φλουοξετίνης και άλλων φαρμακευτικών προϊόντων που παρατείνουν το
διάστημα QT. Δεν μπορεί να αποκλειστεί η αθροιστική επίδραση της
φλουοξετίνης και αυτών των φαρμακευτικών προϊόντων. Επομένως, η
συγχορήγηση της φλουοξετίνης με τα φαρμακευτικά προϊόντα που
παρατείνουν το διάστημα QT, όπως Κατηγορίας ΙΑ και ΙΙΙ αντιαρρυθμικά,
αντιψυχωτικά (π.χ. παράγωγα φαινοθειαζίνης, πιμοζίδη, αλοπεριδόλη),
τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, ορισμένοι αντιμικροβιακοί παράγοντες
(π.χ. σπαρφλοξακίνη, μοξιφλοξασίνη, ερυθρομυκίνη IV, πενταμιδίνη), η
θεραπεία της ελονοσίας ιδιαίτερα η αλλοφαντρίνη, ορισμένα
αντιισταμινικά (αστεμιζόλη, μιζολαστίνη), θα πρέπει να
χρησιμοποιούνται με προσοχή (βλέπε παραγράφους 4.4, 4.8 και 4.9).
Φάρμακα που επηρεάζουν την αιμόσταση (από του στόματος
αντιπηκτικά, όποιος και αν είναι ο μηχανισμός τους, αντιαιμοπεταλιακά
φάρμακα, όπως η ασπιρίνη και τα ΜΣΑΦ)
: κίνδυνος αυξημένης
αιμορραγίας. Θα πρέπει να πραγματοποιείται κλινική παρακολούθηση
και πιο συχνή παρακολούθηση του INR κατά τη χορήγηση από του
στόματος αντιπηκτικών. Μπορεί να χρειάζεται προσαρμογή της δόσης
κατά τη διάρκεια της θεραπείας με φλουοξετίνη και μετά τη διακοπή της
(βλέπε παραγράφους 4.4 και 4.8).
Κυπροεπταδίνη
: Υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις στις οποίες έχει
αναφερθεί μειωμένη αντικαταθλιπτική δραστικότητα της φλουοξετίνης
όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με κυπροεπταδίνη.
Φάρμακα που προκαλούν υπονατριαιμία
: Η υπονατριαιμία είναι μια
ανεπιθύμητη ενέργεια της φλουοξετίνης. Η χρήση της σε συνδυασμό με
άλλους παράγοντες που σχετίζονται με υπονατριαιμία (π.χ. διουρητικά,
δεσμοπρεσσίνη, καρβαμαζεπίνη και η οξυκαρβαζεπίνη) μπορεί να
οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο (βλέπε παράγραφο 4.8).
Φάρμακα που προκαλούν μείωση του επιληπτογονικού ορίου
: Οι
επιληπτικές κρίσεις είναι μία ανεπιθύμητη ενέργεια της φλουοξετίνης. Η
χρήση της σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, οι οποίοι μπορεί να
προκαλέσουν μείωση του επιληπτικού ουδού (για παράδειγμα, τα TCAs,
άλλοι SSRIs, φαινοθειαζίνες, βουτυροφαινόνες, μεφλοκίνη, χλωροκίνη,
βουπροπιόνη, τραμαδόλη), ενδέχεται να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο.
Άλλα φάρμακα που μεταβολίζονται από το
CYP
2
D
6
: Η φλουοξετίνη είναι
ένας ισχυρός αναστολέας του ενζύμου CYP2D6, ως εκ τούτου η
ταυτόχρονη θεραπεία με άλλα φάρμακα που επίσης μεταβολίζονται από
αυτό το σύστημα, μπορεί να επιφέρει φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις,
ιδίως με εκείνα που έχουν μικρό θεραπευτικό εύρος (όπως είναι η
φλεκαϊνίδη, η προπαφαινόνη και η νεμπιβολόλη) και με εκείνα που έχουν
τιτλοποιηθεί, αλλά επίσης και με την ατομοξετίνη, την καρβαμαζεπίνη,
τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά και την ρισπεριδόνη. Η χορήγηση τους
θα πρέπει να ξεκινά ή να προσαρμόζεται στο χαμηλότερο όριο του
δοσολογικού εύρους τους. Αυτό μπορεί επίσης να ισχύει εάν η
φλουοξετίνη έχει χορηγηθεί τις προηγούμενες 5 εβδομάδες.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη