ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
HYPNOMIDATE 2 mg/ml ενέσιμο διάλυμα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε φύσιγγα των 10 ml περιέχει 20 mg ετομιδάτης (2 mg/ml).
Έκδοχο με γνωστές δράσεις:
1 ml ενέσιμου διαλύματος περιέχει 0,36 mg προπυλενογλυκόλης.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ενέσιμο διάλυμα.
Το HYPNOMIDATE είναι ένα στείρο, διαυγές, άχρωμο υδατικό διάλυμα.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Εισαγωγή στη γενική αναισθησία.
Συμπλήρωμα της αναισθησίας όταν χρησιμοποιούνται μη ισχυρά
αναισθητικά φάρμακα (Ν
2
Ο) για επεμβάσεις βραχείας διάρκειας.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Ενήλικες
Οι φύσιγγες HYPNOMIDATE περιέχουν 10 ml διαλύματος έτοιμου για χρήση με
20 mg ετομιδάτης, δηλ. 2 mg ετομιδάτης ανά ml διαλύματος. Η
αποτελεσματική υπνωτική δόση του HYPNOMIDATE είναι 0,3 mg/kg σωματικού
βάρους. Μια φύσιγγα συνήθως επαρκεί για διάρκεια ύπνου 4-5 λεπτών σε
ενήλικες ασθενείς.
Η ύπνωση μπορεί να παραταθεί με επιπρόσθετες ενέσεις HYPNOMIDATE.
Μην υπερβαίνετε το συνολικό αριθμό των 3 φυσίγγων (30 ml).
Επειδή το HYPNOMIDATE δεν έχει αναλγητική δράση, συνιστάται να
χορηγείται ένα κατάλληλο οπιοειδές, π.χ. 1-2 ml φαιντανύλης ενδοφλέβια, 1-2
λεπτά πριν τη χορήγηση του HYPNOMIDATE.
Η δοσολογία πρέπει να προσαρμόζεται ανάλογα με την κατά περίπτωση
απάντηση του ασθενούς και με τα κλινικά αποτελέσματα.
Ειδικοί πληθυσμοί
Ηλικιωμένοι
2
Στους ηλικιωμένους ασθενείς η δόση πρέπει να είναι μειωμένη: να
χορηγείται μια εφάπαξ δόση των 0,15 έως 0,2 mg/kg σωματικού βάρους και
κατόπιν να προσαρμόζεται ανάλογα με τα αποτελέσματα (βλέπε
παραγράφους 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
και 5.2 Ειδικοί πληθυσμοί: Ηλικιωμένοι).
Παιδιά
Σε παιδιά κάτω των 15 ετών η δοσολογία μπορεί να χρειαστεί να αυξηθεί:
είναι μερικές φορές απαραίτητη μια επιπλέον δόση μέχρι 30% της συνήθους
δόσης των ενηλίκων για να επιτευχθεί το ίδιο βάθος και η ίδια διάρκεια
ύπνου που επιτυγχάνεται στους ενήλικες (βλέπε παράγραφο 5.2 Ειδικοί
Πληθυσμοί: Παιδιατρικός πληθυσμός).
Τρόπος χορήγησης
Ενδοφλέβια χρήση.
Το HYPNOMIDATE πρέπει να ενίεται αργά μέσω της ενδοφλέβιας οδού.
Το προϊόν πρέπει να χορηγείται μόνο από ιατρούς που είναι εκπαιδευμένοι σε
ενδοτραχειακή διασωλήνωση. Πρέπει να είναι διαθέσιμος ο εξοπλισμός για
τεχνητή αναπνοή.
Συνιστάται η χρήση γαντιών πριν το άνοιγμα της φύσιγγας. Σε περίπτωση
τυχαίας δερματικής έκθεσης, ξεπλύνετε την περιοχή με νερό. Αποφύγετε τη
χρήση σαπουνιού, οινοπνεύματος και άλλων καθαριστικών υλικών τα οποία
πιθανά να προκαλέσουν χημικές ή φυσικές αλλοιώσεις του δέρματος.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στην ετομιδάτη ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται
στην παράγραφο 6.1.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η χορήγηση της ετομιδάτης γίνεται μόνο ενδοφλέβια και κατά προτίμηση σε
μεγάλες φλέβες, προς αποφυγή κινδύνου θρόμβωσης και του άλγους.
