Όπως και με άλλες αγγειοδραστικές ουσίες, οι προσβολές στηθάγχης
μπορεί πολύ σπάνια να εμφανιστούν στην αρχή της θεραπείας με
νιφεδιπίνη (στοιχεία από αναφορές ανεπιθύμητων ενεργειών μετά την
κυκλοφορία των καψακίων Adalat) άμεσης αποδέσμευσης. Στοιχεία από
κλινικές μελέτες επιβεβαιώνουν, ότι το σύμβαμα των προσβολών
στηθάγχης δεν είναι συχνό.
Στην περίπτωση ασθενών που υποφέρουν από στηθάγχη μια αύξηση στη
συχνότητα, διάρκεια και σοβαρότητα των προσβολών στηθάγχης μπορεί
να συμβεί, ιδιαίτερα στην αρχή της θεραπείας.
Το σύμβαμα του εμφράγματος του μυοκαρδίου έχει παρατηρηθεί σε
μεμονωμένες περιπτώσεις, αν και δεν είναι δυνατό να διαχωριστεί από
τη φυσική πορεία της υποκείμενης νόσου.
Υπάρχει κάποια ανησυχία για την αυξημένη θνησιμότητα και νοσηρότητα
στη θεραπεία της ισχαιμικής καρδιακής πάθησης σε υψηλές δόσεις.
Σε ασθενείς με επηρεασμένη ηπατική λειτουργία επιβάλλεται συχνή
παρακολούθηση και στις σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να καταστεί
αναγκαία η μείωση της δοσολογίας.
Η νιφεδιπίνη δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης εκτός εάν η κλινική κατάσταση της γυναίκας απαιτεί
θεραπεία με τη νιφεδιπίνη. Η νιφεδιπίνη θα πρέπει να χορηγείται με
επιφύλαξη σε γυναίκες με σοβαρή υπέρταση οι οποίες δεν
ανταποκρίνονται στην καθιερωμένη θεραπεία (δείτε παράγραφο 4.6).
H χρήση της νιφεδιπίνης δε συνιστάται κατά τη διάρκεια του θηλασμού
διότι η νιφεδιπίνη έχει αναφερθεί ότι εκκρίνεται στο μητρικό γάλα και οι
επιδράσεις της από στόματος απορρόφησης της νιφεδιπίνης σε μικρές
ποσότητες δεν είναι γνωστές (δείτε παράγραφο 4.6)
Προσοχή πρέπει να δίνεται σε εγκύους γυναίκες (δείτε παράγραφο 4.3),
όταν η νιφεδιπίνη χορηγείται σε συνδυασμό με ενδοφλέβιο θειικό
μαγνήσιο, λόγω της πιθανότητας μιας εκσεσημασμένης πτώσης της
αρτηριακής πίεσης που μπορεί να βλάψει τη μητέρα αλλά και το έμβρυο.
Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ποικιλία εμβρυοτοξικών, πλακουντοτοξικών
και εμβρυοτοξικών επιδράσεων (δείτε παρ. 5.3) όταν χορηγήθηκε κατά
τη διάρκεια και μετά την περίοδο οργανογένεσης.
Από κλινικά στοιχεία που είναι διαθέσιμα, ένας συγκεκριμένος
προγεννετικός κίνδυνος δεν έχει εντοπιστεί. Εντούτοις μια αύξηση στην
προγεννετική ασφυξία, στους τοκετούς με καισαρική καθώς και
προωρότητα και ενδομητρική καθυστέρηση ανάπτυξης, έχουν
αναφερθεί. Δεν είναι ξεκάθαρο εάν αυτές οι αναφορές είναι λόγω της
υποκείμενης υπέρτασης, της θεραπείας της ή σε συγκεκριμένη επίδραση
του φαρμάκου.
Η νιφεδιπίνη μεταβολίζεται μέσω του συστήματος του κυτοχρώματος
Ρ450 3Α4 Επομένως φάρμακα που είναι γνωστό ότι είτε αναστέλλουν ή
επάγουν αυτό το ενζυμικό σύστημα μπορεί να επηρεάσουν την πρώτη
δίοδο ή την κάθαρση της νιφεδιπίνης (δείτε παρ. 4.5)
..