ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ TOY ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
TOBREX 0,3% w/w, οφθαλμική αλοιφή
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε g αλοιφής περιέχει 3 mg (0,3% w/w) τοµπραµυκίνης.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. ενότητα 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Οφθαλμική αλοιφή
Λευκή έως υπόλευκη ομοιογενής αλοιφή.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1. Θεραπευτικές ενδείξεις
Το TOBREX ενδείκνυται για τη θεραπεία των επιφανειακών βακτηριακών λοιµώξεων
του οφθαλµού και των εξαρτηµάτων του, όπως η επιπεφυκίτιδα, οι οποίες
προκαλούνται από βακτήρια που είναι ευαίσθητα στην τοµπραµυκίνη σε ενήλικες και
παιδιά ηλικίας 1 έτους και μεγαλύτερα.
4.2. οσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Έφηβοι και ενήλικες, συμπεριλαμβανομένων και των ηλικιωμένων ατόμων
Σε ήπιες έως µέτριας έντασης λοιµώξεις, µία µικρή ποσότητα αλοιφής ήκους
περίπου 1,5 cm) θα πρέπει να τοποθετείται στον επιπεφυκικό σάκκο κάθε πάσχοντος
οφθαλµού δύο ή τρεις φορές την ηµέρα.
Σε σοβαρή λοίµωξη, µία µικρή ποσότητα αλοιφής (στρώµα περίπου 1,5 cm) θα πρέπει
να τοποθετείται στο κόλπωµα του επιπεφυκότα κάθε πάσχοντος οφθαλµού κάθε τρεις
έως τέσσερις ώρες κατά τις πρώτες δύο ηµέρες, και στη συνέχεια δύο ή τρεις
χορηγήσεις την ηµέρα µέχρι να υποχωρήσει η λοίµωξη.
Η θεραπεία εξατοµικεύεται κατά την κρίση του θεράποντος
οφθαλµιάτρου.
Η συνήθης διάρκεια θεραπείας είναι 7-10
ηµέρες.
Η οφθαλµική αλοιφή µπορεί να χρησιµοποιείται τη νύχτα σε συνδυασµό µε τη
χρήση οφθαλµικών σταγόνων TOBREX
την ηµέρα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Το TOBREX μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε παιδιά ηλικίας 1 έτους και άνω στην ίδια
δόση με τους ενήλικες. Τα υπάρχοντα διαθέσιμα δεδομένα περιγράφονται στην
παράγραφο 5.1. Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα σε παιδιά ηλικίας κάτω του 1
έτους δεν έχουν τεκμηριωθεί και δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα.
Χρήση σε ασθενείς µε ηπατική και νεφρική δυσλειτουργία
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες με το TOBREX σε ασθενείς με ηπατική ή νεφρική
δυσλειτουργία. Ωστόσο, λόγω της χαµηλής συστηµατικής απορρόφησης της
τοµπραµυκίνης µετά την τοπική χορήγηση αυτού του προϊόντος, δεν απαιτείται
ρύθµιση της δοσολογίας.
Τρόπος χορήγησης
Για οφθαλμική χρήση μόνο.
Το σωληνάριο πρέπει να διατηρείται καλά κλεισμένο όταν δεν χρησιμοποιείται.
Συνιστάται απαλό κλείσιμο των βλεφάρων και ρινοδακρυική απόφραξη μετά από τη
χορήγηση. Αυτό μπορεί να μειώσει τη συστηματική απορρόφηση των φαρμακευτικών
προϊόντων που χορηγούνται μέσω της οφθαλμικής οδού και να οδηγήσει σε μείωση
των συστηματικών ανεπιθύμητων ενεργειών.
Σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται περισσότερα από ένα τοπικά οφθαλμικά
προϊόντα, θα πρέπει να µεσολαβεί ένα χρονικό διάστηµα τουλάχιστον πέντε λεπτών
µεταξύ των διαδοχικών χορηγήσεων. Οι οφθαλμικές αλοιφές θα πρέπει να
χορηγούνται τελευταίες.
