Γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία:
Οι γυναίκες σε ηλικία αναπαραγωγής πρέπει να αποφεύγουν την εγκυμοσύνη κατά τη
διάρκεια της θεραπείας με δακαρβαζίνη.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Παρά το ότι δεν επιδρά στο επίπεδο εγρήγορσης, η τυχόν εμφάνιση ζάλης και ναυτίας
μπορεί να επιδράσει στην ικανότητα ευχερούς οδήγησης ή χειρισμού μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Κατά τη χορήγηση του Deticene
μπορεί να εμφανιστούν οι παρακάτω αναφερόμενες
ανεπιθύμητες ενέργειες:
• Αρχική τοξικότητα:
Πεπτικές διαταραχές όπως ανορεξία, ναυτία, έμετος (συνήθως 1-3 ώρες μετά τη χορήγηση
και διάρκειας 1-12 ωρών), δυσκοιλιότητα, εμφανίζονται στο 90% των ασθενών. Για το
λόγο αυτό συνιστάται προληπτική ή θεραπευτική αγωγή με ένα ισχυρό αντιεμετικό. Η
ένταση αυτών των ανεπιθύμητων ενεργειών μειώνεται σταδιακά τις επόμενες ημέρες μετά
από την έγχυση.
Γενικές διαταραχές τύπου ψευδογριππικού συνδρόμου (κόπωση, κεφαλαλγίες, μυαλγίες,
κακουχία, πυρετός) έχουν αναφερθεί σε ποσοστό σχεδόν 2% των ασθενών.
Ανεπιθύμητες επιδράσεις στο κεντρικό νευρικό σύστημα όπως κεφαλαλγίες, μειωμένη
όραση, σύγχυση, λήθαργος και σπασμοί μπορεί να εμφανιστούν σπάνια.
Σπανιότερα αναφέρθηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως παραισθησία προσώπου, εξάψεις,
αλλεργικές αντιδράσεις, ηωσινοφιλία.
Αλλεργικές αντιδράσεις του δέρματος με τη μορφή ερυθήματος, κηλιδοβλατιδωδών
εξανθημάτων ή κνίδωσης παρατηρούνται σπάνια. Αλωπεκία, υπερμελάγχρωση του
δέρματος μπορεί να εμφανιστούν. Σε σπάνιες περιπτώσεις έχουν περιγραφεί
αναφυλακτικές αντιδράσεις.
Ακούσια εκτός της φλέβας ένεση αναμένεται να προκαλέσει τοπικό πόνο και νέκρωση.
Στην περίπτωση που παρουσιαστεί εξαγγείωση κατά την ενδοφλέβια έγχυση μπορεί να
εκδηλωθεί άλγος στη θέση της ένεσης και κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στον ιστό, η
συχνότητα και η ένταση των οποίων μπορεί να ελαττωθεί εάν το διάλυμα του Deticene
προστίθεται εντός της φιάλης του ορού και όχι εντός του σωλήνα έγχυσης.
Έχουν αναφερθεί αντιδράσεις από φωτοευαισθησία έως και 3 ημέρες μετά από την ένεση.
• Καθυστερημένη τοξικότητα:
Όπως συμβαίνει με άλλους αλκυλιωτικούς παράγοντες, σε ασθενείς στους οποίους
χορηγείται δακαρβαζίνη σε συνδυασμό με άλλα κυτταροτοξικά φάρμακα, ειδικότερα
νιτροζουρίες έχει αναφερθεί μυελοδυσπλαστικό σύνδρομο που μπορεί να εξελιχθεί σε
οξεία λευχαιμία.
4