Η εισαγωγή του ασθενούς σε αναισθησία με HYPNOMIDATE μπορεί να
συνοδεύεται από μικρή και παροδική πτώση της αρτηριακής πίεσης,
οφειλόμενη σε ελάττωση των περιφερικών αγγειακών αντιστάσεων. Σε
εξασθενημένους ασθενείς, στους οποίους η υπόταση μπορεί να είναι
επικίνδυνη, πρέπει να λαμβάνονται τα παρακάτω μέτρα:
1. Διατηρείτε τον ασθενή σε ύπτια θέση κατά την εισαγωγή στην
αναισθησία.
2. Εξασφαλίστε καλή ενδοφλέβια πρόσβαση για τον έλεγχο του όγκου
αίματος του κυκλοφορικού.
3. Χορηγήστε HYPNOMIDATE μέσω αργής ενδοφλέβιας ένεσης (π.χ. 10 ml
σε 1 λεπτό).
4. Αποφύγετε να χορηγήσετε άλλους παράγοντες για την εισαγωγή στην
αναισθησία εάν είναι εφικτό.
3
Όταν χρησιμοποιείται HYPNOMIDATE, πρέπει να υπάρχει διαθέσιμος
εξοπλισμός ανάνηψης για να αντιμετωπισθεί η αναπνευστική καταστολή και
η πιθανότητα άπνοιας.
Οι δόσεις της ετομιδάτης που χρησιμοποιούνται για εισαγωγή στην
αναισθησία έχουν συσχετισθεί με μείωση των συγκεντρώσεων της
κορτιζόλης και της αλδοστερόνης στο πλάσμα (βλέπε παράγραφο 5.1
Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες). Παρόλα αυτά όταν υπάρχει ανησυχία
αναφορικά με ασθενείς που βρίσκονται σε κατάσταση σοβαρού stress,
ειδικότερα για αυτούς που παρουσιάζουν δυσλειτουργία του φλοιού των
επινεφριδίων, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η χορήγηση εξωγενούς
κορτιζόλης.
Η παρατεταμένη καταστολή της ενδογενούς κορτιζόλης και της
αλδοστερόνης μπορεί να παρουσιαστεί ως άμεση συνέπεια της ετομιδάτης
όταν χορηγείται με συνεχή έγχυση ή με επαναλαμβανόμενες δόσεις.Για το
λόγο αυτό πρέπει να αποφεύγεται η χρήση του HYPNOMIDATE για διατήρηση
της αναισθησίας. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η διέγερση των επινεφριδίων με
Αδρενοκορτικοτρόπο ορμόνη (ACTH) δεν είναι χρήσιμη. Ωστόσο, όταν η
ετομιδάτη χρησιμοποιείται για εισαγωγή στην αναισθησία, η μετεγχειρητική
αύξηση της κορτιζόλης ορρού, η οποία παρατηρείται και μετά την εισαγωγή
στην αναισθησία με θειοπεντόνη, εμφανίζεται με καθυστέρηση περίπου 3-6
ωρών.
Η ετομιδάτη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με
υποκείμενη κορτικο-επινεφριδιακή ανεπάρκεια, όπως είναι οι ασθενείς με
σηψαιμία.
Σε ασθενείς με ηπατική κίρρωση ή σε αυτούς που έχουν πάρει νευροληπτικά,
οπιούχα ή κατασταλτικούς παράγοντες, η δόση της ετομιδάτης πρέπει να
μειώνεται.
Αυτόματες κινήσεις μπορεί να παρουσιαστούν σε μια ή περισσότερες μυϊκές
ομάδες, ειδικότερα όταν δεν έχει χορηγηθεί προνάρκωση. Αυτές οι κινήσεις
έχουν αποδοθεί σε άρση της υποφλοιώδους αναστολής. Μπορούν να
προληφθούν σε μεγάλο βαθμό, με την ενδοφλέβια χορήγηση μικρών δόσεων
φαιντανύλης μαζί με διαζεπάμη 1-2 λεπτά, πριν την εισαγωγή στην
αναισθησία με HYPNOMIDATE.
