ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟЇΟΝΤΟΣ
ZOVIRAX
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Ζovirax I.V. 250mg: Κάθε φιαλίδιο περιέχει αποστειρωμένη λευκή
προς λευκίζουσα λυόφιλη σκόνη του μετά νατρίου άλατος της
ακικλοβίρης, ισοδύναμη με 250mg ακικλοβίρης.
Aciclovir Sodium: 9-{(2-hydroxy-ethoxy) methyl} guanine sodium.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Κόνις για διάλυμα προς έγχυση.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το Zovirax I.V ενδείκνυται για:
- θεραπεία των λοιμώξεων από απλό έρπητα (
Herpes
S
implex
Virus
-
HSV
)
σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς
και τη σοβαρή πρωτολοίμωξη
από έρπητα των γεννητικών οργάνων σε μη ανοσοκατασταλμένους
ασθενείς
- προφύλαξη από λοιμώξεις από απλό έρπητα (HSV
)
σε
ανοσοκατασταλμένους ασθενείς
- θεραπεία των λοιμώξεων από τον ιό ανεμευλογιάς- έρπητα ζωστήρα
(
Varicella zoster)
- θεραπεία της ερπητικής εγκεφαλίτιδας
- θεραπεία των λοιμώξεων από απλό έρπητα (HSV
)
σε νεογνά και
βρέφη έως 3 μηνών
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Τρόπος χορήγησης: Ενδοφλέβια στάγδην (έγχυση) σε διάστημα 1 ώρας.
Η διάρκεια θεραπείας με Zovirax I.V. συνήθως διαρκεί 5 ημέρες, αλλά
μπορεί να αναπροσαρμόζεται ανάλογα με την κατάσταση και την
ανταπόκριση του ασθενούς στη θεραπεία. Η διάρκεια της θεραπείας για
την ερπητική εγκεφαλίτιδα συνήθως διαρκεί 10 ημέρες. Η θεραπεία για
νεογνικό έρπητα συνήθως διαρκεί 14-21 ημέρες.
Σε παχύσαρκους ασθενείς θα πρέπει να χορηγείται η δόση ενηλίκων
χρησιμοποιώντας για τον υπολογισμό το ιδανικό βάρος σώματος και όχι
το πραγματικό βάρος σώματος.
1
Δοσολογία σε ενήλικες
Θεραπεία απλού έρπητα:
Σε ασθενείς με λοίμωξη από τον ιό HSV (εκτός από τις περιπτώσεις
ερπητικής εγκεφαλίτιδας) το Zovirax I.V. για ενδοφλέβια έγχυση πρέπει να
χορηγείται σε δόσεις 5mg/kg σωματικού βάρους ανά 8ωρο εφόσον δεν
υπάρχει νεφρική δυσλειτουργία.
Σε ασθενείς με ερπητική εγκεφαλίτιδα, το Zovirax I.V. για ενδοφλέβια
έγχυση πρέπει να χορηγείται σε δόσεις 10mg/kg ανά 8ωρο, εφόσον δεν
υπάρχει νεφρική δυσλειτουργία.
Θεραπεία έρπητα ζωστήρα και ανεμευλογιάς:
Σε ασθενείς με λοίμωξη από τον ιό Varicella zoster ιτο Zovirax I.V. για
ενδοφλέβια έγχυση πρέπει να χορηγείται σε δόσεις 5mg/kg σωματικού
βάρους ανά 8ωρο εφόσον δεν υπάρχει νεφρική δυσλειτουργία.
Σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς με λοίμωξη από τον ιό Varicella zoster
θα πρέπει να χορηγείται Zovirax I.V. για ενδοφλέβια έγχυση σε δόσεις
10mg/kg σωματικού
βάρους ανά 8ωρο εφόσον δεν υπάρχει νεφρική δυσλειτουργία.
Δοσολογία σε νεογνά και παιδιά
Η δόση του Zovirax I.V. για ενδοφλέβια έγχυση σε νεογνά και παιδιά
ηλικίας μεταξύ 3 μηνών και 12 ετών υπολογίζεται με βάση την επιφάνεια
του σώματος.
Θεραπεία απλού έρπητα:
Σε νεογνά και παιδιά ηλικίας 3 μηνών και άνω με λοίμωξη από τον ιό HSV
(εκτός από τις περιπτώσεις ερπητικής εγκεφαλίτιδας), το Zovirax I.V. για
ενδοφλέβια έγχυση πρέπει να χορηγείται σε δόση 250mg ανά
τετραγωνικό μέτρο επιφάνειας σώματος, ανά ρο εφόσον δεν υπάρχει
νεφρική δυσλειτουργία.
Σε ανοσοκατεσταλμένα παιδιά με λοίμωξη από τον ιό HSV ή με ερπητική
εγκεφαλίτιδα, το Zovirax I.V. για ενδοφλέβια έγχυση πρέπει να χορηγείται
σε δόση 500mg ανά τετραγωνικό μέτρο επιφάνειας σώματος ανά 8ωρο,
εφόσον δεν υπάρχει νεφρική δυσλειτουργία.