Για να προληφθεί η επιµόλυνση του ρύγχους και της αλοιφής, πρέπει να δίνεται
προσοχή ώστε να µην αγγίζονται τα βλέφαρα, οι γύρω περιοχές ή άλλες επιφάνειες
µε το ρύγχος του σωληναρίου.
4.3. Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται
στην παράγραφο 6.1.
4.4. Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Σε µερικούς ασθενείς µπορεί να παρουσιαστεί ευαισθησία σε τοπικά χορηγούµενες
αµινογλυκοσίδες. Η σοβαρότητα των αντιδράσεων υπερευαισθησίας μπορεί να
ποικίλλει από τοπικές επιδράσεις έως γενικευμένες αντιδράσεις όπως ερύθημα,
κνησμός, κνίδωση, δερματικό εξάνθημα, αναφυλαξία, αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις
ή πομφολυγώδεις αντιδράσεις. Εάν παρατηρηθεί αντίδραση υπερευαισθησίας κατά τη
χρήση αυτού του φαρμάκου, η θεραπεία θα πρέπει ναδιακοπεί .
Μπορεί να παρουσιαστεί διασταυρούμενη υπερευαισθησία σε άλλες
αμινογλυκοσίδες, και θα πρέπει να εξετάζεται η πιθανότητα ότι οι ασθενείς που
είναι ευαίσθητοι στην τοπική οφθαλμική τομπραμυκίνη μπορεί επίσης να είναι
ευαίσθητοι σε άλλες τοπικές και συστηματικές αμινογλυκοσίδες.
Σοβαρές ανεπιθύμητες αντιδράσεις, συμπεριλαμβανομένης της νευροτοξικότητας,
της ωτοτοξικότητας και της νεφροτοξικότητας έχουν παρουσιαστεί σε ασθενείς που
λαμβάνουν συστηματική θεραπεία με τομπραμυκίνη. Συνιστάται προσοχή όταν
χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με άλλα φάρμακα.
Όπως και με άλλα σκευάσματα αντιβιοτικών, η παρατεταµένη χρήση του TOBREX
µπορεί να έχει ως αποτέλεσµα υπερβολική ανάπτυξη µη ευαίσθητων
µικροοργανισµών, συµπεριλαµβανοµένων των µυκήτων. Εάν συμβεί επιµόλυνση, θα
πρέπει να αρχίσει η κατάλληλη θεραπεία.
Οι οφθαλµικές αλοιφές µπορεί να καθυστερήσουν την επούλωση τραύµατος του
κερατοειδούς.
Η χρήση φακών επαφής δεν συνιστάται κατά τη διάρκεια της θεραπείας μιας
οφθαλμικής λοίμωξης. Στην περίπτωση που επιτρέπεται στους ασθενείς να φορούν
φακούς επαφής, πρέπει να τους συμβουλεύετε να βγάζουν τους φακούς επαφής πριν
την εφαρμογή του προϊόντος και να περιμένουν τουλάχιστον 15 λεπτά πριν τους
ξαναφορέσουν.
Όπως µε άλλα αντιβιοτικά, θα πρέπει να γίνεται κατάλληλη
παρακολούθηση της βακτηριακής απόκρισης στη θεραπεία.
4.5. Αλληλεπιδράσεις µε άλλα φαρµακευτικά προϊόντα και άλλες µορφές
αλληλεπίδρασης
Δεν έχουν αναφερθεί κλινικά σημαντικές αλληλεπιδράσεις με την τοπική οφθαλμική
χορήγηση.
Έχουν αναφερθεί αλληλεπιδράσεις µε την τοµπραµυκίνη µετά από συστηµατική
χορήγηση. Ωστόσο, η συστηµατική απορρόφηση της τοµπραµυκίνης µετά από τοπική
οφθαλµική χορήγηση είναι τόσο χαµηλή, ώστε ο κίνδυνος οποιασδήποτε
αλληλεπίδρασης είναι ελάχιστος.
