Normafenac
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
(SmPC)
1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Normafenac
®
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΕ ΔΡΑΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ
Cefuroxime Sodium 840mg/VIAL που αντιστοιχεί σε Cefuroxime 750mg/VIAL
Cefuroxime Sodium: C
16
H
15
N
4,
NaO
8
S = 446,4
Sodium (Z) - 3 - carbamoyloxymethyl - 7 - (2- (2 - furyl) - 2 - methoxyiminoacetamido) -
3 - cephem - 4 - carboxylate.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Κόνις για ενέσιμο διάλυμα..
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις: Το Normafenac
®
ενδείκνυται για την θεραπεία των
κατωτέρων λοιμώξεων όταν προκαλούνται από ευαίσθητα σε αυτό μικρόβια :
α) Λοιμώξεις από αιμόφιλο της ινφλουένζας (όχι μηνιγγίτιδα) ανθεκτικό στην
αμπικιλλίνη.
β) Γονοκοκκικές λοιμώξεις από γονόκοκκο ανθεκτικό στην πενικιλλίνη.
γ) Λοιμώξεις από μικροοργανισμούς νοσοκομειακής προέλευσης, ανθεκτικούς στην 1
η
γενεά κεφαλοσπορινών (π.χ. κοκοβακτηρίδια, κλεμπσιέλες, πρωτείς, εντεροβακτηρίδια,
προβιντέντσια και κιτροβακτηρίδια).
Οι ενδείξεις της περιλαμβάνουν :
-Λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος όπως οξεία και χρόνια βρογχίτιδα,
βρογχεκτασίες επιπλεγμένες με λοίμωξη, μικροβιακή πνευμονία, πνευμονικό απόστημα
και μετεγχειρητικές λοιμώξεις των πνευμόνων.
-Λοιμώξεις ωτο-ρινο-λαρυγγολογικές όπως ιγμορίτιδα, αμυγδαλίτιδα, φαρυγγίτιδα, και
μέση ωτίτιδα.
-Λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος όπως οξεία και χρόνια πυελονεφρίτιδα,
κυστίτιδα και ασυμπτωματική βακτηριουρία.
-Λοιμώξεις δέρματος και μαλακών μορίων όπως κυτταρίτιδα, ερυσίπελας και λοιμώξεις
τραυμάτων.
-Λοιμώξεις των οστών και αρθρώσεων όπως οστεομυελίτιδα και σηπτική αρθρίτιδα.
-Λοιμώξεις μαιευτικές, γυναικολογικές και φλεγμονώδεις νόσοι της πυέλου.
-Γονόρροια, ιδιαίτερα όταν ενδείκνυται η πενικιλλίνη.
-Διάφορες άλλες λοιμώξεις συμπεριλαμβανομένων της σηψαιμίας και της περιτονίτιδας.
-Προφύλαξη σε επεμβάσεις στη κοιλιακή χώρα, στην πύελο, στην ορθοπεδική,
καρδιοχειρουργική, θωρακοχειρουργική, χειρουργική του οισοφάγου και των αγγείων
δηλαδή όπου υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες μικροβιακών επιπλοκών.
Συνήθως η κεφουροξίμη είναι δραστική μόνη της, μπορεί όμως να συνδυασθεί με
αμινογλυκοσίδες ή μετρονιδαζόλη (από το στόμα ή σε υπόθετα ή ενέσιμη), ιδιαίτερα για
την προφύλαξη σε χειρουργική επέμβαση του παχέος εντέρου ή σε γυναικολογική
επέμβαση (βλέπε φαρμακευτικές προφυλάξεις).
Η κεφουροξίμη υπάρχει και υπό τη μορφή του εστέρα της αξετίλης (cefuroxime axetil)
για χορήγηση από του στόματος.
Αυτό επιτρέπει τη συνέχιση της θεραπείας με το ίδιο αντιβιοτικό, όταν κατά την κρίση
του ιατρού ενδείκνυται κλινικά και μικροβιολογικά αλλαγή από παρεντερική θεραπεία
σε από του στόματος. Η διάρκεια της παρεντερικής και της από του στόματος θεραπείας
προσδιορίζεται από τη σοβαρότητα της λοίμωξης και της κλινικής κατάστασης του
ασθενή.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης: Η συνήθης διάρκεια θεραπείας είναι 7 ημέρες
(5-10 ημέρες).
