διατηρήθηκαν τουλάχιστον επί 7 ώρες (στην κερατίνη στιβάδα: περίπου 3500μg/ml
±7 mmol/l, στα λειτουργικά στρώματα του δέρματος περίπου 20 μg/ml ± 40 μmol/l,
στο χόριο περίπου 3 μg/ml ± 6 μmol/l). Η αφαίρεση της κερατίνης στιβάδας πριν από
την εφαρμογή της κρέμας προκάλεσε αύξηση των επιπέδων της ισοκοναζόλης
περίπου κατά 2 φορές. Τα επίπεδα στην κερατίνη στιβάδα και την επιδερμίδα
υπερβαίνουν πολλαπλά τις ελάχιστες συγκεντρώσεις της ανασταλτικής και της
βιοκτόνου δράσης όλων των σημαντικών παθογόνων παραγόντων (δερματόφυτα,
βλαστομύκητες, ευρωτομύκητες) και φτάνουν στις αντίστοιχες τιμές στο χόριο.
Η ισοκοναζόλη δεν εξουδετερώνεται μεταβολικά στο δέρμα. Η συστηματική
επιβάρυνση του οργανισμού λόγω της διαδερμικής απορρόφησης είναι χαμηλή.
Ακόμη και μετά από αφαίρεση της κερατίνης στιβάδας, λιγότερο από 1% της
χορηγούμενης δόσης διείσδυσε στη γενική κυκλοφορία του αίματος, μετά από 4
ωρών έκθεση του δέρματος στην ουσία.
Η διαδερμική απορρόφηση της νιτρικής ισοκοναζόλης είναι πολύ χαμηλή, ώστε να
μπορέσει να ερευνηθεί ο μεταβολισμός της από τον ανθρώπινο οργανισμό.
Έρευνα για το μεταβολισμό μετά από ενδοφλέβια χορήγηση
Χορηγήθηκαν 0,5 mg
3
Η-επισημασμένης νιτρικής ισοκοναζόλης δια της ενδοφλέβιας
οδού. Η ισοκοναζόλη μεταβολίζεται πλήρως και απεκκρίνεται γρήγορα από τον
ανθρώπινο οργανισμό.
Ως ποσοτικά κύριοι μεταβολίτες προσδιορίστηκαν στα ούρα το 2,4-
διχλωροαμυγδαλικό οξύ και το 2-(2,6-διχλωρο-βενζυλοξυ)-2-(2,4-διχλωροφαινυλο)-
οξικό οξύ. Το ένα τρίτο των ραδιενεργά επισημασμένων μεταβολιτών απεκκρίνεται με
τα ούρα και τα δύο τρίτα με τη χολή. Το 75% της δόσης απεκκρίνεται ήδη μέσα στις
πρώτες 24 ώρες.
5.3 Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια
Τα αποτελέσματα τοξικολογικών μελετών με επαναλαμβανόμενη δόση δεν έδειξαν
πως μπορεί να συσχετιστεί ιδιαίτερος κίνδυνος της υγείας των ασθενών με τη
θεραπευτική χρήση του Travogen.
Πειράματα που έγιναν in vitro και in vivo για την ανίχνευση γονιδιακών και
χρωμοσωμικών μεταλλάξεων δεν έδειξαν ότι η νιτρική ισοκοναζόλη είναι δυνητικά
μεταλλαξιογόνος. Δε διεξάχθηκαν in vivo μελέτες ογκογένεσης για την ισοκοναζόλη.
Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, δεν υπάρχει ένδειξη ογκογένεσης για την
ισοκοναζόλη, η οποία να γίνεται φανερή από τα αποτελέσματα δοκιμασιών
μεταλλαξιογόνου δράσης, από τοξικολογικές μελέτες με επαναλαμβανόμενη δόση,
από τη χημική δομή ή το βιοχημικό μηχανισμό δράσης.
Σε μια σειρά ειδικών τοξικολογικών μελετών για την αναπαραγωγή, η ισοκοναζόλη
δεν εμφάνισε ανεπιθύμητες ενέργειες σε καμία φάση του αναπαραγωγικού κύκλου.
Συγκεκριμένα, δεν υπήρξε ένδειξη τερατογένεσης.
Σύμφωνα με τα αποτέλεσματα μελετών τοπικής ανεκτικότητας στο δέρμα και σε
βλεννογόνους, δεν αναμένεται σημαντικός τοπικός ερεθισμός, υπό θεραπευτικές
συνθήκες. Λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα που παρατηρήθηκαν σε μάτια
κουνελιών, πρέπει να αναμένεται ερεθισμός του επιπεφυκότος, μετά από ακούσια
3