Κατά τη χορήγηση HYPNOMIDATE έχουν παρατηρηθεί μυόκλονος και πόνος
στο σημείο της ένεσης, συμπεριλαμβανομένου του πόνου στη φλέβα, ιδίως
όταν ενίεται σε μικρή φλέβα. Αυτά μπορούν σε μεγάλο βαθμό να
αποφευχθούν με ενδοφλέβια χορήγηση μικρής δόσης κατάλληλων οπιοειδών,
π.χ. φαιντανύλης, 1 με 2 λεπτά πριν την εισαγωγή στην αναισθησία.
Το HYPNOMIDATE πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ηλικιωμένους
ασθενείς, καθώς υπάρχει πιθανότητα μείωσης της καρδιακής παροχής, η
οποία έχει αναφερθεί με δόσεις μεγαλύτερες από τις συνιστώμενες (βλέπε
παράγραφο 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης-Ηλικιωμένοι).
Επειδή το HYPNOMIDATE δεν έχει αναλγητική δράση, πρέπει να
χρησιμοποιηθούν κατάλληλα αναλγητικά κατά τη διάρκεια των χειρουργικών
επεμβάσεων.
Μπορεί να παρατηρηθούν σπασμοί σε ασθενείς, στους οποίους δε χορηγήθηκε
προνάρκωση.
4
Το HYPNOMIDATE πρέπει να ενίεται αργά (π.χ 10ml σε 30-60 sec).
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Η υπνωτική δράση της ετομιδάτης μπορεί να αυξηθεί από νευροληπτικά
φάρμακα, οπιοειδή και κατασταλτικά, και από το αλκοόλ.
Η εισαγωγή στην αναισθησία με ετομιδάτη μπορεί να συνοδεύεται από ήπια
και παροδική μείωση της περιφερικής αντίστασης, η οποία μπορεί να αυξήσει
την επίδραση άλλων φαρμάκων που μειώνουν την αρτηριακή πίεση.
Το HYPNOMIDATE είναι φαρμακολογικώς συμβατό με τα μυοχαλαρωτικά,
προαναισθητικά και εισπνεόμενα αναισθητικά της συνήθους κλινικής
πρακτικής.
Επίδραση άλλων φαρμάκων στην ετομιδάτη
Η συγχορήγηση ετομιδάτης με αλφαιντανύλη έχει αναφερθεί ότι μειώνει την
τελική ημιπερίοδο ζωής της ετομιδάτης περίπου σε 29 λεπτά. Συνιστάται
προσοχή όταν χορηγούνται ταυτόχρονα ετομιδάτη και αλφαιντανύλη, καθώς
οι συγκεντρώσεις της ετομιδάτης μπορεί να πέσουν κάτω από τις οριακές
υπνωτικές συγκεντρώσεις.
Η συνολική κάθαρση πλάσματος και ο όγκος κατανομής της ετομιδάτης είναι
μειωμένοι κατά έναν παράγοντα 2 έως 3 χωρίς μεταβολή στην ημιπερίοδο
ζωής όταν συγχορηγείται με ενδοφλέβια χορηγούμενη φαιντανύλη. Όταν η
ετομιδάτη συγχορηγείται με ενδοφλέβια χορηγούμενη φαιντανύλη, η δόση της
ετομιδάτης μπορεί να χρειαστεί να μειωθεί.
Επίδραση της ετομιδάτης σε άλλα φάρμακα
Η συγχορήγηση της ετομιδάτης με κεταμίνη δεν φαίνεται να έχει σημαντική
επίδραση στις συγκεντρώσεις στο πλάσμα ή στις φαρμακοκινητικές
παραμέτρους της κεταμίνης ή του κύριου μεταβολίτη της, της νορκεταμίνης.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη
Σε πειραματόζωα δεν παρατηρήθηκαν κύριες εμβρυοτοξικές ή
τερατογενετικές δράσεις με ετομιδάτη (βλέπε παράγραφο 5.3 Προκλινικά
δεδομένα για την ασφάλεια). Η ασφάλεια κατά την κύηση στους ανθρώπους
δεν έχει αποδειχθεί. Το HYPNOMIDATE πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη
διάρκεια της εγκυμοσύνης μόνο εάν το πιθανό όφελος αιτιολογεί τους
κινδύνους για το έμβρυο.