Συστάσεις γενικής δοσολογίας: Χορηγείται ενδομυϊκώς, βραδέως ενδοφλεβίως ή σε
έγχυση (ημίωρης διάρκειας).
Ενήλικοι: Οι περισσότερες λοιμώξεις ανταποκρίνονται με 750mg τρεις φορές την ημέρα
ενδομυϊκά ή ενδοφλέβια. Σε πολύ σοβαρές λοιμώξεις η δόση αυξάνεται σε 1,5g τρεις
φορές την ημέρα ενδοφλέβια. Επίσης αν χρειασθεί, χορηγείται ενδομυϊκά ή ενδοφλέβια
ανά 6 ώρες με σύνολο ημερήσιας δοσολογίας 3-6g.
Βρέφη και παιδιά: 30-100mg/kg την ημέρα σε τρεις ή τέσσερις ημερήσιες δόσεις. Τα
60mg/kg την ημέρα είναι η κατάλληλη δόση για τις περισσότερες λοιμώξεις. Το
Normafenac
®
δεν χορηγείται σε παιδιά μικρότερα των 3 μηνών.
Γονόρροια: Στη γονόρροια χορηγείται 1,5g Normafenac
®
ενδομυϊκά εφ΄ άπαξ, δηλαδή
δύο ενέσεις των 750mg από μία στον κάθε γλουτό.
Προφύλαξη: Η συνήθης δόση είναι 1,5g ενδοφλέβια με την αναισθησία για επεμβάσεις
στην κοιλιακή χώρα, στην πύελο και στην ορθοπεδική, τα οποία συμπληρώνονται με δύο
δόσεις των 750mg ενδομυϊκά, από μία δόση 8 και 16 ώρες αργότερα εάν η εγχείρηση
παρατείνεται.
Εάν υπάρχει λοίμωξη λαμβάνεται καλλιέργεια ώστε να γίνει κατάλληλη αιτιολογική
θεραπεία.
Για επεμβάσεις στη καρδιά, στο θώρακα, στον οισοφάγο και στα αγγεία, 1,5g
ενδοφλέβια με την αναισθησία, τα οποία συμπληρώνονται με 750mg ενδομυϊκά ανά
8ωρο για 24-48 ώρες. Σε αντικατάσταση της κατ΄ ισχίον αρθρώσεως, 1,5g σκόνης
Normafenac
®
ανακατεύεται με κάθε πακέτο πολυμερούς μεθυλο-μεθακρυλικού
τσιμέντου, πριν προστεθεί το υγρό μονομερές.
Νεφρική ανεπάρκεια: Το Normafenac
®
απεκκρίνεται από τα νεφρά. Γι΄ αυτό όπως και
με τα άλλα αντιβιοτικά αυτής της κατηγορίας συνιστάται η μείωση της δοσολογίας σε
ασθενείς με σοβαρή ανεπάρκεια της νεφρικής λειτουργίας, ώστε να αντισταθμίζεται η
μειωμένη δυνατότητα απεκκρίσεως των νεφρών.
Πάντως δεν είναι απαραίτητο να μειωθεί η δοσολογία παρά μόνο στη βαριά ανεπάρκεια
ενηλίκων, όταν δηλαδή η κάθαρση κρεατινίνης πέσει κάτω από 20ml/λεπτό. Αν η
κάθαρση κρεατινίνης είναι 10-20ml/λεπτό, χορηγούνται 750mg δύο φορές την ημέρα.
Όταν είναι κάτω των 10ml/λεπτό, 750mg μία φορά την ημέρα.
Σε ασθενείς που υποβάλλονται σε αιμοδιύλιση χορηγούνται 750mg επί πλέον ενδοφλέβια
ή ενδομυϊκά μετά τη διύλιση.
Σε συνδυασμό με την παρεντερική χορήγηση η Cefuroxime μπορεί να προστεθεί στο
υγρό της περιτοναϊκής διύλισης (συνήθως 250mg σε κάθε δύο λίτρα υγρού διύλισης).