Σε παιδιά που παρουσιάζουν διαταραχή της νεφρικής λειτουργίας,
απαιτείται κατάλληλη τροποποίηση της χορηγούμενης δόσης, ανάλογα με
το βαθμό της διαταραχής (βλέπε χορήγηση σε νεφρική δυσλειτουργία)..
Θεραπεία ζωστήρα ανεμευλογιάς:
Σε νεογνά και παιδιά με λοίμωξη από τον ιό Varicella zoster θα πρέπει να
χορηγηθεί Zovirax I.V. για ενδοφλέβια έγχυση σε δόσεις 250 mg ανά
τετραγωνικό μέτρο επιφάνειας σώματος ανά 8ωρο εφόσον δεν υπάρχει
νεφρική δυσλειτουργία.
2
Σε ανοσοκατασταλμένα νεογνά και παιδιά με λοίμωξη από τον ιό Varicella
zoster θα πρέπει να χορηγείται Zovirax I.V. για ενδοφλέβια έγχυση σε
δόσεις 500mg ανά τετραγωνικό μέτρο επιφάνειας σώματος ανά 8ωρο
εφόσον δεν υπάρχει νεφρική δυσλειτουργία.
Σε νεογνά και παιδιά που παρουσιάζουν διαταραχή της νεφρικής
λειτουργίας, απαιτείται μια κατάλληλη τροποποίηση της χορηγούμενης
δόσης, ανάλογα με το βαθμό της διαταραχής (βλέπε χορήγηση σε
νεφρική δυσλειτουργία).
Δοσολογία σε νεογνά και βρέφη μέχρι 3 μηνών
Η δοσολογία του ενεσίμου Zovirax για ενδοφλέβια έγχυση σε νεογνά,
υπολογίζεται με βάση το σωματικό βάρος.
Η συνιστώμενη αγωγή για θεραπεία γνωστού ή υποπτευόμενου νεογνικού
έρπητα είναι Zovirax IV 20 mg/kg βάρους σώματος κάθε 8 ώρες για 21
ημέρες και αφορά τόσο τη διάχυτη νόσο όσο και τη νόσο του ΚΝΣ, ή για
14 ημέρες για τη νόσο που περιορίζεται στο δέρμα και τους
βλεννογόνους. Για ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία απαιτείται
κατάλληλα τροποποιημένη δόση, ανάλογα με το βαθμό της
δυσλειτουργίας (βλέπε χορήγηση σε νεφρική δυσλειτουργία).
Δοσολογία σε ηλικιωμένους
Θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο νεφρικής δυσλειτουργίας σε
ηλικιωμένους και η δοσολογία να αναπροσαρμόζεται αναλόγως (βλέπε
χορήγηση σε νεφρική δυσλειτουργία ).
Πρέπει να διατηρείται επαρκής ενυδάτωση
Σε ηλικιωμένα άτομα, η συνολική κάθαρση της ακικλοβίρης από το σώμα
μειώνεται παράλληλα με την κάθαρση της κρεατινίνης. Ιδιαίτερη
προσοχή πρέπει να δίνεται στους ηλικιωμένους ασθενείς με
διαταραγμένη νεφρική λειτουργία, όσον αφορά τη μείωση της
χορηγούμενης δοσολογίας.
Χορήγηση σε νεφρική δυσλειτουργία
Σε ασθενείς που παρουσιάζουν διαταραχή της νεφρικής λειτουργίας, το
Zovirax I.V. για ενδοφλέβια έγχυση πρέπει να χορηγείται με προσοχή. Στις
περιπτώσεις αυτές, συνιστώνται οι ακόλουθες αναπροσαρμογές της
δοσολογίας, ενώ θα πρέπει να διατηρείται επαρκής ενυδάτωση.
Η αναπροσαρμογή της δοσολογίας για ασθενείς με νεφρική
δυσλειτουργία βασίζεται στην κάθαρση κρεατινίνης, σε μονάδες mL/min
για τους ενήλικες και εφήβους και σε μονάδες ml/min/1.73m
2
για βρέφη
και παιδιά κάτω των 13 ετών.
Πίνακας 1: Αναπροσαρμογή της δοσολογίας για ενδοφλέβια ακικλοβίρη,
σε ενήλικες και εφήβους με νεφρική ανεπάρκεια για τη θεραπεία των
λοιμώξεων από τον ιό του απλού έρπητα.
3
Κάθαρση κρεατινίνης ΔΟΣΟΛΟΓΙΑ
25-50ml/min Συνιστώμενη δόση 5 ή 10mg/kg σωματικού
βάρους κάθε 12 ώρες
10-25ml/min Συνιστώμενη δόση 5 ή 10mg/kg σωματικού
βάρους κάθε 24 ώρες
0 (ανουρία) - 10ml/min Η συνιστώμενη δόση (5 ή 10mg/kg σωματικού
βάρους) πρέπει να υποδιπλασιάζεται και να
χορηγείται κάθε 24 ώρες.
Ασθενείς που
υποβάλλονται σε
αιμοκάθαρση
Για ασθενείς που υποβάλλονται σε
αιμοκάθαρση η παραπάνω συνιστώμενη δόση
(5 ή 10 mg/kg) πρέπει να υποδιπλασιάζεται
και να χορηγείται κάθε 24 ώρες και μετά από
την αιμοκάθαρση.