Κατά την διάρκεια της αναισθησίας με HYPNOMIDATE στην μαιευτική, η
ετομιδάτη διαπερνά τον πλακούντα. Η κλίμακα Apgar των νεογνών, των
οποίων μητέρες έχουν λάβει HYPNOMIDATE, είναι συγκρίσιμη με αυτή των
νεογνών που γεννήθηκαν μετά τη χορήγηση άλλων υπνωτικών παραγόντων.
Μία παροδική πτώση στα επίπεδα της κορτιζόλης διάρκειας περίπου 6 ωρών
παρατηρήθηκε σε νεογνά από μητέρες που είχαν λάβει HYPNOMIDATE. Οι
ελαττωμένες τιμές παρέμειναν μέσα στα φυσιολογικά επίπεδα.
5
Θηλασμός
Η ετομιδάτη έχει ανιχνευθεί στο ανθρώπινο γάλα. Η επίδραση της
ετομιδάτης στα θηλάζοντα νεογνά είναι άγνωστη. Ο θηλασμός πρέπει να
διακόπτεται κατά τη διάρκεια της θεραπείας και για μία περίοδο περίπου
24 ωρών μετά τη θεραπεία με HYPNOMIDATE.
Γονιμότητα
Τα αποτελέσματα μίας μελέτης αναπαραγωγής σε ζώα έδειξαν ότι το
HYPNOMIDATE δεν έχει επίδραση στη γονιμότητα στις συνιστώμενες δόσεις.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Η ετομιδάτη έχει μεγάλη επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών. Αν και η φυσιολογική εγρήγορση του ασθενούς μπορεί να επανέλθει
εντός 30 έως 60 λεπτών μετά την αφύπνιση, συνιστάται οι ασθενείς να μην
οδηγούν ή χειρίζονται μηχανές για τουλάχιστον 24 ώρες μετά από τη
χορήγηση του HYPNOMIDATE. Η επαναφορά της φυσιολογικής εγρήγορσης
μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με τη διάρκεια της επέμβασης, τη συνολική
δόση της ετομιδάτης που χορηγήθηκε και των φαρμάκων που
συγχορηγήθηκαν. Κατά συνέπεια, η απόφαση για το αν θα επιτραπεί η
οδήγηση ή ο χειρισμός μηχανημάτων πρέπει να λαμβάνεται από την ομάδα
θεραπόντων ιατρών μετά την επέμβαση.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η ασφάλεια του HYPNOMIDATE αξιολογήθηκε σε 812 άτομα που συμμετείχαν
σε 4 κλινικές δοκιμές ανοικτού σχεδιασμού με HYPNOMIDATE που
χρησιμοποιήθηκε για την εισαγωγή σε γενική αναισθησία. Αυτά τα άτομα
έλαβαν τουλάχιστον 1 δόση HYPNOMIDATE και παρείχαν δεδομένα
ασφάλειας. Με βάση τα συγκεντρωτικά δεδομένα ασφάλειας από αυτές τις
κλινικές δοκιμές, οι πιο συχνά αναφερόμενες (5% συχνότητα εμφάνισης)
ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν (με % συχνότητα εμφάνισης) δυσκινησία (10,3)
και φλεβικό άλγος (7,6).
Συμπεριλαμβανομένων των ανεπιθύμητων ενεργειών που προαναφέρθηκαν, ο
ακόλουθος πίνακας παρουσιάζει τις ανεπιθύμητες ενέργειες που έχουν
αναφερθεί με τη χρήση του HYPNOMIDATE είτε σε κλινικές δοκιμές είτε κατά
την εμπειρία από την κυκλοφορία του προϊόντος.
Οι συχνότητες που παρουσιάζονται ακολουθούν την εξής συνθήκη:
Πολύ συχνές ( 1/10), συχνές ( 1/100 έως < 1/10), όχι συχνές ( 1/1.000 έως
< 1/100), σπάνιες ( 1/10.000 έως <1/1.000), πολύ σπάνιες (<1/10.000) και
μη γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα από
κλινικές δοκιμές).