Στους ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια που βρίσκονται υπό συνεχή αρτηριοφλεβική
αιμοδιύλιση η αιμοκάθαρση υψηλής ροής σε μονάδες εντατικής θεραπείας, η κατάλληλη
δόση είναι 750mg δύο φορές την ημέρα.
Για αιμοκάθαρση χαμηλής ροής εφαρμόζεται το δοσολογικό σχήμα που συνιστάται σε
μειωμένη νεφρική λειτουργία.
Χορήγηση:
Ενδομυϊκά: Προστίθεται 3ml ενέσιμου ύδατος στο Normafenac
®
750mg και ενίεται ως
εναιώρημα.
Ενδοφλέβια: Προστίθεται τουλάχιστον 6ml ενέσιμου ύδατος στο Normafenac
®
750mg
και ενίεται μόνο ως διάλυμα.
Ενδοφλέβια έγχυση: Προστίθενται 15ml ενέσιμου ύδατος σε 1,5g Normafenac
®
.
Προσθέστε το ανασυσταθέν διάλυμα σε 50 ή100ml συμβατού υγρού έγχυσης (βλέπε
παρ. 6.4. Συμβατότητα-Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος). Τα
διαλύματα αυτά χορηγούνται κατευθείαν στη φλέβα ή προστίθενται στα κατά σταγόνα
παρεντερικά διαλύματα.
4.3 Αντενδείξεις: Υπερευαισθησία στις κεφαλοσπορίνες, ιστορικό αναφυλαξίας και
αλλεργικού shock στην πενικιλλίνη.
4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση: Πριν από
την έναρξη της θεραπείας με Normafenac
®
πρέπει να ληφθεί προσεκτικά ιστορικό
προκειμένου να καθορισθεί εάν ο ασθενής έχει εμφανίσει κατά το παρελθόν αντιδράσεις
υπερευαισθησίας στις κεφαλοσπορίνες, τις πενικιλλίνες ή άλλα φάρμακα.
Το συγκεκριμένο φάρμακο πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς
υπερευαίσθητους στις πενικιλλίνες λόγω διασταυρούμενης υπερευαισθησίας που έχει
παρατηρηθεί μεταξύ των β-λακταμικών αντιβιοτικών.
Σε περίπτωση εκδήλωσης αλλεργικής αντίδρασης από τη χορήγηση Normafenac
®
, η
λήψη του φαρμάκου πρέπει να διακοπεί και μπορεί να απαιτηθεί η χορήγηση
αντιισταμινικών ή κορτικοστεροειδών.
Σε σοβαρές περιπτώσεις οξείας υπερευαισθησίας μπορεί να απαιτηθεί η χορήγηση
αδρεναλίνης και η λήψη άλλων μέτρων επείγουσας αντιμετώπισης.
Τα αντιβιοτικά, περιλαμβανομένης και της Cefuroxime, πρέπει να χορηγούνται με
προσοχή σε κάθε ασθενή ο οποίος έχει εμφανίσει κάποια μορφή αλλεργίας, ιδίως σε
φάρμακα.
Υψηλές δόσεις κεφαλοσπορινών πρέπει να χορηγούνται με προσοχή σε άτομα που
κάνουν σύγχρονη θεραπεία με δυναμικά διουρητικά όπως η φουροσεμίδη ή με
αμινογλυκοσίδες, επειδή οι συνδυασμοί αυτοί μπορεί να έχουν επίδραση στη νεφρική
λειτουργία.
Σ΄ αυτούς τους ασθενείς, σε ηλικιωμένους και σε ασθενείς με προϋπάρχουσα νεφρική
ανεπάρκεια, η νεφρική λειτουργία θα πρέπει να ελέγχεται (βλέπε δοσολογία και
χορήγηση).
Η πιθανότητα εμφάνισης ανθεκτικών μικροοργανισμών με αποτέλεσμα τον υπέρμετρο
πολλαπλασιασμό τους θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, ιδίως σε περιπτώσεις
μακροχρόνιας χορήγησης αντιβιοτικών.
Σημαντική είναι η προσεκτική παρακολούθηση του ασθενούς. Εάν κατά τη διάρκεια της
αγωγής εμφανισθεί αναμόλυνση από το ίδιο μικρόβιο, πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα
3
μέτρα.