Σε περίπτωση που χορηγείται ταυτόχρονα συστηµατική θεραπεία µε
αµινογλυκοσιδικά αντιβιοτικά, θα πρέπει να δίνεται προσοχή, ώστε να
παρακολουθείται η συνολική συγκέντρωση στο πλάσμα, προκειµένου να
διασφαλίζεται ότι διατηρείται ένα κατάλληλο θεραπευτικό επίπεδο.
4.6. Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
Η ασφάλεια της χρήσης κατά την εγκυμοσύνη σε ανθρώπους δεν έχει τεκµηριωθεί.
Δεν είναι διαθέσιμα ή είναι περιορισμένα τα δεδομένα από την τοπική οφθαλμική
χρήση της τομπραμυκίνης σεέγκυες γυναίκες . Η τομπραμυκίνη περνάει από τον
πλακούντα στο έμβρυο μετά από ενδοφλέβια και ενδομυϊκή χορήγηση σε έγκυες
γυναίκες. Η τομπραμυκίνη δεν αναμένεται να προκαλέσει ωτοτοξικότητα λόγω
έκθεσης in
utero. Μία µελέτη µε από του στόµατος και παρεντερικά χορηγούµενες
αµινογλυκοσίδες (συµπεριλαµβανοµένης της τοµπραµυκίνης) σε έγκυες γυναίκες δεν
έδειξε ανιχνεύσιµο κίνδυνο για το έµβρυο.
Η συστηµατική θεραπεία µε αμινογλυκοσίδες έχει προκαλέσει βλάβη στο ακουστικό
νεύρο και έχει οδηγήσει σε κώφωση. Επειδή η συστηµατική απορρόφηση µετά την
τοπική ενστάλαξη µέσα στον οφθαλµό είναι χαµηλή, ο κίνδυνος κρίνεται ότι είναι
µικρός όταν χρησιµοποιείται το ΤΟΒREX. Μελέτες σε πειραματόζωα έχουν
καταδείξει αναπαραγωγική τοξικότητα σε επίπεδα έκθεσης που θεωρούνταν αρκετά
υψηλότερα από τη μέγιστη οφθαλμική δόση στον άνθρωπο που μεταφέρεται από το
TOBREX, έτσι ώστε να έχουν περιορισμένη κλινική σημασία. Η τομπραμυκίνη δεν
έχει αποδειχθεί ότι επάγει τερατογένεση σε αρουραίους ή κουνέλια (βλ.παράγραφο
5.3).
To TOBREX δεν συνιστάται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, καθώς και σε
γυναίκες της αναπαραγωγικής ηλικίας χωρίς τη χρήση αντισύλληψης.
Θηλασμός
Η ασφάλεια για χρήση κατά τη διάρκεια του θηλασμού στον άνθρωπο δεν έχει
τεκμηριωθεί.
Δεν είναι γνωστό εάν η τομπραμυκίνη απεκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα μετά από
τοπική οφθαλμική χορήγηση. Η τομπραμυκίνη απεκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα
μετά από συστηματική χορήγηση. Δεν είναι πιθανό η ποσότητα της τομπραμυκίνης να
είναι ανιχνεύσιμη στο ανθρώπινο γάλα ή ικανή να προκαλέσει κλινικές επιδράσεις
στο βρέφος μετά από τοπική οφθαλμική χορήγηση. Ωστόσο, δεν μπορεί να
αποκλειστεί ο κίνδυνος στα θηλάζοντα νεογνά/βρέφη.
Πρέπει να αποφασιστεί εάν θα διακοπεί ο θηλασμός ή εάν θα διακοπεί/αποφευχθεί η
θεραπεία με TOBREX, λαμβάνοντας υπόψη το όφελος του θηλασμού για το παιδί και
το όφελος της θεραπείας για τη γυναίκα.
Γονιμότητα
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες για να αξιολογήσουν την επίδραση από τοπική
οφθαλμική χορήγηση του TOBREX στην ανθρώπινη γονιμότητα.