6
Κατηγορία/οργ
ανικό σύστημα
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Κατηγορία συχνότητας
Πολύ
συχνές
(1/10)
Συχνές
(1/100 έως <1/1
0)
Όχι συχνές
(1/1.000 έως <1/100)
Μη γνωστές
Διαταραχές
του
ανοσοποιητικο
ύ συστήματος
Υπερευαισθησία
(όπως
αναφυλακτική
καταπληξία,
αναφυλακτική
αντίδραση,
αναφυλακτοειδής
αντίδραση)
Διαταραχές
του
ενδοκρινικού
συστήματος
Επινεφριδιακή
ανεπάρκεια
Διαταραχές
του νευρικού
συστήματος
Δυσκινησία Μυόκλονος
Υπερτονία,
ακούσιες μυικές
συσπάσεις,
νυσταγμός
Σπασμός
(συμπεριλαμβανομέ
νου σπασμού
γενικευμένης
επιληψίας)
Καρδιακές
διαταραχές
Βραδυκαρδία,
έκτακτες συστολές,
κοιλιακές έκτακτες
συστολές
Καρδιακή ανακοπή,
πλήρης
κολποκοιλιακός
αποκλεισμός
Αγγειακές
διαταραχές
Φλεβικό άλγος,
υπόταση
Φλεβίτιδα,
υπέρταση
Καταπληξία,
θρομβοφλεβίτιδα
(συμπεριλαμβανομέ
νων επιπολής
θρομβοφλεβίτιδας
και εν τω βάθει
φλεβικής
θρόμβωσης)
Διαταραχές
του
αναπνευστικο
ύ συστήματος,
του θώρακα
και του
μεσοθωράκιου
Άπνοια,
υπεραερισμός,
συριγμός
Υποαερισμός,
λόξυγκας, βήχας
Αναπνευστική
καταστολή,
βρογχόσπασμος
(συμπεριλαμβανομέ
νης θανατηφόρας
έκβασης)
Διαταραχές
του
γαστρεντερικο
ύ
Έμετος,
ναυτία
Υπερέκκριση σιέλου
Διαταραχές
του δέρματος
και του
υποδόριου
ιστού
Εξάνθημα Ερύθημα
Σύνδρομο Stevens-
Johnson, κνίδωση
Διαταραχές
του
μυοσκελετικού
συστήματος
και του
συνδετικού
ιστού
Μυική ακαμψία Τρισμός
Γενικές
διαταραχές
και
καταστάσεις
Άλγος της θέσης
ένεσης
7
Κατηγορία/οργ
ανικό σύστημα
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Κατηγορία συχνότητας
Πολύ
συχνές
(1/10)
Συχνές
(1/100 έως <1/1
0)
Όχι συχνές
(1/1.000 έως <1/100)
Μη γνωστές
της οδού
χορήγησης
Κακώσεις,
δηλητηριάσεις
και επιπλοκές
θεραπευτικών
χειρισμών
Επιπλοκή
αναισθησίας,
καθυστερημένη
ανάνηψη από
αναισθησία,
ανεπαρκής
αναλγησία, ναυτία
θεραπευτικού
χειρισμού
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες
του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε
πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες
μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς:
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http :// www . eof . gr
4.9 Υπερδοσολογία
Σημεία και συμπτώματα
Η υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει παράταση της αναισθησίας με
πιθανή αναπνευστική καταστολή, ακόμα και αναπνευστική ανακοπή. Σε αυτή
την περίπτωση είναι απαραίτητη η επαρκής αναπνευστική υποστήριξη. Έχει
ακόμη παρατηρηθεί υπόταση. Η υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει
καταστολή της φλοιώδους έκρισης, η οποία μπορεί να σχετιστεί με
αποπροσανατολισμό και καθυστερημένη αφύπνιση.
Θεραπεία
Επιπρόσθετα με τα υποστηρικτικά μέτρα (π.χ. αναπνευστικά) και τη στενή
παρακολούθηση, μπορεί να απαιτηθεί η χορήγηση 50-100 mg υδροκορτιζόνης
(όχι Αδρενοκορτικοτρόπος ορμόνη [ACTH]).
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Άλλα γενικά αναισθητικά, κωδικός ATC:
N01AX07.