Όπως και με άλλα θεραπευτικά σχήματα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της
μηνιγγίτιδας, έχει αναφερθεί ήπια έως μέτρια απώλεια της ακοής σε λίγους παιδιατρικούς
ασθενείς που έκαναν θεραπεία με θειϊκή Cefuroxime.
Έχει επίσης παρατηρηθεί συνέχιση των θετικών καλλιεργειών εγκεφαλονωτιαίου υγρού
από αιμόφιλο της ινφλουένζας για 18-36 ώρες με τη χρήση της ενέσιμης Cefuroxime,
πράγμα που παρατηρείται και με άλλα αντιβιοτικά. Η κλινική συσχέτιση αυτής της
παρατήρησης είναι άγνωστη.
Όπως και με άλλα αντιβιοτικά η χρήση Cefuroxime μπορεί να προκαλέσει ανάπτυξη
Candida. Η παρατεταμένη χρήση μπορεί επίσης να προκαλέσει ανάπτυξη άλλων μη
ευαίσθητων σε αυτή μικροοργανισμών (π.χ. Enterococci, Clostridium difficile), η οποία
μπορεί να απαιτήσει διακοπή της θεραπείας.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης:
Αντίστοιχα με άλλα αντιβιοτικά η Cefuroxime μπορεί να επηρεάσει την εντερική
χλωρίδα, με αποτέλεσμα τη μικρότερη επαναπορρόφηση οιστρογόνων και τη μειωμένη
αποτελεσματικότητα των συνδυασμών από το στόμα..
Η πιθανότητα νεφροτοξικότητας επιτείνεται με ταυτόχρονη χορήγηση διουρητικών της
αγκύλης, αμινογλυκοσίδες ή μετά από χορήγηση ακτινοσκιερών ουσιών. Η προβενεκίδη
αυξάνει τα επίπεδα της Cefuroxime στο αίμα και παρατείνει το χρόνο ημίσειας ζωής.
Η σύγχρονη χορήγηση τετρακυκλίνης και χλωραμφαινικόλης πρέπει να αποφεύγεται.
Το Normafenac
®
μπορεί να προκαλέσει ψευδώς θετική αντίδραση στη δοκιμασία για
γλυκοζουρία με τις μεθόδους αναγωγής του χαλκού (Benedict, Fehling, Clinitest) όχι
όμως και με τις ενζυμικές δοκιμασίες για γλυκοζουρία (π.χ.Tes Tape).
Επίσης το Normafenac
®
προκαλεί ψευδώς αρνητική αντίδραση σε δοκιμασία με
σιδηροκυανιούχο.
Σε ασθενείς που παίρνουν Normafenac
®
συνιστάται ο προσδιορισμός της γλυκόζης στο
αίμα να γίνεται με τις μεθόδους που χρησιμοποιούν οξειδάση ή εξοκινάση
Το Normafenac
®
δεν επηρεάζει τον προσδιορισμό της κρεατινίνης με πικρικά αλκάλια.
4.6 Κύηση και γαλουχία
Χρήση κατά την κύηση: Σε μελέτες αναπαραγωγής, σε ποντικούς και κουνέλια με
δόσεις έως και 60 φορές την ανθρώπινη δόση δεν παρατηρήθηκε διαταραχή της
γονιμότητας ή πρόκληση ανωμαλιών στο έμβρυο που να συσχετίζονται με την χορήγηση
της Cefuroxime. Όμως, δεν υπάρχουν επαρκείς και καλώς ελεγχόμενες μελέτες επί
εγκύων γυναικών. Επειδή οι μελέτες αναπαραγωγής με πειραματόζωα δεν είναι πάντοτε
ενδεικτικές της αντίδρασης του ανθρωπίνου οργανισμού, το Normafenac
®
πρέπει να
χορηγείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μόνον όταν αυτό είναι απολύτως
απαραίτητο.
Χρήση κατά την γαλουχία: Το Normafenac
®
εκκρίνεται στο μητρικό γάλα, γι΄ αυτό
χρειάζεται προσοχή όταν το Normafenac
®
στη μητέρα που θηλάζει.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων: Δεν έχει
αναφερθεί επίδραση.