4.7. Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισµού μηχανημάτων
Παροδικά θαμπή όραση ή άλλες διαταραχές της όρασης µπορεί να επηρεάσουν την
ικανότητα οδήγησης ή χειρισµού µηχανημάτων. Εάν παρουσιαστεί θαμπή όραση μετά
από την εφαρμογή, ο ασθενής πρέπει να περιµένει µέχρις ότου καθαρίσει η όρασή του
πριν οδηγήσει ή χειριστεί µηχανήματα.
4.8. Ανεπιθύµητες ενέργειες
Περίληψη του προφίλ ασφάλειας
Σε κλινικές μελέτες, οι συχνότερα αναφερόμενες ανεπιθύμητες αντιδράσεις ήταν
υπεραιμία του οφθαλμού και δυσφορία του οφθαλμού, που παρουσιάζονται σε
περίπου 1,4% και 1,2% των ασθενών.
Περίληψη των ανεπιθύμητων αντιδράσεων σε μορφή πίνακα
Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν αναφερθεί κατά τη διάρκεια κλινικών
μελετών και από την εμπειρία μετά από την κυκλοφορία του TOBREX στην αγορά και
ταξινομούνται σύμφωνα με τον εξής κανόνα: πολύ συχνές (≥ 1/10), συχνές (≥ 1/100
έως <1/10), όχι συχνές ( 1/1.000 έως <1/100), σπάνιες ( 1/10.000 έως <1/1.000),
πολύ σπάνιες (<1/10.000) ή μη γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τα
διαθέσιμα δεδομένα). Εντός κάθε κατηγορίας συχνότητας εμφάνισης, οι
ανεπιθύμητες ενέργειες παρατίθενται κατά φθίνουσα σειρά σοβαρότητας
Κατηγορία οργανικού
συστήματος
Συχνότητα Ανεπιθύμητες ενέργειες
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού
συστήματος
Όχι συχνές υπερευαισθησία
Μη γνωστές αναφυλακτική αντίδραση
Διαταραχές του νευρικού
συστήματος
Όχι συχνές κεφαλαλγία
Οφθαλμικές διαταραχές Συχνές δυσφορία του οφθαλμού, υπεραιμία του
οφθαλμού, ερεθισμός του οφθαλμού
Όχι συχνές στικτή κερατίτιδα, κερατίτιδα, εκδορά
του κερατοειδούς, διαταραχή της
όρασης, όραση θαμπή, αλλεργία του
οφθαλμού, ερύθημα του βλεφάρου,
κνησμός του οφθαλμού, οίδημα του
επιπεφυκότα, οίδημα του βλεφάρου,
πόνος του οφθαλμού, ξηροφθαλμία,
οφθαλμικό έκκριμα, διαταραχή του
βλεφάρου, δακρύρροια αυξημένη
Μη γνωστές κνησμός των βλεφάρων
Διαταραχές του δέρματος
και του υποδόριου ιστού
Όχι συχνές κνίδωση, δερματίτιδα, μαδάρωση,
λευκοδερμία, κνησμός, ξηροδερμία
Μη γνωστές σύνδρομο Stevens-Johnson, πολύμορφο
ερύθημα, εξάνθημα
Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών
Σοβαρές ανεπιθύμητες αντιδράσεις, συμπεριλαμβανομένης της νευροτοξικότητας,
της ωτοτοξικότητας και της νεφροτοξικότητας έχουν παρατηρηθεί σε ασθενείς που
λαμβάνουν συστηματική θεραπεία με τομπραμυκίνη (βλ. παράγραφο 4.4).
Σε µερικούς ασθενείς µπορεί να παρουσιαστεί ευαισθησία σε τοπικά χορηγούµενες
αµινογλυκοσίδες (βλ. παράγραφο 4.4).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη
συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος.
Ζητείται από τους επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν οποιεσδήποτε
πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς
που αναφέρεται παρακάτω.