8
Η ετομιδάτη είναι ένα υπνωτικό βραχείας δράσης για ενδοφλέβια χρήση στην
αναισθησία. Στους ενήλικες, 0,2-0,3 mg/kg σωματικού βάρους (περίπου 1
φύσιγγα 10 ml HYPNOMIDATE) επιφέρει ύπνωση σε διάστημα 10
δευτερολέπτων, που διαρκεί περίπου 5 λεπτά (ή περισσότερο σε ασθενείς που
έχουν πάρει πριν ηρεμιστικά). Η ύπνωση μπορεί να επιμηκυνθεί με
επιπρόσθετες χορηγήσεις ετομιδάτης. Σε επαρκή εγκεφαλικά επίπεδα
ύπνωσης, η ετομιδάτη έχει αντισπασμωδικές ιδιότητες και προστατεύει τους
εγκεφαλικούς ιστούς από βλάβη των κυττάρων από την υποξία. Η ετομιδάτη
δεν έχει αναλγητικές ιδιότητες και γι’ αυτό χρησιμοποιείται σαν μονο-
αναισθητικό. Η ετομιδάτη υδρολύεται γρήγορα, κυρίως στο ήπαρ. Η ανάνηψη
είναι γρήγορη και σπάνια συνοδεύεται από νωθρότητα και ζάλη. Η ετομιδάτη
έχει ελάχιστη δράση στην καρδιακή λειτουργία και στο κυκλοφορικό
σύστημα. Δεν απελευθερώνει ισταμίνη και δεν επηρεάζει την ηπατική
λειτουργία.
Καταστολή των επινεφριδίων
Η ετομιδάτη, όταν χρησιμοποιείται για την εισαγωγή στην αναισθησία,
προκαλεί μείωση της κορτιζόλης και της αλδοστερόνης στο πλάσμα, η οποία
παραμένει για 6 έως 8 ώρες. Τα επίπεδα αυτά συνήθως επιστρέφουν στα
φυσιολογικά εντός 24 ωρών. Η ετομιδάτη φαίνεται ότι είναι ένας ειδικός και
αναστρέψιμος αναστολέας της 11-βήτα-υδροξυλίωσης της σύνθεσης των
επινεφριδιακών στεροειδών.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Μετά από ενδοφλέβια χορήγηση, η ετομιδάτη κατανέμεται γρήγορα από το
πλάσμα στον εγκέφαλο και σε άλλους ιστούς. Τα μέγιστα επίπεδα
συγκέντρωσης στον εγκέφαλο επιτυγχάνονται πιθανώς μέσα σε ένα λεπτό. Ο
ύπνος επέρχεται μέσα σε 10 δευτερόλεπτα. Η ετομιδάτη απομακρύνεται
επίσης γρήγορα από τον εγκέφαλο, γεγονός που επεξηγεί την ενδιάμεση
ανάνηψη χωρίς επίμονες κεντρικές αντιδράσεις. Η ετομιδάτη μεταβολίζεται
κυρίως στο ήπαρ. Μετά από 24 ώρες, το 78% από την χορηγηθείσα δόση έχει
απομακρυνθεί μέσω των ούρων και 13% μέσω των κοπράνων. Ενα συνολικό
ποσό 60% από αδρανείς μεταβολίτες απεκκρίνονται μέσω των ούρων. Μόνο
2% από την ετομιδάτη αποβάλλεται αμετάβλητο μέσω των ούρων. Το
ποσοστό σύνδεσης με τις πρωτεϊνες του πλάσματος ανέρχεται σε 76,5%. Η
φαρμακοκινητική των επιπέδων πλάσματος της ετομιδάτης μπορεί να
περιγραφεί σε ένα τρι-διαμερισματικό μοντέλο. Η βραχεία διάρκεια της
υπνωτικής δράσης οφείλεται στην ταχεία ανακατανομή του φαρμάκου από
τον εγκέφαλο, που εμφανίζεται με ημιπερίοδο ζωής περίπου 3 λεπτά. Η
τελική ημιπερίοδος ζωής (περίπου 3 με 5 ώρες) αντανακλά την αργή
κατανομή της ετομιδάτης από το εσωτερικό περιφερικό διαμέρισμα. Ο όγκος
κατανομής είναι 4,5 l/kg. Η ελάχιστη συγκέντρωση πλάσματος που επάγει
υπνωτική δράση είναι περίπου 0,3 μg/ml.