4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι πολύ σπάνιες (<1/10.000)
και γενικά ήπιες και παροδικές.
Οι κατηγορίες συχνοτήτων για τις ανεπιθύμητες ενέργειες παρακάτω είναι κατά
προσέγγιση καθώς για τις περισσότερες ενέργειες δεν υπάρχουν ικανοποιητικά στοιχεία
για τον υπολογισμό της συχνότητας. Επιπλέον η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών
που σχετίζονται με την νατριούχο κεφουροξίμη μπορεί να ποικίλει ανάλογα με την
ένδειξη.
Στοιχεία από κλινικές μελέτες χρησιμοποιήθηκαν για να υπολογισθεί η συχνότητα των
πολύ συχνών έως σπανίων ανεπιθύμητων ενεργειών. Οι συχνότητες όλων των άλλων
ανεπιθύμητων ενεργειών (δηλαδή αυτών που εμφανίζονται <1/1000) υπολογίσθηκαν
κυρίως χρησιμοποιώντας στοιχεία μετά την κυκλοφορία του προϊόντος και αναφέρονται
σε συχνότητα αναφοράς παρά σε πραγματική συχνότητα.
Η ακόλουθη συνθήκη έχει χρησιμοποιηθεί για τον χαρακτηρισμό της συχνότητας:
πολύ συχνές >1/10,
συχνές >1/100 και <1/10,
όχι συχνές >1/1.000 και <1/100,
σπάνιες >1/10.000 και <1/1.000,
πολύ σπάνιες <1/10.000.
Λοιμώξεις και παρασιτώσεις
Σπάνιες: Υπερανάπτυξη Candida
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος
Συχνές: Ουδετεροπενία, ηωσινοφιλία.
Όχι συχνές: Λευκοπενία, μείωση της συγκέντρωσης της αιμοσφαιρίνης, θετική
δοκιμασία Coomb’s.
Σπάνιες: Θρομβοπενία.
Πολύ σπάνιες: Αιμολυτική αναιμία.
Η ομάδα των κεφαλοσπορινών έχει την τάση να προσροφάται στην επιφάνεια των
μεμβρανών των ερυθρών αιμοσφαιρίων και να αντιδρά με τα αντισώματα έναντι του
φαρμάκου, ώστε να παράγεται θετική άμεσος αντίδραση Coombs (που να μπορεί να
επιδρά στη διασταύρωση του αίματος) και σπανίως να συνοδεύεται από αιμολυτική
αναιμία.
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Αντιδράσεις υπερευαισθησίας που περιλαμβάνουν.
Όχι συχνές: Δερματικό εξάνθημα, κνίδωση και κνησμός.
Σπάνιες: Φαρμακευτικός πυρετός.
Πολύ σπάνιες: Διάμεση νεφρίτιδα, αναφυλαξία, λευκοκυτταροκλαστική αγγειίτιδα.
Βλέπε επίσης “Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού” και “Διαταραχές των
νεφρών και των ουροφόρων οδών”.
Αγγειακές διαταραχές
Συχνές: Θρομβοφλεβίτιδα μπορεί να ακολουθήσει μετά την ενδοφλέβια ένεση.
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος
Όχι συχνές: Γαστρεντερικές διαταραχές.
Πολύ σπάνιες: Ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα.
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
Συχνές: Παροδική αύξηση των ηπατικών ενζύμων.
5
Όχι συχνές: Παροδική αύξηση της χολερυθρίνης.
Παροδικές αυξήσεις των ηπατικών ενζύμων στον ορό ή της χολερυθρίνης εμφανίζονται
ιδιαίτερα σε ασθενείς με προϋπάρχουσα ηπατική νόσο, αλλά δεν υπάρχει ένδειξη
κινδύνου για το ήπαρ.
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Πολύ σπάνιες: Πολύμορφο ερύθημα, τοξική νεκρωτική επιδερμόλυση και σύνδρομο
Stevens Johnson.
Βλέπε επίσης “Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος”.