Ελλάδα
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http://www.eof.gr
Κύπρος
Φαρμακευτικές Υπηρεσίες
Υπουργείο Υγείας
CY-1475 Λευκωσία
Φαξ: + 357 22608649
Ιστότοπος: www.moh.gov.cy/phs
4.9. Υπερδοσολογία
Λόγω των χαρακτηριστικών αυτού του ιδιοσκευάσματος, καμία τοξική επίδραση δεν
αναμένεται με μία οφθαλμική υπερδοσολογία αυτού του προϊόντος ή σε περίπτωση
τυχαίας κατάποσης του περιεχομένου του σωληναρίου.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1. Φαρµακοδυναµικές ιδιότητες
Φαρµακοθεραπευτική Κατηγορία: Οφθαλμικά, αντιµικροβιακά, αντιβιοτικά
Κωδικός ATC: S01AA12
Μηχανισμός δράσης
Η τοµπραµυκίνη είναι ένα ισχυρό, ευρέος φάσµατος, ταχείας δράσεως,
βακτηριοκτόνο, αµινογλυκοσιδικό αντιβιοτικό. Ασκεί την κύρια δράση του στα
βακτηριακά κύτταρα, αναστέλλοντας τη σύνδεση και σύνθεση πολυπεπτιδίων στο
ριβόσωµα.
Μηχανισμός αντίστασης
Η αντίσταση στην τομπραμυκίνη συμβαίνει μέσω δύο κύριων μηχανισμών: (α) της
παρεμβολής στη μεταφορά της τομπραμυκίνης μέσα στο κύτταρο, και (β) της
απενεργοποίησης της τομπραμυκίνης από διάφορα τροποποιητικά των
αμινογλυκοσιδών ένζυμα, όπως αδενυλάσες, φωσφορυλάσες και ακετυλάσες.
Οι γενετικές πληροφορίες για την παραγωγή ενζύμων απενεργοποίησης μπορούν να
βρίσκονται στο βακτηριακό χρωμόσωμα ή σε πλασμίδια. Μπορεί να εμφανιστεί
διασταυρούμενη αντίσταση μεταξύ των αμινογλυκοσιδών.
Όρια ευαισθησίας και αντίστασης
Τα όρια ευαισθησίας και αντοχής και το
in vitro
εύρος, όπως αναφέρεται παρακάτω,
βασίζονται στη συστηματική χρήση. Αυτά τα όρια ευαισθησίας και αντοχής μπορεί
να μην ισχύουν για την τοπική οφθαλμική χρήση του φαρμακευτικού προϊόντος,
καθώς τοπικά προκύπτουν υψηλότερες συγκεντρώσεις και οι τοπικές
φυσικές/χημικές καταστάσεις μπορούν να επηρεάσουν τη δραστικότητα του
προϊόντος στο σημείο χορήγησης. Σύμφωνα με το EUCAST, τα ακόλουθα όρια
ευαισθησίας και αντοχής ορίζονται για την τομπραμυκίνη:
Enterobacteriaceae S 2 mg/L, R > 4 mg/L
Pseudomonas spp. S 4 mg/L, R > 4 mg/L
Acinetobacter spp. S 4 mg/L, R > 4 mg/L
Staphylococcus spp. S 1 mg/L, R > 1 mg/L
Ανεξαρτήτου είδους S 2 mg/L, R > 4 mg/L
Αποτελεσματικότητα έναντι συγκεκριμένων παθογόνων
Οι πληροφορίες που αναφέρονται παρακάτω παρέχουν μόνο κατά προσέγγιση
οδηγίες για το κατά πόσο είναι πιθανό οι μικροοργανισμοί να είναι ευαίσθητοι στην
τομπραμυκίνη που περιέχεται στο TOBRADEX. Εδώ παρουσιάζονται τα βακτηριακά
είδη που έχουν ανακτηθεί από εξωτερικές λοιμώξεις του οφθαλμού, όπως αυτές που
παρατηρούνται στην επιπεφυκίτιδα. Η αποτελεσματικότητα της τομπραμυκίνης
έναντι των μικροοργανισμών που αναφέρονται παρακάτω καταδείχθηκε σε
in vitro
μελέτες. Η εξάπλωση της επίκτητης αντοχής μπορεί να ποικίλλει γεωγραφικά και με
το χρόνο για επιλεγμένα είδη, και είναι επιθυμητές τοπικές πληροφορίες για την
αντοχή, ιδιαίτερα κατά τη θεραπεία σοβαρών λοιμώξεων. Εάν αυτό είναι
απαραίτητο, θα πρέπει να ζητηθεί η συμβουλή ειδικού, όταν η τοπική εξάπλωση της
αντοχής είναι τέτοια, ώστε να είναι αμφισβητήσιμο το όφελος της τομπραμυκίνης,
σε ορισμένους τουλάχιστον τύπους λοιμώξεων.