Πίνακας 2: Αναπροσαρμογή της δοσολογίας για ενδοφλέβια ακικλοβίρη,
σε νεογνά βρέφη και παιδιά με νεφρική ανεπάρκεια για τη θεραπεία των
λοιμώξεων από τον ιό του απλού έρπητα.
Κάθαρση κρεατινίνης ΔΟΣΟΛΟΓΙΑ
25 - 50ml/min/1.73m
2
Συνιστώμενη δόση 250 ή 500mg/m
2
επιφανείας σώματος ή 20mg/kg σωματικού
βάρους) κάθε 12 ώρες
10 - 25ml/min/1.73m
2
Συνιστώμενη δόση 250 ή 500mg/m
2
επιφανείας σώματος ή 20mg/kg σωματικού
βάρους) κάθε 24 ώρες
0 (ανουρία) -
10ml/min/1.73m
2
Η συνιστώμενη δόση (250 ή 500mg/m
2
επιφανείας σώματος ή 20mg/kg σωματικού
βάρους) πρέπει να υποδιπλασιάζεται και να
χορηγείται κάθε 24 ώρες.
Ασθενείς που
υποβάλλονται σε
αιμοκάθαρση
Για ασθενείς που υποβάλλονται σε
αιμοκάθαρση η παραπάνω συνιστώμενη δόση
(250 ή 500 mg/m
2
επιφανείας σώματος ή
20mg/kg σωματικού βάρους) πρέπει να
υποδιπλασιάζεται και να χορηγείται κάθε 24
ώρες και μετά από την αιμοκάθαρση.
Ανασύσταση του Διαλύματος Έγχυσης
4
Η ανασύσταση κάθε φιαλιδίου Zovirax I.V. για έγχυση γίνεται
προσθέτοντας τις παρακάτω ποσότητες Ενέσιμου Ύδατος ή διαλύματος
Χλωριούχου Νατρίου Ενδοφλέβιας Έγχυσης (0.9%) w/v). Τα διαλύματα που
λαμβάνονται είναι περιεκτικότητας 25mg/ml σε ακικλοβίρη.
Συσκευασία Όγκος υγρού για την
ανασύσταση
250mg/vial 10ml
Ανάλογα με την υπολογιζόμενη δόση καθορίζεται και ο απαιτούμενος
αριθμός και η περιεκτικότητα των φιαλιδίων που πρόκειται να
χρησιμοποιηθούν.
Για την ανασύσταση του περιεχομένου ενός φιαλιδίου προστίθεται ο
συνιστούμενος όγκος υγρού έγχυσης και ακολουθεί ήπια ανάδευση μέχρι
πλήρους διαλύσεως της κόνεως.
Χορήγηση
Η απαιτούμενη δόση Zovirax I.V. για έγχυση πρέπει να χορηγείται με
βραδεία ενδοφλέβια έγχυση διάρκειας μίας ώρας.
Μετά την ανασύσταση το Zovirax I.V. για έγχυση, συγκέντρωσης
ακικλοβίρης 25mg/ml, μπορεί να χορηγηθεί μέσω αντλίας ελεγχόμενου
ρυθμού έγχυσης. Εναλλακτικά το ανασυσταθέν διάλυμα μπορεί να
αραιωθεί περαιτέρω για να προκύψει διάλυμα ακικλοβίρης συγκέντρωσης
όχι μεγαλύτερης από 5mg/ml (0,5% w/v), που θα εγχυθεί.
Για την αραίωση προστίθεται ο απαιτούμενος όγκος ανασυσταθέντος
διαλύματος στο επιλεγέν διάλυμα έγχυσης, σύμφωνα με τις παρακάτω
οδηγίες, και αναταράσσεται έντονα ώστε να γίνει καλή ανάμειξη.
Στην περίπτωση παιδιών και νεογνών όπου ο χρησιμοποιούμενος όγκος
υγρού έγχυσης θα πρέπει να είναι ο μικρότερος δυνατός, συνιστάται η
αραίωση να βασίζεται στην προσθήκη της αναγκαίας κατά περίπτωση
ποσότητας ανασυσταθέντος διαλύματος σε 20ml υγρού έγχυσης.
Για ενήλικες συνιστάται η χρήση σάκων έγχυσης όγκου 100ml υγρού
έγχυσης έστω και αν η προκύπτουσα συγκέντρωση ακικλοβίρης είναι
σημαντικά μικρότερη της 0,5% w/v. Έτσι ένας σάκος έγχυσης όγκου
100ml μπορεί να χρησιμοποιηθεί για οποιαδήποτε δόση μεταξύ 250 και
500mg ακικλοβίρης (10 και 20ml ανασυσταθέντος διαλύματος) αλλά θα
χρειασθεί ένας δεύτερος σάκος για δόσεις μεταξύ 500-1000mg).
Όταν το Zovirax I.V. διαλύεται σύμφωνα με τις ανωτέρω οδηγίες τότε
είναι συμβατό με τα ακόλουθα υγρά έγχυσης και σταθερό για διάστημα
μέχρι 12 ώρες σε θερμοκρασία δωματίου (15-25C).