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών
Πολύ σπάνιες: Αύξηση της κρεατινίνης του ορού, αύξηση του αζώτου της ουρίας του
αίματος και μείωση της κάθαρσης κρεατινίνης (βλέπε παρ. 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις
και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Βλέπε επίσης “Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος”.
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
Συχνές: Αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης που μπορεί να περιλαμβάνουν πόνο και
θρομβοφλεβίτιδα.
Ο πόνος στο σημείο που γίνεται η ενδομυϊκή ένεση είναι πιο πιθανό να συμβεί με τις
υψηλές δόσεις. Ωστόσο είναι απίθανο να γίνει αιτία διακοπής της θεραπείας.
4.6 Υπερδοσολογία: Υπερβολική λήψη κεφαλοσπορινών μπορεί να προκαλέσει
ερεθισμό στον εγκέφαλο με ενδεχόμενους σπασμούς. Η στάθμη ορού του Normafenac
®
μπορεί να μειωθεί με αιμοδιύλιση ή με περιτοναϊκή διύλιση.
Τηλέφωνο Κέντρου Δηλητηριάσεων Αθηνών : 210 7793777
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Κωδικός ΑΤC:J01DA06.
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες: Η Cefuroxime είναι αντιβιοτικό της ομάδας των
κεφαλοσπορινών 2
ης
γενεάς.
Χαρακτηρίζεται σαν αποτελεσματικός αντιβακτηριδιακός παράγων με ευρύ φάσμα, με
μικροβιοκτόνο δράση έναντι μεγάλου αριθμού κοινών παθογόνων μικροβίων,
συμπεριλαμβανομένων και των στελεχών που παράγουν βήτα-λακταμάσες και συνεπώς
είναι δραστική εναντίον πολλών στελεχών ανθεκτικών στην αμπικιλλίνη και την
αμοξυκιλλίνη. Η μικροβιοκτόνος δράση του Normafenac
®
οφείλεται στην αναστολή
συνθέσεως του κυτταρικού τοιχώματος των μικροβίων δεσμεύοντας βασικές πρωτεΐνες.
Μικροβιολογία
Το Normafenac
®
είναι συνήθως δραστικό in vitro στα παρακάτω αναφερόμενα
μικρόβια:
- Αερόβια Gram-αρνητικά: Escherichia coli, Klebsiella spp, Proteus mirabilis, είδη
providencia, Proteus rettgeri, Haemophilus influenzae (περιλαμβανομένων των στελεχών
των ανθεκτικών στην αμπικιλλίνη), Haemophilus parainfluenzae (περιλαμβανομένων
των στελεχών των ανθεκτικών στην αμπικιλλίνη), Moraxella (Branhamella) catarrhalis,
Neisseria gonorrhoea (περιλαμβανομένων στελεχών που παράγουν και που δεν παράγουν
πενικιλλινάση), Neisseria meningitidis, είδη σαλμονέλας.
- Αερόβια Gram-θετικά: Staphylococcus aureus και Staphylococcus epidermidis
(περιλαμβανομένων στελεχών που παράγουν πενικιλλινάση αλλά δεν περιλαμβάνονται
στελέχη ανθεκτικά στην μεθικιλλίνη), Streptococcus pyogenes (και άλλοι βήτα-
αιμολυτικοί στρεπτόκοκκοι), Streptococcus pneumoniae, Streptococcus group B
(streptococcus agalactiae), Streptococcus mitis (της ομάδας viridans), Bordetella
pertussis.
- Αναερόβια: Gram-θετικοί και Gram-αρνητικοί κόκκοι (περιλαμβανομένων ειδών
πεπτοκκόκων και πεπτοστρεπτοκόκκων), Gram-θετικοί, βάκιλοι (περιλαμβανομένων των
περισσοτέρων ειδών κλωστηριδίων) και Gram-αρνητικοί βάκιλοι (περιλαμβανομένων
ειδών Bacteroides και fusobacterium). Είδη Propionibacterium.
- Άλλα μικρόβια: Βοrrelia burgdorferi.
Τα παρακάτω αναφερόμενα μικρόβια δεν είναι ευαίσθητα στο Cefuroxime: Clostridium
difficile, είδη Pseudomonas, είδη Camplylobacter, Acinetobacter calcoaceticus, στελέχη
Staphylococcus aureus και epidermidis ανθεκτικά στη μεθικιλλίνη, είδη Legionella.
