμένεται
να παρουσιάσει κίνδυνο εμβρυϊκών ανωμαλιών εφόσον χρησιμοποιείται
όπως υποδεικνύεται.
Η ωκυτοκίνη μπορεί να βρεθεί σε μικρές ποσότητες στο μητρικό γάλα.
Ωστόσο, η ωκυτοκίνη δεν αναμένεται να προκαλέσει βλαβερές
επιδράσεις στο νεογνό, διότι περνά στο πεπτικό σύστημα όπου υπόκειται
σε ταχεία αδρανοποίηση.
4.7. Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων
Η ωκυτοκίνη μπορεί να προκαλέσει τοκετό, ως εκ τούτου απαιτείται
προσοχή κατά την οδήγηση ή το χειρισμό μηχανημάτων. Γυναίκες με
συσπάσεις της μήτρας δεν θα πρέπει να οδηγούν ή να χειρίζονται
μηχανήματα.
4.8. Ανεπιθύμητες Ενέργειες
Δεδομένου ότι υπάρχει ευρεία διακύμανση στην ευαισθησία της μήτρας,
σπασμός της μήτρας μπορεί να προκληθεί σε ορισμένες περιπτώσεις και
από δόσεις που συνήθως θεωρούνται ότι είναι χαμηλές. Όταν η
ωκυτοκίνη χρησιμοποιείται με ενδοφλέβια έγχυση για την πρόκληση ή
την τόνωση τοκετού, χορήγηση σε πάρα πολύ υψηλές δόσεις, οδηγεί σε
υπερδιέγερση της μήτρας η οποία μπορεί να προκαλέσει εμβρυϊκή
11
δυσχέρεια, ασφυξία και θάνατο, ή μπορεί να οδηγήσει σε
υπερτονικότητα, τετανικές συσπάσεις, βλάβη μαλακών ιστών ή ρήξη της
μήτρας.
12
Η ταχεία ενδοφλέβια ένεση ωκυτοκίνης σε δόσεις που ανέρχονται σε
αρκετές μονάδες (IU) μπορεί να οδηγήσει σε οξεία βραχείας-διάρκειας
υπόταση που συνοδεύεται από έξαψη και αντανακλαστική ταχυκαρδία
(βλέπε παράγραφο 4.4 «Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά
τη χρήση»). Αυτές οι ταχείες αιμοδυναμικές αλλαγές μπορεί να
οδηγήσουν σε ισχαιμία του μυοκαρδίου, ιδιαίτερα σε ασθενείς με
προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο. Η ταχεία ενδοφλέβια ένεση
ωκυτοκίνης σε δόσεις που ανέρχονται σε αρκετές IU μπορεί επίσης να
οδηγήσει σε παράταση του QTc.
Σε σπάνιες περιπτώσεις, η φαρμακολογική επαγωγή του τοκετού
χρησιμοποιώντας παράγοντες που αυξάνουν τον μυϊκό τόνο της μήτρας,
συμπεριλαμβανομένης της ωκυτοκίνης, αυξάνει τον κίνδυνο επιλόχειας
διάχυτης ενδαγγειακής πήξης λ. παράγραφο 4.4 «Ειδικές
προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση»).
Δηλητηρίαση εξ’ ύδατος
Δηλητηρίαση εξ’ ύδατος που συνδέεται με μητρική και νεογνική
υπονατριαιμία έχει αναφερθεί σε περιπτώσεις όπου έχουν χορηγηθεί
υψηλές δόσεις ωκυτοκίνης μαζί με μεγάλες ποσότητες υγρών χωρίς
ηλεκτρολύτες για παρατεταμένη χρονική περίοδο (βλέπε παράγραφο 4.4
«Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση»). Το
συνδυασμένο αντιδιουρητικό αποτέλεσμα της ωκυτοκίνης και της
ενδοφλέβιας χορήγησης υγρών μπορεί να προκαλέσει υπερφόρτωση
υγρών που οδηγεί σε μια αιμοδυναμική μορφή οξέος πνευμονικού
οιδήματος, χωρίς υπονατριαιμία λ. παράγραφο 4.4. «Ειδικές
προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση»).
