Propiochrone
Ενέσιμο Εναιώρημα
BETAMETHASONE DIPROPIONATE & BETAMETHASONE SODIUM PHOSPHATE
Schering-Plough
Στείρο, υδατικό εναιώρημα, λευκού χρώματος.
ΓΙΑ ΕΝΔΟΜΥΙΚΗ, ΕΝΔΟΑΡΘΡΙΚΗ, ΠΕΡΙΑΡΘΡΙΚΗ, ΕΝΔΟΘΥΛΑΚΙΚΗ,
ΕΝΔΟΔΕΡΜΙΚΗ, ΕΝΔΟΒΛΑΒΙΚΗ ΕΝΕΣΗ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΕΝΕΣΗ ΣΤΑ ΜΑΛΑΚΑ
ΜΟΡΙΑ.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Το Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα είναι ένα στείρο ενέσιμο εναιώρημα διπροπιονικής
βηταμεθαζόνης και νατριούχου φωσφορικής βηταμεθαζόνης. Κάθε ml Propiochrone ενέσιμο
εναιώρημα περιέχει 5 mg βηταμεθαζόνης ως διπροπιονική και 2mg βηταμεθαζόνης ως
νατριούχο φωσφορική σε ένα στείρο ρυθμιστικό έκδοχο με συντηρητικά.
ΔΡΑΣΕΙΣ:
Το Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα είναι ένας συνδυασμός πολύ διαλυτών και ελάχιστα
διαλυτών εστέρων της βηταμεθαζόνης που έχουν αντιφλεγμονώδη, αντιρρευματική και
αντιαλλεργική δράση. Η γρήγορη δράση επιτυγχάνεται με το διαλυτό εστέρα, τη νατριούχο
φωσφορική βηταμεθαζόνη, ο οποίος απορροφάται γρήγορα μετά την ένεση. Η παρατεταμένη
δράση παρέχεται από τη διπροπιονική βηταμεθαζόνη, η οποία είναι λίγο διαλυτή και
δημιουργεί ένα απόθεμα για αργή απορρόφηση, ελέγχοντας έτσι τα συμπτώματα για
παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Το μικρό μέγεθος των κρυστάλλων της διπροπιονικής
βηταμεθαζόνης επιτρέπει τη χρήση πολύ λεπτής βελόνας (μέχρι 26 G) για ενδοδερμική και
ενδοβάβική χορήγηση.
ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ:
Το Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα ενδείκνυται για την αγωγή των οξειών και χρόνιων
παθήσεων που ανταποκρίνονται στα κορτικοστεροειδή και στις ακόλουθες παθήσεις:
Μυοσκελετικές Παθήσεις των Μαλακών Μορίων: Ρευματοειδή αρθρίτιδα,
οστεοαρθρίτιδα, θυλακίτιδα, αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα, επικονδυλίτιδα, ριζίτιδα,
κοκκυγοδυνία, ισχιαλγία, οσφυαλγία, ραιβόκρανο, κύστη γαγγλίου, εξόστωση, φλεγμονή
περιτονίας.
Αλλεργικές παθήσεις: Χρόνιο βρογχικό άσθμα (περιλαμβανομένης και της επιβοηθητικής
θεραπείας στην ασθματική κατάσταση), πυρετός εκ χόρτου, αγγειονευροτικό οίδημα,
αλλεργική βρογχίτιδα, εποχιακή ή χρόνια αλλεργική ρινίτιδα, φαρμακευτικές αντιδράσεις,
ορονοσία, τσιμπήματα εντόμων.
Δερματολογικές παθήσεις: Ατοπική δερματίτιδα (νομισματοειδές έκζεμα),
νευροδερματίτιδα (περιγεγραμμένος απλός λειχήνας) δερματίτιδα εξ επαφής, βαριά ηλιακή
δερματίτιδα, κνίδωση, υπερτροφικός ομαλός λειχήν του Willson, λιποειδική νεκροβίωση των
διαβητικών, γυροειδής αλωπεκία, δισκοειδής ερυθυματώδης λύκος, ψωρίαση, χηλοειδή,
πέμφιξ, ερπητοειδής δερματίτιδα, κυστική ακμή.
Νόσοι του Κολλαγόνου: Διάσπαρτος ερυθυματώδης λύκος, σκληροδερμία,
δερματομυοσίτιδα, οζώδης περιαρτηρίδα.
Νεοπλαστικές παθήσεις: Για την ανακουφιστική αντιμετώπιση λευχαιμιών και λεμφωμάτων
σε ενήλικους, οξεία λευχαιμία στα παιδιά.