Προφίλ στο πλάσμα
Μετά από ενδοφλέβια χορήγηση, η πορεία στο χρόνο των επιπέδων της
ετομιδάτης στο πλάσμα μπορεί να περιγραφεί με ένα τρι-διαμερισματικό
μοντέλο που απεικονίζει τις διαδικασίες της κατανομής, του μεταβολισμού
και της κάθαρσης. Οι συγκεντρώσεις στο πλάσμα αυξάνουν ταχέως για 30
περίπου λεπτά και στη συνέχεια πιο αργά. Ίχνη της ανευρίσκονται ακόμη και
μετά από 6 ώρες. Οι μεταβολίτες, κυρίως προϊόντα υδρόλυσης,
απεκκρίνονται πιο αργά.
Κατανομή
9
Η ετομιδάτη συνδέεται περίπου κατά 76,5% με τις πρωτεΐνες του πλάσματος.
Η ετομιδάτη κατανέμεται ταχέως στον εγκέφαλο και άλλους ιστούς. Ο όγκος
κατανομής της είναι περίπου 4,5 L/kg.
Μεταβολισμός και απέκκριση
Η ετομιδάτη μεταβολίζεται στο ήπαρ. Μετά από 24 ώρες το 75% της
χορηγούμενης δόσης ετομιδάτης έχει απομακρυνθεί στα ούρα κυρίως με τη
μορφή μεταβολιτών. Μόνο το 2% της ετομιδάτης απεκκρίνεται αναλλοίωτο
με τα ούρα. Ο τελικός χρόνος ημιζωής είναι περίπου 3 με 5 ώρες και
αντανακλά την αργή κατανομή της ετομιδάτης από το εν τω βάθει περιφερικό
διαμέρισμα.
Σχέση συγκέντρωσης – αποτελέσματος
Η ελάχιστη συγκέντρωση στο πλάσμα που προκαλεί υπνωτικό αποτέλεσμα
είναι περίπου 0,3 µg/ml.
Ειδικοί πληθυσμοί
Παιδιατρικός πληθυσμός
Σε μια μελέτη που διεξήχθη σε 12 παιδιά (ηλικίας 7-13 ετών, σωματικού
βάρους 22-48 kg), o αρχικός όγκος κατανομής, που σταθμίστηκε με βάση το
βάρος, ήταν κατά 2,4 φορές υψηλότερος σε σύγκριση με τους ενήλικες (0,66
έναντι 0,27 L/kg) και η κάθαρση του φαρμάκου στα παιδιά ήταν περίπου 58%
υψηλότερη από τους ενήλικες. Τα δεδομένα αυτά υποδεικνύουν την ανάγκη
για υψηλότερες δόσεις στα παιδιά σε σύγκριση με τους ενήλικες.
Ηπατική δυσλειτουργία
Η ημιπερίοδος ζωής για την αποβολή έχει αναφερθεί ότι είναι παρατεταμένη
σε ασθενείς με κίρρωση, οι οποίοι λάμβαναν ετομιδάτη σε συνδυασμό με
φαιντανύλη. Θα πρέπει να εξετάζεται η μείωση του ρυθμού έγχυσης σε
αυτούς τους ασθενείς.
Ηλικιωμένοι
Η κάθαρση της ετομιδάτης είναι μειωμένη στους ηλικιωμένους (ηλικίας > 65
ετών) σε σύγκριση με τα νεαρότερα άτομα. Οι πρωταρχικές συγκεντρώσεις
στο πλάσμα είναι υψηλότερες στους ηλικιωμένους εξαιτίας του μικρότερου
αρχικού όγκου κατανομής σε αυτούς σε σύγκριση με νεαρότερα άτομα. Για το
λόγο αυτό, οι δοσολογικές απαιτήσεις μπορεί να είναι μειωμένες στους
ηλικιωμένους.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Προκλινικές επιδράσεις παρατηρήθηκαν μόνο όταν οι εκθέσεις σε ετομιδάτη
θεωρούνται ότι υπερβαίνουν αρκετά τη μέγιστη ανθρώπινη έκθεση,
καταδεικνύοντας μικρή συσχέτιση με την κλινική χρήση. Σε τοξικές για τη
μητέρα των επίμυων δόσεις, παρατηρήθηκε μειωμένη επιβίωση.