Ορισμένα στελέχη από τα παρακάτω αναφερόμενα γένη δεν είναι ευαίσθητα στην
Cefuroxime: Streptococcus faecalis, Morganella morganii, Proteus vulgaris, είδη
εντεροβακτηριδίων, είδη κιτροβακτηριδίων, είδη σερράτιας, Bacteroides fragilis.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες: Μετά από ενδομυϊκή χορήγηση μιας δόσης 750mg
Cefuroxime, σε υγιείς εθελοντές η μέση ανώτατη συγκέντρωση του φαρμάκου στον ορό
είναι περίπου 27mcg/ml και επιτυγχάνεται 30-40 λεπτά μετά την ενδομυϊκή ένεση.
Ο χρόνος υποδιπλασιασμού μετά από ενδομυϊκή ή ενδοφλέβια χορήγηση είναι περίπου
70 λεπτά της ώρας. Σύγχρονη χορήγηση προβενεκίδης παρατείνει την απέκκριση του
αντιβιοτικού και αυξάνει την στάθμη του ορού. Η δέσμευση με τις πρωτεΐνες κυμαίνεται
από 33-50% και εξαρτάται από τη μέθοδο του προσδιορισμού.
Η Cefuroxime αποβάλλεται σχεδόν αναλλοίωτη (85-90%) με τα ούρα 8 ωρών. Η
μεγαλύτερη όμως ποσότητα απεκκρίνεται στις 6 πρώτες ώρες. Η Cefuroxime δεν
μεταβολίζεται και απεκκρίνεται με σπειραματική διήθηση και σωληναριακή έκκριση.
Τα επίπεδα της Cefuroxime στον ορό μειώνονται με διύλιση. Πυκνότητες Cefuroxime
μεγαλύτερες της ελάχιστης ανασταλτικής για κοινά παθογόνα ανευρίσκονται στα οστά,
στο αρθρικό υγρό και το οφθαλμικό υγρό. Η Cefuroxime
διαπερνά το φράγμα αίμα-
εγκέφαλος όταν οι μήνιγγες φλεγμαίνουν. Κάθε φιαλίδιο 750mg περιέχει 42mg νατρίου
(1,8 mEq).
5.3 Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια: Μακροχρόνιες μελέτες καρκινογένεσης σε
ζώα, δεν έχουν γίνει με τη Cefuroxime. Όμως στις καθορισμένες (standard)
εργαστηριακές δοκιμασίες δεν παρατηρήθηκε μεταλλαξιογόνο δυναμικό του φαρμάκου.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1 Κατάλογος των εκδόχων: Δεν υπάρχουν έκδοχα.
6.2 Ασυμβατότητες: Το Normafenac
®
δεν πρέπει να αναμειγνύεται στην ίδια σύριγγα
με τα αμινογλυκοσιδικά αντιβιοτικά. Το διαλύματος διττανθρακικού νατρίου 2,74%
επηρεάζει τη χρώση του διαλύματος και γι΄ αυτό δεν συνιστάται σαν διαλυτικό του
7
φαρμάκου.
6.3 Διάρκεια ζωής: 24 μήνες για προϊόν διατηρημένο σύμφωνα με τις οδηγίες.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος: Να μη φυλάσσεται σε
θερμοκρασία μεγαλύτερη από 25
ο
C και να διατηρείται προστατευμένο από το φως..
Το εναιώρημα της Cefuroxime για ενδομυϊκή χορήγηση και το διάλυμα για την
ενδοφλέβια διατηρούν την ισχύ τους επί 5 ώρες σε θερμοκρασία δωματίου κάτω των
25
0
C και 48 ώρες στο ψυγείο στους 4
0
C. Αραιότερα διαλύματα π.χ. 1,5g σε 50ml
ενέσιμου ύδατος, διατηρούν την ισχύ τους 24 ώρες κάτω των 25
0
C και 72 ώρες στο
ψυγείο. Η διατήρηση κάνει εντονότερη τη χρώση των διαλυμάτων και των
εναιωρημάτων της Cefuroxime.