Άλλες Παθήσεις: Επινεφριδιογοναδικό σύνδρομο, ελκώδης κολίτιδα, χρόνια κοκκιώδης
ειλείτιδα, στεατόρροια, ποδιατρικές παθήσεις (θυλακίτιδα κάτω από σκληρό κάλο, άκαμπτο
από το μεγάλο δάκτυλο του ποδιού, σε ραιβό μικρό δάκτυλο), παθήσεις που χρειάζονται
ενέσεις κάτω από τον επιπεφυκότα, δυσκρασίες του αίματος που ανταποκρίνονται στα
κορτικοστεροειδή, νεφρίτιδα και νεφρωσικό σύνδρομο. Η πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής
φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια μπορεί να υποβληθεί σε θεραπεία με Propiochrone ενέσιμο
εναιώρημα αλλά θα πρέπει να συμπληρωθεί με αλατοκορτικοειδή. Το Propiochrone ενέσιμο
εναιώρημα ενδείκνυται για (1) ενδομυϊκή ένεση σε παθήσεις που ανταποκρίνονται στη
συστηματική κορτικοθεραπεία, (2) ένεση απ’ ευθείας στα προσβεβλημένα μαλακά μόρια
όπου ενδείκνυται, (3) ενδοαρθρική και περιαρθρική ένεση στις αρθρίτιδες, (4) ενδοβλαβική
ένεση σε διάφορες δερματικές παθήσεις και (5) τοπική σε ορισμένες φλεγμονώσεις και
κυστικές διαταραχές του ποδιού.
ΔΟΣΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΧΟΡΗΓΗΣΗ:
ΟΙ ΔΟΣΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΟΙΚΙΛΟΥΝ ΚΑΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ
ΕΞΑΤΟΜΙΚΕΥΟΝΤΑΙ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΑΘΗΣΗ, ΤΗ
ΒΑΡΥΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΘΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΡΩΣΤΟΥ. Η αρχική
δόση πρέπει να διατηρείται ή να ρυθμίζεται μέχρι να παρατηρηθεί ικανοποιητική
ανταπόκριση. Αν μετά από μία λογική χρονική περίοδο δεν παρουσιαστεί ικανοποιητική
κλινική ανταπόκριση, η αγωγή με το Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα πρέπει να διακοπεί και
να αρχίσει η κατάλληλη θεραπεία.
Προσοχή στη χορήγηση: Απαγορεύεται η χορήγηση του φαρμάκου στα νεογνά. Επίσης δεν
πρέπει να χορηγείτε κατά τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής, γιατί περιέχει ως συντηρητικό
βενζυλική αλκοόλη.
Συστηματική χορήγηση: Για συστηματική θεραπεία, η αγωγή αρχίζει με 1 έως 2 ml στις
περισσότερες παθήσεις και επαναλαμβάνεται ανάλογα με τις ανάγκες. Η χορήγηση γίνεται με
βαθειά ενδομυϊκή (IM) ένεση στην περιοχή του γλουτού. Η δοσολογία και η συχνότητα της
χορήγησης θα εξαρτηθεί από τη βαρύτητα της πάθησης του αρρώστου και την ανταπόκρισή
του στη θεραπεία. Σε βαριές καταστάσεις όπως ο ερυθυματώδης λύκος ή η ασθματική
κατάσταση που έχουν αντιμετωπιστεί με τις κατάλληλες σωτήριες για τη ζωή διαδικασίες,
μπορεί να χρειαστούν αρχικά 2 ml. Μεγάλη ποικιλία δερματολογικών καταστάσεων
ανταποκρίνονται σε IM ενέσεις κορτικοστεροειδών. Έχει βρεθεί ότι η ΙΜ ένεση 1 ml που
επαναλαμβάνεται ανάλογα με την ανταπόκριση της πάθησης είναι αποτελεσματική. Σε
παθήσεις του αναπνευστικού, η έναρξη της ανακούφισης των συμπτωμάτων παρουσιάστηκε
μέσα σε λίγες ώρες μετά την ενδομυϊκή ένεση του Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα.
Αποτελεσματικός έλεγχος των συμπτωμάτων επιτυγχάνεται με ένεση 1 έως 2 ml στο
βρογχικό άσθμα, τον πυρετό εκ χόρτου, την αλλεργική βρογχίτιδα και την αλλεργική
ρινίτιδα. Στην αγωγή της οξείας ή χρόνιας θυλακίτιδας, εξαιρετικά αποτελέσματα
επιτυγχάνονται με ΙΜ ένεση 1 έως 2 ml Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα που
επαναλαμβάνεται ανάλογα με τις ανάγκες.