Τα συμπτώματα της δηλητηρίασης εξ’ ύδατος περιλαμβάνουν:
1. Κεφαλαλγία, ανορεξία, ναυτία, έμετο και κοιλιακό άλγος.
2. Λήθαργος, υπνηλία, απώλεια των αισθήσεων και επιληπτικές κρίσεις
τύπου grand-mal.
3. Χαμηλή αρτηριακή συγκέντρωση ηλεκτρολυτών.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες (Πίνακες 1 και 2) κατατάσσονται ανάλογα με
την συχνότητα εμφάνισής τους, ξεκινώντας από τη συχνότερη, και
χρησιμοποιώντας την ακόλουθη σύμβαση: πολύ συχνές (≥ 1/10), συχνές
(≥ 1/100, < 1/10), όχι συχνές (≥ 1/1.000, < 1/100), σπάνιες (≥ 1/10.000,
< 1/1.000), πολύ σπάνιες (< 1/10.000), συμπεριλαμβανομένων
μεμονωμένων αναφορών, μη γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν με
βάση τα διαθέσιμα δεδομένα). Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που
συνοψίζονται παρακάτω βασίζονται σε αποτελέσματα κλινικών δοκιμών,
καθώς και σε αναφορές μετά την κυκλοφορία.
13
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου που προέρχονται από την
εμπειρία μετά την κυκλοφορία της ωκυτοκίνης προέρχονται μέσω
αυθόρμητων αναφορών περιπτώσεων και βιβλιογραφικών περιπτώσεων.
Επειδή αυτές οι ενέργειες αναφέρθηκαν εθελοντικά από ένα πληθυσμό
αβέβαιου μεγέθους, δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί με ακρίβεια η
συχνότητά τους, η οποία ως εκ τούτου έχει χαρακτηριστεί ως μη
γνωστές. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου παρατίθενται
σύμφωνα με την κατηγορία οργανικού συστήματος κατά MedDRA. Εντός
κάθε κατηγορίας οργανικού συστήματος, οι ανεπιθύμητες ενέργειες του
φαρμάκου παρατίθενται κατά φθίνουσα σειρά σοβαρότητας.
Πίνακας 1: Ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου στην μητέρα
Κατηγορία οργανικού
συστήματος
Ανεπιθύμητη ενέργεια
Διαταραχές του ανοσοποιητικού
συστήματος
Σπάνιες:
αναφυλακτική/αναφυλακτοειδής
αντίδραση που συνδέεται με
δύσπνοια, υπόταση ή
αναφυλακτική/αναφυλακτοειδή
καταπληξία
Διαταραχές του νευρικού
συστήματος
Συχνές: πονοκέφαλος
Καρδιακές διαταραχές
Συχνές: ταχυκαρδία, βραδυκαρδία
Όχι συχνές: αρρυθμία
Μη γνωστές: ισχαιμία του
μυοκαρδίου, παρατεταμένο
διάστημα QT
Αγγειακές διαταραχές Μη γνωστές: υπόταση, αιμορραγία
Διαταραχές του γαστρεντερικού
Συχνές: ναυτία, έμετος
Διαταραχές του δέρματος και του
υποδόριου ιστού
Σπάνιες: εξάνθημα
Καταστάσεις της κύησης, της
λοχείας και της περιγεννητικής
περιόδου
Μη γνωστές: υπερτονικότητα
μήτρας, τετανικές συσπάσεις, ρήξη
μήτρας
Διαταραχές του μεταβολισμού και
της θρέψης
Μη γνωστές: δηλητηρίαση εξ’
ύδατος, μητρική υπονατριαιμία
Διαταραχές του αναπνευστικού
συστήματος, του θώρακα και του
μεσοθωράκιου
Μη γνωστές: οξύ πνευμονικό
οίδημα
Γενικές διαταραχές και
καταστάσεις της οδού χορήγησης
Μη γνωστές: έξαψη
Διαταραχές του αιμοποιητικού και
του λεμφικού συστήματος
Μη γνωστές: διάχυτη ενδαγγειακή
πήξη
Διαταραχές του δέρματος και του
υποδόριου ιστού
Μη γνωστές: αγγειοοίδημα
14
Πίνακας 2: Ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου στο
έμβρυο/νεογνό
Κατηγορία οργανικού
συστήματος
Ανεπιθύμητη ενέργεια
Καταστάσεις της κύησης, της
λοχείας και της περιγεννητικής
περιόδου
Μη γνωστές: εμβρυϊκή δυσχέρεια,
ασφυξία και θάνατος
Διαταραχές του μεταβολισμού και
της θρέψης
Μη γνωστές: εμβρυϊκή
υπονατριαιμία
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους
επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του
εθνικού συστήματος αναφοράς
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 213 2040380/337
Φαξ: + 30 210 6549585
Ιστότοπος: http://www.eof.gr
4.9. Υπερδοσολογία
Η θανατηφόρα δόση της ωκυτοκίνης δεν έχει τεκμηριωθεί. Η ωκυτοκίνη
υπόκειται σε αδρανοποίηση από πρωτεολυτικά ένζυμα του πεπτικού
σωλήνα. Ως εκ τούτου, δεν απορροφάται από το έντερο και δεν είναι
πιθανόν να έχει τοξικές επιδράσεις κατά την κατάποση.
