ασβεστίου δια της μεμβράνης των αιμοπεταλίων.
Κύηση, θηλασμός και γονιμότητα
Εάν είσθε έγκυος ή θηλάζετε, νομίζετε ότι μπορεί να είσθε έγκυος ή σχεδιάζετε
να αποκτήσετε παιδί, ζητήστε τη συμβουλή του γιατρού ή του φαρμακοποιού
σας προτού πάρετε αυτό το φάρμακο.
Η νιφεδιπίνη δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης εκτός εάν η κλινική κατάσταση της γυναίκας απαιτεί θεραπεία με
τη νιφεδιπίνη. Η νιφεδιπίνη θα πρέπει να χοργείται με επιφύλαξη σε γυναίκες
με σοβαρή υπέρταση οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στην καθιερωμένη
θεραπεία.
Δεν υπάρχουν στοιχεία ασφαλείας και αποτελεσματικότητας από κατάλληλες
και καλά ελεγχόμενες μελέτες σε έγκυες γυναίκες.
Οι διαθέσιμες πληροφορίες είναι ανεπαρκείς ώστε να αποκλεισθούν οι
επιδράσεις των φαρμάκων για το αγέννητο και το νεογέννητο παιδί.
Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ποικιλία εμβρυοτοξικών, πλακουντοτοξικών και
εμβρυοτοξικών επιδράσεων (δείτε παρ. 5.3) όταν χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια
και μετά την περίοδο οργανογένεσης.
Από κλινικά στοιχεία που είναι διαθέσιμα, ένας συγκεκριμένος προγεννετικός
κίνδυνος δεν έχει εντοπιστεί. Εντούτοις μια αύξηση στην προγεννετική
ασφυξία, στον τοκετό με καισαρική καθώς και προωρότητα και ενδομητρική
καθυστέρηση ανάπτυξης, έχουν αναφερθεί. Δεν είναι ξεκάθαρο εάν αυτές οι
αναφορές είναι λόγω της υποκείμενης υπέρτασης, της θεραπείας της ή σε
συγκεκριμένη επίδραση φαρμάκου.
Η νιφεδιπίνη εκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Η συγκέντρωση της νιφεδιπίνης
στο γάλα είναι σχεδόν συγκρίσιμη με τη συγκέντρωση στον ορό της μητέρας.
Για τις μορφές άμεσης αποδέσμευσης, προτείνεται μια καθυστέρηση στο
θηλασμό ή στην εξαγωγή γάλατος από 3 έως 4 ώρες μετά τη χορήγηση του
φαρμάκου ώστε να μειωθεί η έκθεση του νήπιου στη νιφεδιπίνη.
Σε μεμονωμένες περιπτώσεις
in vitro
γονιμοποίησης και σε άνδρες με
επαναλαμβανόμενες ανεπιτυχείς προσπάθειες in
-
vitro γονιμοποίησης και όταν
δεν υπάρχει κάποια άλλη αιτιολόγηση, οι ανταγωνιστές ασβεστίου όπως η
νιφεδιπίνη θα πρέπει να θεωρηθεί σαν πιθανή αιτία ελαττωματικής
σπερματικής λειτουργίας.
Οδήγηση και χειρισμός μηχανών
Η ποσότητα αλκοόλης που περιέχει αυτό το φαρμακευτικό ιδιοσκεύασμα μπορεί
να επηρεάσει την ικανότητα οδήγησης ή τη χρήση μηχανημάτων.
Το Adalat διάλυμα για έγχυση περιέχει 18 % αιθυλική αλκοόλη.
3. Πώς να χρησιμοποιήσετε το Adalat
Η θεραπεία πρέπει κατά το δυνατόν να εξατομικεύεται, ανάλογα με το βαθμό
βαρύτητας της νόσου και την ικανότητα ανταποκρίσεως του ασθενούς, να
γίνεται δε υπό έλεγχο της αρτηριακής πιέσεως και της καρδιακής συχνότητας.
Εφ΄όσον δεν ορίσει αλλιώς ο γιατρός, ισχύουν οι ακόλουθες δοσολογικές
6