Τοπική χορήγηση: Σπάνια απαιτείται η ταυτόχρονη χρήση τοπικού αναισθητικού. Αν
επιθυμείται η ταυτόχρονη χρήση τοπικού αναισθητικού, το Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα
μπορεί να αναμιχθεί (στη σύριγγα και όχι στο φιαλίδιο) με 1 % ή 2 % υδροχλωρική προκαΐνη
ή λιδοκαΐνη, χρησιμοποιώντας τα προϊόντα που δεν περιέχουν Parabens. Μπορεί επίσης να
χρησιμοποιηθούν ανάλογα τοπικά αναισθητικά. Πρέπει να αποφεύγονται αναισθητικά που
περιέχουν Methylparaben, Propylparaben, φαινόλη κλπ.
Ανασύρεται αρχικά από το φιαλίδιο μέσα σε μία σύριγγα η απαιτούμενη δόση του
Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα. Κατόπιν ανασύρεται το τοπικό αναισθητικό και η σύριγγα
ανακινείται για λίγο. Στην οξεία υποδελτοειδή, υπακρωμιακή, ωλεκρανική και
προεπιγονατιδική θυλακίτιδα με ενδοθυλακική ένεση 1 έως 2 ml Propiochrone ενέσιμο
εναιώρημα μπορεί να ανακουφίσει από τον πόνο και να αποκαταστήσει πλήρως την
κινητικότητα μέσα σε λίγες ώρες. Η χρόνια θυλακίτιδα μπορεί να υποβληθεί σε αγωγή με
ελαττωμένη δοσολογία μόλις ελεγχθούν τα οξεία συμπτώματα. Στην οξεία τενοντοθηκίτιδα,
τενοντίτιδα, και περιτονίτιδα, μία ένεση Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα θα ανακουφίσει
την πάθηση. Στις χρόνιες μορφές αυτών των παθήσεων, μπορεί να χρειαστεί η επανάληψη
των ενέσεων ανάλογα με τις απαιτήσεις της κατάστασης του αρρώστου. Μετά την
ενδοαρθρική χορήγηση 0,5 έως 2 ml Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα ανακούφιση από τον
πόνο και τη δυσκαμψία που συνδέονται με τη ρευματοειδή αρθρίτιδα και οστεοαρθρίτιδα
μπορεί να επιτευχθεί σε δύο έως τέσσερις ώρες. Η διάρκεια της ανακούφισης που ποικίλλει
ευρέως και στις δύο παθήσεις είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων τέσσερις ή και
περισσότερες εβδομάδες. Η ενδοαρθρική ένεση του Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα είναι
καλά ανεκτή στην άρθρωση και στους περιαρθρικούς ιστούς. Οι συνιστώμενες δόσεις για την
ενδοαρθρική ένεση είναι μεγάλες αρθρώσεις (γόνατα, ισχίο, ώμος) 1-2 ml, μέτριες αρθρώσεις
(αγκώνας, καρπός, αστράγαλος) 0,5-1 ml, μικρές αρθρώσεις (πόδι, χέρι, θώρακας) 0,25-0,5
ml. Οι δερματολογικές παθήσεις μπορεί να ανταποκριθούν σε ενδοβλαβικές ενέσεις
Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα. Η ανταπόκριση μερικών αλλοιώσεων που δεν
υποβλήθηκαν σε απ’ ευθείας θεραπεία μπορεί να οφείλεται σε μικρή συστηματική δράσητου
φαρμάκου. Στην ενδοβλαβική θεραπεία, συνιστάται μία ενδοδερμική δοσολογία 0,2 ml/cm
2
Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα που ενίεται ομοιόμορφα με σύριγγα φυματίνης και μία
βελόνα των 26 G. Η συνολική ποσότητα του Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα που ενίεται σε
όλα τα σημεία δεν πρέπει να υπερβαίνει το 1 ml την εβδομάδα. Το Propiochrone ενέσιμο
εναιώρημα μπορεί να χρησιμοποιηθεί με αποτελεσματικότητα σε διαταραχές του ποδιού που
ανταποκρίνονται σε θεραπεία με κορτικοστεροειδή. Η θυλακίτιδα κάτω από σκληρό μπορεί
να ελεγχθεί με δύο διαδοχικές ενέσεις των 0,25 ml. Σε ορισμένες παθήσεις όπως είναι η
θυλακίτιδα πάνω από άκαμπτο μεγάλο δάκτυλο, η θυλακίτιδα πάνω από ραιβό μικρό δάκτυλο
και η οξεία ουρική αρθρίτιδα, η έναρξη της ανακούφισης μπορεί να είναι άμεση.