Προκλινικές επιδράσεις παρατηρήθηκαν μόνο στις δόσεις που υπερβαίνουν
σε μεγάλο βαθμό την μέγιστη ανθρώπινη δόση που χρησιμοποιείται στην
κλινική πράξη.
Οξεία τοξικότητα
Μετά την εφαρμογή χορήγησης (ετομιδάτη σε διαλύτη προπυλενογλυκόλη), η
μέση LD
50
ήταν πάνω από 16mg/kg/KG στα ποντίκια και στους αρουραίους
περίπου 19mg/kg/KG.
Υποξεία τοξικότητα
10
Μετά από καθημερινή ενδοφλέβια ένεση σε αρουραίους για διάστημα 3
εβδομάδων (μέγιστη δοσολογία 5mg/kg/KG) και σε σκύλους για διάστημα 2
εβδομάδων (μέγιστη δοσολογία 1,5mg/kg/KG), δεν διαπιστώθηκαν μεταβολές
σε αιματολογικές ή βιοχημικές παραμέτρους στο ΗΚΓ, στις εργαστηριακές
αναλύσεις ούρων ή στα ιστολογικά ευρήματα. Σε όλες τις ομάδες
παρατηρήθηκε αταξία. Από δοσολογία 0,75mg/kg/KG και πάνω προκλήθηκε
ύπνωση σε σκύλους. Με αυτές τις δόσεις προκλήθηκαν περιστατικά
μυοσκελετικών συσπάσεων, μυϊκού τρόμου, εμέτου και αφόδευσης. Σε
αρουραίους προκλήθηκε ύπνωση με δοσολογία 1,25mg/kg/KG και πάνω και η
διάρκεια του ύπνου ήταν δοσοεξαρτώμενη. Μετά τη διακοπή της ετομιδάτης
επήλθε ταχέως ανάνηψη. Με επανειλημμένη χορήγηση δεν προκλήθηκε ανοχή.
Αναπαραγωγική τοξικότητα
Χορήγηση τοξικών δόσεων σε ζώα δεν επηρέασε την γονιμότητα. Δεν
διαπιστώθηκε εμβρυοτοξικότητα ή τερατογόνος επίδραση από τη χορήγηση
ετομιδάτης.
Μεταλλαξιογένεση
Δεν διαπιστώθηκε μεταλλαξιογόνος δράση με τη χορήγηση ετομιδάτης.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Προπυλενογλυκόλη, ύδωρ για ενέσιμα.
6.2 Ασυμβατότητες
Το ενέσιμο διάλυμα δεν πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα προϊόντα.
6.3 Διάρκεια ζωής
3 χρόνια
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25°C.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Κουτί που περιέχει 5 γυάλινες, διαφανείς φύσιγγες των 10 ml.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Οδηγίες χορήγησης
Φορέστε γάντια πριν ανοίξετε τη φύσιγγα.
Φύσιγγες:
11
1. Κρατήστε τη φύσιγγα ανάμεσα στον
αντίχειρα και το δείκτη, αφήνοντας την
άκρη της φύσιγγας ελεύθερη.
2. Με το άλλο χέρι, κρατήστε την άκρη
της φύσιγγας βάζοντας το δείκτη στον
αυχένα της φύσιγγας και τον αντίχειρα
στο έγχρωμο σημείο, παράλληλα με τους
έγχρωμους δακτυλίους αναγνώρισης.
3. Κρατώντας τον αντίχειρα στο σημείο,
σπάστε απότομα την άκρη της φύσιγγας
ενώ κρατάτε σταθερά το υπόλοιπο μέρος
της φύσιγγας στο χέρι σας.
Τυχαία δερματική έκθεση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ξεπλένοντας την
περιοχή με νερό. Αποφύγετε τη χρήση σαπουνιού, οινοπνεύματος και άλλων
καθαριστικών υλικών τα οποία πιθανά να προκαλέσουν χημικές ή φυσικές
αλλοιώσεις του δέρματος.
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να
απορρίπτεται σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
JANSSEN-CILAG Φαρμακευτική ΑΕΒΕ
Λ. Ειρήνης 56
151 21 Πεύκη
Αθήνα
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
42566/09/12.2.2010 (30.7.2010)
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
12.2.2010
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
12
Έγχρωμοι δακτύλιοι
Έγχρωμο σημείο
Σημείο θραύσης