Συμβατότητα: Διάλυμα 1,5g Cefuroxime σε 15ml ενέσιμου ύδατος μπορεί να προστεθεί
σε 100 ml διαλύματος 500 mg μετρονιδαζόλης και παραμένει δραστικό μέχρι 24 ώρες
κάτω των 25
0
C. 1,5 g Cefuroxime είναι συμβατή με 1g αζλοκιλλίνης σε 15ml ή 5g σε
50ml για 24 ώρες στους 4
0
C ή για 6 ώρες κάτω των 25
0
C. Όταν η Cefuroxime (5mg/ml)
αναμειγνύεται με 5% ή 10% ενέσιμη ξυλιτόλη διατηρείται για 24 ώρες στους 25
0
C.
H Cefuroxime είναι συμβατή με τα ενδοφλέβια διαλύματα, διατηρεί την ισχύ της για 24
ώρες στη θερμοκρασία δωματίου με τα εξής διαλύματα: χλωριούχου νατρίου 0,9%,
δεξτρόζης 5%, χλωριούχου νατρίου 0,18% και δεξτρόζης 4%, 5% δεξτρόζης και 0,9%
χλωριούχου νατρίου, 5% δεξτρόζης και 0,45% χλωριούχου νατρίου, 5% δεξτρόζης και
0,225%, χλωριούχου νατρίου, 10% δεξτρόζης, 10% ιμβερτοσακχάρου σε ενέσιμο ύδωρ,
διάλυμα Ringer, διάλυμα Ringer με γαλακτικό νάτριο, Μ/6 γαλακτικού νατρίου και
διάλυμα Hartmann. Η σταθερότητα της Cefuroxime στο φυσιολογικό ορό και στο
διάλυμα 5% δεξτρόζης δεν επηρεάζεται από την παρουσία της μετά νατρίου φωσφορικής
υδροκορτιζόνης. Στα άτομα όμως που γίνεται έγχυση διαλύματος διττανθρακικού
νατρίου, η Cefuroxime μπορεί να προστεθεί στο σωλήνα της συσκευής. Η Cefuroxime
είναι συμβατή με υδατικά διαλύματα υδροχλωρικής λιγνοκαΐνης 1%. Η Cefuroxime είναι
επίσης συμβατή για 24 ώρες σε θερμοκρασία δωματίου όταν αναμειγνύεται για
ενδοφλέβια έγχυση με ηπαρίνη (10 και 50 μονάδες/ml) σε διάλυμα 0,9 % χλωριούχου
νατρίου, χλωριούχο κάλιο (10 και 40 χιλιοστοϊσοδύναμα) σε διάλυμα 0,9% χλωριούχου
νατρίου.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη: Χάρτινο κουτί περιέχον ένα (1) γυάλινο
φιαλίδιο και φύλλο οδηγιών για το χρήστη.
6.6 Οδηγίες χρήσης/χειρισμού: Το φάρμακο χορηγείται ενδομυϊκά και ενδοφλέβια.
6.7 Κάτοχος αδείας κυκλοφορίας:
ΝΟΡΜΑ ΕΛΛΑΣ Α.Ε
Μενάνδρου 54, 10431 Αθήνα.
Tηλ: 210 52.22.282, φαξ: 210 5241368
Ε-mail: info@normahellas.gr
http://www.normahellas.gr
6.8. Παρασκευαστής:
ΦΑΜΑΡ ΑΒΕ (ΕΡΓ. Δ΄), 48
ον
χλμ. Αθηνών Λαμίας, 19011 Αυλώνα.
REMEDINA Α.Β.Ε.Ε., Γούναρη 23, 134 51 Καματερό Αττικής
7. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Normafenac
®
PD.INJ.SOL. 750MG/VIAL BTx1VIAL: 17725/06-03-2009
8. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
12.06.1982
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Οκτώβριος 2009 (Σύμφωνα με την εγκύκλιο του ΕΟΦ 76147/22-10-09).
ΝΟΡΜΑ ΕΛΛΑΣ Α.Ε
Μενάνδρου 54, 10431 Αθήνα.
Τηλ. 210 52.22.282 Φαξ 210 52.41.368
E-mail: info@normahellas.gr
http:// www.normahellas.gr
SPC-1827502-03
9