Τα συμπτώματα και οι συνέπειες της υπερδοσολογίας είναι εκείνα που
αναφέρονται στις παραγράφους 4.4 «Ειδικές προειδοποιήσεις και
προφυλάξεις κατά τη χρήση» και 4.8 «Ανεπιθύμητες ενέργειες».
Επιπλέον, ως αποτέλεσμα της υπερδιέγερσης της μήτρας, έχουν
αναφερθεί αποκόλληση πλακούντα και / ή εμβολή αμνιακού υγρού.
Θεραπεία:
όταν σημεία ή συμπτώματα υπερδοσολογίας εμφανίζονται
κατά τη διάρκεια συνεχούς ενδοφλέβιας χορήγησης ωκυτοκίνης, η
έγχυση θα πρέπει να διακοπεί αμέσως και θα πρέπει να δοθεί οξυγόνο
στη μητέρα. Σε περιπτώσεις δηλητηρίασης εξ’ ύδατος είναι απαραίτητο
να περιοριστεί η πρόσληψη υγρών, να προκληθεί διούρηση, να διορθωθεί
n ηλεκτρολυτική διαταραχή και να ελεγχθούν οι σπασμοί που μπορεί να
υπάρξουν. Σε περίπτωση κώματος, πρέπει να διατηρηθεί ελεύθερος ένας
αεραγωγός με μέτρα ρουτίνας που χρησιμοποιούνται κατά την νοσηλεία
ενός αναίσθητου ασθενούς.
15
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: ορμόνες οπίσθιου λοβού της υπόφυσης
Κωδικός ATC: Η01Β Β02
16
5.1. Φαρμακοδυναμικές Ιδιότητες
Μηχανισμός δράσης
Η ωκυτοκίνη είναι ένα κυκλικό εννεαπεπτίδιο που λαμβάνεται με χημική
σύνθεση. Αυτή η συνθετική μορφή είναι ταυτόσημη με την φυσική
ορμόνη που είναι αποθηκευμένη στον οπίσθιο λοβό της υπόφυσης και
απελευθερώνεται στη συστηματική κυκλοφορία ως απάντηση στη
γαλουχία και στον τοκετό.
Η ωκυτοκίνη διεγείρει τον λείο μυ της μήτρας, πιο δυναμικά προς το
τέλος της κύησης, κατά τη διάρκεια του τοκετού και αμέσως μετά τον
τοκετό. Ταυτόχρονα, αυξάνονται οι υποδοχείς οξυτοκίνης στο
μυομήτριο.
Οι υποδοχείς της ωκυτοκίνης είναι υποδοχείς που συνδέονται με G-
πρωτεΐνες. Η ενεργοποίηση του υποδοχέα από την ωκυτοκίνη προκαλεί
απελευθέρωση ασβεστίου από ενδοκυτταρικά αποθέματα και ως εκ
τούτου οδηγεί σε σύσπαση του μυομητρίου.
Η ωκυτοκίνη προκαλεί ρυθμικές συσπάσεις στο ανώτερο τμήμα της
μήτρας, παρόμοιες σε συχνότητα, ένταση και διάρκεια με εκείνες που
παρατηρούνται κατά τη διάρκεια του τοκετού.
Όντας συνθετική, η ωκυτοκίνη δεν περιέχει βαζοπρεσσίνη, ωστόσο, η
ωκυτοκίνη κατέχει κάποια ασθενή ενδογενή αντιδιουρητική
δραστηριότητα παρόμοια με εκείνη της βαζοπρεσσίνης.
Με βάση in vitro μελέτες, η παρατεταμένη έκθεση της ωκυτοκίνης είχε
αναφερθεί ότι προκαλεί απευαισθητοποίηση των υποδοχέων της
ωκυτοκίνης πιθανώς λόγω ρύθμισης προς τα κάτω των θέσεων
δέσμευσης της ωκυτοκίνης, αποσταθεροποίηση των mRNA υποδοχέων
της ωκυτοκίνης και μετατόπιση των υποδοχέων της ωκυτοκίνης
ενδοκυττάρια.
Τα επίπεδα στο πλάσμα και η έναρξη / διάρκεια της ισχύος
Ενδοφλέβια έγχυση. Όταν η ωκυτοκίνη δίνεται με συνεχή ενδοφλέβια
έγχυση σε δόσεις κατάλληλες για την πρόκληση ή την τόνωση του
τοκετού, η ανταπόκριση της μήτρας είναι σταδιακή και φθάνει συνήθως
σε μια σταθερή κατάσταση εντός 20 έως 40 λεπτά. Τα αντίστοιχα
επίπεδα πλάσματος της ωκυτοκίνης είναι συγκρίσιμα με εκείνα που
μετρώνται κατά τη διάρκεια του αυθόρμητου πρώτου σταδίου του
τοκετού. Για παράδειγμα, τα επίπεδα της ωκυτοκίνης στο πλάσμα σε 10
έγκυες γυναίκες που έλαβαν 4 χιλιοστομονάδες ανά λεπτό με ενδοφλέβια
έγχυση ήταν 2-5 μικρομονάδες / mL. Μετά την διακοπή της έγχυσης, ή
μετά από μια σημαντική μείωση του ρυθμού έγχυσης, π.χ. στην
περίπτωση της υπερδιέγερσης, η δραστηριότητα της μήτρας μειώνεται
γρήγορα, αλλά μπορεί να συνεχίσει σε ένα επαρκές χαμηλότερο επίπεδο.
17
18
5.2. Φαρμακοκινητικές Ιδιότητες
Απορρόφηση
Τα επίπεδα της ωκυτοκίνης στο πλάσμα σε έγκυες γυναίκες που έλαβαν 4
χιλιοστομονάδες ανά λεπτό με ενδοφλέβια έγχυση ήταν 2-5 μικρομονάδες /
mL.
Κατανομή
Η σταθερή κατάσταση όγκου της κατανομής που καθορίστηκε σε 6 υγιείς
εθελοντές μετά από ενδοφλέβια ένεση είναι 12,2 L ή 0,17 L / kg. Η σύνδεση
με πρωτεΐνες του πλάσματος είναι αμελητέα για την ωκυτοκίνη. Διαπερνά
τον πλακούντα και προς τις δύο κατευθύνσεις. Η ωκυτοκίνη μπορεί να
βρεθεί σε μικρές ποσότητες στο μητρικό γάλα.
Βιομετατροπή/Μεταβολισμός
Η Oxytocinase είναι μια αμινοπεπτιδάση γλυκοπρωτεΐνη που παράγεται κατά
τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και εμφανίζεται στο πλάσμα. Είναι ικανή να
αποικοδόμησει την ωκυτοκίνη. Παράγεται τόσο από τη μητέρα όσο και από
το έμβρυο. Το ήπαρ και τα νεφρά παίζουν σημαντικό ρόλο στον
μεταβολισμό και την εκκαθάριση της ωκυτοκίνης από το πλάσμα. Έτσι, το
ήπαρ, τα νεφρά και η συστηματική κυκλοφορία συμβάλλουν στην
βιομετατροπή της ωκυτοκίνης.