Διάλυμα χλωριούχου νατρίου για ενδοφλέβια έγχυση (0,45% και 0,9%
w/v).
5
Διάλυμα χλωριούχου νατρίου (0,18% w/v) και γλυκόζης 4,0% για
ενδοφλέβια έγχυση.
Διάλυμα γαλακτικού νατρίου για ενδοφλέβια έγχυση (διάλυμα Hertman).
Όταν το Zovirax I.V. για έγχυση αραιώνεται σύμφωνα με το ανωτέρω
σχήμα η συγκέντρωση ακικλοβίρης στο διάλυμα δεν υπερβαίνει το 0,5%
w/v.
4.3 Αντενδείξεις
Aντενδείκνυται σε ασθενείς με γνωστή υπερευαισθησία στην ακικλοβίρη
ή στη βαλακικλοβίρη ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Επαρκής ενυδάτωση πρέπει να διατηρείται σε ασθενείς που λαμβάνουν
ενδοφλέβια ή υψηλές δόσεις ακικλοβίρης.
Οι ενδοφλέβιες δόσεις πρέπει να χορηγούνται με έγχυση επί μία ώρα για
την αποφυγή καθίζησης της ακικλοβίρης στους νεφρούς. Ταχεία ή ένεση
bolus πρέπει να αποφεύγεται.
Ο κίνδυνος νεφρικής δυσλειτουργίας αυξάνεται με τη ταυτόχρονη
χορήγηση άλλων νεφροτοξικών φαρμάκων. Χρειάζεται προσοχή εάν
χορηγείται ενδοφλέβια ακικλοβίρη με άλλα νεφροτοξικά φάρμακα.
Χρήση σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία και σε ηλικιωμένους
ασθενείς:
Η ακικλοβίρη απεκκρίνεται μέσω νεφρικής κάθαρσης, επομένως η δόση
πρέπει να μειώνεται σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία (βλέπε
παράγραφο 4.2). Οι ηλικιωμένοι ασθενείς είναι πιθανό να έχουν μειωμένη
νεφρική λειτουργία και επομένως πρέπει να εξετάζεται η ανάγκη για
μείωση της δόσης σε αυτή την ομάδα ασθενών. Τόσο οι ηλικιωμένοι
ασθενείς όσο και οι ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία είναι σε αυξημένο
κίνδυνο ανάπτυξης νευρολογικών ανεπιθύμητων ενεργειών και θα πρέπει
να παρακολουθούνται στενά για ενδείξεις τέτοιων καταστάσεων. Στις
αναφερθείσες περιπτώσεις αυτές οι αντιδράσεις ήταν γενικά
αναστρέψιμες με τη διακοπή της θεραπείας (βλέπε παράγραφο 4.8).
Ιδιαίτερη προσοχή αναφορικά με τη νεφρική λειτουργία, πρέπει να δίδεται
στους ασθενείς εκείνους που λαμβάνουν Zovirax I.V. για ενδοφλέβια
έγχυση σε υψηλότερες δόσεις (π.χ. για ερπητική εγκεφαλίτιδα), ειδικά
όταν είναι αφυδατωμένοι ή εμφανίζουν οποιαδήποτε διαταραχή της
νεφρικής λειτουργίας τους.
Το ανασυσταθέν διάλυμα Zovirax I.V. για ενδοφλέβια έγχυση έχει pH
περίπου 11,0 και δεν πρέπει να χορηγείται από του στόματος.
Σε σοβαρά ανοσοκατασταλμένους ασθενείς η παρατεταμένη ή
επαναλαμβανόμενη θεραπεία με ακικλοβίρη είναι δυνατόν να οδηγήσει
στην ανάδυση ανθεκτικών ιών με μειωμένη ευαισθησία που να μην
ανταποκρίνονται σε συνεχή θεραπεία με ακικλοβίρη (βλέπε παράγραφο
5.1.
6
Το προϊόν περιέχει νάτριο (26mg, περίπου 1,13mmol).
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Η ακικλοβίρη απεκκρίνεται κυρίως αμετάβλητη με τα ούρα μέσω
ενεργητικής νεφρικής έκκρισης. Συγχορηγούμενα φάρμακα που
ανταγωνίζονται αυτό το μηχανισμό μπορεί να αυξήσουν τις
συγκεντρώσεις ακικλοβίρης στο πλάσμα.
Η προβενεσίδη και η σιμετιδίνη αυξάνουν την επιφάνεια κάτω από την
καμπύλη συγκεντρώσεων στο πλάσμα της ακικλοβίρης μέσω αυτού του
μηχανισμού και μειώνουν την νεφρική απέκκριση της ακικλοβίρης.
Πάντως δεν χρειάζεται ρύθμιση της δοσολογίας καθώς η ακικλοβίρη έχει
μεγάλο θεραπευτικό δείκτη.