Μία σύριγγα φυματίνης με μία βελόνα 25 G είναι κατάλληλη για τις περισσότερες ενέσεις. Οι
συνιστώμενες δόσεις πρέπει να χορηγούνται σε διαστήματα μίας περίπου εβδομάδας,
θυλακίτιδα κάτω από σκληρό κάλο ή άκανθο της πτέρνας 0,25-0,5 ml, θυλακίτιδα κάτω από
εξόστωση της πτέρνας 0,5 ml, θυλακίτιδα πάνω από μεγάλο άκαμπτο δάκτυλο 0,5 ml,
θυλακίτιδα πάνω από ραιβό μικρό δάκτυλο 0,5 ml, αρθρική κύστη0,25-0,5 ml, νευραλγία
Morton (μεταταρσαλγία) 0,25-0,5 ml, τενοντοθηκίτιδα 0,5 ml, περιοστίτιδα του κυβοειδούς
0,5 ml, οξεία ουρική αρθρίτιδα 0,5-1 ml. Αφού επιτευχθεί ικανοποιητική ανταπόκριση, η
κατάλληλη δόση συντήρησης πρέπει να προσδιοριστεί μειώνοντας σιγά σιγά την αρχική δόση
μέχρι να προσδιοριστεί η μικρότερη δόση που θα συντηρήσει μία ικανοποιητική κλινική
ανταπόκριση. Η έκθεση του αρρώστου σε καταστάσεις που προκαλούν Stress και δεν
σχετίζονται με την υπάρχουσα πάθηση μπορεί να απαιτήσει αυξημένη δόση Propiochrone
ενέσιμο εναιώρημα. Αν πρόκειται να διακοπεί το φάρμακο μετά από μακροχρόνια θεραπεία,
η δόση πρέπει να μειώνεται σταδιακά.
ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΦΑΡΜΑΚΩΝ:
Η ταυτόχρονη χρήση φαινοβαρβιτάλης, ριφαμπικίνης, διφαινυλοϋδαντοΐνης ή εφεδρίνης,
μπορεί να αυξήσει το μεταβολισμό του κορτικοστεροειδούς και κατ’ αυτόν τον τρόπο να
μειωθεί η θεραπευτική αποτελεσματικότητα. Υπερβολικά κορτικοστεροειδικά αποτελέσματα
μπορεί να εμφανιστούν σε αρρώστους που παίρνουν μαζί κορτικοστεροειδή και οιστρογόνα.
Η ταυτόχρονη χρήση κορτικοστεροειδών με καλιοπενικά διουρητικά μπορεί να αυξήσει την
υποκαλιαιμία. Η ταυτόχρονη χρήση κορτικοστεροειδών με καρδιοτονωτικές γλυκοσίδες,
μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα αρρυθμιών ή τοξικότητας από δακτυλίτιδα που συνδέεται
με υποκαλιαιμία. Τα κορτικοστεροειδή μπορεί να αυξήσουν την αποβολή καλίου που
προκαλείται από την αμφοτερικίνη Β. Η ταυτόχρονη χρήση κορτικοστεροειδών με
αντιπηκτικά του τύπου της κουμαρίνης μπορεί να αυξήσει ή να μειώσει την αντιπηκτική
δράση και μπορεί πιθανώς να απαιτηθεί ρύθμιση της δοσολογίας. Η συνδυασμένη δράση μη
κορτικοστεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων ή αλκοόλ με γλυκοκορτικοστεροειδή
μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα αυξημένη συχνότητα εμφάνισης ή αυξημένη βαρύτητα
γαστρεντερικής εξέλκωσης. Τα κορτικοστεροειδή μπορεί να μειώσουν τις συγκεντρώσεις
σαλικυλικού στο αίμα. Όταν χορηγούνται κορτικοστεροειδή σε διαβητικούς, μπορεί να
χρειαστεί ρύθμιση (αύξηση) της δοσολογίας του αντιδιαβητικού φαρμάκου. Η ταυτόχρονη
θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή μπορεί να αναστείλλει την ανταπόκριση στην σωματοτροπίνη.
ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΦΑΡΜΑΚΟΥ/ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΔΟΚΙΜΑΣΙΩΝ:
Τα κορτικοστεροειδή μπορεί να επηρεάσουν το NBT test (Nitroblue tetrazolium test) για
μικροβιακές λοιμώξεις και να προκαλέσουν ψευδή αρνητικά αποτελέσματα.
ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ:
Τόσο τα φυσικά γλυκοκορτικοειδή, όσο και τα συνθετικά τους παράγωγα σε ισοδύναμες
δόσεις έχουν ισόβαθμες ανεπιθύμητες ενέργειες. Έτσι η μακροχρόνια κυρίως χορήγηση
μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες από τις οποίες οι κυριότερες είναι:
ιατρογενές σύνδρομο Cushing, κατακράτηση νατρίου και ύδατος, υποκαλιαιμία, υπέρταση,
αρνητικό ισοζύγιο αζώτου και ασβεστίου με οστεοπόρωση, πεπτικό έλκος, ψυχωσικές
εκδηλώσεις, αύξηση ενδοφθάλμιας πίεσης και γλαύκωμα, καταρράκτης, ευαισθησία στις
λοιμώξεις, και εξάπλωση μικροβιακών φλεγμονών, αναστολή της σωματικής ανάπτυξης στα
παιδιά, καλοήθης ενδοκρανιακή υπέρταση, απορύθμιση σακχαρώδη διαβήτη, αναστολή της
φλοιοεπινεφριδιακής λειτουργίας, συγκάλυψη οξείας χειρουργικής κοιλίας (αθόρυβη
περιτονίτιδα σε περιπτώσεις διάτρησης). Οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις στο Propiochrone
ενέσιμο εναιώρημα μπορούν συνήθως να αναταχθούν ή να ελαττωθούν με μείωση της
δοσολογίας αυτό γενικά είναι προτιμότερο από μία διακοπή του φαρμάκου. Αν ακι η
συχνότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων αντιδράσεων στο Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα είναι
μικρή, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πιθανότητα εμφάνισης των γνωστών ανεπιθύμητων
αντιδράσεων των κορτικοστεροειδών. Οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις σχετίζονται τόσο με τη
δόση όσο και με τη διάρκεια της θεραπείας. Στις ανεπιθύμητες αντιδράσεις που σχετίζονται
με την παρεντερική θεραπεία περιλαμβάνονται: σπάνιες περιπτώσεις τυφλώσεως που
σχετίζονται με την ενδοβλαβική θεραπεία γύρω από το πρόσωπο και το κεφάλι,
υπερμελάγχρωση ή υπομελάγχρωση, ατροφία του δέρματος, ή του υποδόριου ιστού, στείρο
απόστημα, μετενεσιακή αγγειοκινητική αντίδραση (μετά από ενδοαρθρική χρήση),
αρθροπάθεια τύπου Charcot.
ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ:
Όπως με άλλα κορτικοστεροειδή το Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα αντενδείκνυται σε
αρρώστους με συστηματικές μυκητιασικές λοιμώξεις, σε αρρώστους με υπερευαισθησία στη
διπροπιονική βηταμεθαζόνη, στη νατριούχο φωσφορική βηταμεθαζόνη, σε άλλα
κορτικοστεροειδή ή σε οποιοδήποτε συστατικό αυτού του προϊόντος. Το Propiochrone
ενέσιμο εναιώρημα δεν πρέπει να χορηγείται ενδομυϊκά σε αρρώστους με ιδιοπαθή
θρομβοκυτταροπενική πορφύρα. Τα κορτικοστεροειδή αντενδείκνυνται σε σημαντικό αριθμό
νοσημάτων και παθολογικών καταστάσεων θα πρέπει όμως πάντα να σταθμίζεται ο
δυνητικός κίνδυνος σε σχέση με το προσδοκώμενο ευεργετικό θεραπευτικό αποτέλεσμα. Οι
σημαντικότερες από τις αντενδείξεις είναι: γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος, απλός
οφθαλμικός έρπης, γλαύκωμα, εκσεσημασμένη οστεοπόρωση, σακχαρώδης διαβήτης,
ψυχώσεις, αμέσως, πριν και μετά προφυλακτικό εμβολισμό, καρδιοπάθεια ή υπέρταση με
συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, φυματίωση, βαριά νεφροπάθεια, λοιμώδη νοσήματα,
αιμορραγική διάθεση.
ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ:
Το Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα δεν προορίζεται για ενδοφλέβια ή υποδόρια χρήση. Με
το Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα είναι επιτακτική η χρήση μιας αυστηρά άσηπτης
τεχνικής. Μπορεί να απαιτηθεί ρύθμιση της δοσολογίας αν η πάθηση υποχωρήσει ή
επιδεινωθεί, ανάλογα με την ατομική ανταπόκριση του αρρώστου στη θεραπεία και την
έκθεση του αρρώστου σε stress π.χ. βαριά λοίμωξη, εγχείρηση ή τραυματισμός. Μετά τη
διακοπή μιας μακροχρόνιας ή με μεγάλες δόσεις θεραπείας με κορτικοστεροειδή, μπορεί να
απαιτηθεί η παρακολούθηση του αρρώστου μέχρι ένα χρόνο. Η δευτεροπαθής
φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια που προκαλείται από το φάρμακο μπορεί να είναι
αποτέλεσμα μιας πολύ γρήγορης διακοπής του κορτικοστεροειδούς και μπορεί να
ελαχιστοποιηθεί με τη σταδιακή μείωση της δόσης. Για να ελεγχθεί η υπό θεραπεία πάθηση
πρέπει να χρησιμοποιείται η μικρότερη δυνατή δόση κορτικοστεροειδούς. Όταν είναι δυνατή
η μείωση της δοσολογίας η μείωση αυτή πρέπει να γίνεται σταδιακά. Το Propiochrone
ενέσιμο εναιώρημα περιέχει δύο εστέρες της βηταμεθαζόνης, ο ένας από τους οποίους η
νατριούχος φωσφορική βηταμεθαζόνη, απομακρύνεται γρήγορα από το σημείο της ένεσης.
Γι’ αυτό όταν ο γιατρός χρησιμοποιεί αυτό το σκεύασμα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τη
δυνατότητα προκλήσεως συστηματικής δράσης από αυτό το διαλυτό μέρος του Propiochrone
ενέσιμο εναιώρημα. Η δράση του κορτικοστεροειδούς αυξάνει σε αρρώστους με
υποθυρεοειδισμό και σε αυτούς με κίρρωση. Σε αρρώστους με απλό έρπη των ματιών
συνιστάται η προσεκτική χρήση των κορτικοστεροειδών. Τα κορτικοστεροειδή μπορεί να
επιδεινώσουν υπάρχουσα συναισθηματική αστάθεια ή ψυχωσικές τάσεις.
Η ασπιρίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε συνδυασμό με κορτικοστεροειδή σε
άτομα με υποπροθρομβιναιμία. Τα κορτικοστεροειδή πρέπει να χρησιμοποιούνται με
προσοχή σε μη ειδική ελκώδη κολίτιδα, αν υπάρχει πιθανότητα επικείμενης διάτρησης, σε
απόστημα ή άλλη πυογόνο λοίμωξη, εκκολπίτιδα, πρόσφατες εντερικές αναστομώσεις,
ενεργό ή λανθάνον πεπτικό έλκος, νεφρική ανεπάρκεια, υπέρταση, οστεοπόρωση και οξεία
ψευδοπαραλυτική μυασθένεια. Επειδή οι επιπλοκές της θεραπείας με γλυκοκορτικοστεροειδή
εξαρτώνται από το μέγεθος της δόσεως και τη διάρκεια της θεραπείας, πρέπει για κάθε
περιστατικό να παίρνεται βάσει οφελών έναντι των πιθανών κινδύνων. Τα κορτικοστεροειδή
μπορούν να καλύψουν τα σημεία της λοίμωξης. Η παρατεταμένη χρήση κορτικοστεροειδών
μπορεί να προκαλέσει οπίσθιο υποπεριφακικό καταρράκτη, γλαύκωμα με πιθανή βλάβη των
οπτικών νεύρων και μπορεί να αυξήσει την εγκατάσταση δευτεροπαθών οφθαλμικών
λοιμώξεων από μύκητες ή ιούς. Αύξηση της αρτηριακής πίεσης, και κατακράτηση άλατος
καθώς και αύξηση της αποβολής καλίου είναι λιγότερο πιθανό να συμβούν με τα συνθετικά
παράγωγα εκτός αν χρησιμοποιούνται σε μεγάλες δόσεις. Όταν γίνεται θεραπεία με
κορτικοστεροειδή, οι άρρωστοι δεν πρέπει να εμβολιάζονται εναντίον της ευλογίας. Δεν
πρέπει να γίνονται άλλες ανοσοποιήσεις σε αρρώστους που παίρνουν κορτικοστεροειδή
ιδιαίτερα σε υψηλές δόσεις. Η θεραπεία με κορτικοστεροειδή σε οξεία φυματίωση πρέπει να
περιορίζεται στα περιστατικά με κατακλύζουσα ή διάχυτη φυματίωση στην οποία τα
κορτικοστεροειδή χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με την κατάλληλη αντιφυματική αγωγή.