Απέκκριση
Ο χρόνος ημιζωής της ωκυτοκίνης στο πλάσμα κυμαίνεται από 3 έως 20
λεπτά. Οι μεταβολίτες απεκκρίνονται στα ούρα, ενώ λιγότερο από το 1%
της ωκυτοκίνης απεκκρίνεται αμετάβλητο στα ούρα. Στην έγκυο γυναίκα τα
ποσά του μεταβολικού ρυθμού κάθαρσης είναι 20 ml / kg / λεπτό.
Νεφρική δυσλειτουργία
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία.
Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την απέκκριση της ωκυτοκίνης και την
μειωμένη απέκκρισή της, μέσω των ούρων λόγω των αντιδιουρητικών
ιδιοτήτων, η πιθανή συσσώρευση της ωκυτοκίνης μπορεί να οδηγήσει σε
παρατεταμένη δράση.
Ηπατική δυσλειτουργία
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σε ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια.
Φαρμακοκινητικές μεταβολές σε ασθενείς με διαταραχή της ηπατικής
λειτουργίας είναι απίθανες, δεδομένου του ότι το ένζυμο που μεταβολίζει
την ωκυτοκίνη η oxytocinase, δεν περιορίζεται μόνο στο συκώτι και τα
επίπεδα της oxytocinase στον πλακούντα έχουν αυξηθεί σημαντικά. Ως εκ
τούτου, βιομετατροπή της ωκυτοκίνης σε διαταραχή της ηπατικής
λειτουργίας μπορεί να μην οδηγήσει σε σημαντικές αλλαγές στη μεταβολική
κάθαρση της ωκυτοκίνης.
19
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα προκλινικά δεδομένα για την ωκυτοκίνη δεν αποκαλύπτουν ιδιαίτερο
κίνδυνο για τον άνθρωπο με βάση τις συμβατικές μελέτες εφάπαξ δόσης,
οξείας τοξικότητας, γονοτοξικότητας και μεταλλαξιογένεσης.
20
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1. Κατάλογος εκδόχων: χλωροβουτανόλη (ημιένυδρη), οξικό οξύ
παγόμορφο & ύδωρ για ενέσιμα.
6.2. Ασυμβατότητες:
Η ωκυτοκίνη δεν πρέπει να εγχέεται μέσω του ίδιου οργάνου, όπως αίμα ή
πλάσμα, επειδή οι δεσμοί πεπτιδίων αδρανοποιούνται γρήγορα από ένζυμα-
αδρανοποιητές της ωκυτοκίνης. Υπάρχει ασυμβατότητα με διαλύματα που
περιέχουν μεταθειώδες νάτριο ως σταθεροποιητή.
6.3. Διάρκεια ζωής
2 χρόνια.
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Φυλάσσετε σε ψυγείο (2°C - 8°C). Φυλάσσετε στην αρχική συσκευασία
και μέσα στο εξωτερικό κουτί για να προστατεύεται από το φως. Μην
καταψύχετε.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
Χάρτινο κουτί με τυπωμένες όλες τις απαιτούμενες επισημάνσεις.
Το κουτί περιέχει το φύλλο οδηγιών και 1 blister (αλουμινίου/PVC) με 1 ή 2
φύσιγγες. Στο blister είναι τυπωμένες όλες οι απαιτούμενες επισημάνσεις.
6.6. Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Η ωκυτοκίνη είναι συμβατή με τα παρακάτω διαλύματα έγχυσης, αλλά η
δέουσα προσοχή πρέπει να δοθεί στην ανάγκη χρησιμοποίησης των
διαλυμάτων ηλεκτρολυτών σε μεμονωμένους ασθενείς: νάτριο / χλωριούχο
κάλιο (103mmol Na
+
και 51mmol K
+
) διττανθρακικό νάτριο 1,39%, χλωριούχο
νάτριο 0,9%, νάτριο γαλακτικό 1,72%, δεξτρόζη 5%, λεβουλόζη 20%,
macrodex 6%, rheomacrodex 10%, διάλυμα Ringer.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
GAP A.E.
Αγησιλάου 46
Αγ. Δημήτριος
173 41, Αθήνα
Τηλ.: 2109310980-4
Fax: 2109338759
8. ΑΡΙΘΜΟΣ (ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 15689/23-7-2013
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ:
7-6-1980 / 18-2-2013
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ:
21