Σε ασθενείς που λαμβάνουν ενδοφλέβια ακικλοβίρη χρειάζεται προσοχή,
κατά τη διάρκεια συγχορήγησης με φάρμακα που ανταγωνίζονται την
απέκκριση της ακικλοβίρης, λόγω του δυνητικού κινδύνου αύξησης των
επιπέδων στο πλάσμα του ενός ή και των δύο φαρμάκων ή των
μεταβολιτών τους. Έχουν φανεί αυξήσεις της καμπύλης συγκεντρώσεως
στο πλάσμα της ακικλοβίρης και του αδρανούς μεταβολίτη του
mecophenolate mofetil, ενός ανοσοκατασταλτικού παράγοντα που
χρησιμοποιείται σε ασθενείς που έχουν υποστεί μεταμόσχευση, όταν τα
δύο φάρμακα συγχορηγούνται.
Εάν συγχορηγείται ταυτόχρονα λίθιο με υψηλή δόση ενδοφλέβιας
ακικλοβίρης, η συγκέντρωση λιθίου στον ορό πρέπει να παρακολουθείται
στενά λόγω κινδύνου τοξικότητας από λίθιο.
Προσοχή επίσης χρειάζεται (έλεγχος των μεταβολών στη νεφρική
λειτουργία) όταν χορηγείται ενδοφλέβια ακικλοβίρη με φάρμακα που
επηρεάζουν άλλες φάσεις της νεφρικής φυσιολογίας (π.χ. cyclosporin,
tacrolimus).
Μία πειραματική μελέτη σε πέντε άρρενες υποδεικνύει ότι η συγχορήγηση
με ακικλοβίρη αυξάνει την AUC της συνολικά χορηγούμενης θεοφυλλίνης
κατά 50% περίπου. Συνιστάται η μέτρηση των συγκεντρώσεων στο πλάσμα
κατά τη διάρκεια συγχορήγησης με ακικλοβίρη.
4.6 Γονιμότητα, εγκυμοσύνη και θηλασμός
Γονιμότητα
Βλέπε κλινικές μελέτες στην παράγραφο 5.2.
Εγκυμοσύνη
Η χρήση ακικλοβίρης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης πρέπει να
εξετάζεται μόνο εάν τα δυνητικά οφέλη αντισταθμίζουν την πιθανότητα
αγνώστων κινδύνων.
Η καταγραφή περιστατικών χρήσης του φαρμάκου σε εγκύους μετά την
κυκλοφορία της ακικλοβίρης προσέφερε στοιχεία για την έκθεση εγκύων
γυναικών σε όλες τις φαρμακοτεχνικές μορφές. Τα στοιχεία αυτά δεν
7
δείχνουν αύξηση στον αριθμό ελαττωματικών γεννήσεων μεταξύ
ασθενών που έλαβαν Zovirax συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό και
οποιεσδήποτε ελαττωματικές γεννήσεις δεν χαρακτηρίζονται από κάποια
μοναδικότητα ή συγκεκριμένη μορφή που να υποδεικνύει μία κοινή αιτία.
Η συστηματική χορήγηση ακικλοβίρης σε διεθνώς αποδεκτές συνήθεις
δοκιμασίες δεν προκάλεσε εμβρυοτοξικά ή τερατογόνα αποτελέσματα σε
κουνέλια ή αρουραίους. Σε μη συνήθεις δοκιμασίες σε αρουραίους,
παρατηρήθηκαν εμβρυικές ανωμαλίες, αλλά μόνο μετά από τόσο υψηλές
υποδόριες δόσεις που προκάλεσαν τοξικότητα στη μητέρα Η κλινική
σημασία αυτών των ευρημάτων είναι αβέβαιη.
Δεν υπάρχει εμπειρία από την επίδραση του φαρμάκου στη γυναικεία
γονιμότητα.
Θηλασμός
Μετά από του στόματος χορήγηση 200 mg ακικλοβίρης πέντε φορές την
ημέρα ανιχνεύτηκε ακικλοβίρη στο μητρικό γάλα, σε συγκεντρώσεις από
0,6 έως 4,1 φορές των αντίστοιχων επιπέδων στο πλάσμα. Τα επίπεδα
αυτά δυνητικά θα εκθέσουν τα θηλάζοντα βρέφη σε δόσεις ακικλοβίρης
έως 0,3 mg/kg/ημερησίως. Επομένως συνιστάται προσοχή εάν η
ακικλοβίρη χορηγείται σε γυναίκες που θηλάζουν.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
H ακικλοβίρη I.V. για έγχυση χρησιμοποιείται γενικά σε πληθυσμό
ασθενών που βρίσκεται στο νοσοκομείο και η πληροφορία για την
επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών συνήθως δεν
έχει σχέση. Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες για να ερευνήσουν τη δράση της
ακικλοβίρης στην ικανότητα οδήγησης ή χειρισμού μηχανών.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι κατηγορίες συχνοτήτων σχετικά με τις ανεπιθύμητες ενέργειες
παρακάτω είναι κατά προσέγγιση. Για τις περισσότερες ανεπιθύμητες
ενέργειες, δεν ήταν διαθέσιμα επαρκή στοιχεία για τον υπολογισμό της
συχνότητας. Επί πλέον οι ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να ποικίλουν ως
προς την συχνότητα ανάλογα με την ένδειξη.