ΣΥΧΝΑ ΕΥΑΙΣΘΗΤΑ ΕΙΔΗ
Αερόβιοι Gram-θετικοί μικροοργανισμοί:
Corynobacterium spp.
Stapylococcus
aureus
(ευαίσθητος στη μεθικιλλίνη MSSA)
Staphylococcus epidermidis
(ευαίσθητος στη μεθικιλλίνη)
Άλλοι κοαγκουλάση-αρνητικοί σταφυλόκοκκοι
Gram- μ μ :Αερόβιοι αρνητικοί ικροοργανισ οί
Acinetobacter calcoaceticus
Enterobacter aerogenes
Escherichia coli
Haemophilus aegyptius
Haemophilus influenzae
Klebsiella pneumoniae
Morganella morganii
Moraxella lacunata
μ Neisseria Ορισ ένα είδη
Proteus mirabilis
Τα περισσότερα στελέχη του Proteus
vulgaris
Pseudomonas aeruginosa
ΕΓΓΕΝΩΣ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ
Αερόβιοι Gram-θετικοί μικροοργανισμοί
Enterococcus
spp.
Staphylococcus aureus
(ανθεκτικός στη μεθικιλλίνηMRSA)
Staphylococcus
epidermidi
s
(ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη)
Streptococcus pneumoniae
Streptococcus
spp.
Αερόβιοι Gram-αρνητικοί μικροοργανισμοί
Burkholderia cepacia
Stenotrophomonas maltophilia
Αναερόβιοι μικροοργανισμοί
Αυστηρά αναερόβιοι μικροοργανισμοί
Άλλοι μικροοργανισμοί
Chlamydia spp.
Mycoplasma spp.
Rickettsia spp.
Μελέτες βακτηριακής ευαισθησίας δείχνουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, οι
μικροοργανισμοί που είναι ανθεκτικοί στη γενταμικίνη διατηρούν την ευαισθησία
στην τομπραμυκίνη.
Δεδομένα από κλινικές μελέτες
Αθροιστικά δεδομένα ασφάλειας από κλινικές μελέτες παρουσιάζονται στην
παράγραφο 4.8.
Πληθυσμός ηλικιωμένων
Δεν έχουν παρατηρηθεί συνολικές κλινικές διαφορές στην ασφάλεια ή την
αποτελεσματικότητα μεταξύ των ηλικιωμένων και άλλων πληθυσμών ενηλίκων.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Πάνω από 600 παιδιατρικοί ασθενείς περιελήφθησαν σε 10 κλινικές μελέτες με
οφθαλμικές σταγόνες ή οφθαλμική αλοιφή τομπραμυκίνης για τη θεραπεία
βακτηριακής επιπεφυκίτιδας, βλεφαρίτιδας ή βλεφαροεπιπεφυκίτιδας. Η ηλικία των
ασθενών αυτών κυμαινόταν από 1 έως 18 έτη. Συνολικά, το προφίλ ασφάλειας στους
παιδιατρικούς ασθενείς ήταν συγκρίσιμο με εκείνο των ενηλίκων ασθενών. Για
παιδιά ηλικίας κάτω του 1 έτους, δεν μπορεί να γίνει σύσταση στη δοσολογία λόγω
έλλειψης δεδομένων.