Αν τα κορτικοστεροειδή ενδείκνυνται σε αρρώστους με λανθάνουσα φυματίωση είναι
απαραίτητη η στενή παρακολούθηση. Σε παρατεταμένη θεραπεία με κορτικοστεροειδή, οι
άρρωστοι αυτοί πρέπει να κάνουν χημειοπροφύλαξη. Η ανάπτυξη και εξέλιξη βρεφών και
παιδιών που κάνουν παρατεταμένη κορτικοθεραπεία πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά.
Η θεραπεία με κοτικοστεροειδή μπορεί να αλλοιώσει την κινητικότητα και τον αριθμό των
σπερματοζωαρίων. Επειδή με τα παρεντερικά κορτικοστεροειδή παρουσιάστηκαν σπάνια
περιστατικά αναφυλακτικών αντιδράσεων, πριν από τη χορήγησή τους πρέπει να παίρνονται
τα κατάλληλα προφυλακτικά μέτρα, ιδιαίτερα αν ο άρρωστος έχει ιστορικό φαρμακευτικής
αλλεργίας. Στη μακροχρόνια κορτικοθεραπεία η μεταφορά από την παρεντερική χορήγηση
στη χορήγηση από το στόμα θα πρέπει να γίνει αφού σταθμιστούν τα δυνητικά οφέλη προς
τους δυνητικούς κινδύνους. Η ενδοαρθρική χορήγηση μπορεί να προκαλέσει τόσο
συστηματικά όσο και τοπικά αποτελέσματα. Αυτό πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψη σε
αρρώστους που κάνουν ταυτόχρονη θεραπεία με κορτικοστεροειδή παρεντερικά από το
στόμα. Η εξέταση του αρθρικού υγρού είναι απαραίτητη για να αποκλεισθεί μία σηπτική
κατάσταση. Η τοπική ένεση μέσα σε προηγούμενα μολυσμένη άρθρωση πρέπει να
αποφεύγεται. Η αύξηση του πόνου και το τοπικό οίδημα ο περαιτέρω προορισμός της
κινητικότητας της άρθρωσης, ο πυρετός και η αδιαθεσία είναι ένδειξη σηπτικής αρθρίτιδας.
Αν επιβεβαιωθεί η σήψη πρέπει να αρχίζει η κατάλληλη χημειοθεραπεία. Τα
κορτικοστεροειδή δεν πρέπει να ενίενται σε ασταθείς αρθρώσεις, σε περιοχές με λοίμωξη ή
σε μεσοσπονδύλια διαστήματα. Επανειλημμένες ενέσεις σε αρθρώσεις με οστεοαρθρίτιδα
μπορεί να αυξήσουν τη φθορά των αρθρώσεων. Αποφεύγεται την ένεση των
κορτικοστεροειδών απ’ ευθείας μέσα σε τένοντες. Απαραίτητη είναι μία αυστηρά άσηπτη
τεχνική. Μετά από θεραπεία με κορτικοστεροειδή ενδοαρθρικά πρέπει ο άρρωστος να
προσέχει να μη χρησιμοποιεί υπερβολικά την άρθρωση που έχει επιτευχθεί το συμπτωματικό
όφελος. Οι ενδομυϊκές ενέσεις των κορτικοστεροειδών πρέπει να γίνονται βαθειά σε μεγάλες
μάζες για να αποφευχθεί η τοπική ατροφία των ιστών. Οι ενδομυϊκές και ενδοβλαβικές
ενέσεις κορτικοστεροειδών μπορεί να προκαλέσουν συστηματικά και τοπικά αποτελέσματα.