Η ακόλουθη συνθήκη έχει χρησιμοποιηθεί για την κατάταξη των
ανεπιθύμητων ενεργειών ως προς την συχνότητα:- Πολύ συχνές >1/10,
συχνές >1/100 έωςι <1/10, όχι συχνές >1/1000 έως <1/100, σπάνιες
>1/10000 έως <1/1000, πολύ σπάνιες <1/10000.
Διαταραχές του αίματος και του λεμφικού συστήματος
Όχι συχνές: Μειώσεις των αιματολογικών δεικτών (αναιμία,
θρομβοκυτταροπενία, λευκοπενία).
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Πολύ σπάνιες: Αναφυλαξία
Ψυχιατρικές διαταραχές και διαταραχές του νευρικού συστήματος
8
Πολύ σπάνιες: Κεφαλαλγία, ζάλη, ανησυχία, σύγχυση, τρόμος,
αταξία, δυσαρθρία, ψευδαισθήσεις, ψυχωσικά
συμπτώματα, σπασμοί υπνηλία, εγκεφαλοπάθεια,
κώμα
Οι ανωτέρω αναστρέψιμες ενέργειες συνήθως εμφανίζονται σε ιατρικά
περίπλοκες καταστάσεις.
Αγγειακές διαταραχές
Συχνές: Φλεβίτιδα
Αναπνευστικές, θωρακικές και μεσοθωρακικές διαταραχές
Πολύ σπάνιες: Δύσπνοια
Γαστρεντερικές διαταραχές
Συχνές: Ναυτία, έμετος,
Πολύ σπάνιες: Διάρροια, κοιλιακά άλγη
Ηπατοχολικές διαταραχές
Συχνές: Αναστρέψιμες αυξήσεις των ηπατικών ενζύμων
Πολύ σπάνιες: Αναστρέψιμες αυξήσεις της χολερυθρίνης, ίκτερος,
ηπατίτιδα
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Συχνές: Κνησμός, κνίδωση εξανθήματα (συμπεριλαμβανομένης
της φωτοευαισθησίας)
Πολύ σπάνιες: Αγγειοοίδημα
Διαταραχές των νεφρών και του ουροποιητικού συστήματος
Συχνές: Αυξήσεις της ουρίας και της κρεατινίνης του αίματος
Οι απότομες αυξήσεις της ουρίας και της κρεατινίνης του αίματος
πιστεύεται ότι έχουν σχέση με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση φαρμάκου
στο πλάσμα και την κατάσταση ενυδάτωσης του ασθενή. Για την αποφυγή
αυτής της δράσης, όταν χορηγείται ενδοφλέβια, το φάρμακο δεν πρέπει
να χορηγείται κατευθείαν σαν ενδοφλέβια ένεση (bolus), αλλά με έγχυση
διάρκειας 1 ώρας
Πολύ σπάνιες: Νεφρική βλάβη, οξεία νεφρική ανεπάρκεια, άλγος
νεφρού
Ο ασθενής πρέπει να διατηρείται σε κατάσταση επαρκούς ενυδάτωσης. Η
νεφρική βλάβη, συνήθως επανέρχεται άμεσα στο φυσιολογικό με
ενυδάτωση του ασθενή και/ή μείωση της δοσολογίας ή διακοπή του
φαρμάκου. Εξέλιξη σε οξεία νεφρική ανεπάρκεια πάντως μπορεί να
εμφανισθεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Το άλγος νεφρού μπορεί να σχετίζεται με νεφρική ανεπάρκεια.
9
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
Πολύ σπάνιες: Κόπωση, πυρετός, τοπικές φλεγμονώδεις
αντιδράσεις
Σοβαρές τοπικές φλεγμονώδεις αντιδράσεις που μερικές φορές οδηγούν
σε εξέλκωση έχουν εμφανισθεί όταν χορηγείται από λάθος Zovirax I.V. για
έγχυση σε εξωαγγειακούς ιστούς.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους
επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες στον Εθνικό
Οργανισμό Φαρμάκων (Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός, Αθήνα, Τηλ:
+ 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος:
http :// www . eof . gr).
4.9 Υπερδοσολογία
Η υπέρβαση της ενδοφλέβιας δόσης θα μπορούσε να προκαλέσει
κρυσταλλουρία. Υπερδοσολογία με ενδοφλέβια χορηγούμενη ακικλοβίρη
είχε σαν αποτέλεσμα αύξηση της κρεατινίνης ορού, της ουρίας αίματος
και επακόλουθη νεφρική ανεπάρκεια.
Νευρολογικές αντιδράσεις που περιλαμβάνουν σύγχυση, ψευδαισθήσεις,
διέγερση, κρίσεις σπασμών και κώμα, έχουν συσχετισθεί με
υπερδοσολογία.
Αντιμετώπιση:
Η αιμοκάθαρση αυξάνει σημαντικά την απομάκρυνση ακικλοβίρης από το
αίμα και επομένως μπορεί να θεωρηθεί ως λύση σε περίπτωση
συμπτωματικής υπερδοσολογίας.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Η ακικλοβίρη είναι αντι-ιικός παράγοντας εξαιρετικά δραστικός in vitro
κατά του ιού του απλού έρπητα (HSV) των τύπων Ι και ΙΙ και του ιού
ανεμευλογιάς-ζωστήρα. Η τοξικότητα για τα κύτταρα ξενιστές των
θηλαστικών είναι χαμηλή.
