Η ακικλοβίρη είναι ένας αντιιικός παράγων που είναι ιδιαίτερα δραστικός in
vitro κατά των ιών του απλού έρπητος (HSV), τύπου Ι και ΙΙ και του ιού ζωστήρα
ανεμευλογιάς.
Μετά τη είσοδό της σε ένα μολυσμένο κύτταρο η ακικλοβίρη μετατρέπεται σε
δραστική τριφωσφωρική ακικλοβίρη. Το πρώτο στάδιο αυτής της διαδικασίας
απαιτεί την παρουσία της HSV-κωδικοποιημένης κινάσης της θυμιδίνης.
Η τριφωσφωρική ακικλοβίρη δρα ως αναστολέας και ως υπόστρωμα της ειδικής
για τον έρπητα DNA πολυμεράσης, αποτρέποντας την περαιτέρω σύνθεση του
DNA του ιού χωρίς να επηρεάζει τις φυσιολογικές κυτταρικές διαδικασίες.
Ιολογία
Η
in vitro
έκθεση των ιών του απλού έρπητος στην ακικλοβίρη μπορεί να
οδηγήσει σε μειωμένη ευαισθησία στους ιούς. Οι ιοί αυτοί συνήθως
παρουσιάζουν έλλειψη της κινάσης της θυμιδίνης. Το ένζυμο αυτό είναι υπεύθυνο
για την ενεργοποίηση της ακικλοβίρης. Ωστόσο, μελέτες σε πειραματόζωα
έδειξαν πως τα στελέχη αυτά είναι λιγότερο ιογόνα.
Παρόμοια στελέχη ιών παρατηρήθηκαν κατά καιρούς κατά τη διάρκεια
ελεγχόμενων και ανοικτών μελετών σε λίγους, ευρέως και σοβαρά
ανοσοανεπαρκείς ασθενείς όπως σε δέκτες μοσχευμάτων μυελού των οστών ή σε
ασθενείς με εγγενή, βαρειά συνδυασμένη ανοσοανεπάρκεια.
Η εμφάνιση λοιμώξεων από αυτούς τους ιούς δεν επιδείνωσε την κλινική εικόνα,
ενώ σε μερικές περιπτώσεις ο ιός εξαφανίσθηκε πάλι αυτομάτως.
Κατά τη θεραπεία τέτοιων σοβαρά ανοσοανεπαρκών ασθενών, θα πρέπει να
λαμβάνεται υπόψη η πιθανή ανάπτυξη κατεσταλμένων, ευαίσθητων ιών.
Ωστόσο, απαιτείται μακρά κλινική εμπειρία που να παρέχει περισσότερα στοιχεία
για το συσχετισμό μεταξύ της
in vitro
ευαισθησίας του ιού και της κλινικής
ανταποκρίσεως στη θεραπεία με ακικλοβίρη.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Η ακικλοβίρη διαπερνά το δέρμα. Τα επίπεδα μετά από διαδερμική απορρόφηση
υπερβαίνουν τα ελάχιστα αποτελεσματικά επίπεδα στους ιστούς σε
σταθεροποιημένη κατάσταση. Δεν κατέστη δυνατόν να προσδιορισθούν επίπεδα
της ακικλοβίρης στο πλάσμα μετά την τοπική θεραπεία με ακικλοβίρη. Γι΄ αυτό
και τα ακόλουθα στοιχεία βασίζονται σε από του στόματος ή ενδοφλέβια
εφαρμογή.
Ο πιο σημαντικός μεταβολίτης είναι ο 9-carboxymethoxymethylguanine και
φθάνει στο 10 έως 15% της ποσότητας που απεκκρίνεται στα ούρα. Η
ακικλοβίρη του πλάσματος απεκκρίνεται κυρίως αμετάβλητη δια των νεφρών
(μέσω σπειραματικής διηθήσεως καθώς και μέσω σωληναριακής διηθήσεως).
Σε ασθενείς με φυσιολογική νεφρική λειτουργία ο χρόνος ημιζωής στο πλάσμα
είναι περίπου 3 ώρες. Η δέσμευση με τις πρωτεΐνες είναι σχετικά χαμηλή (9-
33%). Δεν αναμένονται, λοιπόν, αλληλεπιδράσεις που να έχουν σχέση με την
εκτόπιση από τις θέσεις δέσμευσης.
Κλινικές μελέτες
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για την επίδραση της ακικλοβίρης χορηγούμενης από
το στόμα ή με ενδοφλέβια έγχυση, στην ανθρώπινη γυναικεία γονιμότητα. Σε μία
μελέτη 20 αρρένων ασθενών με φυσιολογικό αριθμό σπερματοζωαρίων, η
11