Η δόση θα πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα με την υπολογιζόμενη
κάθαρση κρεατινίνης, (βλ. παρ. 2.6 ).
Απαιτείται προσοχή όταν η κεφοταξίμη συγχορηγείται με
αμινογλυκοσίδες, προβενεσίδη ή άλλα νεφροτοξικά φάρμακα (βλ.
παρ. 2.5). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να
παρακολουθείται η νεφρική λειτουργία, όπως επίσης και στους
ηλικιωμένους ασθενείς και στους ασθενείς με προϋπάρχουσα
νεφρική ανεπάρκεια
- Νευροτοξικότητα:
Υψηλές δόσεις αντιβιοτικών β-λακτάμης, συμπεριλαμβανομένης
της κεφοταξίμης, ιδιαίτερα σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια,
μπορεί να οδηγήσουν σε εγκεφαλοπάθεια (π.χ. έκπτωση
συνείδησης, μη φυσιολογικές κινήσεις και σπασμοί.) (βλ.παρ. 2.8).
Οι ασθενείς θα πρέπει να επικοινωνήσουν άμεσα με το γιατρό τους
πριν τη συνέχιση της θεραπείας εάν προκληθούν τέτοιες
αντιδράσεις.
- Προφυλάξεις κατά τη χορήγηση
Κατά τη διάρκεια της κυκλοφορίας του φαρμάκου, δυνητικά
απειλητική για τη ζωή αρρυθμία έχει αναφερθεί σε πολύ λίγους
ασθενείς στους οποίους πραγματοποιήθηκε ταχεία ενδοφλέβια
χορήγηση κεφοταξίμης μέσω καθετήρα κεντρικής φλέβας. Ο
συνιστώμενος χρόνος ένεσης ή έγχυσης θα πρέπει να τηρείται
(βλ.παρ. 2.6).
Βλ. παράγραφο 2.3 για αντενδείξεις των μορφών που περιέχουν
λιδοκαΐνη.
- Επιδράσεις στις εργαστηριακές εξετάσεις
Όπως και με άλλες κεφαλοσπορίνες η δοκιμασία Coombs είναι
θετική σε ορισμένους ασθενείς οι οποίοι έλαβαν κεφοταξίμη. Αυτό
το φαινόμενο μπορεί να επιδράσει στις διασταυρούμενες
αντιδράσεις του αίματος.
Η δοκιμασία γλυκόζης ούρων με μη-ειδικά αναγωγικά
αντιδραστήρια πιθανώς να οδηγήσει σε ψευδώς θετικά
αποτελέσματα. Αυτό το φαινόμενο δεν παρατηρείται όταν
χρησιμοποιείται η ειδική μέθοδος οξειδάσης της γλυκόζης.
- Λήψη νατρίου
:
Η περιεκτικότητα σε νάτριο της νατριούχου κεφοταξίμης (48,2
mg/g) θα πρέπει να ληφθεί υπόψη σε ασθενείς για τους οποίους
απαιτείται περιορισμός του νατρίου.
-
Διαταραχές του αίματος
Κατά τη διάρκεια θεραπείας με κεφοταξίμη μπορεί να εμφανιστούν
λευκοπενία, ουδετεροπενία και πιο σπάνια ανεπάρκεια μυελού των
οστών, πανκυτταροπενία ή ακοκκιοκυτταραιμία.(Βλ. παρ. 4,8).
Για θεραπείες που διαρκούν περισσότερο από 10 ημέρες θα πρέπει
να γίνεται αιματολογικός έλεγχος και στην περίπτωση μη
φυσιολογικών αποτελεσμάτων θα πρέπει να εξετάζεται το
ενδεχόμενο διακοπής της θεραπείας.