Η ακικλοβίρη φωσφορυλιώνεται μετά την είσοδό της σε μολυσμένα από
έρπητα κύτταρα προς την ενεργό ένωση τριφωσφορική ακικλοβίρη. Το
πρώτο στάδιο σ' αυτή τη διαδικασία εξαρτάται από την παρουσία της
κωδικοποιουμένης από τον ιό κινάσης της θυμιδίνης. Η τριφωσφορική
ακικλοβίρη δρα ως αναστολέας ή υποκατάταστο της ειδικής για τον
έρπητα DNA πολυμεράσης προλαβαίνοντας την περαιτέρω σύνθεση DNA
από τον ιό, χωρίς να επηρεάζει τις φυσιολογικές κυτταρικές λειτουργίες.
10
Ιολογία
Η in
vitro
έκθεση των ιών του απλού έρπητος στην ακικλοβίρη μπορεί να
οδηγήσει σε μειωμένη ευαισθησία στους ιούς. Οι ιοί αυτοί συνήθως
παρουσιάζουν έλλειψη της κινάσης της θυμιδίνης. Το ένζυμο αυτό είναι
υπεύθυνο για την ενεργοποίηση της ακικλοβίρης. Ωστόσο, μελέτες σε
πειραματόζωα έδειξαν πως τα στελέχη αυτά είναι λιγότερο ιογόνα.
Παρόμοια στελέχη ιών παρατηρήθηκαν κατά καιρούς κατά τη διάρκεια
ελεγχόμενων και ανοικτών μελετών σε λίγους, ευρέως και σοβαρά
ανοσοανεπαρκείς ασθενείς όπως σε δέκτες μοσχευμάτων μυελού των
οστών ή σε ασθενείς με εγγενή, βαρειά συνδυασμένη ανοσοανεπάρκεια.
Η εμφάνιση λοιμώξεων από αυτούς τους ιούς δεν επιδείνωσε την κλινική
εικόνα, ενώ σε μερικές περιπτώσεις ο ιός εξαφανίσθηκε πάλι αυτομάτως.
Κατά τη θεραπεία τέτοιων σοβαρά ανοσοανεπαρκών ασθενών, θα πρέπει
να λαμβάνεται υπόψη η πιθανή ανάπτυξη κατεσταλμένων, ευαίσθητων
ιών. Ωστόσο, απαιτείται μακρά κλινική εμπειρία που να παρέχει
περισσότερα στοιχεία για το συσχετισμό μεταξύ της in
vitro
ευαισθησίας
του ιού και της κλινικής ανταποκρίσεως στη θεραπεία με ακικλοβίρη.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Από μελέτες με ενδοφλέβια ακικλοβίρη, ο χρόνος ημίσειας ζωής στο
πλάσμα προσδιορίσθηκε σε περίπου 2,9 ώρες. Το μεγαλύτερο μέρος του
φαρμάκου αποβάλλεται αμετάβλητο από τους νεφρούς. Η νεφρική
κάθαρση της ακικλοβίρης είναι σημαντικά μεγαλύτερη από την κάθαρση
της κρεατινίνης δείχνοντας ότι η σωληναριακή έκκριση, εκτός από τη
σπειραματική διήθηση, συντελεί στην απομάκρυνση του φαρμάκου από
τους νεφρούς.
Η 9-καρβοξυμεθοξυμεθυλγουανίνη είναι ο μοναδικός σημαντικός
μεταβολίτης της ακικλοβίρης και αντιστοιχεί στο 10-15% της δόσης που
αποβάλλεται στα ούρα. Σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, ο
μέσος χρόνος ημίσειας ζωής βρέθηκε να είναι 19,5 ώρες. Ο μέσος χρόνος
ημίσειας ζωής της ακικλοβίρης κατά τη διάρκεια αιμοδιάλυσης ήταν 5,7
ώρες. Τα επίπεδα της ακικλοβίρης στο πλάσμα πέφτουν περίπου 60%
κατά τη διάρκεια της αιμοδιύλισης. Στους ηλικιωμένους η ολική κάθαρση
σώματος μειώνεται με την αύξηση της ηλικίας και συνοδεύεται από
μειώσεις στην κάθαρση της κρεατινίνης αν και υπάρχει μικρή μεταβολή
στην τελική ημιζωή στο πλάσμα.
Οι μέσες μέγιστες συγκεντρώσεις ακικλοβίρης στο πλάσμα σε σταθερή
κατάσταση (C
ss
max) μετά την εντός μίας ώρας έγχυσης 5 ή 10mg/kg
ακικλοβίρης, ήταν 9,8 και 20,7μg/ml. αντιστοίχως. Τα αντίστοιχα μέσα
ελάχιστα επίπεδα που μετρήθηκαν 7 ώρες αργότερα ήταν 0,7 και
2,3μg/ml, αντιστοίχως.