5.2 Φαρµακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η τομπραμυκίνη απορροφάται σε χαμηλά επίπεδα στον κερατοειδή και τον
επιπεφυκότα, όταν χορηγείται μέσω της τοπικής οφθαλμικής οδού. Μετά από τοπική
χορήγηση 0,3% w/v τομπραμυκίνης επιτυγχάνεται μέγιστη συγκέντρωση 3 µg/mL στο
υδατοειδές υγρό μετά από 2 ώρες, η οποία ακολουθήθηκε από ταχεία μείωση.
Επιπλέον, η συστηματική απορρόφηση της τομπραμυκίνης στον άνθρωπο είναι
χαμηλή μετά από τοπική οφθαλμική χορήγηση. Ωστόσο, η τοπική οφθαλμική
τομπραμυκίνη 0,3% w/v μεταφέρει 527 ± 428 μg/mL τομπραμυκίνης στα ανθρώπινα
δάκρυα μετά από μία δόση. Η οφθαλμική επιφανειακή συγκέντρωση γενικά
υπερβαίνει την ελάχιστη ανασταλτική συγκέντρωση (MIC) των περισσότερων
ανθεκτικών στελεχών που έχουν απομονωθεί (MIC > 64 µg/mL).
Κατανομή
Ο συστηματικός όγκος κατανομής είναι 0,26 L/kg στον άνθρωπο. Η σύνδεση της
τομπραμυκίνης στις πρωτεΐνες του πλάσματος στον άνθρωπο είναι χαμηλή, σε
ποσοστό 0-30%.
Βιομετασχηματισμός
Η τομπραμυκίνη απεκκρίνεται στα ούρα κυρίως ως αμετάβλητο φάρμακο.
Αποβολή
Η τομπραμυκίνη απεκκρίνεται ταχέως και σε μεγάλο βαθμό στα ούρα μέσω της
σπειραματικής διήθησης, κυρίως ως αμετάβλητο φάρμακο. Η συστηματική κάθαρση
της τομπραμυκίνης ήταν 1,45 ± 0,19 mL/min×kg για τους ασθενείς με φυσιολογικό
βάρος μετά από ενδοφλέβια χορήγηση και η συστηματική της κάθαρση μειώθηκε
αναλογικά προς τη νεφρική λειτουργία. O χρόνος ημίσειας ζωής της τομπραμυκίνης
είναι περίπου 2 ώρες.
Γραμμική/μη γραμμική φαρμακοκινητική
Η οφθαλμική ή η συστηματική απορρόφηση με αυξανόμενες χορηγούμενες
συγκεντρώσεις μετά από τοπική οφθαλμική χορήγηση της τομπραμυκίνης δεν έχουν
ελεγχθεί. Επομένως, η γραμμικότητα της έκθεσης με την τοπική οφθαλμική δόση δεν
μπορεί να καθοριστεί.
Σχέση Φαρμακοκινητικής/Φαρμακοδυναμικής (ΦΚ/ΦΔ)
Δεν έχει προσδιοριστεί συγκεκριμένη σχέση ΦΚ/ΦΔ για το TOBREX. Δημοσιευμένες
in
vitro
και
in vivo
μελέτες έχουν δείξει ότι η τομπραμυκίνη παρουσιάζει παρατεταμένη
δράση μετά από τη χορήγησή της, η οποία καταστέλλει αποτελεσματικά τη
βακτηριακή ανάπτυξη παρά τις χαμηλές συγκεντρώσεις στο πλάσμα.
Μελέτη συστηματικής χορήγησης της τομπραμυκίνης έχουν αναφέρει υψηλότερες
μέγιστες συγκεντρώσεις με το σχήμα μίας εφάπαξ ημερήσιας δόσης σε σύγκριση με
το σχήμα πολλαπλών ημερήσιων δόσεων. Ωστόσο, με βάση τις τρέχουσες ενδείξεις, η
συστηματική χορήγηση μίας εφάπαξ ημερήσιας δόσης είναι εξίσου αποτελεσματική
με τη χορήγηση πολλαπλών ημερήσιων δόσεων. Η τομπραμυκίνη παρουσιάζει
αντιμικροβιακή δράση εξαρτώμενη από τη συγκέντρωση και μεγαλύτερη
αποτελεσματικότητα επιτυγχάνεται με αυξανόμενα επίπεδα αντιβιοτικού πάνω από
την ελάχιστη ανασταλτική συγκέντρωση (MIC) ή την ελάχιστη βακτηριοκτόνο
συγκέντρωση (MBC).
