τους) είναι πιθανό να έχει προκαλέσει φλυκταινώδη μορφή της νόσου. Το
SANORVIL είναι συνήθως καλά ανεκτό, αν όμως εμφανισθούν σημεία
υπερευαισθησίας, θα πρέπει η χορήγηση να σταματήσει αμέσως.
4.9 Υπερδοσολογία
Οι υπερβάσεις στη δοσολογία μπορεί να προκαλέσουν υπερκορτικοειδισμό. Στην
περίπτωση αυτή διακόπτεται η θεραπεία.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Η βήταμεθαζόνη ανήκει στην κατηγορία των κορτικοειδών, τα οποία μειώνουν τη
φλεγμονή με διάφορους μηχανισμούς: σταθεροποίηση της μεμβράνης των
λυσοσωμάτων, λευκοκυττάρων, ανταγωνισμό έναντι της ισταμίνης, αναχαίτιση της
απελευθέρωσης κινίνης και άλλων παραγόντων της δημιουργίας φλεγμονής από το
υπόστρωμα του. Η βηταμεθαζόνη είναι δραστική στην αντιμετώπιση των
δερματοπαθειών ευαίσθητων στα κορτικοειδή λόγω αντιφλεγμονώδους,
αντικνησμικής και αγγειοδιασταλτικής της δράσης.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Εφαρμοζόμενα επί της επιδερμίδας τα κορτικοειδή συγκρατούνται κατά το
μεγαλύτερο μέρος από την κεράτινη στοιβάδα και μόνο μικρά μέρη της φτάνουν στο
δέρμα όπου μπορούν να απορροφηθούν. Αρκετοί παράγοντες μπορούν να ευνοήσουν
μια σαφή απορρόφηση ανάλογα με την περιοχή και την έκταση της επιδερμίδας που
πρόκειται να θεραπευθεί, τον τύπος της μόλυνσης, τη διάρκεια της θεραπείας, την
πιθανή χρήση επιδέσμου. Πρέπει να σημειωθεί ότι ορισμένες περιοχές της
επιδερμίδας (όσχεον, πρόσωπο, βλέφαρα, τριχοειδή αγγεία), απορροφούνται εύκολα
από άλλες περιοχές (γόνατα, αγκώνας, παλάμη, πέλμα).
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1 Κατάλογος με τα έκδοχα:
Carbomer, Isopropyl alcohol, Sodium hydroxide, Water purified.
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν έχουν αναφερθεί ασυμβατότητες.
6.3 Χρόνος ζωής
24 μήνες στην συσκευασία του εμπορίου και σε συνθήκες περιβάλλοντος ≤25
ο
C.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Δεν απαιτούνται.