Σε παιδιά ηλικίας άνω του ενός έτους που τους χορηγήθηκε δόση
250mg/m
2
αντί για 5mg/kg και δόση 500mg/m
2
αντί για 10mg/kg
φαρμάκου, παρατηρήθηκαν παρόμοια μέσα μέγιστα (C
ss
max) και μέσα
ελάχιστα (C
ss
min) επίπεδα.
11
Σε νεογνά (ηλικίας 0-3 μηνών) που αντιμετωπίσθηκαν θεραπευτικά με
δόση 10mg/kg ανά 8ωρο υπό μορφή ωριαίας έγχυσης, η μέγιστη
συγκέντρωση στο πλάσμα σε σταθερή κατάσταση (C
ss
max) ήταν
13,8μg/ml, ενώ η αντίστοιχη ελάχιστη (C
ss
min) ήταν 2,3μg/ml.
H τελική ημιπερίοδος ζωής του φαρμάκου στο πλάσμα στους ασθενείς
αυτούς ήταν 3,8 ώρες. Τα επίπεδα του φαρμάκου στο εγκεφαλονωτιαίο
υγρό κυμαίνονται περίπου στο 50% των αντιστοίχων επιπέδων στο
πλάσμα. Η πρωτεϊνική σύνδεση της ακικλοβίρης στις πρωτεΐνες του
πλάσματος είναι σχετικά χαμηλή (9-33%) και γι αυτό το λόγο δεν
αναμένονται αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα, που να οφείλονται σε
παρεκτόπιση της ακικλοβίρης από τις θέσεις πρωτεϊνικής σύνδεσής της.
Κλινικές μελέτες
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για την επίδραση της ακικλοβίρης
χορηγούμενης από το στόμα ή με ενδοφλέβια έγχυση, στην ανθρώπινη
γυναικεία γονιμότητα. Σε μία μελέτη 20 αρρένων ασθενών με
φυσιολογικό αριθμό σπερματοζωαρίων, η χορήγηση ακικλοβίρης από το
στόμα σε δόσεις έως 1g ημερησίως για διάστημα μέχρι και έξι μήνες δεν
έδειξε να έχει κλινικά σημαντική επίδραση στον αριθμό των
σπερματοζωαρίων, την κινητικότητα ή τη μορφολογία τους.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Μεταλλαξιογόνος δράση: Τα αποτελέσματα μεγάλης σειράς
δοκιμασιών μεταλλαξιογέννεσης in vitro και in vivo δείχνουν ότι η
ακικλοβίρη δεν δημιουργεί γενετικό κίνδυνο για τον άνθρωπο.
Kαρκινογέννεση: H ακικλοβίρη δεν βρέθηκε να είναι καρκινογόνος σε
μακροχρόνιες μελέτες στον αρουραίο και στον ποντικό.
Γονιμότητα: Ως επί το πλείστον αναστρέψιμες ανεπιθύμητες
αντιδράσεις στη σπερματογένεση, σε συνδυασμό με γενετική τοξικότητα
σε αρουραίους και σκύλους έχουν ανακοινωθεί μόνο σε δόσεις
ακικλοβίρης που υπερβαίνουν κατά πολύ εκείνες που χρησιμοποιούνται
θεραπευτικά. Μελέτες σε δύο γενεές ποντικών δεν αποκάλυψαν επίδραση
της ακικλοβίρης στη γονιμότητα.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Υδροξείδιο του νατρίου για ρύθμιση του pH σε περίπου 11 και Ενέσιμο
Ύδωρ.
6.2 Ασυμβατότητες
Καμία γνωστή.
6.3 Διάρκεια ζωής
60 μήνες.
Χρόνος ζωής μετά την Ανασύσταση του Διαλύματος: 12 ώρες.
12
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Διατηρείται σε θερμοκρασία κάτω των 30C.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
ΒTx5 γυάλινα άχρωμα φιαλίδια που κλείνουν με πώμα από συνθετικό
λάστιχο, ασφαλισμένα με κολάρο αλουμινίου και φέρουν πλαστικό
κάλυμμα στην κορυφή.
6.6 Οδηγίες χρήσης και χειρισμού
Η απαιτούμενη δόση Zovirax I.V. για έγχυση πρέπει να χορηγείται με
βραδεία ενδοφλέβια έγχυση διάρκειας μίας ώρας.
Το Zovirax I.V. για ενδοφλέβια στάγδην έγχυση δεν περιέχει
αντιμικροβιακό συντηρητικό. Επομένως, η ανασύσταση ή η αραίωσή του
πρέπει να γίνεται είτε σε συνθήκες πλήρως άσηπτες, είτε αμέσως πριν
από τη χορήγησή του και η εναπομένουσα ποσότητα του διαλύματος
πρέπει να απορρίπτεται. Τα ανασυσταθέντα ή αραιωθέντα διαλύματα δεν
πρέπει να φυλάσσονται σε ψυγείο.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Δικαιούχος: The Wellcome Foundation Ltd, England.
Υπεύθυνος κυκλοφορίας στην Ελλάδα: GlaxoSmithKline α.ε.β.ε
Λεωφ. Κηφισίας 266
Χαλάνδρι 152 32
Τηλ: 210 68 82 100
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ
ΕΛΛΑΔΑ
12-4-1995
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
13