Χρήση σε ασθενείς με ηπατική και νεφρική δυσλειτουργία
Η φαρμακοκινητική της τομπραμυκίνης με τη χρήση οφθαλμικών σταγόνων δεν έχει
μελετηθεί στους συγκεκριμένους πληθυσμούς ασθενών.
Επίδραση της ηλικίας στη φαρμακοκινητική
Δεν υπάρχει αλλαγή στη φαρμακοκινητική της τομπραμυκίνης στους ηλικιωμένους
ασθενείς σε σύγκριση με τους νεότερους ενήλικες.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Οι αμινογλυκοσίδες, συμπεριλαμβανομένης της τομπραμυκίνης, έχουν
χρησιμοποιηθεί συχνά σε παιδιά, βρέφη και νεογνά για τη θεραπεία σοβαρών Gram-
αρνητικών λοιμώξεων. Το TOBREX είναι εγκεκριμένο για χρήση σε παιδιά. Η κλινική
φαρμακολογία της τομπραμυκίνης σε παιδιά έχει περιγραφεί μετά από τη
συστηματική χορήγηση. Η ολική κάθαρση αυξανόταν και ο όγκος κατανομής
μειωνόταν με την ηλικία, ενώ βρέθηκαν χαμηλότερες τιμές C
max
σε σχέση με τους
ενήλικες.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα μη κλινικά δεδομένα δεν αποκαλύπτουν ιδιαίτερο κίνδυνο για τον άνθρωπο από
τοπική οφθαλμική έκθεση στην τομπραμυκίνη με βάση μελέτες τοπικής οφθαλμικής
τοξικότητας επαναλαμβανόμενων δόσεων, γονοτοξικότητας ή καρκινογένεσης.
Επιδράσεις σε μη κλινικές αναπαραγωγικές και αναπτυξιακές μελέτες με
τομπραμυκίνη παρατηρήθηκαν μόνο σε επίπεδα έκθεσης που θεωρήθηκαν αρκετά
υψηλότερα από τη μέγιστη οφθαλμική δόση στον άνθρωπο καταδεικνύοντας μικρή
συσχέτιση με την κλινική χρήση.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1. Κατάλογος εκδόχων
Άνυδρη χλωροβουτανόλη,
Υγρή παραφίνη,
Λευκή, μαλακή παραφίνη
6.2. Ασυµβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3. Διάρκεια ζωής
3 χρόνια.
Απορρίπτεται 4 εβδομάδες μετά το πρώτο άνοιγμα.
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Να μη φυλάσσεται σε θερµοκρασία µεγαλύτερη των 25
ο
C. Να μην ψύχεται.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
∆ιατίθεται σε σωληνάριο αλουµινίου των 3,5 g µε βιδωτό πώµα από υψηλής
πυκνότητας πολυαιθυλένιο.
6.6. Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να απορρίπτεται
σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. KATOX ΤΗΣ ΑΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας
στην Ελλάδα και στην Κύπρο
ΑΛΚΟΝ ΛΑΜΠΟΡΑΤΟΡΙΣ ΕΛΛΑΣ
ΑΕΒΕ,
Λεωφ. Κηφισίας 18,
151 25 Μαρούσι, Ελλάδα
Τηλ.: +30 210 6878300
8. ΑΡΙΘΜΟΣΟΙ ΑΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Ελλάδα:
Ανανέωση 47836/14-10-2008
Κύπρος:
17321
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Ελλάδα:
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 31 Ιουλίου 1984
Ημερομηνία τελευταίας ανανέωσης: 14 Οκτωβρίου 2008
Κύπρος:
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 2 Οκτωβρίου 1997
Ημερομηνία τελευταίας ανανέωσης: 19 Δεκεμβρίου 2007
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
MM / ΕΕΕΕ