υψηλότερες αρχικές δόσεις, οι συγκεντρώσεις πλάσματος στη σταθεροποιημένη
κατάσταση μπορεί να επιτευχθούν γρηγορότερα.
Η γραμμική φαρμακοκινητική δόσης υπάρχει για πολλαπλές δόσεις του Spiropent στο
εύρος της θεραπευτικής δόσης.
Βιομετασχηματισμός
Η σύνδεση με τις πρωτεΐνες πλάσματος είναι 45-68%. Ο όγκος κατανομής της
κλενβουτερόλης στη σταθεροποιημένη κατάσταση είναι 272,5 L, καθορισμένος από
ανάλυση με μοντέλο διαμερισμάτων.
Αποβολή
Η κλενβουτερόλη απεκκρίνεται κυρίως ως αμετάβλητη ουσία.
Η κύρια οδός απέκκρισης είναι μέσω των ούρων (87% μέσα σε 168 ώρες μετά τη
δόση). Η κλενβουτερόλη έχει συνολική κάθαρση 110,5ml/min και νεφρική κάθαρση
50,9ml/min. Ο τελικός χρόνος ημιζωής της αποβολής από το πλάσμα εκτιμήθηκε στις
34 ώρες από ανάλυση με μοντέλο διαμερισμάτων.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Η κλενβουτερόλη είχε μέτρια έως υψηλή τοξικότητα. Οι από του στόματος τιμές LD
50
κυμαίνονταν από 176 mg/kg σε ποντίκια έως 800 mg/kg σε σκύλους. Για την
ενδοφλέβια χορήγηση οι αντίστοιχες τιμές LD
50
κυμαίνονταν περίπου από 13 mg/kg
σε κουνέλια έως 37,5-60 mg/kg σε σκύλους. Τα κύρια συμπτώματα τοξικής δράσεως
είναι ο λήθαργος, η αταξία, οι σπασμοί, η ταχύπνοια και η δύσπνοια.
Τα δεδομένα από τις μελέτες επαναλαμβανόμενης χορηγήσεως τοξικής δόσης με
κλενβουτερόλη σε επίμυες και σκύλους έδειξαν μυοκαρδιακή νέκρωση εξαρτωμένη
από την δοσολογία και/ή ουλές. Μετά από του στόματος χορήγηση βλάβες του
μυοκαρδίου εμφανίσθηκαν σε επίμυες σε δόσεις από 1mg/kg/ημέρα και σε σκύλους
δόσεις από 0,1 mg/kg/ημέρα και άνω. Στις μελέτες με εισπνοές δεν παρατηρήθηκε
καρδιοτοξικότητα στους πιθήκους σε δόσεις έως 0,15 mg/kg/ημέρα και σε επίμυες έως
0,02 mg/kg/ημέρα. Oι βλάβες του μυοκαρδίου θεωρούνται ως τυπικές της επιδράσεως
των β-συμπαθομιμητικών φαρμάκων κυρίως οφειλόμενες στην προκαλούμενη από
την ταχυκαρδία μείωση της οξυγονώσεως του μυοκαρδίου.
Μελέτες τοξικότητας στην αναπαραγωγή σε επίμυες και κουνέλια δεν έδειξαν
τερατογένεση ή εμβρυοτοξικότητα σε από του στόματος δόσεις μέχρι 1 και 0,3
mg/kg/ημέρα αντίστοιχα. Οι από του στόματος δόσεις των 0,015 mg/kg/ημέρα δεν
επηρέασαν την γονιμότητα στις δοκιμές αναπαραγωγής όπως επίσης και στην
περιγεννητική ανάπτυξη των επιμύων. Υπερβολικά υψηλές δόσεις ≥ 10mg/kg/ημέρα
που υπερβαίνουν περισσότερο από 1.000 φορές (με βάση δόσεις σε mg/m
2
σε
πειραματόζωα και τον άνθρωπο) τη Μέγιστη Συνιστώμενη Ημερήσια Δόση των 0,06
mg που χορηγείται στον άνθρωπο, έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να είναι μητρο-
εμβρυοτοξικές καθώς και τερατογόνες σε συγκεκριμένα στελέχη και των δύο ειδών.
Αναφορικά με τις παρατηρούμενες τερατογόνες επιδράσεις σε αρουραίους και
κόνικλους, τα πολλαπλάσια της δόσης του NOAELs έναντι του MRHDD είναι 135 και
270, αντίστοιχα (με βάση τις δόσεις σε mg/m
2
σε πειραματόζωα και τον άνθρωπο).
Οι τερατογόνες δράσεις είναι χαρακτηριστικό όλης της ομάδας των β-
συμπαθομιμητικών φαρμάκων.
Η Κλενβουτερόλη δεν προκάλεσε μεταλλαξιογόνο ή κλαστογόνο δράση in vitro ή in
vivo. Η δοκιμασία Ames, λεμφώματος ποντικιού (κύτταρα L5178Y) και δοκιμές
μικροπυρήνων ήταν αρνητικές. Η κλενβουτερόλη δεν προκάλεσε μεταλλάξεις λόγω
έλλειψης HGPRT (V79) ή χρωμοσωμικές ανωμαλίες σε καλλιέργεια κυττάρων
κινεζικού χάμστερ. Στην έκθεση κυτταρογενετικής με ανθρώπινα λεμφοκύτταρα
8