Η μακροχρόνια χορήγηση γλυκοκορτικοστεροειδών οδηγεί στην καταστολή του άξονα
YYE., δηλαδή σε αναστολή της φλοιοεπινεφριδιακής λειτουργίας. Ο βαθμός της αναστολής
αυτής εξαρτάται από τη δόση, την ισχύ του χορηγούμενου κορτικοστεροειδούς, τη συχνότητα
και το χρόνο χορήγησής του στη διάρκεια του 24ώρου, την περίοδο ημιζωής του στους
ιστούς και τη συνολική χρονική διάρκεια της θεραπείας. Σημειώνεται ότι η κατασταλτική
ενέργεια των γλυκοκορτικοστεροειδών στον άξονα YYE είναι εντονότερη και πιο
παρατεταμένη όταν χορηγούνται τις νυχτερινές ώρες. Σε φυσιολογικά άτομα δόση 1 mg
δεξομεθαζόνης χορηγούμενη τη νύχτα αναστέλλει την έκκριση της φλοιεπινεφριδιοτρόπου
ορμόνης της υποφύσεως για 24 ώρες. Αιφνίδια ή απότομη μείωση της δόσης των
γλυκοκορτικοειδών ενδέχεται να προκαλέσει – σύνδρομο αποστέρησης – που χαρακτηρίζεται
από οξεία φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια με μυϊκή αδυναμία, υπογλυκαιμία, ναυτία,
εμέτους, ανησυχία, μυαλγίες, αρθραλγίες.
ΧΡΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΥΗΣΗ:
Η χρήση των κορτικοστεροειδών κατά την κύηση σε θηλάζουσες και σε γυναίκες κατά την
αναπαραγωγική ηλικία απαιτεί να σταθμιστούν τα πιθανά οφέλη του φαρμάκου έναντι των
πιθανών κινδύνων για τη μητέρα και το έμβρυο ή το βρέφος. Βρέφη που γεννήθηκαν από
μητέρες που κατά τη διάρκεια της κυήσεως έπαιρναν μεγάλες δόσεις κορτικοστεροειδών,
πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά για σημεία υποαδρεναλισμού.
ΥΠΕΡΔΟΣΟΛΟΓΙΑ:
Συμπτώματα: Η οξεία υπερδοσολογία με γλυκοκορτικοειδή, περιλαμβανομένης της
βηταμεθαζόνης, δεν αναμένεται να οδηγήσει σε μία απειλητική για τη ζωή κατάσταση. Εκτός
κι αν οι δοσολογίες είναι πιο ακραίες, λίγες μέρες υπερβολικών δόσεων γλυκοκορτικοειδών
είναι απίθανο να προκαλέσουν επικίνδυνα αποτελέσματα απουσία ειδικών αντενδείξεων,
όπως σε αρρώστους με σακχαρώδη διαβήτη, γλαύκωμα ή ενεργό πεπτικό έλκος ή σε άτομα
που παίρνουν φάρμακα όπως η δακτυλίτιδα, αντιπηκτικά του τύπου της κουμαρίνης ή
καλιοπενικά διουρητικά. Αγωγή: Οι επιπλοκές που προέρχονται από τις μεταβολικές δράσεις
των κορτικοστεροειδών ή από τα επιβλαβή αποτελέσματα της βασικής νόσου ή των νόσων
που συνυπάρχουν ή που προέρχονται από τις αλληλεπιδράσεις των φαρμάκων θα πρέπει να
αντιμετωπίζονται ανάλογα. Διατηρείστε επαρκή πρόσληψη υγρών και παρακολουθήστε τους
ηλεκτρολύτες στον ορό και τα ούρα με ιδιαίτερη προσοχή στην ισορροπία νατρίου και
καλίου. Αν απαιτηθεί αντιμετωπίστε τη διαταραχή της ισορροπίας των ηλεκτρολυτών.
ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ:
Propiochrone ενέσιμο εναιώρημα, αμπούλες του 1 ml. Πριν τη χρήση ανακινήστε καλά.
Φυλάσσεται σε θερμοκρασία <25°C. Να μην παγώσει.
Τηλ. Κέντρου Δηλητηριάσεων: 210 77 93 777
Αρ. Εγκρ. ΕΟΦ: 76257/07/28-3-2008
Παρασκευαστής:
Schering-Plough Labo N.V., Industriepark 30
B-2220 Heist-op-den-Berg, Βέλγιο
Υπεύθυνος Αδείας Κυκλοφορίας:
Schering-Plough Α.Φ.Β.Ε.Ε.
Αγ. Δημητρίου 63
174 56 Άλιμος
Τμήματα Επιστημονικής Ενημέρωσης
Αθήνα: Αγ. Δημητρίου 63, 174 56 Άλιμος, τηλ: 210 98.97.300
Θεσ/νίκη: Κιμ. Βόγα 24, 546 45 Θεσ/νίκη, τηλ: (2310) 863.634